Την πεποίθηση ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία θα συνεχίσει τους θεολογικούς διαλόγους, κυρίως με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, και ότι στα επόμενα χρόνια θα υπάρξει σημαντική πρόοδος», εκφράζει σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ιταλική εφημερίδα La Repubblica ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Σε ερώτηση αναφορικά με την πρόοδο που μπορεί να έχει επιτελεσθεί στον Οικουμενικό Διάλογο μέχρι τους εορτασμούς της επετείου των δεκαεπτά αιώνων από την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο που έχουν ορισθεί για το 2025, συμπληρωματικά επισημαίνει: «Δεν θα ήταν σοφό να θέσουμε χρονικά όρια στον διάλογό μας, δεν μπορούμε να εργαζόμαστε με κοσμικά κριτήρια και κανόνες. Πιστεύουμε ότι οφείλουμε να συνομιλούμε με ειλικρίνεια, αίσθημα αγάπης, να προσευχόμαστε πολύ και με την χάρη τού Θεού, όταν εκείνος το θελήσει, θα προχωρήσουμε στην επίλυση των διαφορών μας και στην ποθητή ενότητα».
Εκφράζει, μάλιστα, την πίστη του ότι πέρα από τον συνεχιζόμενο διμερή διάλογο με την Καθολική Εκκλησία, υπάρχει περιθώριο για κοινές δράσεις και πρωτοβουλίες, όπως ήταν η επίσκεψη στην Λέσβο «με τον αδελφό πάπα Φραγκίσκο», ως ελάχιστο δείγμα συμπαράστασης προς τους πρόσφυγες.
Επιπρόσθετα, αναφέρεται στη σημασία της Πανορθόδοξης Συνόδου που έλαβε χώρα στην Κρήτη για την οποία τονίζει πως «Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, μέσα από τα κείμενα που επεξεργάστηκε και ενέκρινε, κατάφερε να ανταποκριθεί επιτυχώς στις ανάγκες του σύγχρονου Ορθοδόξου Χριστιανού, αναλύοντας και διευθετώντας καθημερινά ποιμαντικά προβλήματα, όπως οι μικτοί γάμοι, καθώς και οι σχέσεις μετά του λοιπού Χριστιανικού κόσμου και η σημασία των διαλόγων σε διαχριστιανικό και διαθρησκειακό επίπεδο».
Επιπλέον, υπογραμμίζει ότι «η παρουσία παρατηρητών εκ μέρους των ετεροδόξων Εκκλησιών και των Χριστιανικών οργανισμών αποτελεί ένα απτό παράδειγμα της σπουδαιότητας την οποία αποδίδει η Ορθόδοξη Εκκλησία στην συνεργασία με τους λοιπούς χριστιανούς» και για αυτόν ακριβώς τον λόγο «το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως η Πρωτόθρονος Εκκλησία, έχουσα την ευθύνη του συντονισμού των σχέσεων και των διαλόγων σε διαχριστιανικό και διαθρησκειακό επίπεδο, συνεχίζει με αμείωτο ενδιαφέρον την πορεία αυτή για την μαρτυρία του Ευαγγελίου».