Ξεκινούν οι εκπτώσεις την Δευτέρα 8 Ιουλίου και ολοκληρώνονται το Σάββατο 31 Αυγούστου 2024 ενώ, σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, τα καταστήματα μπορούν να ανοίξουν προαιρετικά στις 14 Ιουλίου, την πρώτη Κυριακή της περιόδου των εκπτώσεων, με το πλαίσιο ωραρίου να καθορίζεται από 11.00 έως 20.00.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, στόχος του λιανικού εμπορίου για το φετινό καλοκαίρι είναι ο συνολικός τζίρος Ιουλίου και Αυγούστου να κινηθεί πάνω από τον περυσινό πήχη των 7 δισ. ευρώ ενώ εκτιμάται ότι τα ποσοστά των εκπτώσεων στο ξεκίνημα θα κυμανθούν από 30% έως 50% και προς το τέλος της δίμηνης εκπτωτικής περιόδου ίσως φτάσουν και στο 70%.
Υπενθυμίζεται ότι οι πέντε κλάδοι του λιανικού εμπορίου με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στον κύκλο εργασιών των θερινών εκπτώσεων είναι ο κλάδος των ενδυμάτων και υποδημάτων σε ειδικευμένα καταστήματα, ο κλάδος των καλλυντικών και φαρμακευτικών ειδών, ο κλάδος των ρολογιών και κοσμημάτων, ο κλάδος των επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, ο κλάδος ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών.
Οι εμπορικοί σύλλογοι με επιστολές τους υπενθυμίζουν στα μέλη τους, σχετικά με την αμοιβή του προσωπικού την προσεχή Κυριακή, ότι η νομοθεσία προβλέπει πως εάν η εργασία του προσωπικού περιοριστεί μέχρι 5 ώρες οι εργοδότες δεν έχουν υποχρέωση να χορηγήσουν άλλη ημέρα ανάπαυσης, οφείλουν όμως να καταβάλουν τα αντίστοιχα ωρομίσθια για την παρασχεθείσα εργασία με προσαύξηση 75%.
Ακόμη, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δείχνουν οι εμπορικές επιχειρήσεις της λιανικής στον τρόπο με τον οποίο θα προβάλλουν τη μειωμένη τιμή, η οποία πρέπει να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και να είναι υπολογισμένη με απόλυτη ακρίβεια. Σε κάθε ανακοίνωση περί μείωσης τιμής, πρέπει να υποδεικνύεται και να αποδεικνύεται η προγενέστερη τιμή, που εφάρμοζε το κατάστημα για καθορισμένο χρονικό διάστημα πριν από την εφαρμογή της έκπτωσης. Οι δύο αναγραφόμενες τιμές, αρχική και τελική, πρέπει να αποτυπώνονται υποχρεωτικά, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας περί ανακοινώσεων μείωσης της τιμής, σύμφωνα με την ΥΑ 35935/13-4-2023 που ορίζει την εφαρμογή περί αναγραφής της νέας χαμηλότερης τιμής μαζί με τη προγενέστερη υψηλότερη τιμή. Η προηγούμενη τιμή μπορεί να εμφανίζεται σε διαγραμμένη μορφή ενώ, παράλληλα, μπορεί να χρησιμοποιείται συμπληρωματικά, είτε η μείωση συγκεκριμένου ποσού, είτε το ποσοστό έκπτωσης.
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται και λόγω της πρόσφατης τροποποίηση του Ν. 2251/1994 όπου, με τη προσθήκη του άρθρου 9, διευκρινίζεται πως, εάν η επιχείρηση προβεί σε διαδοχική μείωση τιμών, μπορεί να κρατήσει την αρχική διαγραφόμενη τιμή έως 60 ημέρες. Συγκεκριμένα, αναφέρει τα εξής: «Σε κάθε ανακοίνωση περί μείωσης τιμής υποδεικνύεται η προγενέστερη τιμή που εφάρμοζε ο προμηθευτής για καθορισμένο χρονικό διάστημα πριν από την εφαρμογή της μείωσης της τιμής. Ως προγενέστερη τιμή νοείται η χαμηλότερη τιμή που εφάρμοσε ο προμηθευτής κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος των 30 ημερών πριν από την εφαρμογή της μείωσης της τιμής. Όταν το προϊόν κυκλοφορεί στην αγορά για λιγότερο από 30 ημέρες, ως προγενέστερη τιμή νοείται η χαμηλότερη τιμή που εφάρμοσε ο προμηθευτής στο χρονικό διάστημα που το προϊόν κυκλοφορεί στην αγορά. Αν η τιμή μειώνεται προοδευτικά κατά τη διάρκεια των 60 ημερών, πριν από την εφαρμογή της μείωσης της τιμής, ως προγενέστερη τιμή νοείται η τιμή που ίσχυε πριν από την εφαρμογή της πρώτης από τις διαδοχικές μειώσεις τιμών».
Στις επιστολές τους προς τα μέλη τους οι εμπορικοί σύλλογοι συνιστούν στον εμπορικό κόσμο να επιδείξει ιδιαίτερη προσοχή στην τήρηση των διατάξεων περί εκπτώσεων και μειωμένων τιμών, καθώς οι κυρώσεις είναι υπερβολικά μεγάλες. Οι καταστηματάρχες θα πρέπει, σε περίπτωση ελέγχου, να είναι σε θέση να αποδείξουν, ότι η παλαιά τιμή πώλησης που αναγράφεται στην πινακίδα, ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 21 Ν. 4177/2013, σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις περί εκπτώσεων και μειωμένων τιμών, επιβάλλεται πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από 10.000 ευρώ. Σε περίπτωση που οι εκπτώσεις αποδειχθεί ότι είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 2% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι μικρότερο των 20.000 ευρώ.
«Σύμμαχος των εμπόρων και καταναλωτών οι θερινές εκπτώσεις»
Ο πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής και του Εμπορικού και βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Η περίοδος των θερινών εκπτώσεων θα δώσει την ευκαιρία στους καταναλωτές, να κάνουν έξυπνες αγορές, μέσα από μια μεγάλη ποικιλία καταναλωτικών αγαθών που κατά παράδοση προωθούνται σε χαμηλές τιμές, καθώς και στις εμπορικές επιχειρήσεις να ρευστοποιήσουν εποχικά εμπορεύματα με την δυνατότητα να γεμίσουν τα ταμεία τους. Ο εμπορικός κόσμος θα σταθεί και αυτή την περίοδο των θερινών εκπτώσεων δίπλα στον καταναλωτή που θα έχει την ευκαιρία με τις αγορές στις οποίες θα προβεί να καλύψει τις ανάγκες του χωρίς να βαρύνει υπέρμετρα τον οικογενειακό κορβανά.
Ευελπιστούμε και φέτος, οι εκπτωτικές τιμές να προσεγγίσουν και να προσελκύσουν τους καταναλωτές, ώστε να λειτουργήσουν συνδυαστικά, υπέρ εισοδήματος και τζίρου. Στόχος του λιανικού εμπορίου το φετινό καλοκαίρι είναι, ο συνολικός τζίρος του διμήνου Ιουλίου-Αυγούστου να κινηθεί πάνω από τον περυσινό πήχη των 7 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιούνιο κυμάνθηκε στο 2,4% δικαιολογείται μια συγκρατημένη αισιοδοξία για την κίνηση της αγοράς. ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιούνιο. Η αύξηση του τζίρου Ιουλίου-Αυγούστου είναι εφικτή και στηρίζεται στις αυξημένες τουριστικές ροές, κατά την περίοδο των θερινών εκπτώσεων, όπου και οι ξένοι επισκέπτες θα μπουν στο άθροισμα του τζίρου πολλών τουριστικών προορισμών με την εισαγόμενη κατανάλωση. Το επιθυμητό είναι, βεβαίως, οι εγχώριοι μόνιμοι καταναλωτές να εκμεταλλευτούν τις συμφέρουσες τιμές για τις αγορές τους και οι επιχειρήσεις λιανικής να εξαντλήσουν τα περιθώρια έκπτωσης. Τα ποσοστά των εκπτώσεων στο ξεκίνημα αναμένονται να κυμανθούν από 30% έως 50% και προς το τέλος της δίμηνης εκπτωτικής περιόδου θα δούμε και ποσοστά της τάξης του 70%.
Οι πέντε κλάδοι του λιανικού εμπορίου με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στον κύκλο εργασιών των θερινών εκπτώσεων είναι ο κλάδος των ενδυμάτων και υποδημάτων σε ειδικευμένα καταστήματα, ο κλάδος των καλλυντικών και φαρμακευτικών ειδών, ο κλάδος των ρολογιών και κοσμημάτων, ο κλάδος των επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, ο κλάδος ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών. Σύμφωνα με την ροπή κατανάλωσης από την αρχή του έτους ο τζίρος αποκλειστικά του λιανικού εμπορίου, παρά τις μηνιαίες αυξομειώσεις, χωρίς τους κλάδους οχημάτων, τροφίμων και καυσίμων κινείται με αυξητικούς ρυθμούς μεταξύ 1,6% και 3,4% συγκριτικά με πέρυσι. Αναμφισβήτητα οι θερινές εκπτώσεις είναι σύμμαχος των εμπόρων και καταναλωτών. Καλό καλοκαίρι, καλές πωλήσεις και καλές αγορές!»
Από την πλευρά του πρόσφατα ο αντιπρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Νίκος Κογιουμτσής, μιλώντας με δημοσιογράφους εξέφρασε την προσδοκία του εμπορικού και επιχειρηματικού κόσμου για τόνωση της αγοράς, καθώς μέχρι τώρα η καταναλωτική κίνηση όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν υποτονική.
Όπως υπογράμμισε, είναι μονόδρομος για τους επαγγελματίες – επιχειρηματίες να κάνουν γενναίες εκπτώσεις για να προσελκύσουν τους καταναλωτές.
Ο κ. Κογιουμτσής επανέλαβε ότι η ακρίβεια -ιδιαίτερα στα τρόφιμα- παραμένει το μεγάλο πρόβλημα, περιορίζοντας σημαντικά ή και εξαντλώντας το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα των πολιτών.
«Αν δεν τιθασευθεί η ακρίβεια με αποτελεσματικά μέτρα, το πρόβλημα θα διαιωνίζεται και θα επιδεινώνεται», τόνισε, επαναλαμβάνοντας την πρόταση του Ε.Ε.Α. για μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης και του ΕΦΚ στα καύσιμα.
Τέλος ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών Σταύρος Καφούνης, έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Η θερινή εκπτωτική περίοδος ξεκινά την ερχόμενη Δευτέρα και οι εμπορικές επιχειρήσεις όλης της χώρας περιμένουν πολλά από αυτήν. Σε μία εποχή δύσκολη για τα καταστήματα, με την ακρίβεια να συρρικνώνει το διαθέσιμο εισόδημα και το τραπεζικό σύστημα κλειστό, οι καλοκαιρινές εκπτώσεις ευελπιστούμε ότι θα φέρουν έναν άνεμο αισιοδοξίας στην αγορά και θα δώσουν ανάσα στις δοκιμαζόμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το καταναλωτικό κοινό γνωρίζει πολύ καλά ότι τούτη είναι η στιγμή στην οποία θα βρει επάρκεια προϊόντων και πολύ μεγάλες εκπτώσεις ώστε να καλύψει τις ανάγκες του, ενόψει και των καλοκαιρινών διακοπών. Είμαστε αισιόδοξοι για την τρέχουσα εκπτωτική περίοδο και ελπίζω ότι τα αποτελέσματά της, τα οποία θα αποτυπωθούν στην καθιερωμένη έρευνα του Ε.Σ.Α., θα είναι καλά για όλους μας».
Αυξάνεται η αισιοδοξία των καταναλωτών
Την ίδια ώρα μικρή ενίσχυση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αισιοδοξία στις προβλέψεις των νοικοκυριών για τα οικονομικά τους, βελτίωση της πρόθεσης για μείζονες αγορές έδειξε η έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ τον Ιούνιο. Συγκεκριμένα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύθηκε ελαφρά τον Ιούνιο και διαμορφώθηκε στις – 42,7 μονάδες, έναντι -43,8 μονάδες τον Μάιο.
Η έρευνα κατέγραψε τον Ιούνιο ήπιες αρνητικές μεταβολές προσδοκιών των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση της χώρας και αισιόδοξες για τη δική τους, ενώ αντίθετα παρατηρείται σημαντική βελτίωση στην πρόθεση για μείζονες αγορές. Το ζήτημα της ακρίβειας εξακολουθεί να ανησυχεί τους πολίτες, αν και η μείωση της ανεργίας και τα έως τώρα στοιχεία για τον εισερχόμενο τουρισμό είναι ιδιαίτερα θετικά, εξέλιξη που αναμένεται ότι θα συνεισφέρει με αισιόδοξες προοπτικές όχι μόνο στους πιο στενούς τουριστικούς κλάδους αλλά και σε όσους συσχετίζονται με αυτούς ευρύτερα στην οικονομία.
Αναλυτικότερα, οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, τους προσεχείς 12 μήνες, βελτιώθηκαν ήπια τον Ιούνιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -39,6 (από -41,0) μονάδες τον Μάιο. Το 56% των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 7% προβλέπει μικρή βελτίωση. Ο αρνητικός δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο παρουσίασε μικρή ενίσχυση τον Ιούνιο και διαμορφώθηκε στις -47,9 (από -46,7) μονάδες. Το 65% (από 63%) των καταναλωτών προέβλεψε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 19% (από 18%) το οποίο αναμένει σταθερότητα.
Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) ενισχύθηκε σημαντικά με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις – 38,2 (από -44,2) μονάδες. Το 46% (από 51%) των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 4% αναμένει το αντίθετο. Παράλληλα, ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες εξασθένισε ήπια τον Ιούνιο και διαμορφώθηκε στις -66,4 μονάδες (από -62,5). Το 85% (από 81%) των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 15% (από 17%) τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή.
Ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες κλιμακώθηκε ήπια τον Ιούνιο και διαμορφώθηκε στις +34,4 μονάδες, έναντι +32,0 μονάδων τον Ιούνιο. Το 58% των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 13% (από 18%) αναμένει σταθερότητα. Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διαμορφώθηκε στο 61% (από 66%), ενώ στο 11% από 8% ενισχύθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν 19% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» διαμορφώθηκε 8% από 5% τον προηγούμενο μήνα. Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 53,5% έκρινε τον Ιούνιο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, από 61,5% τον προηγούμενο μήνα.
Παγκοσμίως η αισιοδοξία των καταναλωτών αυξάνεται. Πρόσφατη έκδοση της παγκόσμιας έρευνας EY Future Consumer Index έδειξε ότι σχεδόν οι μισοί από τους καταναλωτές (47%) που συμμετείχαν συνεχίζουν να είναι αισιόδοξοι για το μέλλον – παρά τις ανησυχίες για τις αυξανόμενες δαπάνες διαβίωσης (55%), την κλιματική αλλαγή (44%) και τις γεωπολιτικές εντάσεις (30%). Η έρευνα, η οποία κατέγραψε τις απόψεις και ανησυχίες περισσότερων από 23.000 ερωτηθέντων σε 30 χώρες, καταδεικνύει ότι οι καταναλωτές γίνονται πιο ικανοί στη διαχείριση των διαταραχών – με το 61% να δηλώνουν πως αισθάνονται ότι έχουν τον έλεγχο της ζωής τους – δείχνοντας τον βαθμό στον οποίο η παγκόσμια αβεβαιότητα έχει κανονικοποιηθεί για πολλούς.
Ενώ η αισιοδοξία αυξάνεται, η εμφάνιση των «ανεξάρτητων» καταναλωτών – εκείνων, δηλαδή, που αναζητούν ενεργά πληροφορίες, αποφασίζουν και λαμβάνουν δράση αυτόνομα, χωρίς να βασίζονται σε παραδοσιακές πηγές επιρροής και πληροφόρησης – αποτελεί νέα πρόκληση για τα brands καταναλωτικών προϊόντων και τους λιανοπωλητές.
H έκθεση δείχνει ότι οι παραδοσιακές μέθοδοι στόχευσης, επικοινωνίας και πειθούς, καθίστανται ξεπερασμένες. Οι σημερινοί καταναλωτές αναζητούν νέα, ψηφιακά κανάλια επικοινωνίας, όπου μπορούν να συμμετέχουν, να παρέχουν τις δικές τους συμβουλές σε άλλους, να αγοράζουν και να διαβάζουν αμερόληπτες αξιολογήσεις προϊόντων. Σχεδόν τα τρία πέμπτα (57%) των ερωτηθέντων επιδιώκουν να συμμετάσχουν και/ή να συμβάλουν σε διαδικτυακές κοινότητες συμβουλών για αγοραστικές αποφάσεις, ενώ το 61% δηλώνουν ότι αγόρασαν ένα προϊόν κατόπιν σύστασης ή προώθησης από influencer. Αντιθέτως, μόνο το 21% «κλίκαραν» σε διαφήμιση στα socialmedia.
Τα προγράμματα πιστότητας (loyalty) εξακολουθούν να είναι διαδεδομένα. Οι καταναλωτές παγκοσμίως παρακινούνται από οφέλη όπως εκπτώσεις και αποκλειστικές προσφορές και η αφοσίωσή τους διαρκεί συνήθως όσο και τα οφέλη που λαμβάνουν. Για παράδειγμα, το 46% των ερωτηθέντων εξαργύρωσαν ένα κουπόνι που έλαβαν, ενώ μόνο το 31% κατέβασαν εφαρμογή κάποιου λιανοπωλητή/brand, λιγότερο από το ένα τέταρτο (23%) συμμετείχαν σε ομάδες επιβράβευσης που δημιουργούν οι λιανοπωλητές για τους πελάτες τους και μόνο το 22% εγγράφηκαν σε λίστα αλληλογραφίας λιανοπωλητή κατά τους τελευταίους έξι μήνες. Τα προτιμώμενα χαρακτηριστικά των προγραμμάτων πιστότητας, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, είναι η δωρεάν αποστολή (67%), ακολουθούμενη από χαμηλότερες τιμές στο κατάστημα σε επιλεγμένα προϊόντα (49%).
ΑΠΕ-ΜΠΕ