Συνέντευξη του Υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Καλημέρα, χρόνια πολλά, κύριε Τζανακόπουλε.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Καλημέρα, κύριε Αρβανίτη. Χρόνια πολλά.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Η πρώτη είδηση που βγάλαμε εμείς σήμερα στο ραδιόφωνο 24.7 είναι ότι φάνηκε άλλος ένας Μητσοτάκης –δεν ξέρω αν την έχετε δει, αν την έχετε ακούσει- στα Paradise Papers. Μιλάμε για τον εξάδελφο, τον κύριο Γιώργο Μητσοτάκη, ο οποίος έχει σχέση, απ’ ό,τι φαίνεται, η εταιρεία του με τα εξοπλιστικά και εμπλέκεται σε offshore κατασκευής αντιεκρηκτικών υλικών στην Αρούμπα -δεν ήξερα πού είναι η Αρούμπα, πάντως είναι ένα νησί έξω από τη Βενεζουέλα- και με τον ίδιο να εμφανίζεται ως διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Και είχε συμβάσεις και στο 2001-2004 και ήταν και σύμβουλος στο υπουργείο Εξωτερικών. Και ήταν μαζί με την κυρία Ντόρα Μπακογιάννη όταν είχαν πάει στον ΟΗΕ. Αυτά μας είπε ο Χάρης Καρανίκας, ο ερευνητής του ραδιοφώνου 24.7. Ξεκινάμε λοιπόν, σας ακούω.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Αρβανίτη, τώρα, τι περιμένετε να σας πω εγώ. Πολλαπλασιάζονται οι περιπτώσεις. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, βρίσκεις από πίσω, είτε συγγενείς είτε πολιτικά στελέχη είτε πρώην συμβούλους της Ν.Δ. Το θέμα είναι ότι είναι πλέον αναγκαίο για τον κύριο Μητσοτάκη να δώσει, εν πάση περιπτώσει, κάποιες απαντήσεις διότι το να αποφεύγει να σχολιάσει καν τις αποκαλύψεις, τα δημοσιεύματα –και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν μιλάμε για κίτρινο Τύπο, μιλάμε για…
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Διεθνές Δίκτυο Δημοσιογράφων.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: …μιλάμε για διεθνούς εμβέλειας, ένα διεθνές δίκτυο δημοσιογράφων όπου κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει και την εγκυρότητά του, αλλά και τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα της έρευνας, αλλά και φυσικά, το γεγονός ότι δεν έχει και κανέναν λόγο να εμπλακεί σε οποιουδήποτε είδους πολιτική αντιπαράθεση. Διότι πολλές φορές έχουμε ακούσει από τη Ν.Δ. ότι οι αποκαλύψεις, κατά έναν περίεργο τρόπο, εν πάση περιπτώσει, σχετίζονται είτε με την κυβέρνηση και τους πράκτορές της και διάφορα τέτοια περίεργα πράγματα. Ελπίζω να μην ισχυριστεί κανείς ότι το Διεθνές Δίκτυο Δημοσιογράφων είναι πράκτορες της ελληνικής κυβέρνησης ή του ΣΥΡΙΖΑ ή δεν ξέρω εγώ ποιού άλλου. Περιμένουμε απαντήσεις.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Περιμένετε απαντήσεις και στο κομμάτι που αφορά στα πρόσθετα στοιχεία που πρέπει να κατατεθούν στο πόθεν έσχες;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό είναι ζήτημα που αφορά πλέον την επιτροπή πόθεν έσχες. Εμείς, ως κυβέρνηση, δεν έχουμε κανέναν λόγο, ούτε κανένα ενδιαφέρον, να παρέμβουμε στη συγκεκριμένη υπόθεση. Έχει πάρει τον δρόμο της, όποιος είναι αυτός. Αυτό το ξέρει η επιτροπή Πόθεν Έσχες και αναμένουμε τα πορίσματά της και τις όποιες απαντήσεις, εν πάση περιπτώσει, δοθούν. Δεν θέλω να σχολιάσω περαιτέρω. Σας ξαναλέω ότι αυτά είναι ζητήματα που πρέπει να ακολουθούν τη θεσμική οδό και αυτό ακριβώς αναμένουμε κι εμείς. Την ολοκλήρωση της θεσμικής διαδικασίας για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε.
ΚΛΩΣΣΑΣ: Εγώ το μόνο που ήθελα να ρωτήσω σε σχέση με όλο αυτό το ζήτημα είναι: θα κάνετε κάτι ως κυβέρνηση να λήξει όλο αυτό το πράγμα μεταξύ του νόμιμου και του ηθικού, μεταξύ των «μπορώ να το κάνω, άρα γιατί μου λέτε γιατί έχω offshore;».
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όπως γνωρίζετε καλά κύριε Κλώσσα, η υπόθεση της φοροαποφυγής, είτε της νόμιμης φοροαποφυγής ή της φοροδιαφυγής, πρόκειται για ένα δυσκολότερο θέμα. Δεν είναι κάτι το οποίο αφορά ένα και μόνο κράτος. Μιλάμε για ένα παγκόσμιο πρόβλημα, για ένα πανευρωπαϊκό πρόβλημα και νομίζω ότι ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσει να επιλυθεί ή να χτυπηθεί αποτελεσματικά αυτού του τύπου η οικονομική πρακτική, δηλαδή η ίδρυση offshore εταιρειών, έτσι ώστε να καλύπτονται – εν πάση περιπτώσει- χρήματα, τα οποία προέρχονται είτε από παράνομες ενέργειες είτε προέρχονται από φοροδιαφυγή είτε προέρχονται από νόμιμες οικονομικές δραστηριότητες είναι κάτι το οποίο θέλει τεράστια και νομική προσπάθεια, αλλά και δημιουργική σκέψη. Δεν είναι κάτι απλό. Ξέρετε, η οικονομική ελίτ, διαρκώς, θα βρίσκει τρόπους να σπάει τα όρια του συστήματος ή να τα υπερβαίνει και αυτό να το παρουσιάζει ως μια νόμιμη πρακτική. Αυτό που μετράει…
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Συγγνώμη που σας διακόπτω, κύριε Εκπρόσωπε. Αυτό όμως, που έχει μια αξία για τον πολίτη είναι ότι η οικονομική ελίτ δικαιώνεται ουσιαστικά από ανώτατα δικαστήρια. Σημειώνω εδώ, δηλαδή, ότι για την απόφαση του ΣτΕ, όχι μόνο για αυτή, αλλά και για τα προηγούμενα, για τη λίστα Λαγκάρντ, για τη λίστα Μπόργιανς, για τις λίστες που ήρθαν με τον άλφα ή βήτα τρόπο, για τα προηγούμενα cd’s που ήταν ξεχασμένα κάτω από τα συρτάρια και παραγράφονται συνεχώς. Αυτό είναι ένα ζήτημα. Μπορεί –και αν γίνεται- η πολιτική ηγεσία να θέλει, οι πολίτες να το απαιτούν και κάπως, με διάφορους τρόπους, νόμιμους, αυτό να μην προχωρά.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι. Είναι ακριβώς αυτό που σας περιέγραφα προηγουμένως. Δηλαδή, ότι το θέμα είναι, καταρχάς, να υπάρχει μια πολιτική ηγεσία, η οποία έχει τη βούληση να καταπολεμήσει το φαινόμενο, να προωθήσει και νομικούς και πραγματικούς τρόπους αποτελεσματικού ελέγχου για τις ομάδες εκείνες οι οποίες προσφεύγουν σε αυτού του τύπου τις πρακτικές. Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις των δικαστηρίων είναι κάθε φορά διαφορετικές. Παράδειγμα, υπήρχε για τη λίστα Λαγκάρντ ένα επιχείρημα, νομιμοφανές αυτό ή εν πάση περιπτώσει και νομικοφανές, ότι δήθεν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εξαιτίας του γεγονότος ότι τα στοιχεία τα οποία εμπεριείχε είχαν αποκτηθεί παρανόμως. Όπως ξέρετε, η κυβέρνηση πριν από ενάμιση, δύο χρόνια –δεν θυμάμαι ακριβώς πότε- ψήφισε μια διάταξη, μια νομική ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία στοιχεία τα οποία φτάνουν στην κυβέρνηση και στους ελεγκτικούς μηχανισμούς, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανεξαρτήτως της πηγής τους. Άρα, λοιπόν, ως προς αυτό το ζήτημα, η πολιτική βούληση μετατράπηκε και σε πολιτική πράξη και σε διοικητική πράξη, με την έννοια ότι επιλύθηκε και, πλέον, έχουμε τη δυνατότητα ως ελληνική κυβέρνηση –χωρίς να δίνεται η δυνατότητα σε κανέναν να το αμφισβητήσει αυτό- να ελέγχουμε τις λίστες. Σε ό,τι αφορά, τώρα, το δεύτερο παράδειγμα που αναφέρατε σε σχέση με τις παραγραφές, θα μπορούσε κανείς να κάνει μια νομική συζήτηση γύρω από το εάν και κατά πόσο η συγκεκριμένη απόφαση του ΣτΕ ήταν ορθή. Και οφείλω να σας πω το εξής: ακόμη και σε αυτό το επίπεδο όταν πηγαίνει η συζήτηση, δηλαδή αν και κατά πόσο η συγκεκριμένη απόφαση ήταν ορθή και αν υπήρχε άλλος νομικός τρόπος να αποφευχθεί, αν έγινε σωστά η στάθμιση των συγκρουόμενων συμφερόντων, δηλαδή, από τη μια μεριά το δημόσιο συμφέρον και η ανάγκη να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η φοροδιαφυγή, από την οποία η χώρα αυτή έχει υποφέρει πάρα πολλά και από την άλλη μεριά, να προστατευθούν τα δικαιώματα και η αρχή της ασφάλειας δικαίου. Αλλά, αν την κάνουμε αυτή τη συζήτηση θα υπάρχει από τη μεριά της Ν.Δ. η καταγγελία ότι δήθεν παρεμβαίνουμε. Άρα, λοιπόν, πρέπει να πάμε ένα βήμα πίσω και να συνεννοηθούμε ότι είναι δυνατόν στον δημόσιο διάλογο η κυβέρνηση, το Κοινοβούλιο, οι δημοσιογράφοι ή οι πολιτικοί παράγοντες, τα στελέχη της αντιπολίτευσης, να συζητούν επί δικαστικών αποφάσεων. Διότι, ξέρετε, αυτό είναι καινοφανές.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Κύριε Τζανακόπουλε, βλέπετε να υπάρχει έδαφος για αυτό και αφήστε τη Ν.Δ.. Οι άλλοι βλέπετε ότι ανοίγουν τέτοιους διαύλους επικοινωνίας; Μιλάω για το Κίνημα Αλλαγή ή τα άλλα κόμματα. Εγώ μπετόν τους βλέπω
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ παρακολούθησα αρκετές από τις ομιλίες των στελεχών του Κινήματος Αλλαγή, κατά τη διάρκεια του Προϋπολογισμού και αυτό το οποίο είδα είναι ότι, ειδικά σε ό,τι αφορά τη δικαιοσύνη, ο λόγος τους ταυτίζεται πλήρως και ολοκληρωτικά με τον λόγο της Ν.Δ. Δηλαδή, μας κατηγορούν ότι δήθεν παρεμβαίνουμε στη δικαστική εξουσία, ότι δήθεν έχουμε ανοίξει βεντέτα με τη δικαστική εξουσία και διάφορα τέτοια γραφικά τη στιγμή που αυτό το οποίο είναι το ζητούμενο, είναι να υπάρξει μια σοβαρή συζήτηση για το εάν και κατά πόσο θα βρούμε λύσεις για να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή. Αυτό είναι το ζητούμενο. Επομένως, δεν καταλαβαίνω τον λόγο για τον οποίο απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πολιτικό στέλεχος ή σε οποιοδήποτε κυβερνητικό στέλεχος να σχολιάσει, να κάνει κριτική σε δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε καταλήγουν στο να δυσκολεύουν τους ελέγχους σε ένα κράτος του οποίου τις παθογένειες γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά.
ΚΛΩΣΣΑΣ: Μπορεί ο υπουργός Δικαιοσύνης, όμως, να κριτικάρει τις αποφάσεις των δικαστηρίων; Ο υπουργός Δικαιοσύνης, συγκεκριμένα, όχι γενικά οι πολιτικοί. Δηλαδή, να βγαίνει στο βήμα και να κριτικάρει τις αποφάσεις ή να λέει ποια θα ήθελε να είναι μια απόφαση.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Ή και ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, αν μπορεί.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η γνώμη μου είναι ότι αυτό γίνεται με τρόπο πολιτικό, με ορθό, με εν πάση περιπτώσει ένα έγκυρο νομικό επιχείρημα και όχι για λόγους που θέλουν να καθοδηγήσουν ή να παρέμβουν στη Δικαιοσύνη, αλλά για να υπάρξει μια δημόσια συζήτηση επί των νομικών αποφάσεων. Ξέρετε, οι δικαστικές αποφάσεις, γι΄ αυτό δημοσιεύονται, για να μπορούν να συζητούνται, για να μπορούν να κριτικάρονται, για να μπορούν να παίρνουν οι πολίτες θέση σε σχέση με αυτές. Σας ξαναλέω, είναι καινοφανές το να θεωρείται ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να σχολιάζει νομικές αποφάσεις. Στις ΗΠΑ, το 70% – 80% της πολιτικής συζήτησης γίνεται επί των αποφάσεων των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Αν αποφάσισε σωστά, αν δεν αποφάσισε σωστά, αν έπρεπε να κάνει κάτι άλλο, αν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο. Και όχι μόνο στις ΗΠΑ, σε μια σειρά από χώρες σοβαρές και πολιτισμένες. Εδώ, αυτά τα οποία βιώνουμε, τέλος πάντων, υπακούουν σε μια παράδοξη λογική, που την έχει επιβάλει στην πραγματικότητα στη δημόσια συζήτηση η Ν.Δ. Δηλαδή, ότι ουδείς δικαιούται να συζητά επί δικαστικών αποφάσεων, γιατί δήθεν αυτό αποτελεί παρέμβαση στη Δικαιοσύνη. Δεν είναι αυτό παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, κύριε Αρβανίτη και κύριε Κλώσσα. Παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη είναι να σηκώνονται τηλέφωνα, να δίνονται οδηγίες, να δημιουργούνται κυκλώματα παραεξουσίας, να δημιουργούνται κυκλώματα που πραγματικά θέλουν να καθοδηγήσουν δικαστικές αποφάσεις. Αυτά είναι τα προβλήματα. Όχι να σχολιάζει ο υπουργός Δικαιοσύνης ή να κριτικάρει, ακόμα-ακόμα, μια δικαστική απόφαση για νομικούς λόγους.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Κύριε Τζανακόπουλε, θέλουμε να θέσουμε δύο ερωτήματα, που είναι στην επικαιρότητα. Εμείς πριν από 15 ημέρες είχαμε στείλει τον Μάνο Φραγκουδάκη στη Μόρια και πριν από 3 ημέρες είχαμε τον αρμόδιο υπουργό, τον κ. Μουζάλα, εδώ στο ραδιόφωνο 24/7, πριν να έχουμε τα αιματηρά επεισόδια. Και ο υπουργός, μα και το ρεπορτάζ, αποκάλυπτε, έδειχνε ότι τα πράγματα εκεί είναι πάρα πολύ ζόρικα. Σήμερα, η εφημερίδα «Η ΑΥΓΗ» βγαίνει με ένα τίτλο, ο οποίος είναι σαφής, για το καμπανάκι, για το Προσφυγικό. Θα τον υπέγραφα και εγώ, δηλαδή, δημοσιογραφικά. Έτσι είναι. Τι δυνατότητες έχετε αντικειμενικά σήμερα; Διότι εκεί έχουμε μια κρίση, έτσι κι αλλιώς και για τον ντόπιο πληθυσμό και για τους πρόσφυγες.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Αρβανίτη, η Ελλάδα έχει κληθεί να διαχειριστεί ένα εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα. Σηκώνει, στην πραγματικότητα, στις πλάτες της το βάρος ολόκληρης της Ευρώπης, καθώς είναι η κύρια πύλη εισόδου προσφύγων και μεταναστών για το σύνολο της Ευρώπης και η κοινή δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας, που υπογράφτηκε, πριν από περίπου ενάμιση με δύο χρόνια, ορίζει και το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να λειτουργήσουμε. Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το πλαίσιο κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν. Ξέρετε ότι τις προηγούμενες εβδομάδες μετακινήθηκε ένας τεράστιος αριθμός προσφύγων και μεταναστών από τα νησιά προς την ενδοχώρα, έτσι ώστε να μπορέσουμε να αποσυμφορήσουμε την κατάσταση. Προσπαθήσαμε να βελτιώσουμε τις συνθήκες στη Μόρια, με τη δημιουργία και νέων καταλυμάτων. Και αυτή ήταν μια πρωτοβουλία, μια προσπάθεια, μια ενέργεια, η οποία δεν βρήκε τη στήριξη του εκεί Δημάρχου. Θυμάστε τα μπλόκα που δεν επέτρεπαν στους ανθρώπους, που θα έβαζαν τα σπιτάκια, να στήσουν και να διευρύνουν, εν πάση περιπτώσει, το Κέντρο Υποδοχής. Εδώ, πρόκειται για εντελώς περίεργα πράγματα. Και στη συνέχεια, βρέθηκε η κυβέρνηση, κιόλας, απολογούμενη, τη στιγμή που ουδείς από την περιοχή έχει τη διάθεση να υποστηρίξει μια προσπάθεια που γίνεται για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ανθρώπων εκεί. Νομίζω ότι από τη δική μας μεριά, κάνουμε ό,τι μπορούμε. Οφείλουμε να κάνουμε ακόμη περισσότερα. Πρέπει να βρούμε τον τρόπο, εν πάση περιπτώσει. Διότι, δικαιολογίες, μπορεί να βρει κανείς. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι πρόβλημα. Επιμένει και παραμένει. Και θα κάνουμε στην κυριολεξία ό,τι περνά από το χέρι μας, κάθε ημέρα που περνά, να βελτιώνουμε την κατάσταση. Το ότι, όμως, η περιοχή εκεί βρίσκεται σε μια κρίση, δεν μπορεί να το αμφισβητεί κανείς…
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, να έρθουμε στο ένα θέμα που θα βάλω εγώ και στο τελευταίο που θα βάλει ο Αλέξανδρος Κλώσσας. Ο κ. Τραμπ είπε ότι θα υπάρχουν αντίποινα σε όσους αντεπιτίθενται στην απόφασή του για την Ιερουσαλήμ. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός, ο κ. Τσίπρας, παρουσία Ερντογάν στην Αθήνα, ήταν σαφής σε ό,τι αφορά στο θέμα της Παλαιστίνης και ιδιαίτερα στο θέμα της Ιερουσαλήμ. Σήμερα, μαθαίνω ότι η Ελλάδα θα υπερψηφίσει στον ΟΗΕ το σχέδιο υπέρ των Παλαιστινίων. Κατ΄ αρχάς, να μου επιβεβαιώσετε εάν συμβαίνει αυτό;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας λέω ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει την κοινοτική γραμμή, την οποία και συνδιαμόρφωσε, δηλαδή. Πράγματι, η τελευταία ενημέρωση που έχω και εγώ είναι ότι θα υπερψηφιστεί το σχέδιο.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Μάλιστα. Δεν σας φοβίζει αυτό, ότι ενδεχομένως οι χώρες…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι επρόκειτο για μια κίνηση, η οποία δεν συμβάλει ακριβώς στην αποκατάσταση της ηρεμίας και στο διάλογο στην περιοχή. Το αντίθετο θα έλεγα.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, δεν σας προβληματίζει ότι ενώ οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις το τελευταίο διάστημα, όχι επί Τραμπ και από το προηγούμενο, είναι σε ένα καλό σημείο, δεν σας προβληματίζει ότι αυτό μπορεί να δημιουργήσει αναστάτωση στα δικά μας ζητήματα;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σε ζητήματα αρχών, όποιο κι αν είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας κίνησης, νομίζω ότι δεν υπάρχουν και πολλές επιλογές. Επομένως, στην εξωτερική πολιτική βεβαίως πρέπει να σταθμίζεις κάθε φορά τις επιλογές, πρέπει να σταθμίζεις τα συγκρουόμενα συμφέροντα, πρέπει να σταθμίζεις κόστη και οφέλη. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, νομίζω ότι δεν είναι αυτό το κυρίαρχο. Αυτό που είναι το κυρίαρχο είναι να αναδειχθεί ότι αυτή ήταν μια επιλογή, η οποία μάλλον πυροδότησε ανεξέλεγκτες καταστάσεις και δεν συνέβαλε ακριβώς στην επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος.
ΚΛΩΣΣΑΣ: Κύριε Τζανακόπουλε, να μείνουμε λίγο στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Υπάρχει κινητικότητα στο θέμα των Σκοπίων και αυτό φαίνεται και από την ελληνική πλευρά και από την πλευρά των Σκοπίων, μετά την πολιτική αλλαγή που υπήρξε στη γείτονα χώρα. Υπάρχει συγκεκριμένη ενιαία γραμμή στην κυβέρνηση ή υπάρχουν δύο γραμμές: μια γραμμή του υπουργείου Εξωτερικών και μια γραμμή του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Συμπληρώνω εδώ ότι με μια μικρή καθυστέρηση ξεκίνησαν τα αντανακλαστικά των κομμάτων της αντιπολίτευσης σε αυτό. Δηλαδή, σε ό,τι αφορά στο σκοπιανό, με τις κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, τις απαντήσεις των Σκοπίων, την τετραμερή, που ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, προσφάτως στα Βαλκάνια. Φαίνεται ότι κάποιοι ανοίγουν ατζέντα.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ, κύριε Αρβανίτη και κύριε Κλώσσα, σέβομαι τις διαφορετικές προσεγγίσεις που μπορεί να υπάρχουν στο θέμα. Ούτως ή άλλως, ξέρετε ότι πρόκειται για ένα ζήτημα που δεν είναι σημερινό. Είναι περίπου 25 χρόνια που βρίσκεται σε διαπραγμάτευση, άλλες φορές εντατική, άλλες φορές πλήρως παγωμένη. Επομένως, είναι λογικό κατά τη γνώμη μου να υπάρχουν και διαφορετικές προσεγγίσεις, ειδικά σε μια κυβέρνηση, η οποία -δεν λέω τίποτα περίεργο- είναι μια κυβέρνηση συνεργασίας που αποτελείται από δύο διαφορετικά πολιτικά κόμματα, από δύο διαφορετικούς πολιτικούς φορείς, που προφανώς θα έχουν και διαφορετικές προσεγγίσεις, όχι μόνο σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και σε άλλα ζητήματα. Νομίζω ότι είναι θεμιτό, είναι εύλογο και απολύτως λογικό. Από εκεί και πέρα, η δική μας βούληση είναι, μέσα από το διάλογο και στη χώρα, αλλά και σε διμερές και διεθνές επίπεδο, να βρούμε μια λύση, η οποία θα είναι κοινά αποδεκτή και στα όρια, εν πάση περιπτώσει, των σχετικών αποφάσεων που έχουν κατά καιρούς παρθεί για το συγκεκριμένο ζήτημα.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Υπήρχε παρέμβαση της κυρίας Σπυράκη, επ΄ αυτού θέλω να σχολιάσετε.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν μπορώ, αυτή τη στιγμή, να σας δώσω συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ή να προεξοφλήσω την κατάληξη της όλης υπόθεσης. Έχω, όμως, την εκτίμηση ότι τελικά θα καταφέρουμε να επιλύσουμε και αυτό το ζήτημα, το οποίο ταλαιπώρησε επί πάρα πολλά χρόνια την ελληνική πολιτική ζωή.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Διάβασα ένα super τώρα στον ΑΝΤ1, ότι προχωράμε σε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών για το θέμα. Ισχύει;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό δεν το γνωρίζω.
ΚΛΩΣΣΑΣ: Θα επιδιωχθεί, πάντως, να υπάρξει εθνική γραμμή ή να ανανεωθούν οι αποφάσεις που υπήρξαν στις προηγούμενες συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όλα αυτά θα τα δούμε εν καιρώ και σίγουρα -επιτρέψτε μου αυτή την εκτίμηση- από τη νέα χρονιά.
ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ: Μάλιστα. Σας ευχαριστούμε πολύ, κύριε Τζανακόπουλε. Καλή δουλειά και χρόνια πολλά.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Χρόνια πολλά και καλά.