Με τη Διαρκή Επιτροπή Εργασίας για την ΠΦΥ που έχει συστήσει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (ΙΣΑ) σε συνεργασία με εκπροσώπους συλλόγων ασθενών, συναντήθηκε χθες το απόγευμα ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός.
Οι εκπρόσωποι των φορέων διατύπωσαν τις απορίες τους για το νέο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας επισημαίνοντας ότι το σημαντικότερο θέμα που τους απασχολεί είναι ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού και ο ρόλος του, ειδικά στις περιπτώσεις των ασθενών με χρόνιες παθήσεις που χρήζουν εξειδικευμένης φροντίδας (διαβήτης, καρδιοπάθειες, καρκίνος κ.α)
Ο πρόεδρος του ΙΣΑ, Γιώργος Πατούλης εξέφρασε την ικανοποίηση του για το διάλογο που υπάρχει μεταξύ γιατρών, ασθενών και υπουργείου Υγείας τόνισε ότι, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών υποστηρίζει την ελεύθερη πρόσβαση του ασθενή στο θεράποντα γιατρό και συμφώνησε στην τήρηση του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας (ΑΗΦΥ) από τον οικογενειακό γιατρό. «Θέτουμε εαυτόν» σε αυτή την εποικοδομητική διαδικασία, να βοηθήσουμε θέλουμε» είπε χαρακτηριστικά και υπογράμμισε ότι «θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αρχή της εφαρμογής του νέου θεσμού».
Ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός διευκρίνισε ότι σε καμία περίπτωση ο οικογενειακός γιατρός δεν θα εμποδίζει τον χρόνιο ασθενή να παρακολουθείται από τον εξειδικευμένο γιατρό που είχε και εμπιστευόταν το προηγούμενο διάστημα. Ωστόσο, ο ασθενής θα πρέπει μια φορά το χρόνο να επισκέπτεται τον οικογενειακό του γιατρό και αυτός, ώστε να έχει πλήρη εικόνα για την πορεία της υγείας του και να μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες του στην περίπτωση που ο ασθενής παρουσιάσει κάποιο πρόβλημα υγείας το οποίο δεν σχετίζεται με το χρόνιο νόσημά του. «Ο οικογενειακός γιατρός (και η διεπαγγελματική ομάδα υγείας) θα έχει την ευθύνη για τους προσυμπτωματικούς ελέγχους, τους εμβολιασμούς, τις δράσεις πρόληψης στην κοινότητα, την κατ΄ οίκον φροντίδα κ.α. Θα έχει την ολιστική ευθύνη του ασθενή, θα είναι σύμβουλος υγείας. Πρόκειται για ένα νέο μοντέλο και είναι λογικό να υπάρχουν ανησυχίες και ερωτηματικά, ωστόσο η βούλησή μας δεν είναι να βάλουμε εμπόδια αλλά να υπάρχει ολοκληρωμένη, συνεχής και ποιοτική φροντίδα. Να μην είναι αναγκασμένος ο ασθενής όταν του παρουσιάζεται ξαφνικά ένα πρόβλημα υγείας να αναζητά υπηρεσίες κατά το δοκούν σε ένα σύστημα χωρίς δομημένη πρόσβαση με αποτέλεσμα να ταλαιπωρείται και να επιβαρύνεται οικονομικά», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Α. Ξανθός.
Ο υπουργός Υγείας επεσήμανε ότι το νέο σύστημα παραπομπών θα εφαρμοστεί από 1/1/2019 σταδιακά λόγω της μειωμένης «δεξαμενής» οικογενειακών γιατρών που χρειάζονται για την πλήρη ανάπτυξη του νέου θεσμού. Επομένως, όπως τόνισε, θα υπάρχει το περιθώριο συνεχούς αξιολόγησης και διορθώσεων όπου κρίνεται απαραίτητο.
Ενημέρωσε επίσης, τους εκπροσώπους των ασθενών ότι πολύ σύντομα, μόλις ολοκληρωθεί η πρόσληψη των νέων γιατρών στις ΤΟΜΥ και η υπογραφή των νέων συμβάσεων οικογενειακών γιατρών με τον ΕΟΠΥΥ, θα υπάρχουν διαθέσιμοι στο σύστημα υγείας περίπου 1.200 οικογενειακοί γιατροί (500 στις ΤΟΜΥ και 700 συμβεβλημένοι) που λόγω του μεγαλύτερου αριθμού επισκέψεων που προβλέπεται να πραγματοποιούν, θα προσεγγίζουν και σύντομα θα υπερκαλύπτουν τον όγκο των περιστατικών και της συνταγογράφησης που μέχρι χθες κάλυπτε ο χρεοκοπημένος και μη αποδοτικός θεσμός των «200 επισκέψεων» το μήνα.
Η συνάντηση έκλεισε με τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα για την ΠΦΥ, Σταμάτη Βαρδαρό ο οποίος έδωσε περαιτέρω διευκρινήσεις σε απορίες που είχαν εκπρόσωποι των ασθενών για τον ρόλο του οικογενειακού γιατρού, τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στη διαδικασία παραπομπής σε άλλου γιατρούς (επείγοντα και έκτακτα περιστατικά, ψυχίατροι, οφθαλμίατροι, γυναικολόγοι, παραπεμπτικά ετήσιας ισχύος για τους χρόνιους ασθενείς που παρακολουθούνται από εξειδικευμένους γιατρούς κτλ).