«Σήμερα αποκαθίσταται η ιστορία, η Ελλάδα παίρνει πίσω αυτό που της ανήκει, την ιστορία, τα σύμβολα, την παράδοση, την κληρονομιά της Αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας και η Βόρεια Μακεδονία, γίνεται φίλη, σύμμαχος χώρα, συμπαραστάτης της Ελλάδας για τη συνεργασία, την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή».
Με αυτόν τον τρόπο, κλείνοντας την ομιλία του, ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, συνόψισε τη σημασία που αποδίδει η κυβέρνηση στη Συμφωνία των Πρεσπών για τη χώρα, τον ρόλο της στα Βαλκάνια και την κατάσταση στην περιοχή. «Αυτή η μέρα θα μείνει στην ιστορία ως η αφετηρία μιας νέας εποχής για τα Βαλκάνια, που χαράσσουν πλέον μια νέα διαδρομή». Ενόψει της αυριανής ψηφοφορίας για την κύρωση της συμφωνίας, είπε πως «είναι η ώρα της εθνικής αυτοπεποίθησης και της εθνικής υπερηφάνειας» και πως «η Ιστορία, αν κάνουμε το βήμα, θα δικαιώσει την Ελλάδα που τόλμησε, που γίνεται εγγυητής της σταθερότητας και της συνανάπτυξης στα Βαλκάνια».
Τόνισε ότι όλοι αναμετρούνται με την ιστορική και εθνική ευθύνη, ότι οι βουλευτές θα πράξουν το ωφέλιμο για τη χώρα, δεν θα τρομοκρατηθούν, θα πράξουν αυτό που ορίζει η χώρα – και με την ψήφο τους η χώρα θα προχωρήσει μπροστά.
Ο πρωθυπουργός ανέπτυξε την ομιλία του κάνοντας αναδρομή στον χειρισμό του θέματος από τις κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ώστε να απαντήσει στα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης και τις βασικότερες κατηγορίες, ότι με τη συμφωνία η κυβέρνηση εκχωρεί μακεδονική γλώσσα και μακεδονική εθνότητα. Κατηγόρησε τον κ. Μητοστάκη για «ένδεια επιχειρημάτων εναντίον της συμφωνίας» και για λόγο «διχασμού» και «στοχοποίησης» προσώπων, βουλευτών.
Η εθνική γραμμή
Ο Αλ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι την εθνική γραμμή που προβλέπει σύνθετη ονομασία με τον όρο Μακεδονία, με γεωγραφικό προσδιορισμό έναντι όλων και την οποία υποστήριξαν όλες οι κυβερνήσεις από το 2007 και μετά, δεν την παρήγαγε η σημερινή κυβέρνηση, αλλά την συνέχισε. Την υποστήριξαν όλες οι κυβερνήσεις ανεξαιρέτως είπε, «ακόμα και η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά και ο κ. Αβραμόπουλος» που, όπως είπε, άλλα πράττει στις πρόσφατες ομόφωνες αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Συμφωνία των Πρεσπών και άλλα δηλώνει δημόσια. Αλλά και ο κ. Σαμαράς «που έλεγε σε συνέντευξή του αν οι γείτονες δεχθούν το erga omnes να το συζητήσουμε…».
«Το βασικό σας πρόβλημα είναι ότι αυτή τη συμφωνία τη φέρνω εγώ»
Ο κ. Τσίπρας απαρίθμησε τι επιτεύχθηκε με την παρούσα συμφωνία και χαρακτήρισε «προκλητικά υποκριτική» την στάση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, σχολιάζοντας ότι αν αυτή η συμφωνία είναι «εθνικά επιζήμια», «τότε η εθνική γραμμή και η στρατηγική που εσείς οικοδομήσατε τόσα χρόνια ήταν εθνικά επιζήμια».
»Η άρνηση και καταψήφιση αυτής της Συμφωνίας από τα κόμματα και τα πολιτικά πρόσωπα που κυβέρνησαν τη χώρα από το ‘90 και μετά, αποτελεί μια πρωτοφανή ακύρωση και αυτοϋπονόμευση των δικών τους πολιτικών δηλώσεων και πεπραγμένων». Επιπλέον, είπε ότι η συμφωνία «καλύπτει πλήρως όλες τις εθνικές κόκκινες γραμμές που εσείς τοποθετήσατε» και «αποτρέπει επιπλέον σημαντικούς κινδύνους που εσείς ουδέποτε καταφέρατε στις διαπραγματεύσεις σας να διασφαλίστε».
Κατόπιν αυτών, ο πρωθυπουργός σχολίασε προς τον κ. Μητσοτάκη και την κ. Γεννηματά πως «το βασικό σας πρόβλημα δεν είναι η συμφωνία. Το βασικό σας πρόβλημα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Το βασικό σας πρόβλημα είναι ότι αυτή τη συμφωνία τη φέρνω εγώ, την φέρνει ο Κοτζιάς…», ότι τη φέρνουν αυτοί οι «προσωρινοί ένοικοι της εξουσίας» και όχι εκείνοι που θεωρούν εαυτούς «μόνιμους ιδιοκτήτες».
Ο κ. Τσίπρας επισήμανε ότι το ονοματολογικό ταλαιπώρησε την Ελλάδα, τους γείτονες της και τα Βαλκάνια επί τρεις δεκαετίες, σπαταλώντας κρίσιμο διπλωματικό κεφάλαιο, ενώ οι πραγματικοί κίνδυνοι βρίσκονται στα ανατολικά σύνορα της χώρας. Πρόσθεσε ότι το «δόγμα» της αδράνειας στην εξωτερική πολιτική είχε ως αποτέλεσμα «διαρκείς διπλωματικές ήττες», με περισσότερες από 130 χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα, να την αναγνωρίζουν ως σκέτο «Μακεδονία». Παράλληλα με τον κίνδυνο απώλειας του ονόματος, ήταν και ο κίνδυνος απώλειας μεγάλου κομματιού της Ιστορίας μας. Είπε ότι η «μαξιμαλιστική» θέση που συμφωνήθηκε στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών το 1992 – πλην του ΚΚΕ – περί μη χρήσης του όρου Μακεδονία ή παραγώγου του από τη γειτονική χώρα, ποτέ δεν εφαρμόστηκε από καμία κυβέρνηση στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, στις διαπραγματεύσεις τα επόμενα χρόνια.
«Ο Αντώνης Σαμαράς, ‘ο μέγας Μακεδονομάχος’, απεδέχθη πρώτος τον όρο ‘Μακεδονία»
Επικαλούμενος υπογραφή του στον κοινοτικό κανονισμό 3567 για εμπορικές συμφωνίες τον Δεκέμβριο του 1991, σχολίασε ότι ο Αντώνης Σαμαράς, «ο μέγας Μακεδονομάχος», απεδέχθη πρώτος τον όρο «Μακεδονία» στην ονομασία των γειτόνων μας. Επικαλέστηκε δε αναφορές του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για τον κ. Σαμαρά στο συμβούλιο της 16ης Δεκεμβρίου, ότι δεν ζήτησε οριστική λύση του θέματος με αντάλλαγμα την αναγνώριση της Κροατίας.
Ακόμη, με αφορμή σημερινή αναφορά του κ. Σαμαρά ότι η Μακεδονία είναι μία και ελληνική, παρέπεμψε σε αναφορά του Κώστα Καραμανλή, όπου μεταξύ άλλων, όπως διάβασε ο Αλ. Τσίπρας, ανέφερε ότι «ο όρος Μακεδονία χρησιμοποιήθηκε πάντα για τον καθορισμό μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας βρίσκεται εκτός των συνόρων της ΠΓΔΜ» και πως «οιαδήποτε σύνθετη ονομασία πρέπει να αντανακλά την γεωγραφική πραγματικότητα».
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στον πρώην πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών, Αντώνη Σαμαρά και σημείωσε πως όταν διαπραγματεύθηκε το «Πακέτο Πινέιρο», κατέθεσε συνταγματικές αλλαγές που είχαν να κάνουν αποκλειστικά με την μη διεκδίκηση μειονότητας από τη γείτονα και την εξάλειψη των επεκτατικών της αναφορών, και δεν είχαν καμιά αναφορά σε αλλαγή των λεκτικού του συντάγματός της σε σχέση με «μακεδονικό λαό» ή «έθνος».
«Η Ελλάδα πρότεινε πρώτη σύνθετη ονομασία με τον όρο ‘Μακεδονία’, επί Μητσοτάκη το 1993»
Ο πρωθυπουργός είπε ότι η Ελλάδα ήταν αυτή που πρώτη πρότεινε τη σύνθετη ονομασία με τον όρο Μακεδονία, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το 1993 και πως τον όρο Μακεδονία τον αποδεχτήκαμε έστω και ως προσωρινό όνομα για 25 χρόνια, με την Ενδιάμεση Συμφωνία που συνήφθη επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, «όπου αποδεχθήκαμε το ‘Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας’». Η διαπραγματευτική θέση της χώρας επιδεινώθηκε σημαντικά μετά την αναγνώριση της γειτονικής χώρας από τις ΗΠΑ το 2004, είπε.
Ο Αλ. Τσίπρας αναφέρθηκε στην νατοϊκή σύνοδο του Βουκουρεστίου το 2008, επί κυβέρνησης Καραμανλή, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «ο χειρισμός αυτής της επιτυχίας αργότερα, από την ίδια κυβέρνηση που το πέτυχε, αλλά και τις επόμενες, υπήρξε καταστροφικός». Συνέχισε δε, με αναφορά στη δυσμενή απόφαση του Δικαστηρίου του ΟΗΕ για την Ελλάδα, το 2011.
Με αυτά τα δεδομένα, ευνοϊκά για εκείνη, η ΠΓΔΜ ουδέποτε είχε συζητήσει καν την αλλαγή του ονόματός της έναντι όλων, και αποδεχόταν μόνο τη διπλή ονομασία – τόνισε ο πρωθυπουργός – ενώ δεν συζητήθηκε ποτέ και αλλαγή στο σύνταγμά της.
«Τι καταφέραμε με τη Συμφωνία»
Κατόπιν αυτών, ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι η κυβέρνηση κινήθηκε απολύτως πάνω στην εθνική γραμμή που έχει η χώρα από το 2007 και ανέφερε τι πέτυχε με τη συμφωνία:
– Πρώτον: Σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό. Υποχρεώσαμε τους γείτονες να αλλάξουν το συνταγματικό τους όνομα, και από Δημοκρατία της Μακεδονίας, να το κάνουμε γίνεται Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, «ώστε αύριο, όταν μπαίνουν τα παιδιά μας στο ίντερνετ και πατούν το λήμμα ‘Μακεδονία’, πλέον να εμφανίζεται ο Λευκός Πύργος, όχι τα Σκόπια».
– Δεύτερον: Πετύχαμε το erga omnes – έναντι όλων και για κάθε χρήση. Η χρήση αυτή δεν θα χρησιμοποιείται μόνο στις διεθνείς σχέσεις της χώρας με άλλες χώρες και με διεθνείς οργανισμούς, αλλά θα αφορά και το εσωτερικό της χώρας.
– Τρίτον: Καταφέραμε, οι γείτονες μας, να αναθεωρήσουν το σύνταγμά τους, τροποποιώντας τις διατάξεις εκείνες που περιείχαν αναφορές αλυτρωτισμού και αναθεωρητισμού. Ανέφερε ότι ευθυγραμμίζουν το σύνταγμα τους με το ελληνικό σύνταγμα στις σχετικές διατάξεις περί διασποράς, και ότι πέραν της συνταγματικής αναθεώρησης, στην ίδια συμφωνία, οι γείτονες μας δεσμεύονται: να μην υποκινούν οποιεσδήποτε πράξεις μη φιλικού χαρακτήρα εναντίον της χώρας μας, να μην προβαίνουν σε αλυτρωτικές δηλώσεις, να μην υιοθετούν τέτοιου είδους δηλώσεις από όποιον φέρεται να δρα για το συμφέρον τους, να σέβονται τα υφιστάμενα σύνορα. Δηλαδή, είπε, δεσμεύονται να εγκαταλείψουν κάθε είδους αλυτρωτική ρητορική, κάθε είδους αλυτρωτικές δράσεις από οποιονδήποτε κι αν αυτές προέρχονται.
– Τέταρτον: Καταφέραμε η χρήση του όρου «Μακεδονία» και «μακεδονικός» σε σχέση με τις κρατικές δομές και τα όργανα του κράτους, να αφήνονται μόνο στην ελληνική πλευρά. Δηλαδή δεν μπορούν να έχουν «Αεροδρόμιο Μακεδονία», ούτε «Πανεπιστήμιο Μακεδονία», ενώ η Ελλάδα μπορεί.
– Πέμπτον: Κερδίσαμε να κατοχυρώνεται η ελληνική παράδοση και η ιστορική κληρονομιά της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας, με τον πιο σαφή και νομικά δεσμευτικό τρόπο.
«Υποκριτική η στάση του κ. Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης»
Ο Αλ. Τσίπρας χαρακτήρισε υποκριτική τη στάση της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, καταλογίζοντάς του διαρκείς αλλαγές σε αυτή την πορεία. Είπε πως όταν ο κ. Μητσοτάκης είδε ότι η κυβέρνηση πετυχαίνει σύνθετη ονομασία erga omnes, άλλαξε και έθεσε ως απαράβατο όρο να κατοχυρωθεί αυτή και με αναθεώρηση της συνταγματικής ονομασίας. Όταν είδε πως και αυτό επιτυγχάνεται, έβαλε ως προϋπόθεση να ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση πριν από την κύρωση της συμφωνίας στο ελληνικό κοινοβούλιο. «Στέλνατε κ. Μητσοτάκη εκείνες τις μέρες την κυρία Σπυράκη να πηγαίνει να συναντά σε κρυφά καφέ στις Βρυξέλλες τον κ. Ζάεφ, λέγοντας του: «Σταμάτα, μην πας μ’ αυτούς, εμείς θέλουμε να προχωρήσουμε, αλλά μην πας με αυτούς».
Απαντήσεις στα επιχειρήματα του κ. Μητσοτάκη για «μακεδονική γλώσσα» και «μακεδονική εθνότητα»
Ο πρωθυπουργός σχολίασε τη στάση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης από την αρχή της διαπραγμάτευσης με την ΠΓΔΜ και παρατήρησε πως άλλαζε κάθε φορά που η ελληνική κυβέρνηση κατάφερνε να γίνουν αποδεκτές όλες οι καίριες και κομβικές διαπραγματευτικές θέσεις της χώρας μας.
«Ο κ. Μητσοτάκης άρχισε να μιλά για ‘εκχώρηση γλώσσας και εθνότητας’ και όταν οι ίδιοι οι γείτονές μας διευκρίνισαν στη ρηματική διακοίνωση ότι η συμφωνία δεν αναγνωρίζει εθνότητα αλλά ιθαγένεια, και πως η γλώσσα τους είναι σλαβική, τότε ανακάλυψε το οξύμωρο ότι ‘παραχωρούμε λαό…’», είπε ο κ. Τσίπρας.
Απάντησε στα δύο βασικά επιχειρήματα του κ. Μητσοτάκη που αφορούν τη «μακεδονική γλώσσα» και τη «μακεδονική εθνότητα» και είπε χαρακτηριστικά: «Δεν εκχωρήσαμε μακεδονική γλώσσα, διότι δεν είχαμε μακεδονική γλώσσα για να την παραχωρήσουμε, ο Αριστοτέλης δίδασκε τον Μέγα Αλέξανδρο στην ελληνική και όχι στη μακεδονική γλώσσα. Ούτε είχαμε μακεδονική εθνότητα για να την εκχωρήσουμε: οι Μακεδόνες που ζουν στη Βόρεια Ελλάδα είναι Έλληνες».
Καταλόγισε «παραλήρημα μεγαλείου» και «εθνικιστική στροφή» στον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας και για το θέμα της γλώσσας τόνισε πως «δεν μπορείς να αναγνωρίσεις κάτι που είναι ήδη αναγνωρισμένο», καθώς η μακεδονική γλώσσα έχει αναγνωριστεί από την Ελλάδα ήδη κατά την Τρίτη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων που έλαβε χώρα στην Αθήνα το 1977. Ενώ η Ελλάδα δεν προέβαλε και καμία επιφύλαξη ή αντίρρηση, ούτε το 1994, αφού είχε προκύψει η διαφορά με τους γείτονες όπως τη γνωρίζουμε σήμερα – στον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επίσημη κωδικοποίηση των ονομάτων των γλωσσών των κρατών μελών του ΟΗΕ.
«Δήλωση του Ευάγγελου Αβέρωφ το 1959 κατεδαφίζει όλες τις αντιεπιστημονικές και πατριδοκάπηλες ανοησίες»
Ο πρωθυπουργός διάβασε μάλιστα δήλωση που είχε κάνει ο Ευάγγελος Αβέρωφ το 1959,ως υπουργός Εξωτερικών, και τόνισε πως αυτή κατεδαφίζει όλες τις αντιεπιστημονικές και πατριδοκάπηλες ανοησίες. Η συγκεκριμένη δήλωση του κ. Αβέρωφ ανέφερε: «Πρώτον εις την ελληνικήν Μακεδονία δεν ομιλείται η μακεδονική γλώσσα η οποία ομιλείται εις τα Σκόπια και έχει και γραμματικήν και συντακτικόν, ομιλείται ένα τοπικόν ιδίωμα το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την μακεδονικήν γλώσσαν».
Ο πρωθυπουργός έδωσε ιδιαίτερα σημασία στο γεγονός, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών προσδιορίζει με σαφήνεια ότι το επίθετο «μακεδονικός», όταν χρησιμοποιείται από τους γείτονες, διαχωρίζεται πλήρως από την ελληνική μακεδονική παράδοση, ενώ σε ό,τι αφορά ειδικά τη γλώσσα, διευκρινίζει ότι αυτή ανήκει στην οικογένεια των νότιων σλαβικών γλωσσών.
Στην επισήμανση του κ. Μητσοτάκη ότι θα υπάρξει πρόβλημα με ελληνικά προϊόντα που παράγονται στη Μακεδονία, ο κ. Τσίπρας απάντησε ότι τα προϊόντα με ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Η κ. Γεννηματά ταυτίζεται με τον κ. Μητσοτάκη»
Ο πρωθυπουργός απευθύνθηκε στην επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά και τη ρώτησε γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν αντέδρασε στην υπογραφή της Συμφωνίας της Αχρίδας, από τις ΗΠΑ και την ΕΕ το 2001, επί κυβέρνησης Σημίτη, καθώς υπήρξαν αναφορές σε «μακεδονική γλώσσα» και σε «Μακεδόνες».
Την κατηγόρησε ότι «ταυτίζεται» με τον κ. Μητσοτάκη και διαπράττει «στρατηγικό λάθος».
Παρατήρησε πως κατάλαβε γιατί η κ. Γεννηματά κρατάει αυτή τη στάση, όταν διέγραψε τον κ. Θεοχαρόπουλο, επειδή, όπως είπε, «αντικειμενικά εξυπηρετεί τους σχεδιασμούς του κ. Τσίπρα».
«Το ΚΚΕ να απαντήσει χωρίς υπεκφυγές για το Μακεδονικό»
Ο κ. Τσίπρας κάλεσε το ΚΚΕ να απαντήσει, χωρίς υπεκφυγές, με ποιο όνομα πρέπει να αναγνωριστεί το γειτονικό κράτος.
Επίσης, κάλεσε κάθε αριστερό και προοδευτικό πολίτη, να πάρει θέση απέναντι στις βιαιοπραγίες των νεοναζί και των συνοδοιπόρων τους, αναφερόμενος στις επιθέσεις σε σπίτια βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, τις απειλές και την τρομοκράτηση και άλλων βουλευτών, όπως και το σχέδιο εισόδου στο κτίριο της Βουλής.
«Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε θάρρος και τόλμη, που δεν έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης»
Για τον πρώην πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, είπε πως παρά τις τεράστιες ιδεολογικές διαφορές τους, είχε τη σωστή εκτίμηση τη στιγμή της δημιουργίας του κράτους των βόρειων γειτόνων μας, αλλά παρατήρησε πως «οι πατριδοκάπηλοι του κόμματος του, αυτοί που έχτισαν την πολιτική τους καριέρα πάνω στο ψέμα και τον εθνικισμό, του έβαλαν απροσπέλαστα εμπόδια».
Επικαλέστηκε, μάλιστα, τα παρακάτω λόγια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη: «Είναι απαράδεκτη υποκρισία εν ονόματι της εθνικής υπερηφάνειας και της εθνικής αδιαλλαξίας να δεχόμαστε να μείνει αυτή η χώρα, αυτό το κράτος, με το όνομα ‘Μακεδονία’ και να μην δεχόμαστε να μείνει με ένα σύνθετο όνομα». Και προσέθετε ότι «αυτή την ώρα χρειάζεται ειλικρίνεια και εντιμότητα και θάρρος, αυτό χρειάζεται η εξωτερική μας πολιτική – και αυτό νομίζω, είναι που μας λείπει».
Παρατήρησε πως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε θάρρος και τόλμη, κάτι που δεν έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.