Ένα έθνος και μια χώρα για να επιβιώσει και να αντιμετωπίσει τις εξωτερικές απειλές και προκλήσεις χρειάζεται να διαθέτει μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Μια διπλωματία που θα τις επιτρέπει να ελιχθεί κατάλληλα για να αντιμετωπίσει τις αντιξοότητες σε διάφορες εναλλασσόμενες γεωστρατηγικές καταστάσεις, όπως είναι αυτές που διαδραματίζονται στην ευρύτερη περιοχή μας.
Η πατρίδα μας σαφώς και ορθώς ακολουθεί μια πολιτική που εδράζεται στο «ανήκομεν εις την Δύσιν», καθόσον περιβάλλεται από θάλασσα και δεν θα μπορούσε να έχει συγκρουσιακές σχέσεις με τις λεγόμενες ναυτικές δυνάμεις, που πριν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η Αγγλία και μετά από αυτόν οι ΗΠΑ. Όμως από το 1974 μέχρι και την οικονομική κρίση, η Ελλάδα ακολουθούσε εκτός του παραπάνω δόγματος και μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που εδραζόταν στην καλλιέργεια καλών έως και άριστων σχέσεων με την Ρωσία, καθώς και άλλες τρίτες χώρες. Με αυτό τον τρόπο οι ελληνικές κυβερνήσεις κατόρθωναν να ελιχθούν κατάλληλα και να χρησιμοποιήσουν τον ρωσικό παράγοντα σε δύσκολες καταστάσεις ιδίως με την Τουρκία.
Δυστυχώς η ελληνική εξωτερική πολιτική αλλάξει ριζικά μέσα στην οικονομική κρίση και κυρίως επί κυβερνήσεων της «ριζοσπαστικής αριστεράς», του λεγομένου ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο ουσιαστικά διαρρηγνύει όλους τους διπλωματικούς δεσμούς με την Μόσχα και ακολουθεί μια μονοδιάστατη φιλοαμερικανική έως και αμερικανόδουλη εξωτερική πολιτική. Αποκορύφωμα το 2018, όταν για ασήμαντο λόγο απελαύνονται Ρώσοι διπλωμάτες από την χώρα μας. Η «πατριωτική» αυτή ενέργεια υλοποιήθηκε από τον «αξιολογότατο» υπουργό εξωτερικών κ. Κοτζιά και είχε ως φυσικό αποτέλεσμα να απαντήσουν ανάλογα οι Ρώσοι με αντίστοιχες απελάσεις. Έκτοτε οι σχέσεις μας με τη Μόσχα είναι «απόμακρες» έως «αδιάφορες».
Την ίδια και απαράλλακτη, μονοδιάστατη πολιτική υπέρ των ΗΠΑ ακολούθησε και η παρούσα κυβέρνηση. Ο κ. Μητσοτάκης τοποθετήθηκε υπέρ των ΗΠΑ και κατά του Ιράν στη δολοφονία του υποστρατήγου Σουλειμανί, με τρόπο μάλιστα που να ενοχληθεί η Τεχεράνη, υπέγραψε με τις ΗΠΑ συμφωνία αμυντικής συνεργασίας παραχωρώντας στην Ουάσιγκτον ότι ήθελε χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα και το κυριότερο η ελληνική εκκλησία αναγνώρισε το αυτοκέφαλο της ουκρανικής ορθοδόξου εκκλησίας, ενέργεια εχθρική προς την Ρωσία. Κοινός παρονομαστής των παραπάνω είναι η συνολική και απόλυτη ταύτιση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ τόσο επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ όσο και επί κυβέρνησης της ΝΔ.
Η χώρα μας από την δουλική και εξαρτημένη αυτή πολιτική μόνο κερδισμένη δεν πρόκειται να βγει. Αυτό απέδειξε και η πρόσφατη επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, που ήταν «η απόλυτη αποτυχία». Δεν πήρε τίποτα, ούτε μια δήλωση, αντιμετωπίστηκε με ψυχρότητα, όπως αντιμετωπίζουν οι αφέντες τους δούλους τους. Ήταν η πλήρης απαξίωση της Ελλάδος, του κράτους προτεκτοράτου των ΗΠΑ, που δεν μπορεί να ορθώσει ανάστημα και φωνή. Όταν μια χώρα επιλέγει να είναι «κράτος-δούλος» δίνει το δικαίωμα στο «κράτος-αφέντη» να το χρησιμοποιήσει ανάλογα και εάν χρειαστεί, σύμφωνα με τα συμφέροντά του, να το «πουλήσει» σε κάποια άλλη δύναμη για να κερδίσει κάποια άλλα οφέλη στην παγκόσμια διεθνή σκηνή. Αυτή είναι η μέγιστη κατάντια της Ελλάδος που αυτοαναιρέθηκε ως ανεξάρτητο κράτος και αποφάσισε να λειτουργεί ως «κράτος παρίας» της Ουάσιγκτον.
Η θλιβερή εικόνα της χώρας ολοκληρώνεται με την απουσία της από την Διεθνή Διάσκεψη του Βερολίνου για την Λιβύη, όπου θα συμμετάσχει ακόμα και η Δημοκρατία του Κογκό. Η χώρα μας είναι απομονωμένη από τα σημαντικότατα γεγονότα που διαδραματίζονται στον εγγύς περίγυρό της και έχουν άμεσες επιπτώσεις στα ζωτικά συμφέροντά της. Η Ρωσία και Τουρκία αποδεικνύονται οι χώρες κλειδιά για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και η Αθήνα, εξ υπαιτιότητάς της, έχει τους διπλωματικούς διαύλους επικοινωνίας με τη Μόσχα κλειστές. Ταυτόχρονα η Ουάσιγκτον λαμβάνει πιο σοβαρά υπόψη της την Άγκυρα, δημιουργώντας αμηχανία στην πολύπαθη Αθήνα. Οδεύουμε δύσβατα μονοπάτια που μας οδηγούν στην απώλεια κυριαρχικών δικαιωμάτων μας σε ξηρά, θάλασσα και αέρα.
Η μέγιστη ευθύνη καταλογίζεται στις ελληνικές ελίτ που κυβερνούν με ανορθόδοξο και επικίνδυνο τρόπο την χώρα. Και μέσα σε όλα αυτά ο Έλληνας υπουργός Εθνικής Άμυνας είπε ότι το 2027 η ελληνική αεροπορία με τον εκσυγχρονισμό της (Τα F-16 σε Viper) θα έχει το «πάνω χέρι στο Αιγαίο». Το ερώτημα είναι εάν το 2027 θα υπάρχει Ελλάδα ή ποια Ελλάδα θα υπάρχει, με μισό Αιγαίο, χωρίς ΑΟΖ, με αποκομμένο το Καστελόριζο και με πλήρη κυριαρχία της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο; Οι «Έλληνες» πολιτικοί άργησαν πολύ να σκεφτούν για τους εξοπλισμούς των Ενόπλων Δυνάμεων. Τώρα είναι δυστυχώς αργά και το ξέρουν οι φίλοι μας οι Τούρκοι. Άλλωστε και η παρούσα κυβέρνηση ως κύρια αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων έχει καθορίσει την φροντίδα των παράνομων μεταναστών.