Βαθμό 14-15 με άριστα το 20 θα έπαιρναν οι Έλληνες για τις γνώσεις τους σχετικά με τον κορονοϊό κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα προδημοσιευμένης μελέτης (https://www.medrxiv.org/content/10.1101/2020.12.19.20248550v1), που παρουσιάστηκε στο 10ο Επιστημονικό Συνέδριο του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ. Ωστόσο, μια δεύτερη μελέτη που έγινε τον Σεπτέμβριο του 2020 και παρουσιάστηκε στο ίδιο συνέδριο, έδειξε ότι 9 στους 10 Έλληνες γνωρίζουν για τους τρόπους μετάδοσης του κορονοϊού.
Από την πρώτη μελέτη, που αφορά την περίοδο του πρώτου lockdown, προκύπτει ότι υπερείχαν σε γνώσεις οι γυναίκες (74,8%), άτομα άνω των 60 ετών (77,3%) και άτομα που έχουν ολοκληρώσει μετα-δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια εκπαίδευση (76,5%). Η συγκεκριμένη μελέτη, με τίτλο «Γνώσεις στάσεις και αντιλήψεις του ελληνικού πληθυσμού κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown.
Πώς ομαδοποιούνται οι συμπεριφορές», η οποία είναι υποψήφια προς βράβευση, διενεργήθηκε από τις 13 Απριλίου έως τις 5 Μαΐου 2020 από ομάδα φοιτητών (Ο. Λομβαρδέας, Ε. Ιωαννίδου, Α. Ανέστης, Ν. Παπαδάκης) στο Εργαστήριο Υγιεινής Κοινωνικής Προληπτικής Ιατρικής και Ιατρικής Στατιστικής τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ και βασίστηκε σε 1396 ερωτηματολόγια.
Όπως ανέφερε ο Οδυσσέας Λομβαρδέας παρουσιάζοντας τη μελέτη, εκείνη τη χρονική περίοδο ο κόσμος δήλωνε ότι τηρεί απαρέγκλιτα τα μέτρα και παραδεχόταν την αναγκαιότητά τους, συμφωνούσε απόλυτα και με προτάσεις που αναδείκνυαν την οικονομική καταστροφή και τον ψυχολογικό φόρτο που θα επιφέρουν αυτά τα μέτρα, ενώ διαφωνούσε απολύτως με θεωρίες, όπως η ανοσία της αγέλης ή νομικές εκτιμήσεις που κυκλοφορούσαν εκείνη την περίοδο περί αντισυνταγματικότητας των μέτρων ή περί παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Το ίδιο μοτίβο επαναλήφθηκε και στον βαθμό εμπιστοσύνης, επιλέγοντας να εμπιστευθούν -βαθμολογώντας με υψηλότερο βαθμό- τους αρμόδιους φορείς, όπως πχ ο ΕΟΔΥ ή ο ΠΟΥ και δίνοντας πολύ χαμηλή βαθμολογία στα ΜΜΕ, στα social media αλλά και την Εκκλησία, δεδομένων των συνθηκών που επικρατούσαν τότε σχετικά με τα θέματα των λειτουργιών των ναών», πρόσθεσε ο κ. Λομβαρδέας.
Ποια ήταν τα πρότυπα συμπεριφοράς κατά το πρώτο lockdown;
Από τις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια της μελέτης ομαδοποιήθηκαν πέντε πρότυπα συμπεριφοράς στην ελληνικής κοινωνία. Η πρώτη ομάδα που προέκυψε αποτελείται από ανθρώπους που χαρακτηρίζονται από την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς, η δεύτερη από ανθρώπους που δείχνουν την εμπιστοσύνη τους στα μέτρα και ταυτόχρονα απορρίπτουν τους συμπολίτες που δεν εφαρμόζουν τα μέτρα ως ανήθικους και όχι απλά ως παράνομους, η τρίτη αναζητά εναγωνίως κάθε πληροφορία, εμπιστεύεται τα ΜΜΕ αλλά καταφεύγει και στα social media.
Η τέταρτη ομάδα δείχνει εμπιστοσύνη σε παραδοσιακούς θεσμούς, όπως η Εκκλησία και ίσως λόγω του υπερβατικού στοιχείου της πίστης είναι η ομάδα που έχει τον μεγαλύτερο βαθμό αισιοδοξίας για την έκβαση των πραγμάτων. Στην πέμπτη ομάδα ανήκουν οι αρνητές των μέτρων, οι οποίοι δεν δείχνουν εμπιστοσύνη σε κανέναν.
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση του κοινού για επιστημονικά ακριβείς πληροφορίες είναι τα μέσα για την εξάλειψη ατομικών και κοινωνικά ανεύθυνων και επικίνδυνων συμπεριφορών και την προστασία της δημόσιας υγείας σε περιόδους κρίσεων υγείας.
Πώς διαμορφώθηκε η κατάσταση τον Σεπτέμβριο του 2020
Η ενημέρωση των πολιτών σχετικά με τους τρόπους μετάδοσης της Covid-19 φαίνεται ότι είναι πολύ υψηλή το φθινόπωρο του 2020, σύμφωνα με τα στοιχεία μιας άλλης μελέτης, με τίτλο «Πανδημία Covid-19: Γνώσεις Στάσεις και Αντιλήψεις του ελληνικού πληθυσμού κατά τον Σεπτέμβριο του 2010», που εκπονήθηκε από ομάδα φοιτητών (I. Δερμιτζάκης, Ν. Ευαγγελίδης, Α. Ανέστης, Ν. Παπαδάκης) στο Εργαστήριο Υγιεινής Κοινωνικής Προληπτικής Ιατρικής και Ιατρικής Στατιστικής του Τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ και παρουσιάστηκε στο ίδιο συνέδριο.
Η μελέτη βασίστηκε στις απαντήσεις 9150 ερωτηματολογίων, από τις 11 Σεπτεμβρίου έως 8 Οκτωβρίου του 2020, και έδειξε ότι 9 στους 10 γνώριζαν για τον τρόπο μετάδοσης του SARS CoV 2. Ωστόσο, μια συγκεκριμένη δημογραφική ομάδα φάνηκε πως υστερούσε γνωστικά σε σύγκριση με τις υπόλοιπες. Πρόκειται για τους άνδρες άνω των 65 ετών, που διέμεναν εκτός Αθηνών και Θεσσαλονίκης, που δεν έφεραν κάποιο υποκείμενο νόσημα, που είχαν απολυτήριο γυμνασίου ως ανώτερο τίτλο σπουδών και δεν ήταν ούτε μαθητές ή φοιτητές ούτε εργαζόμενοι κάπου.
«Η μελέτη έδειξε ότι εκείνη την περίοδο ένας στους τέσσερις Έλληνες ήθελαν να εμβολιαστούν, ενώ οι μισοί συμμετέχοντες δήλωσαν αναποφάσιστοι. Οι πολίτες που είχαν περισσότερες γνώσεις για την Covid-19 φάνηκε να είναι και πιο θετικοί απέναντι στον εμβολιασμό. Σύμφωνα με τη μελέτη, από τους ασθενείς που χρειάζονταν να μεταβούν στο νοσοκομείο κατά την πανδημία για κάποιο θέμα υγείας, ο ένας στους τέσσερις τελικά δεν το επισκέφθηκε, λόγω του φόβου μόλυνσης από το νέο κορονοϊό. Μάλιστα, ο λόγος υγείας για παραπάνω από τα μισά άτομα που απέφυγαν την επίσκεψη της νοσοκομειακής μονάδας αποδείχθηκε εκ των υστέρων ιδιαίτερα σημαντικός», ανέφερε ο Ιάσων Δερμιτζάκης, παρουσιάζοντας την έρευνα.
Σχετικά με τις συζητήσεις που έγιναν τον Σεπτέμβριο αναφορικά με το ποια ηλικιακή ομάδα έχει μεγαλύτερη ευθύνη για την εξάπλωση του κορονοϊού στη χώρα μας, η μελέτη έδειξε ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία έτειναν να θεωρούν τους μικρότερους ως υπεύθυνους για τα αυξημένα κρούσματα της νόσου, ενώ οι νεότεροι, με τη σειρά τους, μετέφεραν την ευθύνη στους μεγαλύτερους.
«Βασιζόμενοι στα αποτελέσματα της έρευνας θεωρούμε αναγκαία την ύπαρξη προγραμμάτων ενημέρωσης πολιτών με γνωστικά κενά καθώς και εκστρατειών ενημέρωσης του γενικού πληθυσμού σχετικά με τον εμβολιασμό. Ουσιώδης κρίνεται και η ενδυνάμωση του ΕΣΥ, περιορίζοντας τις ενδονοσοκομειακές μολύνσεις λοίμωξης έτσι ώστε οι πολίτες να μην φοβούνται για την επίσκεψή τους στη νοσοκομειακή μονάδα», σημείωσε -μεταξύ άλλων- ο κ. Δερμιτζάκης.
ΑΠΕ-ΜΠΕ / Αγγέλα Φωτοπούλου