

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι από την αρχή του κόσμου, οι άνθρωποι κουβαλούν μια δίψα για πίστη, ένα άσβεστο κερί που αναζητά το φως του. Κι αυτό το κερί, είναι μονίμως αναμμένο. Υπό αυτήν την έννοια, μπορεί να μην είναι ιδιαιτέρως κυνική η άποψη, ότι οι δυο κατ’ εξοχήν επικρατούσες θρησκείες στη γη, ο Χριστιανισμός κι ο Ισλαμισμός, αποτελούν δυο εκ των αρχαιοτέρων και κυρίως μεγαλυτέρων εμπορικών συνεταιρισμών – και μάλιστα πολυεθνικών!
Τον Χριστιανισμό τον διέδωσε ένας πρώην δολοφόνος Χριστιανών, ο Σαούλ μετέπειτα Παύλος, μετά από μια μεγάλη επιληπτική κρίση που έπαθε στην έρημο και ξαφνικά αγάπησε τον Χριστό. Μέγας διαφημιστής, στην εποχή μας θα αμειβόταν με όλα τα εκατομμύρια της γης. Πήρε το «τίποτα», μια μικρή σπίθα και την έκανε πυρκαγιά που φώτισε αυτοκρατορίες, τη διέδωσε σε όλη την υφήλιο, με αντοχές, βάσεις και …παραρτήματα παντού. Από απλές εκκλησίες, μέχρι μητροπόλεις, πατριαρχεία και φυσικά τον μέγιστο οργανισμό του Βατικανού.
Τον Ισλαμισμό, διέδωσε αργότερα ο Μωάμεθ όταν βρήκε το Κοράνιο και παρουσίασε τον εαυτό του ως ερμηνευτή του ηθικού μονοθεϊσμού του Αβρράμ, του μόνου που ήταν συνεπής στην αληθινή μονοθεΐα. Θεωρούσαν ότι οι προηγηθείσες θρησκείες (Ιουδαϊσμός και Χριστιανισμός) δεν είχαν την πληρότητα της αποκαλύψεως και οι οπαδοί τους νόθευσαν την αρχική αληθινή και αυθεντική μονοθεϊστική θρησκεία. Κι εκείνος είχε παρόμοια χαρακτηριστικά με του Παύλου, μέγας διαφημιστής.
Η αλήθεια είναι ότι οι δυο θρησκείες, όσο κι όλες οι άλλες, διαθέτουν μια τεράστια βάση: Την ανάγκη των ανθρώπων να πιστεύουν σε κάτι και να προσδοκούν, να ελπίζουν. Αυτή η ανάγκη της προσδοκίας παραμένει ίδια, όσο κι αν κόσμος εξελίσσεται και καθίσταται λιγότερο ανθρωποκεντρικός.
Υπό αυτή την έννοια, παραμένουν ισχυροί οργανισμοί. Ανελεύθεροι μα ισχυροί. Κατά συνέπεια, το ίδιο ισχυροί καθίστανται κι οι εκπρόσωποί τους. Οι ιερείς, οιασδήποτε βαθμίδας, αποτελούν σημαντικά προπύργια αξιών και ηθικής, παρότι είναι άνθρωποι με ελαττώματα, αδυναμίες, έξεις και…ορμές. Άλλωστε, όπως στη διαφήμιση αυτό που ονομάζεται brand, πρέπει πάση θυσία να προστατεύεται, το ίδιο συμβαίνει και με την φορείς των θρησκειών, τις εκκλησίες και το προσωπικό τους.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά, με αφορμή όσα αποκαλύπτονται σχεδόν ταυτοχρόνως το τελευταίο διάστημα. Δεν είναι μόνο οι «βιομηχανίες θαυμάτων» κι οι μεσαιωνικές περιφορές από δάκτυλα, πόδια, κεφάλια ή καρδιές Αγίων, είναι και τα φαινόμενα που προκαλούν οργή. Παπάδες που συνομιλούν με μαφιόζους, παπάδες που καθίστανται ευάλωτοι λόγω προσωπικών τους ιδιαιτεροτήτων, παπάδες που επιδίδονται σε πολιτικά παιγνίδια από το Άγιο όρος, παπάδες που μοιράζουν ψήφους, παπάδες που επιδίδονται σε σκοτεινές «μπίζνες», και παπάδες/μοναχοί πωλητές εικόνων κι ευαγγελίων με χειροπέδες στα χέρια!
Όλα αυτά, πλήττουν το σπουδαίο brand. Όπως το έπληξαν τα οικονομικά και σεξουαλικά σκάνδαλα στο Βατικανό. Καθιστούν την εκκλησία … καθρέφτη και μέρος μιας δυσώδους κοινωνίας. Κι όταν το ράσο γίνεται κουρέλι και το θυμιατό μυρίζει μούχλα, η πίστη μετατρέπεται σε παζάρι. Και δεν είναι μεμονωμένα.
Θα πει κάποιος, ότι τέτοιες υποθέσεις υπήρχαν πάντα. Είτε δεν τις μάθαινε κανένας από τα κουκουλώματα, είτε είχαν προκαλέσει μεγάλα σκάνδαλα.
Τώρα όμως, όλα αυτά άρχισαν να γίνονται επιθεωρήσεις, συζητήσεις σε σπίτια και καφενεία, ειδικά στην επαρχία. Κι αυτό οδηγεί στην απαξίωση. Ναι, μπορεί οι εκκλησίες να έχουν κόσμο και κοσμάκη στην Ανάσταση και σε άλλες μεγάλες γιορτές, μα δεν είναι αυτό το ζήτημα. Είναι η απαξίωση που «στραπατσάρει» τη λαμαρίνα που περικλείει το brand.
Κι ας δούνε επιτέλους στην εκκλησία της Ελλάδας και στην ιερά σύνοδο, με μεγαλύτερη αξιοκρατία όσους εμφανίζονται πρόθυμοι να φορέσουν ράσο. Αν συνεχίσουν να προσλαμβάνουν «μάνατζερ ψυχών» χωρίς κριτήριο, αν συνεχίσουν να πουλάνε θαύματα και να παζαρεύουν ψήφους, δεν θα μιλάμε για Εκκλησία. Θα μιλάμε για μια επιχείρηση franchise, με ράσα αντί για στολές σερβιτόρων. Και τότε, όσο κι αν τους ενοχλεί, το brand δεν θα χρειάζεται ούτε λιβάνι ούτε σταυρούς, μόνο έναν καλό λογιστή και έναν δικηγόρο πτωχεύσεων… Τουλάχιστον σε επίπεδο απαξίωσης…












