«Εάν έπρεπε να επιλέξω κάτι από την Ελλάδα, αυτό δεν θα ήταν ένα συγκεκριμένο μέρος αλλά ένα …πράγμα. Θα ήταν το φως. Δεν νομίζω ότι οι Έλληνες το συνειδητοποιούν πάντα αυτό. Υπάρχει κάτι πολύ ιδιαίτερο στο φως αυτής της χώρας».
Καθισμένος στον κήπο κεντρικού ξενοδοχείου της Θεσσαλονίκης, ο πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, σηκώνει για λίγο το βλέμμα στον ουρανό, που αν και μουντός παραμένει φωτεινός, ένα από τα πράγματα που τον εντυπωσιάζουν περισσότερο όλα αυτά τα χρόνια στην Ελλάδα.
Το ραντεβού γι’ αυτή τη …διαφορετική -από άποψη περιεχομένου- συνέντευξη στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων με τον μακροβιότερο σε θητεία Αμερικανό πρέσβη στην Ελλάδα είχε δοθεί στο περιθώριο του φόρουμ που διοργάνωσε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη το Ελληνο- Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, με βασικό αντικείμενο την καινοτομία.
Όμως η συζήτηση έμελλε να εξελιχθεί γύρω από την Ιστορία, αυτή που στην Ελλάδα μπορείς να την «αγγίξεις» παντού, όπως χαρακτηριστικά λέει, αυτά που «δένουν» Έλληνες κι Αμερικανούς, το ελληνικό φιλότιμο, το ποδήλατο ως μέσο ισορροπίας στη ζωή, τους πάντα επίκαιρους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους αλλά και τους Έλληνες που …μιλάνε πολύ!
«Έχω έναν πολύ μακρύ κατάλογο από αγαπημένα μέρη. Είναι σαν να ρωτάει κανείς ποιο είναι το αγαπημένο σου παιδί. Δεν υπάρχει απάντηση σ’ αυτό… Ένα από τα πράγματα που είναι ξεχωριστά στην Ελλάδα είναι η ποικιλομορφία του τοπίου σ’ ένα μικρό κομμάτι γης και κυρίως το φως», λέει, απαντώντας χωρίς δεύτερη σκέψη για το ποιο είναι το αγαπημένο του μέρος στην Ελλάδα και περιγράφει μια σκηνή που τού έχει μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη.
«Ήμουν στη Σίφνο πρόσφατα, στο Κάστρο, την ώρα που έδυε ο ήλιος. Φτάσαμε με τη σύζυγό μου ακριβώς την ώρα που το φως “έλουζε” το εκκλησάκι των Επτά Μαρτύρων κι όλα τ’ άλλα ήταν στη σκιά. Ήταν κάτι μαγικό. Καταλαβαίνεις γιατί αναδύθηκαν όλοι αυτοί οι κλασσικοί ελληνικοί μύθοι. Επειδή υπάρχει κάτι πολύ μαγικό σε σχέση με το πού “συναντώνται” το φως και η γη σ’ αυτό το μέρος του κόσμου», αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Στην Ελλάδα μπορείς ν’ “αγγίξεις” παντού την Ιστορία»
Λάτρης της Ιστορίας, ο Αμερικανός πρέσβης αναγνωρίζει πως «ένα από τα πράγματα που είναι φανταστικά σ’ αυτή τη χώρα είναι πως πρόκειται για ένα μέρος, όπου μπορείς ν’ “αγγίξεις” την Ιστορία» κι αυτό δεν συμβαίνει πουθενά αλλού στον κόσμο! «Να περπατάς στην Αρχαία Αγορά και να στέκεσαι στους βράχους, όπου ο Σωκράτης στεκόταν όταν ξεδίπλωνε το όραμά του για τη φιλοσοφία… είναι μοναδικό», λέει και συμπληρώνει πως το ίδιο συναίσθημα τον κυριεύει και όταν με το ποδήλατό του κάνει βόλτα στον Μαραθώνα, εκεί που Αθηναίοι και Πλαταιείς αντιμετώπισαν με σθένος την πρώτη εισβολή των Περσών στην Ελλάδα.
Έχοντας επισκεφθεί περισσότερες φορές από κάθε άλλον Αμερικανό πρέσβη τη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη στην πενταετή και πλέον θητεία του, η απάντηση στην ερώτηση για το τι ξεχωρίζει με το μάτι ενός απλού επισκέπτη στη βόρεια Ελλάδα, βγαίνει μάλλον αβίαστα. «Η βόρεια Ελλάδα έχει αρκετά πράγματα που την κάνουν να ξεχωρίζει. Ένα απ’ αυτά είναι η Ιστορία. Η ιστορία της Μακεδονίας και του Μεγάλου Αλεξάνδρου», λέει και στρέφεται προς την Αμερικανίδα πρόξενο Ελίζαμπεθ Λι που κάθεται δίπλα του, παροτρύνοντάς την να μην παραλείψει να επισκεφθεί τη Βεργίνα και την Πέλλα.
Αυτό που τον εντυπωσιάζει ιδιαίτερα, όχι μόνο στη βόρεια Ελλάδα αλλά σε όλη την επικράτεια, είναι το γεγονός ότι βουνό και θάλασσα σμίγουν αρμονικά και από την κορυφή του Ολύμπου, για παράδειγμα, μπορείς σε λίγη ώρα να βρεθείς σε κάποια παραλία ή από τη Θεσσαλονίκη να «πεταχτείς» για ένα μπάνιο στις υπέροχες θάλασσες της Χαλκιδικής.
«Πάντα λέω ότι οι Κυκλάδες είναι όμορφες αλλά είναι σαν μια υποθαλάσσια έρημος, δεν υπάρχει πολλή ζωή κάτω στον βυθό, ενώ στη Χαλκιδική υπάρχουν ψάρια παντού. Έκανα καταδύσεις εκεί και είπα “ω Θεέ μου, από πού προέρχονται όλα αυτά τα ψάρια;”. Ήταν σαν ταινία του NEMO», λέει χαμογελώντας.
Κάνοντας μια αναδρομή πίσω στον χρόνο, ανασύρει στη μνήμη του μια επίσκεψη στο οινοποιείο Κυρ- Γιάννη. «Έχω ένα χρέος στον Γιάννη Μπουτάρη επειδή μία από τις πλέον μαγικές ημέρες που έχω περάσει στη βόρεια Ελλάδα ήταν ένα ανοιξιάτικο απόγευμα στο οινοποιείο του Κυρ- Γιάννη», αναφέρει χαρακτηριστικά περιγράφοντας μια από τις ξεχωριστές στιγμές που έχει ζήσει στη χώρα μας.
Οι πάντα επίκαιροι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και τα 200 χρόνια φιλίας
Με αφορμή τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση και την καμπάνια της διπλωματικής αποστολής των ΗΠΑ στην Ελλάδα για τον εορτασμό της σημαντικής επετείου, με τίτλο «ΗΠΑ & Ελλάδα: Γιορτάζοντας 200 χρόνια φιλίας», ο Αμερικανός πρέσβης υπενθυμίζει τις δηλώσεις του Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν με αφορμή την ελληνική επέτειο, όπου μίλησε για τις κοινές αξίες που καθοδήγησαν τις κοινωνίες μας «και οι οποίες είναι πολύ σημαντικές γι’ αυτή την αμερικανική διοίκηση», όπως επισημαίνει.
Σημειώνει δε, ότι η έκθεση για τους Αμερικανούς φιλέλληνες στο Μουσείο Φιλελληνισμού, στην Αθήνα, αναδεικνύει στο ευρύ κοινό τη σημαντική προσφορά των Αμερικανών φιλελλήνων –ένα κομμάτι της ιστορίας όχι ιδιαίτερα γνωστό– αλλά και τη στενή ιδεολογική σχέση της Αμερικανικής με την Ελληνική Επανάσταση, ως φορείς των νεωτερικών πολιτικών αξιών.
Με σπουδές στις Πολιτικές Επιστήμες, ο Τζέφρι Πάιατ δεν θα μπορούσε παρά να γνωρίζει καλά τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους που «έχτισαν» με τον λόγο τους τις αρχές της Δημοκρατίας, αφήνοντας σπουδαία παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Πόσο επίκαιρη, ωστόσο, βρίσκει ο ίδιος αυτή την κληρονομιά;
Ο Πλάτωνας ήταν πάντα στο επίκεντρο των σπουδών μας στο Πανεπιστήμιο και εξακολουθούν αυτά τα διδάγματα να επηρεάζουν το παγκόσμιο γίγνεσθαι, λέει υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι θα πρέπει ν’ αντλούμε και τα ανάλογα μαθήματα από την Ιστορία. «Όλοι θυμόμαστε ότι η αθηναϊκή Δημοκρατία επίσης κατέρρευσε γι’ αυτό και δεν θα πρέπει να θεωρούμε τη Δημοκρατία δεδομένη αλλά να την προστατεύουμε», σημειώνει.
Φιλότιμο, Άνθρωποι, Τοπίο… Η Ελλάδα σε τρεις λέξεις
Λένε πως το φιλότιμο είναι σχεδόν αδύνατο να μεταφραστεί επαρκώς σε κάποια ξένη γλώσσα καθώς περιγράφει ένα σύνθετο πλέγμα αρετών. Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που στην ερώτηση πώς θα περιέγραφε την Ελλάδα με τρεις λέξεις, ο Αμερικανός πρέσβης ξεκινά την απαρίθμηση με το φιλότιμο στα …ελληνικά.
«Πρώτα απ’ όλα είναι το φιλότιμο. Η ελληνική είναι μια πολύ γενναιόδωρη και φιλόξενη κοινωνία. Όλοι το συνειδητοποιούν αυτό», λέει χαρακτηριστικά, ενώ δεν θα μπορούσε ν’ αφήσει έξω από το τρίπτυχο τους ανθρώπους και τη γη, το τοπίο σε συνδυασμό πάντα με το φως.
«Είναι και οι άνθρωποι, οι υπέροχες αξίες τους και οι οικογενειακοί δεσμοί», σημειώνει και συμπληρώνει το παζλ με λίγη …γεωγραφία. «Η γη, το τοπίο σε συνδυασμό με το φως… Η γεωγραφία αυτού του μέρους είναι πραγματικά πολύ ιδιαίτερη», τονίζει ο Τζέφρι Πάιατ, ο οποίος σ’ αυτή τη γωνιά του κόσμου βρίσκει κάποια κοινά στοιχεία με την πατρίδα του, την Καλιφόρνια, «το καλύτερο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών», όπως περήφανα λέει.
Η απόφαση των …30 δευτερολέπτων να έρθει στην Ελλάδα
Έχοντας υπηρετήσει σε πολλά και δύσκολα πόστα προτού τού ζητηθεί να έρθει στην Ελλάδα, ο Τζέφρι Πάιατ δεν χρειάστηκε παρά μερικά …δευτερόλεπτα για να πάρει την απόφαση. Όσο, δηλαδή, διήρκεσε η συνεννόηση με τη σύζυγό του. «Γνώριζα την Ελλάδα όπως κάθε μορφωμένος Αμερικανός. Ήξερα για τους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους και ήρθα εδώ ως τουρίστας. Τα παιδιά μου κι εγώ ήρθαμε εδώ από την Ινδία το 2005, αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ήταν μια πολύ ωραία επίσκεψη», θυμάται ο Αμερικανός πρέσβης και ανακαλεί στη μνήμη του τη στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνό του και στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος τού ζητούσε ν’ αναλάβει χρέη πρέσβη στην Αθήνα. «Τού είπα δώσε μου περίπου τριάντα δευτερόλεπτα να μιλήσω με τη σύζυγό μου και είμαι σίγουρος πως η απάντηση θα είναι ναι!», λέει με ενθουσιασμό.
Γνωστός στους κύκλους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ως ένας άνθρωπος που έχει εργαστεί πάνω σε δύσκολες προκλήσεις στην καριέρα του ως διπλωμάτης, ο Τζέφρι Πάιατ έμελλε να έρθει αντιμέτωπος με μια ακόμη δύσκολη αρχή στο νέο του πόστο αφού, όπως λέει χαρακτηριστικά, λίγο προτού φτάσει στην Ελλάδα «ήταν μια τρελή στιγμή, ακριβώς πριν από το δημοψήφισμα, με τις ουρές στα ΑΤΜ, όταν όλοι πίστευαν πως η Ελλάδα πρόκειται να πέσει στα βράχια…».
Ορμώμενος απ’ αυτό που στους κύκλους των Αμερικανών διπλωματών αποτελεί βασική αρχή, ότι δηλαδή «όλοι στεκόμαστε στους ώμους των προκατόχων μας», φρόντισε να συναντήσει αρκετούς από τους πρέσβεις που είχαν υπηρετήσει στη χώρα μας, όπως ο Τομ Μίλερ και ο Νίκολας Μπερνς, ο οποίος υπήρξε και μέντοράς του από την εποχή της Ινδίας.
«Όλοι μού είπαν βασικά δύο πράγματα: είναι ένα καταπληκτικό πόστο, θα περάσεις υπέροχα, οι άνθρωποι είναι φανταστικοί… αλλά η κατάσταση είναι δύσκολη. Καλή τύχη!», θυμάται από τις συζητήσεις εκείνης της εποχής.
Από τότε βέβαια πολλά έχουν αλλάξει και μια από τις ιστορίες από τη θητεία του εδώ που φέρνει στη συζήτηση είναι «που είδα την Ελλάδα να μετατρέπεται από μια χώρα σε κρίση σε μια χώρα όχι μόνο σταθερό, βασικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά μια χώρα που τα άλλα κράτη της ΕΕ βλέπουν ως μοντέλο καλών πρακτικών σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της πανδημίας», όπως χαρακτηριστικά λέει.
Ποδήλατο για ισόρροπη ζωή
Ένα γρήγορο πέρασμα από τον λογαριασμό του Αμερικανού πρέσβη στο Twitter αρκεί για να καταλάβει κανείς την αγάπη του για την ποδηλασία που, όπως τονίζει, «φέρνει την ισορροπία στη ζωή μου κι είναι ένας τρόπος για να μπορώ ν’ απολαμβάνω το ελληνικό φαγητό!». Αλλά όχι μόνο αυτό, αφού πάνω στις δυο ρόδες του ποδηλάτου απολαμβάνει και γνωρίζει καλύτερα την ελληνική φύση.
«Θυμάμαι πάντα ένα από τα ποδηλατικά μου ταξίδια στη Μάνη. Είχε πολλή ζέστη κι είχα ξεκινήσει νωρίς ν’ ανέβω στο βουνό. Ξαφνικά έφτασα σ’ ένα συγκεκριμένο υψόμετρο και υπήρχε υγρασία από το βράδυ που εξατμιζόταν πολύ γρήγορα και ξαφνικά μού ήρθε μια απίστευτη μυρωδιά από τσάι του βουνού από τα φυτά στο πλάι του δρόμου. Ήταν σαν να είχα μπει μέσα σε μια γιγάντια τσαγιέρα! Πάντα θυμάμαι αυτή τη σκηνή», εξιστορεί.
Θερμός υποστηρικτής των μέσων που υποστηρίζουν τη μικροκινητικότητα, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στη Θεσσαλονίκη, ο Τζέφρι Πάιατ έκανε πατίνι και ποδήλατο στην παραλία της πόλης και στην ερώτηση αν τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας θα έπρεπε ν’ αναζητήσουν τέτοιου είδους λύσεις, η απάντηση είναι καταφατική. «Οπωσδήποτε στη Θεσσαλονίκη που παλεύει με το κυκλοφοριακό της», σημειώνει υπογραμμίζοντας τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι εναλλακτικοί τρόποι μετακίνησης στην περίοδο της πανδημίας σε όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου.
…και ευελιξία ακόμη και στη …φλυαρία!
Κλείνοντας τη συνέντευξη τον ρωτάμε ποιο θεωρεί το πιο ευδιάκριτο χαρακτηριστικό Ελλήνων κι αυτός, επιστρατεύοντας μια μεγάλη δόση χιούμορ, απαντά: «Οι Έλληνες μπορούν να μιλούν με τις ώρες περισσότερο από κάθε άλλον λαό που έχω συναντήσει!».
«Ήμασταν σ’ ένα νησί με τη σύζυγό μου και καθόμασταν στην παραλία, διαβάζαμε, κολυμπούσαμε και δίπλα μας παρέες Ελλήνων που μιλούσαν ακατάπαυστα από τη μία το μεσημέρι ως τις 7 το βράδυ!», θυμάται.
Σημειώνει, ωστόσο, πως πρόκειται για ένα πολύ ευδιάκριτο πολιτισμικό χαρακτηριστικό που ίσως εξηγεί ευκολότερα γιατί το λοκντάουν ήταν τόσο δύσκολο για τους Έλληνες, αφού η διάδραση αποτελεί σημαντικό κομμάτι της κουλτούρας τους.
Όσο για το ποια πράγματα τον ενοχλούν ίσως στους Έλληνες, απαντά με όρους …διπλωματίας. «Δεν είναι πολλά πράγματα που μ’ ενοχλούν. Δεν θα πετύχεις ως Αμερικανός διπλωμάτης αν δεν είσαι ευέλικτος γιατί κάθε μέρος είναι διαφορετικό», λέει χαρακτηριστικά.
ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ