Πριν από πολλά πολλά χρόνια, η Τουρκία είχε εκδηλώσει ζωηρό ενδιαφέρον για είσοδό της στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Η Γερμανία κι οι χώρες δορυφόροι της στην Ευρώπη, βοηθούσαν αυτήν την προοπτική και τα ερωτήματα που υπήρχαν εδώ στην Ελλάδα, ήταν αν αυτή η προοπτική μας εξυπηρετούσε.
Σαφής απάντηση δεν δόθηκε ποτέ. Άλλωστε δεν άνοιξε πολύ ο δημόσιος διάλογος. Κάποιοι τότε τάσσονταν αναφανδόν υπέρ της εισόδου της Τουρκίας στην ΕΕ, αφού έτσι και με το πέρασμα του χρόνου θα αμβλύνονταν οι διαφορές. Θεωρούσαν ότι η Τουρκία δεν θα έχει κίνητρα για εχθρική συμπεριφορά στην Ευρώπη, ενώ δεν θα μπορούσε να έχει μαξιμαλιστικές θέσεις. Κάποιοι άλλοι, τάσσονταν εναντίον αυτού του ενδεχόμενου, ισχυριζόμενοι ότι θα κινδύνευε μα αλλοίωσή της η Ευρώπη, από την συμμετοχή σ’ αυτή εκατομμυρίων ισλαμιστών. Στη δε Τουρκία, τάσσονταν υπέρ της προοπτικής της Ευρώπης οι κοινωνίες που είχαν εκ των πραγμάτων δυτικές επήρειες, λόγω τουρισμού, όπως της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης και των παραλίων στο Αιγαίο. Στα βάθη της Τουρκίας, καλά καλά δεν ήξεραν τι σημαίνει Ευρώπη, ίσως και πού είναι.
Όμως, πρέπει να θυμηθούμε και το εξής: Η Τουρκία είχε πολλά οφέλη από την προενταξιακή της πορεία στην ΕΕ. Κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, οικονομικά. Τεράστια ποσά μπήκαν στην Τουρκία, χωρίς να έρθει κοντά στην Ευρώπη. Χωρίς να αλλάξουν πράγματα για να μπει στην ΕΕ, χωρίς να γίνουν μεταρρυθμίσεις με τις οποίες η χώρα θα είναι σχετικά εναρμονισμένη με την Δύση. Αντιθέτως, ο Ερντογάν εξακολουθούσε κι εξακολουθεί να έχει φυλακισμένους τους πολιτικούς αντιπάλους του, την ώρα που τα ευρωπαϊκά κονδύλια τα χρησιμοποιούσε για να αμφισβητεί τα γειτονικά του σύνορα ή να προβαίνει σε αναθεωρητικές ενέργειες έναντι άλλων γειτονικών της χωρών.
Να θυμίσουμε: Ο Ερντογάν αποσταθεροποίησε τη Συρία! Επιχείρησε μέσω των Αδελφών Μουσουλμάνων ν’ αποσταθεροποιήσει την Αίγυπτο. Στήριξε τη Χαμάς για να «τορπιλίζει» την εκεχειρία ανάμεσα σε Ισραήλ και Παλαιστίνη. Δημιούργησε εμπορικές συναλλαγές με τον ISIS, ενώ επενέβη αποσταθεροποιητικά στο Βόρειο Ιράκ, εναντίον των Τούρκων. Τα ίδια σε Λίβανο και Λιβύη. Ενώ, εξακολουθητικά αντιτάσσεται στη λύση του κυπριακού συμφώνως με ο διεθνές δίκαιο. Στο δε Αιγαίο, αμφισβητεί την κυριαρχία της Ελλάδας σε νησιά της κι αμφισβητεί τη συνθήκη της Λωζάννης.
Πώς μπορεί να εισέλθει έτσι στην ΕΕ; Και τι όφελος θα έχει συνολικά η Ελλάδα κι η Ευρώπη αν είναι εντός ΕΕ η Τουρκία; Που για τα δικά της μικρά ή μεγαλύτερα συμφέροντα θα χρησιμοποιεί βέτο και θα σταματά τα πάντα;
Πολιτικοί αναλυτές ισχυρίζονται ότι μια πιθανή ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, θα απαιτήσει προενταξιακή πορεία τουλάχιστον 30 ετών. Μα ουδείς λέει αν ακόμη και τότε θα μπορεί να σταθεί ως χώρα μέσα στην ΕΕ. Όχι μόνο λόγω ανομοιογένειας σε κοινωνία και θρησκεία, αλλά λόγω γενικότερης πολιτικής κουλτούρας και ριζωμένων αντιλήψεων. Ουδείς πολιτικός αναλυτής δίνει απάντηση αν η Ευρώπη μπορεί αν επιβιώσει με την Τουρκία στα σπλάχνα της.
Επιπλέον, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι λαοί της Ευρώπης μπορούν να αποδεχτούν την Τουρκία στους κόλπους τους. Το έδαφος δεν είναι γόνιμο σήμερα για κάτι τέτοιο. Χρειάζονται πολλά βήματα εκσυγχρονισμού της Τουρκίας, που δεν φτάνει μισός αιώνας.
Αφορμή αυτών των σκέψεων αποτελεί η είδηση που έρχεται από τη σύνοδο του ΝΑΤΟ, όπου ο Ερντογάν θυμήθηκε πάλι την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας του κι ανέφερε ότι επιθυμεί να επανεκκινήσει τη διαδικασία ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ας αποδείξει εμπράκτως ότι το επιθυμεί κι ας το δείχνει καθημερινά. Η συνομιλία Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Λιθουανία, πρέπει να είναι η απαρχή της εγκατάλειψης από τον Τούρκο πρόεδρο του δόγματος του αναθεωρητισμού και του εξαιρετισμού. Να εκφράζει αποδοχή της αποό κοινού σύνταξης ενός συνυποσχετικού προς το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ότι δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, ότι τα νησιά, οι νησίδες και οι βραχονησίδες του Αιγαίου που λόγω συντομίας δεν αναφέρονται ονομαστικά στις Συνθήκες της Λοζάνης και των Παρισίων ανήκουν κυριαρχικά στην Ελλάδα, κι ότι η οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης και της υφαλοκρηπίδας δεν θα γίνει με βάση την αρχή της ευθυδικίας αλλά με βάση την αρχή της μέσης γραμμής.
Είναι και το κυπριακό που εξακολουθεί τελματωμένο με ευθύνη της Άγκυρας, είναι και το αίτημα της Άγκυρας για τη μετονομασία των Στενών των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου σε «Τουρκικά Στενά», που υπονομεύει ευθέως το πνεύμα της Συνθήκης του Μοντρέ, στην οποία είναι συμβαλλόμενη κι η Ελλάδα. Στη συνθήκη αυτή επελέγη τότε ο ουδέτερος όρος «Στενά», προκειμένου να είναι καταγεγραμμένο με σαφήνεια, ότι για τις συγκεκριμένες θαλάσσιες διόδους υφίσταται ένα ειδικό διεθνές καθεστώς και δεν είναι απλά ένα μέρος της τουρκικής επικράτειας και κυριαρχίας. Αυτό επιθυμεί ν’αλλάξει η Τουρκία, στα πλαίσια του αναθεωρητισμού της, επιχειρώντας να εκμεταλλευθεί τις συνθήκες αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη συμφωνία για τα σιτηρά.
Όπως και να το δει κάποιος, η ουσία είναι ότι με τα σημερινά δεδομένα, Τουρκία και ΕΕ είναι παντελώς ασύμβατες έννοιες…