Είμαι εξ εκείνων που κάνουν την εκτίμηση ότι όσο υπάρχει Τσίπρας στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να τον αμφισβητήσει ουδείς, Ούτε ο Τσακαλώτος, ούτε η Δούρου (λέμε τώρα), ούτε οι «53» ή «1003»! Χωρίς τον Τσίπρα που κάνει «κλικ» σε κάποιες μάζες, δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ ή έστω υπάρχει σε επίπεδα του 2-3%.
Οι διαφωνίες, λοιπόν, οι όποιες ενστάσεις κι οι κομματικοί κλυδωνισμοί αφορούν εμάς τους δημοσιογράφους για ν’ αναλύουμε τα πράγματα στον μικρόκοσμό μας, αφορούν τον κομματικό περίγυρο και… μέχρι εκεί! Τους ψηφοφόρους δεν τους αγγίζουν διόλου! Αυτό αποτυπώνεται και στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, τις πρώτες μετά το καλοκαίρι, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να έχει «δεμένο» ένα δημοσκοπικό ποσοστό ανάμεσα στο 21-24%, το οποίο μπορεί να φτάσει στο 27-28% του εκλογικού σώματος.
Όμως, με τα συγκεκριμένα δημοσκοπικά μα και πιθανά εκλογικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, είναι σαφές ότι δεν μπορεί να ξαναφτάσει στην εξουσία. Θα είναι μια δύναμη αξιωματικής αντιπολίτευσης που θα βράζει στο ζουμί της και θα προσκυνά τον Τσίπρα. Ο οποίος επ’ ουδενί πια μπορεί να πείσει ανθρώπους που ασπάζονται την πολιτική μετριοπάθεια, την πολιτική συνέπεια, τον πολιτικό ορθολογισμό κι απεχθάνονται τον λαϊκισμό.
Τουτέστιν, ο συγκρουσιακός Τσίπρας, που συνεχώς ανακαλύπτει εχθρούς δεν μπορεί να πείθει εκείνους που δίνουν τις εκλογικές νίκες, αφού πλέον είναι γνωστές κι εν συνόλω οι αβελτηρίες του. Δεν είναι μόνο ο λαϊκισμός που δεν εμπνέει κανέναν, δεν είναι μόνο τα όσα συνέβησαν στην περίοδο της διακυβέρνησής του σε κοινωνικό, οικονομικό κι εθνικό επίπεδο, δεν είναι μόνο η χυδαιότητα των ψεμάτων, είναι κι ότι όλο και περισσότεροι, πια, γνωρίζουν ότι στερείται πολιτικής αλλά και γενικότερης παιδείας (οι συγκρίσεις αναπόφευκτες), οξυδέρκειας («μερκελιστές», « Ολανδρέου», Μαδούρο, επίθεση σε Μακρόν κλπ) και ικανής δεξαμενής στελεχών που μπορούν να διεισδύσουν σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.
Όταν, επί παραδείγματι, εξαγγέλλει μεγάλες αλλαγές στο κόμμα του και τελικά παρουσιάζει ως γραμματέα τον … Τζανακόπουλο και ως εκπρόσωπο Τύπου τον… Ηλιόπουλο, δεν μπορεί παρά γνωρίζει ότι θέτει μικρά πολιτικά όρια στο κόμμα του.
Είναι σαφές λοιπόν, ότι ο Τσίπρας παλινδρομεί στην περίοδο 2012-2015. Θεωρεί ότι με το πεζοδρόμιο και τους νεογανακτισμένους θα προσεγγίσει εκείνους που βρίσκονται ή θα βρεθούν σε δεινή θέση εξ αιτίας της πανδημίας! Επενδύει στο άγριο ροκ.
Προχθές, στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια εποχή που κράτη ολόκληρα γονατίζουν εξ αιτίας της πανδημίας, ο Τσίπρας ανέφερε ότι στη χώρα μας …φταίει ο Μητσοτάκης που θα φέρει νέα μνημόνια, θα κόψει συντάξεις, μισθούς και θα επιβάλλει εργασιακό μεσαίωνα… Ενώ θ’ απαξιώσει την Παιδεία που εκείνος με τον Γαβρόγλου άφησαν να καλπάζει σε άσπρο άτι… Κατάγγειλε ακόμη και τα …παγουρίνια που κάποιος εύπορος Έλληνας θα δωρίσει στα Ελληνόπουλα, ισχυριζόμενος ότι αποτελούν… «καλλιέργεια σχέσεων με βαρόνους του χρήματος»! Ποιος; Ο επιβάτης των πανάκριβων σκαφών αναψυχής…
Η ουσία είναι ότι ακόμη και με την υστερική ρητορική ή την επένδυση στην λαϊκή απελπισία με ψέματα, υπερβολές κι αναπόδεικτες καταγγελίες, απομακρύνει ακόμη περισσότερο τους σκεπτόμενους πολίτες. Χώρια που δεν έχει πια πού να κάνει … «απεύθυνση πλατιού καλέσματος»…
Κερί πρέπει ν’ ανάβει ο Μητσοτάκης προκειμένου να είναι καλά ο Τσίπρας. Μετά από τον Έβρο, μετά από μεγάλη καραντίνα, μετά από ένα καλοκαίρι πρωτόγνωρα περίεργο, λόγω του ιού και των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών του αλλά και με καθημερινές ναυμαχίες και αερομαχίες στο Αιγαίο, η κυβέρνηση είναι μπροστά με 17 μονάδες από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο δε Μητσοτάκης έχει αποδοχή από το 53% της κοινωνίας! Πρωτάκουστο στα πολιτικά μας δρώμενα, ειδικά αν αναλογιζόμαστε τι προβλήματα κλήθηκε να διαχειριστεί στον ένα χρόνο της διακυβέρνησης του.