Τι δίδαξε η Ιστορία για τα «ράβε- ξήλωνε» στην Παιδεία. Συνέδριο για τα 100 χρόνια από τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917

«Όταν η συζήτηση έρχεται στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση το “ράβε–ξήλωνε” από τα κόμματα είναι ο κανόνας».

Κι αν σήμερα εκπρόσωποι όλων των πολιτικών δυνάμεων και της εκπαιδευτικής κοινότητας συμφωνούν ότι -ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσήμου- οι αλλαγές, τις οποίες επέφεραν στην εκπαίδευση οι διάφορες κυβερνήσεις, στην πλειοψηφία τους δεν είχαν καν την ευκαιρία να εφαρμοστούν και να δοκιμασθούν, η συζήτηση που ακολουθεί, αν και θα μπορούσε να τιτλοφορείται «τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα» δεν αναφέρεται στο σήμερα, αλλά σε μία περίοδο 100 χρόνια πριν.

«Η νηφαλιότητα που εξασφαλίζει η χρονική απόσταση και η χρόνια εκπαιδευτική μας κακοδαιμονία παρέχουν, τις ημέρες αυτές, την ευκαιρία στους Έλληνες παιδαγωγούς, γονιμοποιώντας ιστορικά τις επιτεύξεις του παρελθόντος, να αναζητήσουν και να διατυπώσουν προτάσεις διεξόδου από μια κρίση που ενδημεί», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην εισαγωγή στη θεματική του Επιστημονικού Συνεδρίου «Εκατό χρόνια από τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917», που διοργανώνουν από 12 έως 13 Μαΐου 2017 στη Θεσσαλονίκη η Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ και το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Επιστήμες της Αγωγής: Θεωρητικές, Ερευνητικές και Διδακτικές Προσεγγίσεις στην Ιστορία και στην Τοπική Ιστορία» του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.

Ο καθηγητής Διδακτικής Μεθοδολογίας και Ιστορίας της Εκπαίδευσης και Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, Δημήτρης Μαυροσκούφης, μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την πορεία και τις πιθανές μεταλλάξεις του μεταρρυθμιστικού προγράμματος του κινήματος που ονομάστηκε «εκπαιδευτικός δημοτικισμός» κυρίως κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, ουσιαστικά από το 1923, μέχρι και τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Η συζήτηση καταλήγει στο συμπέρασμα πως «το παρελθόν έχεις τις δικές τους “πονηρίες” και ότι τα πράγματα σχεδόν ποτέ δεν είναι μονοσήμαντα».

«Παιδεία και κόμμα στον Μεσοπόλεμο»

Ο Μεσοπόλεμος είναι μια ταραγμένη περίοδος και για την Ελλάδα. «Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών έχουμε πολλά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, καθώς και οξύτατες πολιτικές αντιπαραθέσεις, που ορισμένες φορές οδηγούν σε κινήματα και δικτατορίες. Στο πλαίσιο αυτό και καθώς οι αστοί διανοούμενοι και το κράτος βρίσκονται σε διαδικασία συγκρότησης μιας νέας “εθνικής” ιδεολογίας, με κύρια στοιχεία τον προσδιορισμό της “ελληνικότητας” και τον αντικομμουνισμό, το γλωσσικό ζήτημα και ο εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης επηρεάζονται και εμπλέκονται στη δίνη των ανταγωνισμών, που  φαίνεται να αποκτά και ταξικά χαρακτηριστικά», αναφέρει ο κ. Μαυροσκούφης φέροντας ως χαρακτηριστικά παραδείγματα τη διάσπαση (1927) και τη διάλυση (1929) του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», την αντίδραση της συντηρητικής παράταξης, της Εκκλησίας και διάφορων σωματείων στην επαναφορά της δημοτικής γλώσσας στο δημοτικό, αλλά και την κριτική που ασκείται από τα “αριστερά” στις επιχειρούμενες μεταρρυθμίσεις της περιόδου 1929 – 1932.

«Οι γλωσσοεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, που εισάγονται από τις κυβερνήσεις των Φιλελευθέρων, συναντούν την αντίδραση των συντηρητικών πολιτικών και άλλων κύκλων, ενώ με τη σειρά τους και οι Φιλελεύθεροι προγράφουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους που δραστηριοποιούνται και στον ακαδημαϊκό ή εκπαιδευτικό χώρο. Κυνηγημένοι και από τις δύο παρατάξεις ήταν οι κομμουνιστές ή οι συμπαθούντες», αναφέρει ο καθηγητής και εξηγεί: «Το “ράβε – ξήλωνε”, αυτό είναι ο κανόνας για την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ωστόσο, σε μερικά θέματα, όπως π.χ. στο γλωσσικό ζήτημα σε σχέση με το σχολείο παρατηρείται τόσο από την πλευρά του κόμματος των Φιλελευθέρων όσο και σημαντικών εκπροσώπων του εκπαιδευτικού δημοτικισμού μια τάση συμβιβαστική»

«Η αφομοιωτική πολιτική για τους ξενόφωνους»

Το ζήτημα των ξενοφώνων, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μακεδονίας, απασχολεί το ελληνικό κράτος και ορισμένους διανοουμένους ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Μετά την ενσωμάτωση των Νέων Χωρών το ζήτημα αποκτά νέες διαστάσεις. Είχε το νέο ελληνικό κράτος το πολιτικό περιθώριο να μην εφαρμόσει αφομοιωτικές πολιτικές στα νέα του εδάφη; «Η γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση συνδέεται στενά και με την επιδίωξη της γλωσσικής και πολιτισμικής αφομοίωσης, ιδίως των σλαβοφώνων και των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Ειδικά για τους πρώτους το ζήτημα πρέπει να εξεταστεί σε συσχέτιση με τις επιδιώξεις των όμορων κρατών, καθώς και με τις πρακτικές που εφαρμόστηκαν και στις χώρες αυτές για τη γλωσσική και πολιτισμική  αφομοίωση», αναφέρει ο κ. Μαυροσκούφης.

«Ο κοινοβουλευτισμός σε αμφισβήτηση»

Στην άνοδο του φασισμού και του ναζισμού η εκπαίδευση είχε επίσης σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό. Ερωτηθείς αν υπήρχαν στο ελληνικό ακαδημαϊκό στερέωμα φωνές, που υποστήριζαν την δικτατορία και το ναζιστικό καθεστώς ο κ.Μαυροσκούφης απαντά: «Ανοιχτά όχι, τουλάχιστον πριν από την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου. Ωστόσο, κάποιοι πανεπιστημιακοί με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους, αλλά και τη γενικότερη στάση έδειχναν ότι δεν ήταν υπέρ του κοινοβουλευτισμού».

«Μερικοί μάλιστα είχαν και στενές σχέσεις και υποστήριζαν στα πανεπιστημιακά όργανα φασίζουσες οργανώσεις, όπως ήταν “Εθνική Ένωσις Ελλάς” (γνωστή ως Τρία Έψιλον) ή η “Εθνική Παμφοιτητική Παράταξις”», προσθέτει, εξηγώντας πως «την εποχή αυτή συζητιόταν σε πολλούς κύκλους το θέμα του κοινοβουλευτισμού και της δικτατορίας».

«Όταν το υπουργείο Παιδείας έγινε… και Θρησκευμάτων»

Τον ιδεολογικό προσανατολισμό της εκπαίδευσης στην εποχή της δικτατορίας Μεταξά πιστοποιεί η ίδρυση της «Εθνικής Οργανώσεως Νεολαίας» (ΕΟΝ) και η δράση της και μέσα στο σχολικό σύστημα και τα πανεπιστήμια. «Στοιχεία ακόμη γι’ αυτό αποτελούν η ανάληψη του Υπουργείου Παιδείας –το οποίο αυτή την εποχή μετονομάστηκε σε “Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων”– από τον ίδιο τον Μεταξά στα τέλη του 1938, η προπαγάνδα υπέρ του “Νέου” ή “Εθνικού Κράτους”, οι εκκαθαρίσεις στον χώρο της εκπαίδευσης, ο χαρακτηρισμός του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από τον ίδιο τον δικτάτορα ως “μαλλιαροκομμουνιστικού”, οι ομιλίες του Μεταξά προς τους εκπαιδευτικούς και τους φοιτητές κ.λπ.», επισημαίνει ο κ. Μαυροσκούφης.

Προσθέτει, ωστόσο, πως από την άλλη πλευρά «ο Μεταξάς εισήγαγε τη δημοτική γλώσσα στο δημοτικό σχολείο με τρόπο συστηματικότερο από ό,τι οι Φιλελεύθεροι, συγκρότησε επιτροπή υπό τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη για τη συγγραφή γραμματικής της δημοτικής και επαινέθηκε για την πολιτική του αυτή και από τον Αλέξανδρο Δελμούζο», ενώ επιπλέον «πολλοί πρώην βενιζελικοί διανοούμενοι συνεργάστηκαν με το καθεστώς, καταλαμβάνοντας διευθυντικές θέσεις σε υπουργεία ή σε πολιτιστικούς οργανισμούς, ενώ άλλοι αρθρογραφούσαν υπέρ του “Νέου Κράτους” σε έντυπα της εποχής». «Βλέπετε, λοιπόν, ότι το παρελθόν έχεις τις δικές τους “πονηρίες” και ότι τα πράγματα σχεδόν ποτέ δεν είναι μονοσήμαντα», παρατηρεί ο καθηγητής…

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΟι κυβερνητικές παρεμβάσεις αποδιάλυσης της Παιδείας – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Επόμενο άρθροΣΕΟ Πλατάνου Ημαθίας – Βρέθηκε βόμβα; Κάτω από τροχόσπιτο