Δήλωση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά το πέρας των εργασιών της Τριμερούς Συνόδου Κύπρου, Αιγύπτου, Ελλάδας
Κύριοι Πρόεδροι, κυρίες και κύριοι,
Ολοκληρώσαμε -πριν από λίγο- το κύριο σκέλος της 8ης Συνόδου Κορυφής, συνεργασίας, Ελλάδος, Κύπρου και Αιγύπτου. Είναι ένα παράδειγμα συνεννόησης μεταξύ τριών γειτονικών λαών. Είναι όμως και ένα υπόδειγμα σύμπλευσης τριών χωρών της Μεσογείου που έχουν για κοινή πυξίδα τους το Διεθνές Δίκαιο και την ειρήνη στην ταραγμένη μας περιοχή.
Από την προηγούμενή μας συνάντηση στο Κάιρο -πριν από ένα χρόνο- μεσολάβησαν πολλά. Δυστυχώς όχι ευχάριστα. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας έχει ήδη κοστίσει στον πλανήτη πάνω από 1 εκατομμύριο ζωές, 40 εκατομμύρια κρούσματα. Είναι κάτι που δοκιμάζει την παγκόσμια οικονομία. Δοκιμάζει τη συνοχή των κοινωνιών, αναδεικνύοντας όμως έτσι και τον διεθνή συντονισμό ως τη μόνη αποτελεσματική άμυνα απέναντι σε αυτήν την πρωτόγνωρη κρίση.
Οι δύο Πρόεδροι αναφέρθηκαν αναλυτικά στα επιμέρους ζητήματα της εξαιρετικά αποτελεσματικής τριμερούς μας συνεργασίας.
Επιτρέψτε μου να σταθώ λίγο περισσότερο στα ζητήματα της περιφερειακής ασφάλειας, καθώς η χρονική συγκυρία αυτής της τριμερούς συνάντησης συμπίπτει με πρόσθετους κινδύνους που, δυστυχώς, προκαλεί στην Ανατολική Μεσόγειο η ηγεσία της Τουρκίας, που φαντασιώνεται αυτοκρατορικές πρακτικές με επιθετικές δράσεις, από τη Συρία μέχρι τη Λιβύη, απ’ τη Σομαλία μέχρι την Κύπρο, από το Αιγαίο μέχρι τον Καύκασο. Πότε ζωγραφίζοντας αυθαίρετους χάρτες, πότε υπογράφοντας άκυρα μνημόνια και πότε ψηφίζοντας έωλους εσωτερικούς νόμους για θέματα τα οποία ρυθμίζονται με διεθνείς κανόνες. Κυρίως, όμως, συνοδεύοντας όλα αυτά με απανωτές μονομερείς προσκλήσεις, πλαισιωμένες από μία ακραία, επιθετική συχνά ρητορική.
Συμφωνήσαμε ότι πρόκειται για μία συμπεριφορά η οποία κατάφορα παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Αμφισβητεί δεσμευτικές διεθνείς συνθήκες, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύει την περιφερειακή ασφάλεια, για την οποία και οι τρεις χώρες εργαζόμαστε σκληρά. Με μία συμπεριφορά η οποία συχνά, και αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό αγαπητέ Νίκο εδώ στην Κύπρο, προσβάλει αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μία συμπεριφορά που δημιουργεί προβλήματα στη Βορειοατλαντική Συμμαχία και είναι και μία συμπεριφορά η οποία έρχεται απέναντι σε ρητές θέσεις σημαντικών χωρών, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας, του Αραβικού κόσμου, όλων θα έλεγα των γειτονικών κρατών.
Και είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε τις αρνητικές συνέπειες αυτής της τουρκικής επιθετικότητας στην περιοχή μας. Είχαμε την ευκαιρία να ξανασυζητήσουμε και κατ’ ιδίαν, το συζητήσαμε και οι τρεις μας μαζί, πώς το παράνομο μνημόνιο της Άγκυρας με τη διοίκηση της Τρίπολης για την οριοθέτηση ανύπαρκτων κοινών θαλασσίων ζωνών αποδεικνύεται τώρα ότι βάθυνε τελικά τη λιβυκή κρίση. Ενώ η μεταφορά Σύρων μισθοφόρων διασπείρει τρομοκρατικούς πυρήνες στη Βόρειο Αφρική, απειλώντας την ίδια την ασφάλεια της Ευρώπης. Και υπονομεύει τελικά την κοινή μας προσπάθεια, που είναι η εξάρθρωση της τρομοκρατίας από όπου και αν αυτή προέρχεται.
Η θέση μας σχετικά με τη Λιβύη -όπως αποτυπώθηκε μέσα από τις συνομιλίες μας- είναι σαφής. Πολιτική λύση στη Λιβύη μπορεί να προέλθει μόνο από τους ίδιους τους Λίβυους, δίχως την παρουσία ξένων στην επικράτειά της. Και στο πλαίσιο αυτό είναι χρήσιμες, πάντα, πρωτοβουλίες όπως της Αιγύπτου με τις δύο συναντήσεις της Χουργκάντα. Και βεβαίως η Ελλάδα παραμένει έτοιμη να συνεισφέρει σε μία ειρηνική επόμενη ημέρα στη Λιβύη.
Συζητήσαμε και την τουρκική επιθετικότητα κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία όχι μόνο συνεχίζεται, με την αποστολή σκαφών εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής της Ζώνης, αλλά δυστυχώς κλιμακώνεται και μέσα από εμπρηστικές πρωτοβουλίες, όπως αυτή στο παραλιακό μέτωπο της περίκλειστης Αμμοχώστου, ανοίγοντας ακόμα μία πληγή στην κατεχόμενη πλευρά του νησιού. Αγνοώντας ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το θέμα και ασφαλώς τελικά ναρκοθετώντας το δρόμο για μία δίκαιη λύση στο κυπριακό πρόβλημα.
Ακούσαμε με ενδιαφέρον την ανάλυση του Προέδρου Αναστασιάδη σχετικά με τα νέα δεδομένα μετά τις πρόσφατες εκλογές για την ανάδειξη της νέας τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Και είναι περιττό, νομίζω, να το ξαναπώ ότι τόσο στην τριμερή συνάντηση όσο και στη διμερή μας συνάντηση -η οποία προηγήθηκε- τόνισα τη σταθερή, αταλάντευτη υποστήριξη της Ελλάδος στα δίκαια της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Το πρώτο βήμα είναι η επανέναρξη των συνομιλιών υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, όπως ζήτησε αμέσως ο Πρόεδρος Αναστασιάδης. Στόχος: Ενιαία διζωνική δικοινοτική κυπριακή ομοσπονδία, μια δίκαιη βιώσιμη και λειτουργική λύση για την επανένωση της νήσου. Από πλευράς μας είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τους συνομιλητές μου για το τι έγινε στην Ανατολική Μεσόγειο τους τελευταίους τρεις μήνες.
Όπως γνωρίζετε, ύστερα από μια εντατική περίοδο προσπαθειών για την επανέναρξη διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας με αποκλειστικό θέμα την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι μία πρωτοβουλία που πολλοί την ανέμεναν, δυστυχώς όμως η Άγκυρα επέλεξε και πάλι την παραβατικότητα. Και αντί για πρόσκληση επαφών δρομολόγησε την πρόκληση των πολεμικών σκαφών. Αντί του διαλόγου των λύσεων προτίμησε τον μονόλογο των αμφισβητήσεων. Και αντί για γόνιμες συζητήσεις προβάλει παράνομες απαιτήσεις.
Δίκαιο όμως παράγουν μόνο οι δίκαιες πράξεις. Στο ίδιο διάστημα -είναι κάτι το οποίο τόνισαν και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης και ο Πρόεδρος Σίσι- στο ίδιο διάστημα η Αθήνα υπέγραψε και κύρωσε δύο νόμιμες συμφωνίες οριοθέτησης ζωνών με την Ιταλία και με την Αίγυπτο. Ειδικά με την Αίγυπτο μετά από μεγάλη προσπάθεια 15 ετών καταλήξαμε σε μια αμοιβαία ωφέλιμη συμφωνία.
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι συζητήσεις μας με την Αλβανία, όπου συμφωνήσαμε ότι αφού δεν μπορούμε να λύσουμε τις διαφορές μας σχετικά με την Οριοθέτηση Θαλάσσιων Ζωνών είμαστε έτοιμοι να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο. Έτσι λύνουν τις διαφορές τους τα σοβαρά, τα υπεύθυνα κράτη.
Αποδεικνύουμε με άλλα λόγια, έμπρακτα, ότι με οδηγό πάνω από όλα το Διεθνές Δίκαιο, τα Βαλκάνια αλλά και η Ανατολική Μεσόγειος μπορούν να γίνουν περιοχές ειρήνης και σταθερότητας. Και όπως είπαν και οι δύο Πρόεδροι, σε αυτή την γειτονιά της συνεργασίας βεβαίως και έχει θέση, αν το θελήσει, και η Τουρκία. Αρκεί, όπως συζητήσαμε, να μπορεί να συμμερίζεται τους ίδιους κανόνες, την ίδια λογική που επιβάλλουν οι σχέσεις καλής γειτονίας και ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο.
Το έχουμε πει πολλές φορές αλλά νομίζω ότι χρειάζεται, κύριοι Πρόεδροι, να το επαναλαμβάνουμε, ότι αυτές οι τριμερείς συναντήσεις δεν αποκλείουν a priori κανέναν. Δεν είναι σχήματα συνεργασίας τα οποία αποβαίνουν εις βάρος κανενός. Είναι σχήματα συνεργασίας μεταξύ χωρών που αναγνωρίζουν ότι μέσα από τον καλόπιστο διάλογο μπορούμε τελικά να πετύχουμε ωφέλιμα αποτελέσματα για τους λαούς μας και για την περιφερειακή ειρήνη και την περιφερειακή ευημερία.
Εμείς γνωρίζουμε καλά -το γνωρίζει και η Ελλάδα και η Κύπρος- ότι ο δρόμος αυτός της εθνικής αξιοπρέπειας και των συμμαχιών είναι ένας μαραθώνιος. Είναι συχνά ένας δρόμος μετ’ εμποδίων. Και για αυτό η Αθήνα απέναντι σε ένα γείτονα που στρατικοποιεί την διπλωματία, μετατρέπει την διπλωματία στο δικό της δικό της όπλο.
Ζητά από τα ευρωπαϊκά κράτη να μην πωλούν πλέον στρατιωτικό υλικό στην Τουρκία. Όπως άλλωστε προβλέπει και το Ενωσιακό Πλαίσιο από το 2008 για τις εξαγωγές όπλων. Δεν γίνεται η πλευρά της ειρήνης να προμηθεύει η ίδια σφαίρες τις οποίες ενδέχεται η απέναντι πλευρά να χρησιμοποιήσει απέναντι σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα ζητά να καταγραφούν και οι πολλές παραβιάσεις των μέτρων που περιλαμβάνει η συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε αυτή να είναι πραγματικά επωφελής. Δεν γίνεται ένα κράτος, τρίτο κράτος, χώρα υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να απαλλάσσεται από δασμούς, να γεύεται τα οφέλη της ενιαίας αγοράς, την ίδια ώρα να απειλεί τα ανατολικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αναστατώνει ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Είχα βέβαια τη χαρά και στα πλαίσια των διμερών συναντήσεων να ξαναβρεθώ με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Αιγύπτου, τον πολύ καλό φίλο Abdel Fattah El-Sisi. Ήταν η πρώτη μας επαφή -όπως σας είπα- μετά τη συμφωνία οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ των χωρών μας. Είναι ένα τεράστιο βήμα για την ανάπτυξη των οικονομιών και την ευημερία των λαών μας. Είχαμε την ευκαιρία να αναγνωρίσουμε την πολύ μεγάλη σημασία που παίζει η Αίγυπτος ως παράγοντας πολιτικής σταθερότητας στην ευρύτερη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν από ένα μήνα υπεγράφη και το καταστατικό του East Med Gas Forum, ένα σχήμα στο οποίο συμμετέχουν η Ελλάδα, η Κύπρος, η Αίγυπτος το Ισραήλ, η Ιταλία, η Ιορδανία, η Παλαιστίνη, συνεργαζόμενες όλες στον ενεργειακό τομέα. Και στην ίδια σύμπραξη -θα το ξαναπώ- όπως και στη δική μας τριμερή θα μπορούσε να συμμετέχει και η Τουρκία. Ποτέ κανείς επί της αρχής δεν την απέκλεισε. Είναι όμως συχνά οι ίδιες οι πράξεις της που τη θέτουν στο περιθώριο και δυστυχώς μια συμπεριφορά της ηγεσίας της, που τελικά αδικεί τον ίδιο τον Τουρκικό λαό και τα πραγματικά του συμφέροντα.
Τέλος, και κλείνω με αυτό, αγαπητέ μου Νίκο είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε ακόμα μια διμερή συνάντηση, να επαναεπιβεβαιώσουμε τον κοινό βηματισμό μας σε θέματα που αφορούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Άλλωστε θέλω να γνωρίζετε ότι και στις δύο τελευταίες Συνόδους Κορυφής η συνεργασία μου με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη υπήρξε διαρκής, στενότατη και τολμώ να πω και αποτελεσματική.
Και θέλω να σε ευχαριστήσω για την άψογη διοργάνωση αυτής της τριμερούς, για τη ζεστή σου φιλοξενία εδώ στην αγαπημένη μου Κύπρο.
Στις μέρες μας δεν χρειάζεται να λογαριάσουμε «κατά πού προχωρούμε», που έγραφε στο Κάιρο το 1942 ο Γιώργος Σεφέρης, ο οικουμενικός ποιητής αλλά και Έλληνας διπλωμάτης που αγάπησε και τις τρεις χώρες μας. Εμείς, όλοι εμείς, προχωρούμε σταθερά στον δρόμο της συνεργασίας. Ακολουθούμε την τροχιά της ειρήνης και του Διεθνούς Δικαίου.
Αγαπητέ μου Νίκο, αγαπητέ Πρόεδρε, σας ευχαριστώ για ακόμα μία εξαιρετικά γόνιμη τριμερή Συνάντηση Κορυφής.