Μία στις τρεις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας έχουν τουλάχιστον ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία τους ή να προκαλέσει επιπλοκές στην εγκυμοσύνη, σύμφωνα με νέα έρευνα που διεξήγε το Πανεπιστήμιο της Γιούτα.
Ακόμη, μερικές από αυτές τις γυναίκες χρησιμοποιούν τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους αντισύλληψης για να προλάβουν ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες. Οι ερευνητές λένε ότι αυτό θα μπορούσε να είναι ένα σημάδι ότι οι γυναίκες με προϋπάρχοντα προβλήματα υγείας δεν λαμβάνουν επαρκείς συμβουλές σχετικά με τις πιo ασφαλείς και πιο αποτελεσματικές επιλογές για αυτές για τον έλεγχο των γεννήσεων.
Το ποσοστό των χρόνιων προβλημάτων υγείας στην αναπαραγωγική ηλικία προκαλεί έκπληξη επειδή πάντα πιστεύαμε ότι είναι μία από τις υγιέστερες ομάδες πληθυσμού”, δήλωσε η Λόρι Γκαβρον, επικεφαλής της μελέτης και αναπληρώτρια καθηγήτρια του τμήτατος Μαιευτικής και Γυναικολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Γιούτα. “Δυστυχώς, πολλές από αυτές τις γυναίκες δεν επισκέπτονται γυναικολόγο μέχρι την εγκυμοσύνη. Έτσι, υπάρχουν πολύ περιορισμένες ευκαιρίες στο σύστημα υγείας ώστε να αντιληφθούν οι γυναίκες τους επικείμενους κινδύνους μιας εγκυμοσύνης, ειδικά αν η ασθένειά τους δεν μπορεί να ελεγχθεί”.
Μεταξύ των γυναικών που κινδυνεύουν να παρουσιάσουν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης βρίσκονται αυτές που έχουν ιστορικό καρδιακών ασθενειών, καρκίνου του μαστού, επιληψίας, υπέρτασης και διαβήτη. Γενικά, τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών δημιούργησε μια λίστα από 21 προϋπάρχουσες ιατρικές καταστάσεις που μπορούν να θέσουν την υγεία σε κίνδυνο, ειδικά αν είναι προγραμματισμένη μια εγκυμοσύνη.
Η Γκάβρον και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν πληροφορίες από μια βάση δεδομένων από τον πληθυσμό της Γιούτα των ΗΠΑ και ανέλυσαν δεδομένα από 742.000 γυναίκες στην αναπαραγωγική ηλικία (από 16 έως 49 ετών) οι οποίες είχαν λάβει θεραπεία για κάποια ιατρική κατάσταση σε μια περίοδο πέντε ετών με έναρξη το 2010.
Διαπιστώθηκε ότι περίπου το 33% των γυναικών που μελετήθηκαν είχαν τουλάχιστον μια χρόνια νόσο που θα μπορούσε να προκαλέσει επιπλοκές στην εγκυμοσύνη. Παράλληλα, λιγότερο από το 8% αυτών των γυναικών χρησιμοποιούσαν τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους αντισύλληψης. Αυτό είναι κάτι που απασχολεί ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα καθώς προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι γυναίκες με χρόνιες ιατρικές καταστάσεις διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να έχουν κάποια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και αυξημένο κίνδυνο να έχουν οι ίδιες ή τα βρέφη τους δυσμενείς επιπτώσεις από αυτήν την εγκυμοσύνη, συγκριτικά με τις υγιείς γυναίκες.
“Τα αίτια μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης ποικίλουν” δήλωσε η Τζέσικα Σάντερς, ερευνήτρια οικογενειακού προγραμματισμού και διευθύντρια του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου τη Γιούτα.
“Οι προτεραιότητες των γυναικών που βρίσκονται αντιμέτωπες με χρόνια προβλήματα υγείας είναι αντικρουόμενες. Όταν προσπαθεί κανείς να αντισταθμίσει τις ανησυχίες για την φροντίδα της υγείας και τη χρήση φαρμάκων, το να σκέπτεται σοβαρά την εγκυμοσύνη μπορεί να είναι συναισθηματικά συντριπτικό. Αυτό, ωστόσο, δείχνει ότι οι επαγγελματίες της υγείας έχουν την ευκαιρία να ευαισθητοποιήσουν τις γυναίκες και να καταστήσουν περισσότερο προσβάσιμες τις μεθόδους αντισύλληψης που είναι αποδεκτές για αυτές, ώστε να μπορέσουν να βελτιστοποιήσουν την υγεία τους πριν την εγκυμοσύνη και να καταφέρουν να πετύχουν τους αναπαραγωγικούς τους στόχους χωρίς επιπλοκές”, συμπλήρωσε η ίδια.
Το κόστος, η προσωπική προτίμηση και η ασφάλεια είναι όλοι παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν στην επιλογή του τρόπου ελέγχου γεννήσεων. Για παράδειγμα, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι γυναίκες που ήταν ασφαλισμένες στο δημόσιο ήταν πιο πιθανό να επιλέξουν μεθόδους όπως το σπιράλ ή τα αντισυλληπτικά εμφυτεύματα συγκριτικά με τις γυναίκες που ήταν ανασφάλιστες ή είχαν ιδιωτική ασφάλεια.
Η Γκάβρον τονίζει ότι η παραπληροφόρηση είναι επίσης ένα σημαντικό πρόβλημα. Στην πραγματικότητα έρευνες έχουν δείξει ότι κάποιες γυναίκες πιστεύουν ότι δεν είναι γόνιμες λόγω μιας χρόνιας νόσου από την οποία πάσχουν με αποτέλεσμα να μη θέσουν την αντισύλληψη σε προτεραιότητα.
Η Γκάβρον και η Σάντερς τονίζει την ανάγκη οι γιατροί να ενημερώνουν τις γυναίκες για τους δυνητικούς κινδύνους μια εγκυμοσύνης και αν κριθεί απαραίτητο να τις παραπέμπουν σε γυναικολόγους για περαιτέρω ενημέρωση.
Είναι στο χέρι των γυναικών που πάσχουν από κάποια χρόνια νόσο το αν θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια” λέει η Γκάβρον και προσθέτει ότι είναι ουσιώδους σημασίας να γνωρίζουν τους κινδύνους με τους οποίους μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπες. “Αν δεν είναι διατεθειμένες να πάρουν αυτό το ρίσκο, τότε πρέπει να χρησιμοποιούν την πιο ασφαλή και αποτελεσματική μέθοδο αντισύλληψης για αυτές”, καταλήγει η ίδια.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση “Journal of General Internal Medicine”.
Σύνδεσμος για την πρωτότυπη επιστημονική δημοσίευση: https://link.springer.com/article/10.1007%2Fs11606-019-05425-5
ΑΠΕ-ΜΠΕ