Το καρπούζι, ένα από τα σημαντικότερα και πιο δημοφιλή φρούτα στον κόσμο, με ετήσια παραγωγή άνω των 200 εκατομμυρίων τόνων διεθνώς, φαίνεται πως έλκει την καταγωγή του από τη Βορειοανατολική Αφρική και συγκεκριμένα από την περιοχή Κορντοφάν του Σουδάν, σύμφωνα με μία νέα επιστημονική έρευνα που ξαναγράφει την ιστορία του καρπουζιού και πιστεύεται ότι θέτει τέρμα σε διαφωνίες δεκαετιών σχετικά με την καταγωγή του.
Οι ερευνητές από τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, με επικεφαλής τον δρα Γκιγιόμ Τσομίσκι του βρετανικού Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, οι οποίοι έκαναν γενετικές αναλύσεις και τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), ανακάλυψαν το άγριο «καρπούζι Κορντοφάν» που θεωρείται ο αρχαιότερος και κοντινότερος συγγενής του σημερινού εξημερωμένου καρπουζιού.
Η ανακάλυψη εξηγεί γιατί τα σημερινά καρπούζια είναι τόσο ευάλωτα στις αρρώστιες, καθώς -όπως δείχνει η γενετική ανάλυση- στην πορεία της εξέλιξής του το εξημερωμένο καρπούζι έχασε πολλά ανθεκτικά γονίδια. Τα καρπούζια είναι ευαίσθητα σε επιθέσεις από ιούς και μύκητες, γι’ αυτό στη συμβατική γεωργία συχνά ψεκάζονται με μυκητοκτόνα και άλλα χημικά κατά των παθογόνων μικροοργανισμών.
Επειδή ο αρχαίος πρόγονος του καρπουζιού από το Σουδάν έχει περισσότερα ανθεκτικά στις αρρώστιες γονίδια, η ανάλυση του γονιδιώματός του ελπίζεται ότι θα βοηθήσει να καλλιεργηθούν πιο ανθεκτικά καρπούζια στο μέλλον, πράγμα που θα επιτρέψει και τη μείωση των παρασιτοκτόνων.
Οι ερευνητές μελέτησαν, επίσης, την αρχαία εικονογραφία σε τάφους της γειτονικής Αιγύπτου, αποκαλύπτοντας ότι οι Αιγύπτιοι καλλιεργούσαν καρπούζια τουλάχιστον πριν 4.300 χρόνια. Πάντως, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι τα καρπούζια, τα πεπόνια και τα αγγούρια εξημερώθηκαν ξεχωριστά και άρχισαν να καλλιεργούνται αρκετές φορές σε διαφορετικές εποχές και μέρη του κόσμου.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
https://www.pnas.org/content/118/23/e2101486118
ΑΠΕ-ΜΠΕ