Βρισκόμαστε ήδη τρεις εβδομάδες μακριά από τις ομιλίες του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα στην 82η ΔΕΘ. Ως οικογενειάρχης, πατέρας ενός παιδιού 2,5 ετών, αλλά και ως ενεργός ελεύθερος επαγγελματίας άκουσα και διάβασα προσεκτικά όσα είπαν και οι δυο.
Άκουσα τον Κυριάκο Μητσοτάκη να μιλάει για μείωση των φορολογικών βαρών, με μια τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση και σταθερό φορολογικό σύστημα, για μια δεκαετία τουλάχιστον.
Τον άκουσα να δεσμεύεται για μείωση του φόρου εισοδήματος απ’ το 29% στο 20%, μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% σε δύο χρόνια, αύξηση του ορίου για υποβολή Φ.Π.Α. στις 25.000 Ευρώ και φορολογικό συντελεστή 9% μέχρι τις 10.000 Ευρώ για τα φυσικά πρόσωπα, με επιπλέον αφορολόγητο 1.000 Ευρώ για κάθε παιδί.
Τον άκουσα να δεσμεύεται, επίσης, και για πολλές άλλες φορολογικές ελαφρύνσεις, για την έρευνα, την καινοτομία, τις συναλλαγές, τόσο στις υφιστάμενες, όσο και στις νέες επιχειρήσεις. Κι όλα αυτά, για να δημιουργήσουμε πολλές νέες δουλειές και θέσεις εργασίας, μέσα από έκρηξη ιδιωτικών επενδύσεων.
Από την άλλη άκουσα τον Αλέξη Τσίπρα να υπόσχεται νέες επενδύσεις. Ναι! Νέες επενδύσεις. Οι οποίες θα άρχιζαν, όπως μας είπε, από την επομένη της ομιλίας του. Ναι, νέες επενδύσεις τη στιγμή που το 80% του εισοδήματος κάθε επιχείρησης, πάει σε φόρο εισοδήματος, εισφορές, Φ.Π.Α., τέλος επιτηδεύματος, ΕΝΦΙΑ και προκαταβολή φόρου. Ναι, τη στιγμή που η υπερφορολόγηση στραγγαλίζει και τις τελευταίες επιχειρήσεις και κάθε νοικοκυριό, τη στιγμή που οι ίδιοι οι υπουργοί και σύμβουλοί του βάζουν εμπόδια και στις λίγες μεγάλες επενδύσεις που είχαν ήδη δρομολογηθεί από τους προηγούμενους. ο Αλέξης Τσίπρας βλέπει νέες επενδύσεις!
Μα, πώς μπορεί να γίνει αυτό, θα αναρωτηθεί κάθε λογικός πολίτης.
Όπως έγινε και με τα Μνημόνια, που θα έσκιζε, όπως έγινε και με τη 13η σύνταξη και αντί αυτής, θα κόψει 2 έως 3 συντάξεις, όπως έγινε με τον κατώτατο μισθό των 751 ευρώ, που έγιναν 360 ευρώ, όπως έγινε με τον ΕΝΦΙΑ, όπως έγινε με το «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη» και άλλα πολλά! Έτσι, χωρίς επιχειρήματα, χωρίς σχέδιο, με ψέματα και με μοναδικό στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Κι ας φτωχοποιείται, ας υποφέρει ο λαός.
Άκουσα τον Κυριάκο Μητσοτάκη να μιλάει για τους νέους ανθρώπους, της γενιάς μου, αλλά και τους πολύ νεότερους, αυτούς που έρχονται, αυτούς που είναι μαθητές, αυτούς που σπουδάζουν, αυτούς που τώρα ψάχνουν εναγωνίως τρόπο να φτιάξουν τη ζωή τους, τη δική τους οικογένεια, να μπουν στην αγορά εργασίας.
Τον άκουσα να μιλάει για ένα νέο, σύγχρονο σχολείο, με ελευθερία στην οργάνωση, τη διαχείριση πόρων, την κατάρτιση προγράμματος σπουδών και στην επιλογή των διδακτικών μεθόδων. Τον άκουσα να μιλάει για επαγγελματικό προσανατολισμό, για ομαδική δουλειά και ανάπτυξη δεξιοτήτων, έτσι ώστε να μην πηγαίνουν χαμένα τα ταλέντα, αλλά και οι δεξιότητες των νέων μας.
Τον άκουσα να μιλάει για Δημόσια Πανεπιστήμια που μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικά και κέντρα εκπαίδευσης και κατάρτισης σε διεθνές επίπεδο, που θα έχουν διασύνδεση με την αγορά εργασίας και τις επιχειρήσεις, που θα παρέχουν εξειδίκευση, απορροφώντας Ευρωπαϊκούς πόρους, που σήμερα μένουν ανεκμετάλλευτοι και που μπορούν σε λίγα χρόνια να γίνουν τα καλύτερα της Ευρώπης.
Και από την άλλη δεν άκουσα τον Αλέξη Τσίπρα να λέει κουβέντα, τι θα κάνει για την αθρόα μετανάστευση νέων φοιτητών και επιστημόνων. Δεν τον άκουσα να λέει κουβέντα για τις χιλιάδες νέων ανθρώπων, που φεύγουν στο εξωτερικό για να βρουν μια δουλειά, σε ποσοστό που τις ημέρες της καταστροφικής του διακυβέρνησης εκτοξεύθηκε από 11% που ήταν το 2015 στο 33% το 2017.
Κι ο κατάλογος είναι μακρύς. Και οι διαφορές μεγάλες. Από τη μία η πολιτική του αυτονόητου και της λογικής. Και από την άλλη η πολιτική του λαϊκισμού και της ιδεοληψίας. Στο χέρι μας είναι να διαλέξουμε.
Να κοιτάξουμε μπροστά και ψηλά και να αφήσουμε πίσω όλα αυτά που μας έφεραν ως εδώ. Να αλλάξουμε δρόμο.
Τάσος Μπαρτζώκας
Δικηγόρος – Πολιτευτής ΝΔ