Το ποια κατεύθυνση θα ακολουθήσει ένας μαθητής Λυκείου και ποια μαθήματα θα πρέπει συνεπώς να δώσει σε εισαγωγικές εξετάσεις για να μπει στην ανώτατη εκπαίδευση, είναι -σε μεγάλο μάλιστα βαθμό- και θέμα γονιδίων. Εξίσου σημαντική υποστηρίζεται πως είναι η επίδραση της κληρονομικότητας στις επιδόσεις των μαθητών στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας βρετανο-αμερικανικής επιστημονικής έρευνας, η οποία αναδεικνύει τη γενετική επιρροή, την οποία μάλιστα θεωρεί αναλογικά μεγαλύτερη εκείνης του περιβάλλοντος στο συγκεκριμένο ζήτημα. Ασφαλώς δεν είναι έτοιμοι να συμφωνήσουν όλοι οι επιστήμονες με αυτή την εκτίμηση.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Κάιλι Ρίμφελντ του King’s College του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Scientific Reports”, ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 6.600 ζεύγη διδύμων εφήβων, πανομοιότυπων και μη (οι πρώτοι έχουν όλα τα γονίδια κοινά, ενώ οι δεύτεροι μόνο το 50%).
Η μελέτη ανέλυσε τη γενετική επίδραση στην επιλογή των μαθημάτων A-level, τα οποία διαλέγουν οι μαθητές στη Βρετανία στα 16 τους και στα οποία θα εξετασθούν μετά από δύο χρόνια προκειμένου να γίνουν δεκτοί από τα βρετανικά πανεπιστήμια (πρόκειται για τις αντίστοιχες πανελλαδικές εξετάσεις στην Ελλάδα). Επίσης η έρευνα ανέλυσε τα αποτελέσματα που είχαν στις εξετάσεις A-level (δηλαδή στις εισαγωγικές για τα πανεπιστήμια) 3.300 ζεύγη 18χρονων διδύμων.
Η μελέτη εκτιμά ότι η επιλογή των μαθημάτων A-level και των αντίστοιχων επιστημονικών πεδίων επηρεάζεται σε ποσοστό 52% έως 80% από γενετικούς παράγοντες και μόνο κατά 18% έως 23% από περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι οι επιλογές ενός νέου εξαρτώνται εν μέρει από το μορφωτικό επίπεδο και τις ανάλογες επιλογές των γονιών του, οι οποίες με κάποιο τρόπο μπορεί να «περάσουν» ως επιρροή στην επόμενη γενιά.
Η κληρονομικότητα φαίνεται να παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην επιλογή των μαθημάτων «θετικής» κατεύθυνσης (περίπου 60% η γενετική επιρροή) έναντι της «θεωρητικής» (50%). Η περιβαλλοντική επιρροή (οικογενειακό περιβάλλον κ.α.) εκτιμάται σε 23% και 18% αντίστοιχα στις δύο κατευθύνσεις.
Ακόμη, σύμφωνα με την μελέτη, οι επιδόσεις στα τεστ A-level επηρεάζονται σημαντικά από τον γενετικό παράγοντα, σε ποσοστό γύρω στο 60%. Από την άλλη, μικρότερη είναι η γενετική επιρροή στην απόφαση ενός μαθητή να δώσει εξετάσεις A-level ή όχι, η οποία επηρεάζεται σε ποσοστό 44% από γενετικούς και σε ποσοστό 47% από περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Οι επιστήμονες τόνισαν ότι δεν έχουν ακόμη βρεθεί μεμονωμένα γονίδια που να επιδρούν στις επιλογές και στις επιδόσεις των μαθητών. Πιστεύεται ότι εμπλέκονται χιλιάδες διαφορετικά γονίδια, που το καθένα ασκεί τη δική του μικρή επίδραση (π.χ. στην ικανότητα συγκέντρωσης).
Σύνδεσμος: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία στη διεύθυνση: http://www.nature.com/articles/srep26373
Παύλος Δρακόπουλος