Παρακολούθησα με προσοχή το τηλεοπτικό debate των υποψηφίων προέδρων του υπό δημιουργία Κεντροαριστερού κόμματος. Για δυο λόγους. Ο ένας αφορά την επαγγελματική διαστροφή. Ο άλλος για δω τι ακριβώς λένε ή αν έχουν αν πουν, πέραν των όσων γνωρίζουμε.
Να πω τις εντυπώσεις μου.
Πρώτα, όμως, πρέπει να εκφράσω και πάλι τη γνώμη μου αναφορικά με τη διαδικασία.
Δεν έχει αλλάξει στο παραμικρό η πεποίθησή μου ότι δεν είναι δυνατόν να εκλέγεται αρχηγός σε ένα κόμμα που δεν υπάρχει. Και θα δημιουργηθεί αφού πρώτα εκλεγεί κάποιος!
Υπό αυτή την έννοια, η όλη ιστορία μου φαίνεται φαιδρή.
Ίσως το ίδιο φαιδρή φαίνεται και στους πολίτες. Κι αυτό φαίνεται από την ελάχιστη τηλεθέαση που είχε το debate. Μόνο 3%!
Ίσως, τελικά, η διαδικασία αφορά μόνο όσους κάνουν κομματική καριέρα και τον εναπομείναντα κομματικό στρατό…
Πάμε και στο debate τώρα.
Δεν έγινα σοφότερος από αυτό. Είδα κι άκουσα αναμασήματα. Είδα κι άκουσα απόψεις που παραπέμπουν στη δεκαετία του ΄80. Συνειδητοποίησα ότι η πλειοψηφία των υποψηφίων δεν μπορεί ν’ αντιληφθεί τον τρόπο που λειτουργεί η Κεντροαριστερά στον σύγχρονο κόσμο.
Η Φώφη Γεννηματά, γέννημα θρέμμα του βαθέως ΠαΣοΚ της δεκαετίας του ’80, νοσταλγεί την ψεύτικη ευημερία εκείνης της εποχής, που εν πολλοίς μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Υποτάσσεται στον συνδικαλισμό και τον κρατισμό και με αφόρητα πληκτικό και «ξύλινο» λόγο θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ των αφόρητων φόρων…. νεοφιλελεύθερο! Ενώ χαρακτηρίζει τέτοια και τη Νέα Δημοκρατία και δίνει την εντύπωση για τρικυμία εν κρανίω. Μιλάει και σκέφτεται σαν να γράφει έκθεση ιδεών ένα μαθητούδι του Γυμνασίου. Χώρια ότι ήταν «τραγικά» άστοχο να επιτεθεί σε συνυποψηφίους της με κτυπήματα «κάτω από τη ζώνη»…. Όπως έκανε με τον Μανιάτη.
Ο Ραγκούσης, με άκρατο λαϊκισμό, επιθυμεί να γίνει ηγέτης, από κηπουρός του Γιώργου Παπανδρέου κι ύστερα από χρόνια απόσυρσης που το κόμμα του έδινε μάχες επιβίωσης.
Δικαίωμά του! Το θέμα είναι ότι με τόσα αντιφιλελεύθερα σύνδρομα δεν μπορεί να είναι χρήσιμος ούτε στο υπό ίδρυση κόμμα, ούτε πρωτίστως στον τόπο.
Ο Μανιάτης, είναι όντως καλός τεχνοκράτης και πιστεύει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Έχω, όμως, την αίσθηση ότι με όλη την παρουσία του έδειξε ότι μπορεί να είναι ένας εξαιρετικός υπουργός, μα όχι ηγέτης.
Ο Καμίνης, δίνει την αίσθηση ότι τώρα που τελειώνει τη θητεία του στο Δήμο Αθηναίων και δεν έχει καμιά ελπίδα επανεκλογής, αναζητά το επόμενο βήμα του. Παρ’ ότι περισσότερο σου δίνει την εντύπωση ενός καλού λογιστή, παρά ενός οραματιστή ηγέτη, οι απόψεις του περί της αναγκαιότητας των μεταρρυθμίσεων είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες.
Ο Θεοδωράκης, που με το «Ποτάμι» έδειξε ότι εκφράζει το μεταρρυθμιστικό Κέντρο, δεν είχε καν αποφασίσει μέχρι πρότινος τι ακριβώς είναι κι αν θα λάβει μέρος στη συγκεκριμένη διαδικασία. Στην οποία φαίνεται ότι σύρεται αφού τα δημοσκοπικά ποσοστά του κόμματός του είναι πλέον σχεδόν μηδενικά. Έχω τη βεβαιότητα ότι στερείται κι εκείνος ηγετικού αναστήματος. Χώρια που με τη μη διάλυση του κόμματος του πριν τις εκλογές, που συμφώνησε υπογείως με τη Φώφη Γεννηματά (όπως και του ΠαΣοΚ αντιστοίχως), έδειξε ότι θέλει να διατηρήσει τα προσωπικά οφίτσια. Παρ’ όλα αυτά εκφράζει μεταρρυθμιστικό λόγο. Αναγκαίο για την Ελλάδα του εγγύς κι απώτερου μέλλοντος.
Κι επιπλέον είναι από τους ελάχιστους που έχει χιλιάδες ένσημα εργασίας και δη μακριά από κομματικούς στρατούς.
Ο Ανδρουλάκης, είναι εξαιρετικά συμπαθής και με σύγχρονο λόγο. Η θητεία του στην Ευρωβουλή, τον έχει καταστήσει σαφή γνώστη της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. Η απειρία του αποτελεί γεγονός ήσσονος σημασίας αφού προέχουν οι θέσεις κι οι απόψεις. Είναι σημαντική η τοποθέτησή του εναντίον της απλής αναλογικής, που αν ποτέ εφαρμοστεί θα είναι καταστροφική για τον τόπο. Όπως σημαντική είναι κι η θέση του υπέρ της κατάτμησης των μεγάλων περιφερειών της χώρας. Δεν ξέρω όμως, αν του φτάνουν για να εκλεγεί πρόεδρος, οι θέσεις του κι οι ισχυροί δεσμοί με το ΠαΣοΚ, στο οποίο είχε διατελέσει Γραμματέας.
Ο Τζιώτης κι ο Πόντας ουδέν προσέφεραν για να γίνουν οι Έλληνες σοφότεροι για την υποψηφιότητά τους. Δεν μου έμεινε το παραμικρό απ’ όσα εξέφρασαν.
Ο Κ. Γάτσιος, πρώην πρύτανης, μου άφησε την καλύτερη αύρα.
Το σύνθημά του «Παραγωγή ή θάνατος», αποτυπώνει πλήρως την κατάσταση του τόπου και τις ανάγκες του. Όπως και η θέση του –την εξέφραζε και στα φοιτητικά αμφιθέατρα- ότι «είναι επιβεβλημένη η μεταρρύθμιση του κράτους, που συνδέεται με την κομματοκρατία και την πελατοκρατία». Η δε άποψή του για Βουλή των 200 βουλευτών και όριο θητείας των βουλευτών, έχω την αίσθηση ότι είναι απολύτως εναρμονισμένη, τόσο με τις επιταγές της κοινωνίας, όσο και των καιρών. «Η χώρα δεν χρειάζεται ανεπάγγελτους ισοβίτες», τόνισε.
Το ερώτημα είναι τι γίνεται από εδώ και πέρα. Νομίζω ότι υπάρχουν δυο επιλογές.
Η μια είναι να εκλεγεί η Φώφη Γεννηματά, με τις εκθέσεις ιδεών και την πεποίθηση ότι Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ είναι ίδιοι. Και με την πολιτική σκέψη της ταυτισμένη με το κρατικίστικο ΠαΣοΚ. Χωρίς ουσιαστικά ν’ αλλάξει κάτι, πέραν του ονόματος του νέου φορέα, το οποίο δεν θα παραπέμπει στο τοξικό του ΠαΣοΚ.
Η δεύτερη είναι να εκλεγεί ένας μεταρρυθμιστής που δεν θα έχει αντιφιλελεύθερα ή αντιδεξιά σύνδρομα. Ο οποίος θα μπορεί να συνεργαστεί με τη Νέα Δημοκρατία για να πραγματοποιηθούν βασικά πράγματα που έχει ανάγκη η Ελλάδα. Μεταρρυθμίσεις, αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, περικοπή της σπατάλης στο δημόσιο και φυσικά άμεση μείωση των φόρων.
Δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα συμβεί το δεύτερο.
Οπότε, η χώρα κι η αναμενόμενη νέα κυβέρνησή της υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα έχουν ν’ αντιμετωπίσουν μια ακόμη σημαντική εστία λαϊκισμού…
Μακάρι να μη γίνει έτσι.