Άνιση αποδεικνύεται η μάχη της κυβέρνησης με την ακρίβεια καθώς η τιμή της αμόλυβδης κινείται στα επίπεδα των 2 ευρώ το λίτρο και αναμένεται να ακριβύνει περαιτέρω την εορταστική περίοδο του Πάσχα, όπως φυσικά και το πετρέλαιο κίνησης που ξεπέρασε πάλι το όριο του 1,7 ευρώ και οδεύει προς το 1,8 ευρώ ανά λίτρο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της TODAY PRESS, η απλή αμόλυβδη των 95 οκτανίων στις Κυκλάδες διαμορφώνεται στα 2,1 ευρώ το λίτρο, στα Δωδεκάνησα παραμένει στα 2,03-2,08 ευρώ, στην Κεφαλληνία και στη Λευκάδα στα 2,01-2,07 ευρώ και στην Ευρυτανία στα 2,01-2,05 ευρώ. Δεδομένου ότι η απότομη αναπροσαρμογή ξεκίνησε στα μέσα Φεβρουαρίου, ο αλγόριθμος του Παρατηρητηρίου Τιμών του υπουργείου Ανάπτυξης προβλέπει περαιτέρω αύξηση, όχι τόσο εξαιτίας της νέας αναστάτωσης στη διεθνή πετρελαϊκή αγορά, όσο στην παγιωμένη «κερδοσκοπική απληστία» που κυριαρχεί στο σύνολο του κλάδου «από το διυλιστήριο στο πρατήριο».
Οι επικεφαλής των πρατηριούχων σε περιφερειακό επίπεδο Γ. Παπαγεωργίου και Μ. Ζιάκα ισχυρίζονται ότι τα διυλιστήρια τιμολογούν με βάση την ανασφάλεια σε πεδίο τεσσάρων ημερών για να μπορούν να καλύψουν οποιουσδήποτε κινδύνους παρουσιαστούν, γεγονός που συνεπάγεται την αύξηση του περιθωρίου κέρδους τους το οποίο βέβαια μετακυλίεται στον καταναλωτή. Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι «έχουν αυξηθεί πάρα πολύ τα κόστη των άλλων προϊόντων τα οποία χρησιμοποιούνται στη διύλιση».
Από τα μέσα του μήνα η τιμή του διυλιστηρίου για την αμόλυβδη κινήθηκε περίπου στο 1,78-1,82 ευρώ το λίτρο. «Καταλαβαίνουμε λοιπόν», συνεχίζουν πως «από το 1,81 ευρώ και πάνω πρέπει να κερδίσει η εταιρεία χονδρικής, το βυτίο μεταφοράς, και ο πρατηριούχος. Κι αυτό το κέρδος ανέρχεται σε 9 λεπτά, 10 λεπτά, 12 λεπτά, 15 λεπτά». Κατά τον κ. Παπαγεωργίου η ευθύνη βαραίνει την «πηγή», δηλαδή τα διυλιστήρια και τους μεταφορείς.
Αρκεί αυτό για να δικαιολογήσει την απόσταση των 80 λεπτών έως 1 ευρώ του διεθνούς μέσου όρου; Όπως προκύπτει από τις πρόσφατες μετρήσεις του Global Petrol Prices η τιμή παγκοσμίως ορίζεται στα 1,20 ευρώ ανά λίτρο. Ωστόσο, υπάρχει σημαντική διαφορά σε αυτές τις τιμές μεταξύ των χωρών.
Κατά γενικό κανόνα (σσ πλην της Ελλάδας), οι πλουσιότερες χώρες έχουν υψηλότερες τιμές ενώ οι φτωχότερες και οι χώρες που παράγουν και εξάγουν πετρέλαιο έχουν σημαντικά χαμηλότερες τιμές. Όλες οι χώρες έχουν πρόσβαση στις ίδιες τιμές πετρελαίου στις διεθνείς αγορές, αλλά στη συνέχεια αποφασίζουν να επιβάλλουν διαφορετικούς φόρους, κάτι που εξηγεί και την μεγάλη διαφοροποίηση στις τιμές. Ως αποτέλεσμα, η λιανική τιμή της βενζίνης μπορεί να κυμαίνεται από 2, 899 ευρώ το λίτρο (Χόνγκ Κονγκ) μέχρι 0,027 ευρώ το λίτρο (Ιράν).
Διακυμάνσεις
Σε σύνολο 168 χωρών, η Ελλάδα βρίσκεται στην 12η θέση ενώ χειρότερα ήταν προ 2 εβδομάδων με 2,07 ευρώ το λίτρο. Σήμερα, πιο ακριβή βενζίνη από την Ελλάδα (1,927 ευρώ το λίτρο) με βάση τις μετρήσεις της πλατφόρμας την 5η Φεβρουαρίου) έχει το Χονγκ Κονγκ (2,899 ευρώ το λίτρο), το Μονακό (2,130 ευρώ το λίτρο), η Ισλανδία (2,130 ευρώ το λίτρο), τα Μπαρμπάντος (1,943 ευρώ το λίτρο), η Δανία (1,939 ευρώ το λίτρο), το Ισραήλ (1,938 ευρώ το λίτρο), το Λιχτενστάιν (1,935 ευρώ το λίτρο), η Νορβηγία (1,931 ευρώ το λίτρο), η Ολλανδία (1,932 ευρώ το λίτρο), η Ελβετία (1,932 ευρώ το λίτρο) και η Σιγκαπούρη (1,929 ευρώ το λίτρο).
Από την άλλη, η Ελλάδα έχει ακριβότερη βενζίνη, από πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η Ιταλία έχει φθηνότερη βενζίνη από την Ελλάδα (1,838 ευρώ το λίτρο), το ίδιο και η Γαλλία (1,808 ευρώ το λίτρο), η Γερμανία (1,739 ευρώ το λίτρο), το Βέλγιο (1,634 ευρώ το λίτρο), η Σουηδία (1,604 ευρώ το λίτρο), η Αυστρία (1,573 ευρώ το λίτρο), η Ισπανία (1,555 ευρώ το λίτρο) και η Τσεχία (1,471 ευρώ το λίτρο).
Υψηλή φορολογία
Οι αναλυτές στέκονται ιδιαίτερα στη φορολογία επί του καύσιμου, αυξημένη κατά πολύ σε σχέση με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Για παράδειγμα, στην απλή αμόλυβδη, αν ληφθεί ως τιμή αναφοράς η τρέχουσα του 1,95-1,98 ευρώ το λίτρο, από αυτά το 35,5% αντιπροσωπεύει την τιμή του διυλιστηρίου, το 58% είναι φόροι και δασμοί και το 6,4% είναι το μεικτό περιθώριο κέρδους της εταιρείας εμπορίας, του πρατηριούχου και του μεταφορέα. Επομένως, ο τρόπος διαμόρφωσης της τιμής είναι αρκετά σαφής, επηρεάζεται μεν από το Brent, τις τιμές Platts και την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου αλλά μόνο ένα μέρος της ενώ και τα περιθώρια κέρδους για τις επιχειρήσεις είναι στενά καθώς μεταξύ άλλων ισχύει και το πλαφόν το οποίοι περιορίζει τις πιθανότητες αισχροκέρδειας από την πλευρά των εταιρειών.
Ωστόσο το ως άνω συμπέρασμα των ειδικών δεν λαμβάνει υπόψη του α) την ύπαρξη καρτέλ στα καύσιμα όπου υπάρχουν 2 μόνο διυλιστήρια, β) το εκτεταμένο λαθρεμπόριο και τη νόθευση των καυσίμων που πολλαπλασιάζει το κέρδος των επιχειρηματιών και γ) το γεγονός ότι οι ανατιμήσεις επιβάλλονται τις ημέρες των διακοπών και των αποφάσεων για εισοδηματικές ενισχύσεις (γενναία αύξηση κατώτατου μισθού κτλ).
Πληθωρισμός – ακρίβεια
Την ίδια ώρα ο πληθωρισμός κινήθηκε οριακά μειούμενος στο 3,1% τον Φεβρουάριο, έναντι του 3,2% τον Ιανουάριο 2024, όταν τον Φεβρουάριο του 2023 ήταν διπλάσιος στο 6,5%.
Πάντως, τέτοια δραστική αποκλιμάκωση δεν καταγράφεται στα τρόφιμα και σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης που αναμένεται ότι θα πάρουν ξανά την ανιούσα τις επόμενες ημέρες λόγω της αύξησης στα καύσιμα. Η όποια μείωση οφείλεται κατά κύριο λόγο στη στροφή των νοικοκυριών προς τα κατεψυγμένα τρόφιμα και στα προϊοντα ιδιωτικής ετικέτας (Private Label-PL).
Αυτό έδειξε η ετήσια έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών το προηγούμενο δίμηνο. Συγκεκριμένα, το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας στο καλάθι αγορών βρίσκεται πολύ άνω του 30% των κωδικών που μπαίνουν μέσα στο καλάθι του καταναλωτή, δηλαδή πολύ πάνω από τα 3 στα 10 προϊόντα που αγοράζονται είναι κωδικοί ιδιωτικής ετικέτας. Την ίδια ώρα, συνεχίζουν σταθερά να κερδίζουν θέση στο καλάθι και τα ελληνικά προϊόντα. Οι προτιμήσεις των καταναλωτών για τα προϊόντα ελληνικής παραγωγής δεν επηρεάστηκαν από το αρνητικό κλίμα της περιόδου Αυτό δείχνει ότι η ελληνική παραγωγή δεν συνιστά ακριβότερη αγοραστική επιλογή και οι προτιμήσεις για αυτήν είναι διαχρονικά ανθεκτικές.
Δαπάνη
Στο πλαίσιο της έρευνας, μετρήθηκε το ύψος της δαπάνης στο σούπερ μάρκετ εκτιμάται σε 70 ευρώ σημειώνοντας αξιόλογη αύξηση 14,7% από 61 ευρώ πέρυσι. Η αύξηση στη δαπάνη ανά επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ αντανακλά την άνοδο του κόστους των προϊόντων λόγω πληθωρισμού. Αντίστοιχα, η μέση μηνιαία δαπάνη εκτιμάται στα 370 ευρώ σημειώνοντας ανάλογη άνοδο από 324 ευρώ πέρυσι. Το 75% των καταναλωτών δαπανά ως 450 ευρώ τον μήνα, ποσό που θα επηρεαστεί ενόψει εορτών από τη δαπάνη για τις μετακινήσεις και τις «κρυφές» ανατιμήσεις σε τρόφιμα, ποτά, αρτοσκευάσματα.
Προέλευση: TODAY PRESS