Οι άνθρωποι που πάσχουν από αποφρακτική υπνική άπνοια (ΑΥΑ), κινδυνεύουν περισσότερο από καρκίνο και θρομβώσεις στις φλέβες, ενώ οι ηλικιωμένοι (ιδίως οι άνδρες άνω των 74 ετών) από εξασθένηση των γνωστικών δυνάμεων τους, δείχνουν τρεις νέες μελέτες που παρουσιάστηκαν στο διεθνές συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας στη Βαρκελώνη.
Η ΑΥΑ είναι μια συχνή διαταραχή του ύπνου, στην οποία οι άνθρωποι εμφανίζουν μερική ή ολική απόφραξη των αεραγωγών των πνευμόνων τους, με συνέπεια να σταματούν να αναπνέουν αρκετές φορές μέσα στη νύχτα. Αυτό έχει ως συνέπεια το ροχαλητό, το χασμουρητό, το αίσθημα πνιγμού ή την υπνηλία το επόμενο πρωί. Πιστεύεται ότι ΑΥΑ – τουλάχιστον περιοδικά – έχει το 7% έως 13% του πληθυσμού, κυρίως παχύσαρκοι ή υπέρβαροι, διαβητικοί, καπνιστές και όσοι πίνουν πολύ αλκοόλ.
Η πρώτη σουηδική έρευνα, με επικεφαλής τον δρα Ανδρέας Παλμ του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, ανέλυσε στοιχεία 62.811 ασθενείς, μεταξύ των οποίων 2.093 ασθενείς με ΑΥΑ και καρκίνο (διαγνωσμένο έως πέντε χρόνια πριν τη διάγνωση της ΑΥΑ) και άλλους τόσους (η ομάδα ελέγχου) με ΑΥΑ αλλά όχι καρκίνο.
“Τα ευρήματα μας δείχνουν ότι η στέρηση του οξυγόνου λόγω της ΑΥΑ αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για καρκίνο, άσχετα με άλλους παράγοντες όπως η παχυσαρκία, η καρδιομεταβολική νόσος και ο τρόπος ζωής”, δήλωσε ο Παλμ. Πρόσθεσε ότι “η μελέτη αναδεικνύει την ανάγκη να εξετάζεται η μη θεραπευμένη υπνική άπνοια ως παράγων κινδύνου για καρκίνο και οι γιατροί να αντιμετωπίζουν την πιθανότητα καρκίνου όταν θεραπεύουν ασθενείς με ΑΥΑ. Όμως, με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης μας, δεν δικαιολογείται ούτε συνίσταται η επέκταση του ελέγχου για καρκίνο σε όλους τους ασθενείς με ΑΥΑ”.
Διαπιστώθηκε ότι οι ασθενείς με καρκίνο είχαν πιο σοβαρή ΑΥΑ. Η ΑΥΑ ήταν σοβαρότερη ιδίως στους ασθενείς με καρκίνο των πνευμόνων, του προστάτη και μελάνωμα στο δέρμα. Οι ερευνητές επεσήμαναν πάντως ότι η μελέτη βρήκε μόνο μια συσχέτιση και όχι απόδειξη ότι η ίδια η ΑΥΑ προκαλεί τον καρκίνο.
Ο Παλμ ανέφερε ότι “η σχέση μεταξύ της ΑΥΑ και του καρκίνου είναι λιγότερο βέβαιη από ό,τι η σχέση της με άλλες παθήσεις της καρδιάς και των αιμοφόρων αγγείων, την αυξημένη ινσουλινοαντοχή, τον διαβήτη και τη νόσο του λιπώδους ήπατος. Συνεπώς το ζήτημα χρειάζεται περισσότερη μελέτη”.
Η δεύτερη έρευνα, με επικεφαλής τον καθηγητή Ραφαέλ Χάιντσερ, διευθυντή του Κέντρου Ερευνών Ύπνου (CIRS) του Πανεπιστημίου της Λωζάνης, βρήκε ότι η ΑΥΑ συνδέεται με μεγαλύτερη εξασθένηση των νοητικών δυνάμεων. Η έρευνα αφορούσε 358 άτομα άνω των 65 ετών που παρακολουθήθηκαν σε βάθος πενταετίας και στους οποίους έγιναν διαδοχικά γνωστικά-νοητικά-μνημονικά τεστ.
Διαπιστώθηκε ότι τα χαμηλά επίπεδα οξυγόνου λόγω της ΑΥΑ σχετίζονται με μεγαλύτερη μείωση στις γνωστικές λειτουργίες, στην ταχύτητα επεξεργασίας του νου και στη μνήμη. Το πρόβλημα είναι πιο αισθητό στους άνδρες άνω των 74 ετών.
“Οι άνθρωποι με ΑΥΑ και οι γιατροί θα πρέπει να έχουν επίγνωση ότι η ΑΥΑ μπορεί να παίζει ρόλο στη γνωστική εξασθένηση. Η μελέτη μας δείχνει πιθανώς ότι δεν έχουν όλοι οι ασθενείς με ΑΥΑ τον ίδιο κίνδυνο για γνωστική εξασθένηση”, ανέφερε ο Χάιντσερ.
Η τρίτη μελέτη, με επικεφαλής τον καθηγητή Βόιτσιεχ Τρεπιζούρ του γαλλικού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Ανζέρ, δείχνει ότι οι ασθενείς με πιο σοβαρή ΑΥΑ είναι πιθανότερο να εμφανίσουν φλεβική θρομβοεμβολή. Η έρευνα έγινε σε βάθος εξαετίας σε 7.355 ασθενείς, από τους οποίους οι 104 εμφάνισαν την εν λόγω νόσο.
“Είναι η πρώτη μελέτη που διερευνά τη σχέση μεταξύ ΑΥΑ και φλεβικής θρομβοεμβολής. Βρήκαμε ότι όσοι πέρασαν πάνω από το 6% της νύχτας τους με επίπεδα οξυγόνου στο αίμα τους κάτω του 90% των φυσιολογικών, είχαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης φλεβικής θρομβοεμβολής”, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής.
ΑΠΕ-ΜΠΕ