Η μετφορμίνη, ένα από τα φάρμακα που συνταγογραφούνται συχνότερα σε όλο τον κόσμο εδώ και δεκαετίες κατά του διαβήτη τύπου 2, συνδέεται με τη γέννηση μωρών, ιδίως αγοριών, με εκ γενετής ελαττώματα, όταν οι πατέρες τους έπαιρναν το φάρμακο αυτό προτού το παιδί συλληφθεί, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη δανική επιστημονική έρευνα, την πρώτη που κάνει αυτή τη συσχέτιση. Ο κίνδυνος είναι 1,4 φορές μεγαλύτερος γι’ αυτά τα παιδιά.
Η συνθετική ουσία μετφορμίνη, που μειώνει τη γλυκόζη στο αίμα ενισχύοντας την ευαισθησία του σώματος στην ορμόνη ινσουλίνη, είναι ένα γενόσημο φάρμακο πρώτης γραμμής κατά του σακχαρώδους διαβήτη που χρησιμοποιείται από τη δεκαετία του 1950. Συνήθως συνταγογραφείται, όταν δεν έχει καταστεί δυνατό να επιτευχθεί έλεγχος του επιπέδου του σακχάρου στο αίμα μέσω κατάλληλης διατροφής, απώλειας βάρους και σωματικής άσκησης και συχνά προτού χορηγηθούν άλλα πιο ακριβά φάρμακα.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων Νότιας Δανίας και Στάνφορντ Καλιφόρνιας, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “Annals of Internal Medicine”, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς και το “Science”, ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 1,12 εκατομμύρια γεννήσεις στη Δανία μεταξύ 1997-2016, εκ των οποίων το 3,3% των μωρών είχαν ένα ή περισσότερα εκ γενετής ελαττώματα. Το 5,2% των 1.451 μωρών με πατέρα που είχε πάρει μετφορμίνη το προηγούμενο τρίμηνο από τη σύλληψη, εμφάνισαν εκ γενετής ελαττώματα (στο γεννητικό, πεπτικό, ουροποιητικό, καρδιαγγειακό ή άλλο σύστημα), έναντι ποσοστού 3,3% μεταξύ των υπόλοιπων μωρών των οποίων ο πατέρας δεν είχε πάρει μετφορμίνη προηγουμένως.
Ειδικότερα ο κίνδυνος εμφάνισης εκ γενετής ελαττώματος στα γεννητικά όργανα του αγοριού ήταν υπερτριπλάσιος, όταν ο πατέρας είχε πάρει μετφορμίνη (0,9% έναντι 0,24% στα μωρά που δεν είχαν εκτεθεί στη μετφορμίνη). Αν ο πατέρας έπαιρνε ινσουλίνη αντί για μετφορμίνη πριν τη σύλληψη ή αν έπαιρνε τη μετφορμίνη παλαιότερα (π.χ. ένα χρόνο πριν τη σύλληψη), ο κίνδυνος γέννησης αγοριού με προβλήματα δεν ήταν αυξημένος. Πιστεύεται ότι η μετφορμίνη μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το σπέρμα του υποψήφιου πατέρα (χωρίς να είναι ακόμη σαφές μέσω ποιού βιολογικού μηχανισμού) και αυτό με τη σειρά του μπορεί να έχει επίπτωση στο μωρό, ιδιαίτερα στο αγόρι.
Οι επιστήμονες ανέφεραν ότι η μελέτη δεν πρέπει να αποτρέψει τους άνδρες με διαβήτη να παίρνουν μετφορμίνη, καθώς τα αποτελέσματα της μελέτης πρέπει να θεωρηθούν προκαταρκτικά και το θέμα χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, προκειμένου τα ευρήματα να επιβεβαιωθούν. Όταν πάντως ένας άνδρας σκέφτεται να κάνει παιδί, θα μπορούσε να στραφεί σε κάποιο άλλο φάρμακο αντί για τη μετφορμίνη, αφού όμως προηγουμένως συμβουλευθεί γιατρό, σύμφωνα με τον Δανό καθηγητή δημόσιας υγείας Μάαρτεν Βένσινκ, ο οποίος τόνισε ότι “η μετφορμίνη είναι ένα ασφαλές φάρμακο, φθηνό και κάνει αυτό που χρειάζεται να κάνει”. Πρόσθεσε ότι οποιαδήποτε αλλαγή στο φάρμακο αυτό “είναι μια πολύπλοκη απόφαση που ένα ζευγάρι πρέπει να πάρει μαζί με τους γιατρούς”.
“Δεδομένης της ευρείας χρήσης της μετφορμίνης ως θεραπείας πρώτης γραμμής κατά του διαβήτη τύπου 2, η επιβεβαίωση αυτών των ευρημάτων είναι αναγκαία επειγόντως. Στο μεταξύ χρειάζεται κλινική καθοδήγηση που θα βοηθήσει τα ζευγάρια να σχεδιάζουν την εγκυμοσύνη, ζυγίζοντας τους κινδύνους και τα οφέλη από την χρήση μετφορμίνης από τον πατέρα, σε σχέση με εναλλακτικά φάρμακα”, ανέφερε η καθηγήτρια αναπαραγωγικής επιδημιολογίας Τζερμέιν Μπακ Λούις του Πανεπιστημίου Τζορτζ Μέισον της Βιρτζίνια.
Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι, πέρα από τη μετφορμίνη, ο ίδιος ο διαβήτης τύπου 1 ή 2 μπορεί να διαταράξει την ανδρική γονιμότητα, επηρεάζοντας τόσο την ορμόνη τεστοστερόνη όρο και την παραγωγή του σπέρματος, ενώ μπορεί να προκαλέσει και στυτική δυσλειτουργία.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
https://www.acpjournals.org/doi/10.7326/M21-4389
ΑΠΕ-ΜΠΕ