Συνέντευξη του Υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου, στην εφημερίδα «Νέα Σελίδα» και τη δημοσιογράφο Κατερίνα Ακριβοπούλου
Μέχρι πού θα επιμείνει η κυβέρνηση σε ό,τι αφορά στις αντιδράσεις της απέναντι στη θέση Μητσοτάκη ότι «ανταλλάξατε τη Μακεδονία με τις συντάξεις»;
Ο κ. Μητσοτάκης μας έχει συνηθίσει σε μια γενικώς κακής ποιότητας και χαμηλού επιπέδου αντιπολίτευση. Ανακρίβειες, διαστρεβλώσεις, σκόπιμη παραγνώριση της πραγματικότητας, αναπαραγωγή ψευδών ειδήσεων, αστήρικτη καταστροφολογία. Ομολογώ όμως ότι δεν περίμενα πως θα έφτανε στο σημείο να αντιγράφει τον αρχηγό της Χρυσής Αυγής στην προσπάθειά του να προξενήσει ζημιά στην κυβέρνηση. Η καταγγελία του αυτή, εκτός ότι είναι παντελώς αστήρικτη και ανόητη, έχει όμως και μια άλλη συνέπεια, που φαίνεται ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν έλαβε υπόψη του: διότι αν από τη μια μεριά του τραπεζιού της συναλλαγής καθόταν η ελληνική κυβέρνηση, θα πρέπει να μας πει ποιος καθόταν από την άλλη. Ποιος ήταν ο αντισυμβαλλόμενος; Και εκεί ξεκινούν τα προβλήματα για τον κ. Μητσοτάκη. Διότι κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να κάθεται στην άλλη πλευρά του τραπεζιού εκτός από τους ηγέτες των χωρών της Ευρωζώνης, με πολλούς από τους οποίους ο κ. Μητσοτάκης συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Και τώρα θα πρέπει να εξηγήσει πώς είναι δυνατόν να συμμετέχει στο ίδιο κόμμα με τους συνεργούς στην «προδοσία» της Μακεδονίας. Διαφορετικά, είτε είναι και ο ίδιος συνένοχος είτε απλώς ήθελε να πει μια ακόμη ανοησία για να δημιουργήσει εντυπώσεις. Σε κάθε περίπτωση οφείλει μια συγγνώμη, την οποία όμως είμαι βέβαιος ότι δεν πρόκειται να ζητήσει. Καθώς μέσα στον ζήλο του να κάνει αντιπολίτευση μετατοπίζεται διαρκώς προς την ακροδεξιά, όχι μόνο ως προς το περιεχόμενο του λόγου του, αλλά και ως προς την ηθική του ποιότητα.
Πιστεύετε ότι ήταν ατόπημα ή συνειδητή επιλογή η τοποθέτησή του στη Βουλή;
Νομίζω ότι ήταν συνειδητή επιλογή. Δεν του ξέφυγε. Κι αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι δεν ήταν ο μοναδικός ούτε καν ο πρώτος από τη Νέα Δημοκρατία που προέβη σε αυτή την «καταγγελία». Ο κ. Μητσοτάκης έχει καταλήξει εξάλλου να τοποθετείται αρκετές φορές ως μαθητευόμενος ακροδεξιός και νομίζω ότι αυτό συνέβη και τούτη τη φορά. Διότι η αυθεντική ομιλία εκείνης της συνεδρίασης δεν ήταν αυτή του κ. Μητσοτάκη, αλλά η ομιλία του κ. Γεωργιάδη. Ο κ. Μητσοτάκης δεν έκανε τίποτα άλλο από το να επαναλάβει λέξη προς λέξη όλες τις ακροδεξιές παραδοξολογίες του αντιπροέδρου του, που, εκτός από την πολιτική καθοδήγηση της ΝΔ, έχει αναλάβει και τη μύηση του κ. Μητσοτάκη στο ακροδεξιό ιδεολογικό σύμπαν.
Οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων ήταν αυτές που αναμένατε ως προς την «έκθεση» του κ. Μητσοτάκη;
Εμείς δεν περιμένουμε από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους να συνετίσουν τον κ. Μητσοτάκη. Ούτε η αντίδρασή μας είχε τέτοιο σκοπό. Το ζήτημα για εμάς είναι να αναδειχτούν η πολιτική του διπροσωπία και η αναξιοπιστία του. Κάτι που αφορά και στους φιλελεύθερους και στους κεντρώους και στους κεντροδεξιούς πολίτες που ακολουθούν ή είναι φιλικά προσκείμενοι στη Νέα Δημοκρατία. Διότι ο κ. Μητσοτάκης, υιοθετώντας όλες τις ανοησίες του ακροδεξιού πολιτικού λόγου, παριστάνει στο εσωτερικό τον Μακεδονομάχο, αλλά στα μυστικά ραντεβού, είτε τα δικά του είτε της κυρίας Σπυράκη, ομολογεί στους Ευρωπαίους αξιωματούχους ότι έχει αυτή τη στάση απέναντι στη συμφωνία για να μην διασπαστεί το κόμμα του. Και διαβεβαιώνει ότι μετά τις εκλογές θα είναι εκείνος που θα έρθει σε συμφωνία με τους γείτονές μας. Όμως, ξέρετε αυτή η διγλωσσία σε τελευταία ανάλυση κάνει κακό στη χώρα. Κι αυτό όχι μόνο από ηθική άποψη. Καθώς η υιοθέτηση από την πλευρά του κ. Μητσοτάκη ενός λόγου εθνικιστικού, ενός λόγου μίσους παράγει πραγματικά κοινωνικά, πολιτικά και ιδεολογικά αποτελέσματα. Νομιμοποιεί την ακροδεξιά, νομιμοποιεί τον ακραίο εθνικισμό, τον μετατρέπει σε νόμιμη, αν θέλετε, ιδεολογία. Κι αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.
Πολλοί λένε ότι το άνοιγμα του Νίκου Μιχαλολιάκου προς τη ΝΔ λειτούργησε τελικώς προβοκατόρικα για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Γιατί το λέτε αυτό; Όταν ο κύριος Μητσοτάκης δανείζεται δήθεν επιχειρήματα από το ιδεολογικό και πολιτικό οπλοστάσιο της Χρυσής Αυγής, όταν έχει παραδώσει τα κλειδιά του κόμματός του στην ομάδα των Γεωργιάδη, Σαμαρά, Βορίδη, όταν μετατοπίζει το κόμμα και τον λόγο του διαρκώς προς την άκρα Δεξιά, δεν είναι επόμενο ότι θα καταστήσει αντικειμενικά τη Χρυσή Αυγή πολιτικό συνομιλητή του; Αυτό ακριβώς είναι και το επικίνδυνο με τη στάση του κυρίου Μητσοτάκη. Γι’ αυτό και τη χαρακτηρίζω και ανόητη αλλά και επικίνδυνη.
Ο πρωθυπουργός προειδοποίησε από τη Βουλή ότι μπορεί και να μην κατατεθεί καν για κύρωση στο ελληνικό Κοινοβούλιο η συμφωνία των Πρεσπών αν ο Ζόραν Ζάεφ συνεχίσει τις αποκλίσεις από τα συμφωνηθέντα. Την επομένη ο Σκοπιανός πρωθυπουργός προχώρησε στις τροπολογίες που ικανοποίησαν την κυβέρνηση στην Αθήνα. Νομίζετε ότι αποκαταστάθηκαν τα πράγματα ή ανησυχείτε μέχρι τις 15 Ιανουαρίου;
Ο στόχος του πρωθυπουργού είναι διακηρυγμένος και σαφής. Να τεθεί σε ισχύ η συμφωνία των Πρεσπών, που επιλύει μια ιστορική εκκρεμότητα δεκαετιών και είναι μια συμφωνία- πρότυπο για τον τρόπο με τον οποίο οφείλουν να επιλύονται τέτοιου τύπου διαφορές, που ανάγονται σε τελική ανάλυση σε ζητήματα ιστορικών ταυτοτήτων. Αυτός είναι και ο στόχος του Ζόραν Ζάεφ και νομίζω ότι οι προτάσεις αναθεώρησης που κατέθεσε στο Κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ αποδεικνύουν ξεκάθαρα ότι ο σεβασμός στο πνεύμα και το γράμμα της συμφωνίας των Πρεσπών είναι αδιαμφισβήτητος. Με τις προτάσεις αυτές αίρεται κάθε ανησυχία για το ενδεχόμενο έγερσης οποιασδήποτε αλυτρωτικής αξίωσης από τους γείτονές μας στο μέλλον και κλείνει οριστικά το θέμα.
Παρά την αμφισημία ως προς τις προθέσεις του Σταύρου Θεοδωράκη αλλά και βουλευτών από άλλα κόμματα, εσείς εμφανίζεστε βέβαιος ότι η κυβέρνηση θα πετύχει την απαιτούμενη πλειοψηφία για την κύρωση της συμφωνίας. Πού στηρίζετε αυτή τη βεβαιότητα;
Η συμφωνία των Πρεσπών είναι, όπως σας έλεγα προηγουμένως, μια συμφωνία-πρότυπο και βάζει τίτλους τέλους σε μια ιστορικού χαρακτήρα εκκρεμότητα. Θεωρώ, λοιπόν, ότι θα λειτουργήσουν τα προοδευτικά αντανακλαστικά στο ελληνικό Κοινοβούλιο για να μην αφήσουμε αυτή την ευκαιρία, ίσως την τελευταία που έχουμε, αναξιοποίητη. Διότι η ευκαιρία προέκυψε ακριβώς επειδή στη γειτονική μας χώρα αναδείχτηκε μια κυβέρνηση προοδευτική και με συναίσθηση της ιστορικής ανάγκης επίλυσης του ζητήματος. Θεωρώ, λοιπόν, ότι αρκετοί βουλευτές το αντιλαμβάνονται αυτό, και στο Ποτάμι και σε άλλα κόμματα, και είναι ακριβώς αυτός ο λόγος που είμαι βέβαιος ότι θα επιτευχθεί μια ευρεία πλειοψηφία. Εξάλλου και οι τελευταίες δηλώσεις του κ. Θεοδωράκη σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται. Ενώ και στο ΚΙΝΑΛ φαίνεται ότι η συζήτηση δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Θεωρώ ότι υπάρχουν και εκεί δυνάμεις που θα τοποθετηθούν με πατριωτικό και προοδευτικό αίσθημα ευθύνης.
Αν δεν συγκεντρωθούν οι 151 ψήφοι, τι θα γίνει;
Δεν βλέπω πιθανό ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Ο πρωθυπουργός, ενώ μέχρι τώρα δήλωνε ότι οι εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο του 2019, προχθές στη Βουλή είπε για τον Σεπτέμβριο. Μικρή η διαφορά, θα μου πείτε, αλλά μήπως υποδηλώνει μια προαναγγελία για αρκετά νωρίτερα;
Δεν θα έβγαζα πολιτικό συμπέρασμα από αυτή την αποστροφή. Οι εκλογές θα γίνουν με τη λήξη της τετραετίας και αυτό νομίζω ότι θα είναι προς όφελος και της ελληνικής οικονομίας και του πολιτικού συστήματος στη χώρα, καθώς θα εμπεδώσει την εμπιστοσύνη και την αίσθηση της επιστροφής στην κανονικότητα που σηματοδοτείται από την καθαρή έξοδο από το καθεστώς της μνημονιακής επιτροπείας τον Αύγουστο του 2018.
Πού αποδίδετε τη βελτίωση των δημοσκοπικών ευρημάτων;
Έχω πει αρκετές φορές το τελευταίο διάστημα ότι στις μέρες μας, ειδικά από το 2012 και μετά, οι δημοσκοπήσεις λειτουργούν περισσότερο ως εργαλεία επικοινωνιακής πολιτικής στα χέρια κομματικών και εκδοτικών επιτελείων και λιγότερο, ίσως και καθόλου, ως εργαλεία για την αποτύπωση των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών. Παρ’ όλα αυτά, και οι δημοσκόποι, κυρίως εκείνοι που συμμετέχουν σε αυτό το αλισβερίσι, αντιλαμβάνονται ότι θα πρέπει να δείξουν κλείσιμο της ψαλίδας και βελτιωμένα αποτελέσματα για τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς μπαίνουμε σε εκλογική χρονιά και πρέπει και αυτοί να διασώσουν ό,τι έχει μείνει από την αξιοπιστία τους.
Το κρίσιμο ζήτημα εδώ όμως δεν είναι οι δημοσκοπήσεις, αλλά η πραγματική διάθεση της κοινωνίας. Και αυτό που γίνεται σήμερα πλέον κατανοητό είναι ότι τα θετικά μέτρα κοινωνικής στήριξης των τελευταίων ετών, οι παρεμβάσεις για την οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού κράτους, η βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας και η μικρή αλλά αισθητή άνοδος του διαθέσιμου εισοδήματος είναι αποτέλεσμα των επιλογών και της πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης. Και ο λαϊκός κόσμος, η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει την παλινόρθωση του παλιού πολιτικού συστήματος, η οποία θα συνεπάγεται την ακύρωση αυτής της πορείας και την επιστροφή σε σκληρές και αντιλαϊκές πολιτικές, που αντιγράφουν τις αποτυχημένες συνταγές του ΔΝΤ.
Γιατί δεν έχετε καταλήξει ακόμη στην υποψηφιότητα για τον Δήμο Αθηναίων;
O ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχουμε πει πολλές φορές, σέβεται απολύτως την αυτονομία της αυτοδιοίκησης και το δικαίωμα των αυτοδιοικητικών κινήσεων της Αριστεράς να διαβουλεύονται και να συζητούν, όχι μόνο για την επιλογή των επικεφαλής τους, αλλά για όλα τα προγραμματικά ζητήματα που αφορούν στην αυτοδιοίκηση. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτό συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις, οι οποίες αναμένεται σύντομα να καταλήξουν. Και είμαι σίγουρος ότι η όποια επιλογή γίνει θα κινείται στην κατεύθυνση της συγκρότησης ενός μεγάλου κοινωνικού και πολιτικού προοδευτικού ρεύματος. Διότι, ξέρετε, η Αθήνα δεν ανήκει στους κληρονόμους. Τα ιδιοκτησιακά σύνδρομα, εξάλλου, στην πολιτική συνήθως καταλήγουν σε ηχηρές διαψεύσεις.