Με τον Σταύρο Θεοδωράκη γνωριζόμαστε από την πιτσιρικαρία μας. Από τα πρώτα μας δημοσιογραφικά βήματα, από τα πρώτα μας πολιτικά σκιρτήματα… Με τις διαφωνίες μα και τις προσεγγίσεις σε πράγματα απαραίτητα, που από εκείνα τα χρόνια έπρεπε να κάνουμε για τον τόπο, για να μη βρεθούμε στο σημείο που βρεθήκαμε και βρισκόμαστε σήμερα.
Η ζωή κι οι δουλειές τα έφεραν έτσι που για πολλά χρόνια χαθήκαμε.
Παρακολούθησα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πολιτικό του εγχείρημα, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στο αναγκαίο για τον τόπο μεταρρυθμιστικό πρόσημο.
Μα αιτία τούτου του άρθρου δεν είναι αυτά, δεν είναι η πολιτική.
Έμαθα εδώ και λίγες εβδομάδες το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει.
Με τον πούστη, τον καρκίνο!
Δεν μιλήσαμε, δεν επικοινωνήσαμε.
Από κοινούς φίλους μάθαινα ότι προσπαθεί να εντρυφήσει με «χειρουργική ακρίβεια» στις λεπτομέρειες για την πάθησή του, για το πώς θα την αντιμετωπίσει, για το πώς θα μείνει όρθιος. Από τους ίδιους φίλους μάθαινα ότι διατήρησε ακέραια την καθημερινότητά του, παρέμεινε εργασιομανής και απολύτως τυπικός με όσα τον περιβάλλουν. Στη Βουλή, στο κόμμα, στην οικογένειά του.
Οι κοινοί φίλοι μου έλεγαν και κάτι ακόμη: Ότι δεν θέλει να το κρύψει, δεν θέλει να κρατά κρυφό το παραμικρό από το πρόβλημά του. Κι ας τον παρότρυναν να μη το κάνει, επειδή η κοινωνία είναι γεμάτη φθόνο και άκρως πρωτόγονη σε ζητήματα (όπως και σε πολλά άλλα) που άπτονται της υγείας των πολιτικών.
Τελικά έκανε αυτό που έλεγε η ψυχή κι η καρδιά του. Δημοσιοποίησε το πρόβλημά του, επειδή είχε βαθιά την πεποίθηση ότι η ζωή ενός πολιτικού πρέπει να είναι διάφανη και ξεκάθαρη στα πάντα. Πάντα, άλλωστε, ο Σταύρος πίστευε ότι ο πολιτικός πρέπει να οδηγεί και όχι να οδηγείται.
Κι ας δικαιώθηκαν οι φίλοι του, με όσα χυδαία κι εμετικά γράφηκαν στα social media.
Χθες ο Σταύρος Θεοδωράκης χειρουργήθηκε για την αφαίρεση του πούστη, του καρκίνου.
Δεν ξέρω τι άλλο να γράψω. Ομολογώ ότι δεν ξέρω.
Το μόνο που μπορώ να καταθέσω είναι ότι ο καρκίνος βρήκε ν’ ανταμώσει λάθος άνθρωπο.
Ο Σταύρος θα τον τσακίσει!
Με μότο του λόγια του Αγγελάκα:
«Σιγά μη κλάψω, σιγά μη φοβηθώ»…
Άντε Σταύρο… Τέλειωνε… Να πάμε για ρακές στην Κρήτη…