Στοιχεία που δείχνουν ότι είναι πιο ανθεκτικές απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής οι οκτώ ελληνικές παραδοσιακές ποικιλίες αμπέλου που εντοπίστηκαν και διασώθηκαν στο πλαίσιο του “Vine-SOS”, με την καλλιέργειά τους να είναι και πιο οικονομική από πλευράς κόστους παραγωγής, παρουσίασαν σε σημερινή συνέντευξη τύπου, οι ερευνητές που απασχολήθηκαν στο διασυνοριακό έργο, προσθέτοντας μάλιστα, ότι «ανταποκρίνονται με μεγαλύτερη συνέπεια στις αρχές της κυκλικής οικονομίας».
Με τη διάσωση και καλλιέργεια ελληνικών παραδοσιακών ποικιλιών, όχι μόνο κάποιος επιτυγχάνει την παραγωγή μοναδικών, σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, προϊόντων, αλλά εξασφαλίζει και την προστασία της βιοποικιλότητας στη χώρα μας, επισήμανε ο αντιπρύτανης έρευνας του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας, καθηγητής αγροτικής πολιτικής Σταμάτης Αγγελόπουλος, επιστημονικός υπεύθυνος του διασυνοριακού έργου “Vine-SOS”.
“Δεν είναι μονόδρομος η εισαγωγή ποικιλιών από το εξωτερικό”, επισήμανε χαρακτηριστικά ο κ. Αγγελόπουλος. Πρόσθεσε ότι ήδη υπήρξε ενδιαφέρον για καλλιέργεια από παραγωγούς του Έβρου, ενώ δεν λείπουν και οι οινοποιοί που έχουν βάλει στο στόχαστρο ορισμένες από τις οκτώ διασωθέντες παραδοσιακές ποικιλίες του έργου. Από το σύνολό τους, δύο είναι λευκές και έξι κόκκινες: Ζουμιάτικο, κερατσούδα, παμίδι, λημνιό, σέφκα, μαυρούδι Θράκης, μπογιαλαμάς και καρναχαλάς. Εντοπίζονται κυρίως, στους νομούς των Σερρών, Δράμας, Καβάλας, Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου.
«Η συμμαχία των οινοποιών και καλλιεργητών, σε συνδυασμό με την παρεχόμενη εκπαίδευση από την επιστημονική κοινότητα της Ελλάδας, μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία και διάθεση στην παγκόσμια αγορά κρασιών μοναδικής γεύσης και αρώματος και έτσι μεγάλης εμπορικής αξίας διεθνώς», ανέφερε ο κ Αγγελόπουλος και υπογράμμισε τα σημαντικά οφέλη που μπορούν να προκύψουν για την εθνική οικονομία και τους ίδιους τους παραγωγούς τους.
“Είναι σαφές ότι οι οκτώ αυτές διασωθέντες ποικιλίες αμπέλου στο πλαίσιο του Vine Sos, μπορούν και διατηρούνται χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα και έδειξαν ανθεκτικότητα απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, και παρά την αλλαγή της βιοποικιλότητας του περιβάλλοντος και των νέων καλλιεργητικών πρακτικών”, επισήμανε χαρακτηριστικά η διευθύντρια εφαρμογών του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας, Αναστασία Γιαννακούλα.
“Μπορεί οι εισαγόμενες ποικιλίες να είναι πιο αποδοτικές σε ποσότητες, αλλά καμία δεν έχει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ντόπιων παραδοσιακών που εντοπίσαμε και διασώσαμε”,είπε η κ. Γιαννακούλα σημειώνοντας ότι θα σύστηνε στους αμπελουργούς την καλλιέργεια κάποιων εκ των οκτώ διασωθέντων ποικιλιών. Η ίδια γνωστοποίησε ότι “ήδη έχουμε καταθέσει στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σχετικό φάκελο για την πιστοποίηση ΠΟΠ της ποικιλίας «ζουμνιάτικο» και άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να ακολουθήσουν άλλοι δύο φάκελλοι, για τις ποικιλίες «μπογιαλαμά» και «μαυρούδι Θράκης».
Οι οκτώ ελληνικές ποικιλίες αμπέλου που εντοπίστηκαν στο πλαίσιο του Vine SOS, αφορούν “μόλις το 3%-5% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης αμπέλου, όταν κάποτε το συγκεκριμένο ποσοστό ξεπερνούσε το 40%”, επισήμανε από την πλευρά του ο καθηγητής του τμήματος Γεωπονίας της Σχολής Γεωτεχνικών Επιστημών του Διεθνούς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Χατζηπλής, λέγοντας χαρακτηριστικά “υπάρχει πάντα χώρος να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο, ποτέ δεν είναι αργά”.
Το έργο Vine-SOS
Το διασυνοριακό έργο “Vine-SOS”, ξεκίνησε να “τρέχει” το 2017 και μετά από συνεχείς παρατάσεις, λόγω και της πανδημίας του κορονοϊού, ολοκληρώνεται τον Οκτώβριο του 2021, είναι ύψους 1,116 εκατ. ευρώ και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και εθνικούς πόρους των χωρών του προγράμματος Συνεργασίας Interreg VA “Ελλάδα-Βουλγαρία 2014-2020”.
Εταίροι του Έργου είναι: Executive Agency on Vine and Wine, Bulgaria (επικεφαλής εταίρος), Union of Eonologists, Bulgaria, Association Prosperity and Development, Bulgaria, Ινστιτούτο Εκθεσιακών Ερευνών και το Αλεξάνδρειο Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Θεσσαλονίκης, Τμήμα Τεχνολόγων Γεωπόνων.
Το έργο ασχολείται με τα θέματα και τις προκλήσεις που αφορούν γενικότερα τη βιοποικιλότητα και πιο συγκεκριμένα, τις τοπικές ποικιλίες της αμπέλου στη διασυνοριακή περιοχή Ελλάδας – Βουλγαρίας, με ιδιαίτερο βάρος στις ποικιλίες που φύονται εντός των προστατευόμενων περιοχών Νatura 2000.
Κύριος στόχος του προγράμματος είναι να προάγει έναν μηχανισμό εκτενών παρεμβάσεων οι οποίες θα κάνουν δυνατή την μακροπρόθεσμη διατήρηση των αμπελιών και θα εδραιώσουν ένα πλαίσιο διασυνοριακών πρακτικών για την προστασία τον τοπικών ποικιλιών αμπέλου. Αυτές οι πρακτικές θα διαμορφωθούν βάσει δεδομένων που θα προκύψουν από γενετικές αναλύσεις και την επιτόπια έρευνα στις περιοχές εξάπλωσης των συγκεκριμένων ποικιλιών.
Μεταξύ των δράσεων του έργου, συμπεριλαμβάνονται τα εξής: συγγραφή, από κοινού Ελλάδας και Βουλγαρίας, ενός αμπελογραφικού οδηγού για την καταγραφή τον τοπικών ποικιλιών αμπέλου και των χαρακτηριστικών τους, ανάπτυξη βάσης δεδομένων που θα περιλαμβάνει γενετικά δεδομένα και μορφομετρικά χαρακτηριστικά των ποικιλιών και ίδρυση Κέντρου Εκπαίδευσης στη Βουλγαρία. Όπως επισημάνθηκε, το Κέντρο Εκπαίδευσης θα εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του έργου και θα προσφέρει εκπαιδευτικές και επιμορφωτικές δράσεις, για τους ενδιαφερόμενους φορείς, σε πιλοτικό αγρό και διαδικτυακά.
ΑΠΕ-ΜΠΕ / Έλενα Αλεξιάδου