Με την κρυφή ελπίδα ότι μια αλλαγή κυβέρνησης στην Τουρκία θα επαναφέρει το κράτος δικαίου, οι Βρυξέλλες αναμένουν εναγωνίως τα αποτελέσματα των τουρκικών εκλογών.
Μετά από δύο δεκαετίες παραμονής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία, πρώτα ως πρωθυπουργού και στη συνέχεια ως Προέδρου, στις Βρυξέλλες λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το σενάριο της πολιτικής αλλαγής στη χώρα και αυτό δεν δυσαρεστεί κανέναν. Ακριβώς το αντίθετο.
«Η κύρια προσδοκία των δυτικών χωρών σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης θα ήταν η εκπλήρωση της δέσμευσής της να αποκαταστήσει την αρχή του κράτους δικαίου. Μια δεύτερη προσδοκία θα ήταν η ανάκαμψη της οικονομίας της Τουρκίας, που θα επιτρέψει την εκμετάλλευση των τεράστιων δυνατοτήτων συνεργασίας με την ΕΕ», δήλωσε στο ΑΠΕ- ΜΠΕ, ο Μαρκ Πιερίνι, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Carnegie Europe και πρώην πρεσβευτής της ΕΕ στην ‘Αγκυρα.
Ωστόσο, το βασικό ερώτημα είναι αν η θέση της Τουρκίας μπορεί πλέον να αλλάξει οικονομικά και κοινωνικοπολιτικά και να επιστρέψει στο κεμαλικό παρελθόν της, ακόμα και αν ο Ερντογάν χάσει τις εκλογές μετά από 20 χρόνια παρουσίας του στην πολιτική σκηνή. Ο Μαρκ Πιερινί επισημαίνει ότι «η Τουρκία έχει αλλάξει βαθιά τα τελευταία 20 χρόνια: οι υποδομές της έχουν εκσυγχρονιστεί, η βιομηχανία της έχει αναπτυχθεί, οι ένοπλες δυνάμεις της έχουν αυξήσει τον εξοπλισμό τους, οι οικονομικές της σχέσεις έχουν διαφοροποιηθεί. Αυτές οι εξελίξεις δεν θα σβήσουν με τις εκλογές. Αυτό που μπορεί να γίνει εάν η αντιπολίτευση κερδίσει τις εκλογές είναι πάνω από όλα επιστροφή στο κράτος δικαίου, μεγάλες οικονομικές μεταρρυθμίσεις και μια πιο ειρηνική διπλωματία».
«Ακόμα όμως και σε περίπτωση νίκης του Κεμάλ Κιλιντσντάρογλου, οι χώρες της ΕΕ δεν παραβλέπουν τις δυσκολίες», εκτιμά ευρωπαίος διπλωμάτης που μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Κι αυτό γιατί όλοι γνωρίζουν ότι «ο Κιλιντσντάρογλου αν βγει νικητής θα ηγηθεί ενός εύθραυστου συνασπισμού και θα έχει να διαχειριστεί μια οικονομία που είναι σε θλιβερή κατάσταση». Γνωρίζουν ότι με τον Κιλιντσντάρογλου τα πράγματα θα είναι κάπως καλύτερα, όμως δεν θα είναι ρόδινα και σίγουρα οι παγωμένες σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας δεν μπορούν να αλλάξουν ριζικά από τη μία μέρα στην άλλη. Αντίθετα, αισιοδοξία επικρατεί στην περίπτωση επικράτησης του Κιλιντσντάρογλου για την ταχεία ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Εξάλλου, εύλογα μια πιθανότητα κυβερνητικής αλλαγής δικαιολογεί ελπίδες στη Δύση για μια πιο εποικοδομητική στάση της Τουρκίας και στα θέματα της περιφερειακής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η στάση του Ερντογάν έχει προκαλέσει μεγάλες εντάσεις τα τελευταία χρόνια (Κύπρος, Ελλάδα, Ισραήλ, Αίγυπτο).
Στους κόλπους της ΕΕ συνειδητοποιούν πια τη σοβαρή πιθανότητα ήττας του ισλαμοσυντηρητικού ηγέτη, με τον οποίο τα τελευταία χρόνια δεν έλειψαν οι εντάσεις. Μετά τη συνταγματική μεταρρύθμιση που ενίσχυσε τις εξουσίες του Τούρκου Προέδρου και αποδυνάμωσε το κράτος δικαίου, οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας σταδιακά επιδεινώθηκαν, με αποτέλεσμα το 2018 να ανασταλούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν το 2005. Oι διαμάχες πολλαπλασιάστηκαν, με φραστική αποκορύφωση τη δήλωση του Ερντογάν κατά της Ολλανδίας και της Γερμανίας με αναφορές στους Ναζί και το χαρακτηρισμό του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν ως «ψυχοπαθή».
Το 2020 η Τουρκία συνέχισε να εκνευρίζει, τόσο τις χώρες της ΕΕ όσο και τους Συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, με τις παράνομες γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Κυπριακή ΑΟΖ, τις τακτικές παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Ελλάδας, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, αλλά και με την ωμή παρέμβασή της στη Λιβύη, τις απειλές ευρύτερης επέμβασης στη Συρία, καθώς και τις πολεμικές της επιχειρήσεις κατά των Κούρδων σε ξένα εδάφη (Ιράκ, Συρία), τη στάση της στον πόλεμο στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και με την αγορά των ρωσικών πυραύλων S400.
Μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, ωστόσο, η Τουρκία κατάφερε να κερδίσει και πάλι την εύνοια των Δυτικών, καθώς έγινε ο «απαραίτητος μεσάζων» στην απεμπλοκή των σιτηρών μέσω των λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας. Αλλά ξανά ο Τούρκος πρόεδρος επέμεινε να δοκιμάζει την υπομονή των Συμμάχων του, με το μπλοκάρισμα στην ένταξη της Σουηδίας (και για αρκετούς μήνες και της Φινλανδίας) στο ΝΑΤΟ. Από την άλλη, ναι μεν καταδίκασε τη ρωσική επιθετικότητα, αλλά αρνείται να εφαρμόσει τις κυρώσεις κατά της Μόσχας, διατηρώντας μια διφορούμενη σχέση με το «φίλο του» Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά και το διάλογό του με το αντι-Δυτικό Ιράν. Όσο κι’ αν η Δύση κάνει πως δε βλέπει, κανείς δεν αψηφά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει γίνει σημείο παράκαμψης των κυρώσεων κατά της Μόσχας.
«Το κεντρικό γεωπολιτικό ερώτημα είναι η θέση της Τουρκίας απέναντι στον πόλεμο που εξαπέλυσε η Ρωσία στην ευρωπαϊκή ήπειρο, έναν πόλεμο που είναι τόσο εναντίον της ΕΕ και του ΝΑΤΟ όσο και κατά της Ουκρανίας. Η Τουρκία θα πρέπει να λάβει υπόψη της αυτή την ιστορική εξέλιξη: την επιστροφή ενός μακροχρόνιου πολέμου στην ήπειρο», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρώην πρεσβευτής της ΕΕ στην ‘Αγκυρα, Μαρκ Πιερινί. Ο ίδιος έχει δηλώσει στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» ότι “Μια νίκη του Ερντογάν θα ήταν μια νίκη του Πούτιν”.
«Σε περίπτωση νίκης του Ερντογάν, είναι φανερό ότι οι «27» δεν θα δυσαρεστηθούν υπερβολικά», εκτιμά αντιθέτως, έτερος ευρωπαίος διπλωμάτης. «Αν δεν αλλάξει στάση, τουλάχιστον θα τους βγάλει από τη δύσκολη θέση να πρέπει να κάνουν κάποια πράγματα για την Τουρκία». Από την άλλη, σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης, οι σχέσεις με την ΕΕ θα εξαρτηθούν πάνω από όλα από την έκταση της δημοκρατικής ανανέωσης, εκτιμά ο ίδιος διπλωμάτης. «Αν ο Κιλιντσντάρογλου τηρήσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις για επιστροφή στο κράτος δικαίου και σε μια πιο ορθόδοξη οικονομική πολιτική, οι ευρωπαίοι θα πρέπει να αναζητήσουν λύσεις με την ‘Αγκυρα σε θέματα όπως ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης, ή ακόμα και η απελευθέρωση των θεωρήσεων βίζας για τους τούρκους πολίτες. Ωστόσο στην ΕΕ κανείς δε σκέφτεται την επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, ειδικά παραμονές των ευρωεκλογών».
Το χειρότερο σενάριο για την ΕΕ είναι η πολιτική αστάθεια την επομένη των τουρκικών εκλογών. Αν το εκλογικό αποτέλεσμα είναι οριακό, το σενάριο αμφισβήτησης του αποτελέσματος από τη μία ή την άλλη πλευρά είναι υπαρκτό. «Η αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων είναι συνηθισμένη στις τουρκικές εκλογές (2017, 2018, 2019). Αυτό που θα έχει σημασία είναι η διαφάνεια των αποτελεσμάτων», σημειώνει ο Μαρκ Πιερινί.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι όλη η Ευρώπη και οι θεσμοί, μόνο αδιάφοροι δεν είναι για τις εκλογές στην Τουρκία.
ΑΠΕ-ΜΠΕ