Τον Οκτώβριο του 2024, κυκλοφόρησε η νέα και ενδέκατη ποιητική συλλογή του ποιητή Βαγγέλη Χρόνη η οποία φέρει τον τίτλο ‘Η έφιππη ψυχή.’[1] Η οποία καθίσταται διεισδυτική και εξόχως στοχαστική.
Σε αυτή την συλλογή, ο Βαγγέλης Χρόνης δεν εστιάζει μόνο σε θεματικές γνωστές από τις προηγούμενες ποιητικές σας συλλογές (χρόνος,[2] θνητότητα, μνήμη), αλλά αναζητεί διαρκώς την ουσία των πραγμάτων, καθιστώντας την ποίηση ‘εργαλείο’ (ίσως δεν είναι δόκιμος ο συγκεκριμένος όρος), για την αντιμετώπιση της ακαλαισθησίας που μας περιβάλλει.
Και αυτή είναι μία παράμετρος στην οποία μπορούμε να σταθούμε, διαβλέποντας πίσω από αυτή την διαρκή πρόθεση σας να συμπορευτείτε με την ποίηση (ή με τον ποιητικό λόγο) στην καθημερινή σας ζωή.
Ο Γάλλος φιλόσοφος Jacques Derrida γράφει στο κείμενο του ‘Τι είναι ποίηση’, πως ”το ποίημα πέφτει σε μένα, ευλογία, ερχόμενο από τον άλλο”. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την ‘έφιππη ψυχή,’ εκεί όπου τα ποιήματα ‘πέφτουν’ στον αναγνώστη ωσάν ”ευλογία” η οποία χαρίζεται απλόχερα από τον ποιητή, ο οποίος το ‘ανοίγει’ όσο χρειάζεται προκειμένου να εισέλθει εντός αυτού ο αναγνώστης επανεκτιμώντας τις έννοιες της ομορφιάς, της προσφοράς, της αλληλεγγύης και ακόμη-ακόμη, της δοτικότητας.
Κάθε λέξη είναι αυστηρά επιλεγμένη, σε ένα λεπτό σημείο όπου η απλή διαπίστωση που στα μάτια του ποιητή είναι εξόχως σημαντική (‘Το ανθισμένο αγιόκλημα’), συνυπάρχει με την βαθιά παραδοχή πως η ποίηση όσο και ο ποιητής ακολουθούν την ζωή και τους ρυθμούς της. Οι αιχμές περί δημαγωγίας (‘Οι πλασιέ των ονείρων’)[3] συνυπάρχουν με την αίσθηση του τέλους. Το ποίημα που ‘έρχεται από τον άλλο’ όπως γράφει από ο Derrida, ‘μένει’ εκεί για να υπενθυμίσει όλα όσα δεν κάναμε, όλα όσα ονειρευόμαστε, όλα όσα είπαμε.
Σε κάποια ποιήματα της συλλογής η βαθιά υπαρξιακή διάσταση υποχωρεί χάριν της απλής παρατήρησης του μεγαλείου και της ομορφιάς που μας περιβάλλουν. Και ο στόχος είναι να ‘γαληνέψει’ η ψυχή μέσω του ποιήματος, αυτού του ‘δώρου’ (το ποίημα δεν λειτουργεί ως ‘σημαία στα χέρια ενός αγωνιστή’, όπως επισημαίνει βαθιά επηρεασμένος από την Μαρξιστική αισθητική, ο Γιάννης Ρίτσος) όπως θα μας έλεγε πάλι ο Derrida, το οποίο ο καθένας μπορεί να ερμηνεύσει διαφορετικά.