Θεσσαλονίκη: Β. Ζόραπας, EAΓME: Ανομβρία και κλιματική αλλαγή καθιστούν πιο επείγουσα από ποτέ τη βιώσιμη διαχείριση νερού

Τη θέση του ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση διαχείρισης υδάτων, με τα δίκτυα μεταφοράς νερού να βρίσκονται σε δεινή κατάσταση και να προκαλούν τεράστιες απώλειες, ιδιαίτερα στον τομέα της άρδευσης, διατύπωσε ο προϊστάμενος τμήματος Υδρογεωλογίας και Υδρολογίας, διεύθυνση Υδατικών Πόρων και Γεωθερμίας, Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), Βασίλης Ζόραπας.

Επισήμανε δε, ότι το πρόβλημα οξύνεται από τη συνεχιζόμενη εξάντληση των υπόγειων υδάτων και τη μείωση των επιφανειακών αποθεμάτων, καθιστώντας τον γεωργικό τομέα όλο και περισσότερο εξαρτημένο από τα υπόγεια αποθέματα, που ήδη αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση. «Το νερό δεν είναι ανεξάντλητο και πρέπει να το διαχειριστούμε ως πολύτιμο αγαθό και να το χρησιμοποιούμε με σύνεση και ευαισθησία», τόνισε, καλώντας σε συλλογική υπευθυνότητα.

Μιλώντας από το βήμα του 11ου Συνεδρίου για την Ανάπτυξη της Ελληνικής Γεωργίας με θέμα «Η δύναμη της συνεργασίας ως καταλύτης για την επίτευξη των στόχων της βιωσιμότητας», που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο στη Θεσσαλονίκη. Ο ίδιος είπε ότι «το υπόγειο νερό είναι το απόθεμα της τελευταίας ώρας. Δεν πρέπει να το εξαντλήσουμε πριν εξαντλήσουμε όλες τις άλλες λύσεις» και στο πλαίσιο αυτό σημείωσε ότι η επόμενη διετία είναι εξαιρετικά κρίσιμη για τη χώρα μας ειδικά σε ό,τι αφορά τα υπόγεια νερά.

Πώς θα περιοριστεί η σπατάλη νερού;

Για να περιοριστεί η σπατάλη νερού και να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των υδάτινων πόρων, η χώρα πρέπει να στραφεί σε σύγχρονα συστήματα διαχείρισης νερού, επισήμανε ο κ. Ζόραπας και πρόσθεσε ότι οι έξυπνες γεωργικές πρακτικές (π.χ. συστήματα ευφυής γεωργίας) και η επισκευή ή αντικατάσταση των δικτύων άρδευσης είναι προτεραιότητες για την εξοικονόμηση νερού.

 Παράλληλα, κατά τον ίδιο θα πρέπει να εξεταστούν και νέες τεχνολογίες για την ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση επεξεργασμένων λυμάτων, με στόχο τη μείωση της ανάγκης για φρέσκο νερό στην άρδευση, ενώ ο υποστήριξε ότι η επιβολή καλύτερων πρακτικών στους αγρότες και η μετάβαση σε πιο ανθεκτικές καλλιέργειες, οι οποίες θα απαιτούν λιγότερο νερό, «μπορούν επίσης να συμβάλλουν στην αποδοτικότερη χρήση του νερού».

  Απαντώντας στο τι μας περιμένει, τόνισε ότι οι συνθήκες φαίνεται να επιδεινώνονται και οι αναλυτές προειδοποιούν ότι η βροχόπτωση στη χώρα μας θα μειωθεί περαιτέρω τα επόμενα χρόνια, με μια μεσοπρόθεσμη τάση που δείχνει μικρότερες βροχοπτώσεις και αυξανόμενες θερμοκρασίες. Η κλιματική αλλαγή είναι ήδη εδώ και η διαχείριση του νερού θα πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, με στρατηγικές που θα περιλαμβάνουν τη βελτίωση των υποδομών και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των συστημάτων άρδευσης και ύδρευσης. «Το ζήτημα διαχείρισης και αντιμετώπισης των προβλημάτων που ήδη αντιμετωπίζουμε με το νερό,  είναι πιο επείγον από ποτέ», σημείωσε.

Απαρχαιωμένα δίκτυα και απώλειες

Για τα δίκτυα άρδευσης στην Ελλάδα, τόνισε ότι σε αρκετές περιοχές απαρχαιωμένα και αναποτελεσματικά και όπως είπε σύμφωνα με στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, η χώρα μας χρειάζεται περίπου 8 δισ. κυβικά μέτρα νερού ετησίως για την άρδευση, εκ των οποίων περίπου τα πέντε δις. κυβικά μέτρα νερού προέρχονται από υπόγεια νερά και τα υπόλοιπα από επιφανειακά αποθέματα. Ωστόσο, όπως πρόσθεσε «τα ανοιχτά και παλαιωμένα δίκτυα προκαλούν σημαντικές απώλειες. Στο τομέα της άρδευσης, οι απώλειες φτάνουν το 60%, με αντίστοιχες ή και μεγαλύτερες απώλειες στην ύδρευση», τόνισε και εξήγησε ότι «αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και αν το διαθέσιμο νερό για την άρδευση είναι αρκετό, η σπατάλη λόγω των δικτύων είναι τεράστια. Η κατανάλωση σταδιακά επιβαρύνει τα ήδη περιορισμένα αποθέματα, ενώ οι του πρωτογενούς τομέα καλούνται να αναζητήσουν λύσεις για τη συνεχιζόμενη πρόκληση».

Η κατανάλωση αυξάνει παρά τον περιορισμό των καλλιεργειών- Οι πιέσεις υπογείως

 Αν και οι καλλιέργειες έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια, η ζήτηση για νερό για άρδευση παραμένει εξαιρετικά υψηλή, όπως τόνισε ο ίδιος και εξήγησε ότι διαπιστώνουμε ότι παρά την εξοικονόμηση από τη μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, «ο γεωργικός τομέας στηρίζει τη λειτουργία του σε υπόγεια αποθέματα, που υποβάλλονται σε μεγαλύτερη πίεση».

 Την ίδια στιγμή, κατά τον ίδιο, η ύδρευση «βλέπει» και αυτή σημαντική αύξηση στην κατανάλωση, «από 800 εκατομμύρια κυβικά μέτρα το 2000 σε 1,8 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα σήμερα», είπε και πρόσθεσε ότι «αυτή η αύξηση φέρνει ακόμα μεγαλύτερες απαιτήσεις για νερό και εντείνει την πίεση στους υδατικούς πόρους της χώρας».

  Και μέσα σε όλα τα προαναφερόμενα, έρχεται να προστεθεί η ανομβρία και η αύξηση της θερμοκρασίας στο πλαίσιο μάλιστα στη «σκιά» της κλιματικής αλλαγής. Οπως διευκρίνισε, οι χιονοπτώσεις, που παραδοσιακά λειτουργούσαν ως μια φυσική “αποθήκη” νερού, πλέον δεν αναπληρώνουν τα υπόγεια και επιφανειακά αποθέματα με τον ίδιο τρόπο, ενώ οι αυξανόμενες θερμοκρασίες διευρύνουν την αρδευτική περίοδο, απαιτώντας ακόμα περισσότερους πόρους για τη γεωργία.

Κρίσιμος πόρος με περιορισμένη ανανέωση τα υπόγεια νερά

  Τα υπόγεια νερά, σε αντίθεση με τα επιφανειακά, ανανεώνονται πολύ πιο αργά – μόλις ένα μικρό ποσοστό των βροχοπτώσεων (περίπου 20%) καταλήγει τελικά στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα. Βέβαια, όπως επισήμανε ο ίδιος προσφέρουν σοβαρά πλεονεκτήματα αφού δεν  εξατμίζονται, προστατεύονται καλύτερα από ρύπους και είναι υψηλότερης ποιότητας για ανθρώπινη κατανάλωση.

  «Ομως,το πρόβλημα ξεκινά όταν αντλούμε περισσότερο από αυτό που ανανεώνεται και έτσι σημειώνεται πτώση της στάθμης στις γεωτρήσεις και  επιδείνωση της ποιότητας του νερού», τόνισε και ανέφερε το παράδειγμα υπεράντλησης στο Αργολικό Πεδίο. Οπως είπε, λόγω πολυετούς αντλήσεων, οι γεωτρήσεις έφτασαν τα 400 μέτρα βάθος και επέτρεψαν στη θάλασσα να διεισδύσει στην ενδοχώρα, καθιστώντας το νερό υφάλμυρο και ακατάλληλο ακόμη και για άρδευση. Ανάλογες περιπτώσεις παρατηρούνται σε περιοχές της Θεσσαλίας αλλά και σε αρκετά νησιά.

Τα αποθέματα στην Αττική φτάνουν για λιγότερο από δύο χρόνια

 Η ΕΥΔΑΠ, σύμφωνα με τον κ. Ζόραπα, διαθέτει αποθέματα 650 εκατ.κυβικών μέτρων στους ταμιευτήρες Μόρνου και Εύηνου και με δεδομένη την ημερήσια κατανάλωση σε πάνω από ένα εκατ. κυβικά μέτρα «η Αθήνα έχει διαθέσιμο νερό για λιγότερο από δύο χρόνια – υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει επιδείνωση της ανομβρίας και η κατανάλωση δεν θα αυξηθεί», διευκρίνισε.

  Πρόσθεσε δε ότι η περσινή περίοδος Μάιος 2024 – Μάιος 2025 χαρακτηρίστηκε από σοβαρή λειψυδρία, με τις βροχοπτώσεις να καλύπτουν μόλις το 25% των απαιτήσεων και όπως είπε «το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αντλητική πίεση και την αυξανόμενη θερμοκρασία λόγω κλιματικής αλλαγής, συνθέτει ένα δυσοίωνο σκηνικό».

   Απέναντι σε αυτό το φαινόμενο, η ΕΥΔΑΠ σύμφωνα με τον κ. Ζόραπα, εξετάζει εναλλακτικά σενάρια ενίσχυσης των υδατικών αποθεμάτων, όπως η αξιοποίηση υφάλμυρων πηγών από τη Φωκίδα και τον Κάλαμο μέσω αφαλάτωσης. Ωστόσο, «οι ποσότητες που θα μπορούσαν να προστεθούν στο σύστημα είναι περιορισμένες – μόλις το 20% των ημερήσιων αναγκών», τόνισε και πρόσθεσε ότι παράλληλα εξετάζονται και σενάρια μεταφοράς νερού ακόμη και με TER από τον Αχελώο, μια λύση με υψηλό κόστος και τεχνικές δυσκολίες που δεν θεωρείται άμεσα υλοποιήσιμη.

   Επισημαίνεται ότι το διήμερο 11ο Συνέδριο για την Ανάπτυξη της Ελληνικής Γεωργίας πραγματοποιείται με την υποστήριξη της γενικής διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της ΕΕ στο πλαίσιο του  έργου ενημερωτικών δράσεων για την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) «COOPinCAP» και υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΗΠΑ: Η νέα ενέδρα που έστησε ο Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο, ενδέχεται να ωθήσει τους ξένους ηγέτες να το ξανασκεφθούν προτού συναντηθούν μαζί του
Επόμενο άρθροΤο μερίδιο αγοράς των ηλεκτρικών αυτοκινήτων παγκοσμίως αναμένεται να ξεπεράσει το 40% έως το 2030