Τη διατήρηση επάρκειας της βιταμίνης D, ειδικά σε περιόδους εγκλεισμού συνιστά μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ενδοκρινολόγος, διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Γιώργος Τροβάς, τονίζοντας όμως, ότι τα μέχρι τώρα διαθέσιμα κλινικά δεδομένα σε σχέση με πιθανό ρόλο της εν λόγω βιταμίνης στη λοίμωξη Covid-19 είναι προκαταρτικά.
«Τα δεδομένα αυτά δεν αποδεικνύουν αιτιολογική συσχέτιση μεταξύ της βιταμίνης και της λοίμωξης, αλλά επειδή υπάρχει ισχυρή βιολογική βάση, έχουν σχεδιαστεί αρκετές μελέτες για να διερευνήσουν περαιτέρω την επίδραση της χορήγησης της, σε διάφορες εκβάσεις της νόσου», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η πρόσφατη επιδημία του SARS-CoV-2 έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο ενδιαφέρον στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα για την ανακάλυψη μηχανισμών διασποράς και έκφρασης του κορονοϊού όπως επίσης και για πιθανούς παράγοντες που συμμετέχουν στη διασπορά ή στον έλεγχο της νόσου Covid-19.
Η έρευνα για παράγοντες κινδύνου που προδιαθέτουν σε αρνητική έκβαση της νόσησης από τον ιό έχει εστιάσει μέχρι τώρα στην ηλικία, την παχυσαρκία, την υπέρταση, το σακχαρώδη διαβήτη κλπ. Από την αρχή της πανδημίας συζητείται επΕντόνως και η ανεπάρκεια-έλλειψη της βιταμίνης D, σαν επιπρόσθετος πιθανός παράγοντας κινδύνου, εξαιτίας της διάχυτης δράσης της σε πολλά οργανικά συστήματα του ανθρώπου.
Όπως δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Τροβάς, είναι γνωστό ότι η βιταμίνη D έχει ρυθμιστική δράση στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος του ανθρώπινου οργανισμού, όπως επίσης και στις καρδιαγγειακές και θρομβωτικές επιπλοκές της λοίμωξης με covid-19.
Σε μικρό αριθμό ασθενών οι μέχρι τώρα μελέτες
«Κατά τη διάρκεια της εξέλιξης της πανδημίας υπήρξαν αναφορές από διάφορες μελέτες που συσχέτισαν τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D με αυξημένη θνησιμότητα και άλλες επιπλοκές του ιού. Ωστόσο μέχρι τώρα αυτές οι μελέτες είναι σε μικρό αριθμό ασθενών και χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση για ασφαλή και καταληκτικά συμπεράσματα».
Μια άλλη παρατήρηση, που έκανε η επιστημονική κοινότητα σύμφωνα με τον κύριο Τροβά, είναι ότι χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία που είχαν από τα υψηλοτέρα ποσοστά νόσησης και χτυπήθηκαν σκληρά από τον ιό, στο πρώτο κύμα, είναι από τις χώρες με πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στον γενικό πληθυσμό. Όπως έχει επισημάνει ο γνωστός ενδοκρινολόγος και σε πρόσφατο editorial του επιστημονικού περιοδικού Hormones: «Παρόλο που ο πληθυσμός της Ελλάδας (όπως και της Ιταλίας και της Ισπανίας) έχει πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, είχε πολύ καλύτερες επιδόσεις από πλευράς κρουσμάτων και εκβάσεων της λοίμωξης Covid -19».
Αυτό όπως εξηγεί μιώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Τροβάς, έχει να κάνει και με άλλες παραμέτρους οι οποίες δεν άπτονται μόνο με την κατάσταση της υγείας. Είναι θέμα πολυπαραγοντικό που έχει να κάνει με συννοσηρότητες, ή μέτρα που πάρθηκαν σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Και το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι γιατί σε χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου με τόση ηλιοφάνεια υπάρχουν τόσο χαμηλά ποσοστά βιταμίνης D, αφού ως γνωστόν η παραγωγή της εν λόγω βιταμίνης συντελείται στον οργανισμό μας με την βοήθεια του ήλιου.
Πρόκειται όπως εξηγεί ο κ. Τροβάς, για το μεσογειακό παράδοξο, το οποίο σχετίζεται με τον τρόπο ζωής, τις ώρες που κάθεται κάποιος στον ήλιο, αλλά και τη διατροφή. «Όταν πχ το καλοκαίρι πηγαίνουμε τις “κακές ώρες” στην παραλία, αναγκαστικά φοράμε αντηλιακό με υψηλό δείκτη, το οποίο εμποδίζει το σχηματισμό της βιταμίνης D στο δέρμα. Στον ήλιο είναι καλό να καθόμαστε όλο το χρόνο, όχι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες και προτιμότερα ώρες που ο ήλιος είναι ακίνδυνος».
*Ο κ. Τροβάς είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Εργαστηρίου Έρευνας Παθήσεων Μυοσκελετικού Συστήματος «Θ.ΓΑΡΟΦΑΛΙΔΗΣ» στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και μέλος του ΔΣ του Ελληνικού ιδρύματος Οστεοπόρωσης
ΑΠΕ-ΜΠΕ / Tάνια Η. Μαντουβάλου