Διάβαζα ότι οι νεκροί της πανδημίας στη χώρα μας έχουν σταθεροποιηθεί σε καθημερινό αριθμό που κυμαίνεται πέριξ του εκατό! Το διαβάζουμε στις εφημερίδες και τα sites, το ακούμε στο ραδιόφωνο, το βλέπουμε στην τηλεόραση. Σιγά σιγά συνηθίζουμε! Ψιλοσηκώνουμε τους ώμους και πάμε παρακάτω.
Στην Ευρώπη, τα στοιχεία δείχνουν ότι κάθε 15 δευτερόλεπτα «φεύγει» ένας συνάνθρωπός μας. Σοκ! Οδύνη! Πώς το έλεγε η Ρένα Κουμιώτη; «Σταμάτησε του ρολογιού τους δείκτες»!
Κι αφού συμβαίνουν αυτά τα αναμφίβολα, ακούω κάποιους που λένε ότι δεν θα εμβολιαστούν. Παρ’ ότι αυτοί οι ίδιοι ενοχλούνται από τους ανοικτούς τάφους! Μα δεν βαριέστε, έχουμε πει ότι η ηλιθιότητα είναι αγιάτρευτη και δεν θα βγει ποτέ εμβόλιο για αυτή.
Όμως δεν είναι αυτό το ζητούμενο τούτων των σκέψεων. Απλά αναρωτιέμαι πόσο έχουμε συνηθίσει να μιλάμε για νεκρούς και να πηγαίνουμε παρακάτω; Αναρωτιέμαι αν έχουμε πάθει σύνδρομο «κατοχής», που οι παππούδες μας έβλεπαν παντού τουμπανισμένα άψυχα κορμιά και προσπερνούσαν; Αναρωτιέμαι τι μας συμβαίνει; Από τη μια ακούμε για ένα δυστύχημα με 2-3 νεκρούς και συγκλονιζόμαστε και από την άλλη δίπλα μας είναι εκατό φρεσκοσκαμμένοι λάκκοι και το ακούμε περίπου ως ρουτίνα! Λες κι ο καθένας που έφυγε δεν ήταν μια ζωή, ψυχή, πορεία στην κοινωνία, στην οικογένειά του, στους φίλους του. Λες και δεν είχε όνειρα, στόχους. Λες και δεν είχαν άλλη δίψα για ζωή και απλώς ήρθε η ώρα τους! Και βρίσκουμε άλλοθι αναισθησίας τα υποκείμενα νοσήματα. Λες κι αυτοί που έχουν διαβήτη, πίεση, καρδιά ΧΑΠ κλπ δεν θα ζούσαν αν δεν υπήρχε ο κορωνοϊός! Φοβάμαι ότι αντί για ανοσία πάθαμε αναισθησία! Ψάχνουμε κόλπα να «σπάμε» τα μέτρα, πίνουμε τους καφέδες μας στα όρθια σε πλατείες και πεζοδρόμια με φίλους… Κι η αγωνία πολλών είναι πότε θ’ ανοίξουν τα μαγαζιά ή η εστίαση, όταν στα νοσοκομεία γίνεται χαμός! Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Είδαμε τι έγινε την πρώτη μέρα που άνοιξαν τα καταστήματα στη Μεγάλη Βρετανία. Χαμός!
Κάπου διάβασα και θυμήθηκα για τον Καμί που γράφει στην «Πανούκλα» για τις λέξεις κι έννοιες που έχασαν το νόημά τους στην καραντίνα.
Ας θυμηθούμε: «Αναγκαστήκαμε τότε, βδομάδες ολόκληρες, να γράφουμε και να ξαναγράφουμε το ίδιο γράμμα, να αντιγράφουμε τις ίδιες παρακλήσεις, ώσπου οι λέξεις, βγαλμένες αρχικά από τα βάθη της καρδιάς μας, έχασαν κάποια στιγμή τη σημασία τους, και τότε τις αντιγράφαμε μηχανικά, πασχίζοντας να δώσουμε τουλάχιστον σε κείνες τις νεκρές φράσεις κάτι από την δύσκολη ζωή μας. Και, για να μην τα πολυλογούμε, μπροστά στην άγονη συνομιλία με τους τοίχους, μας φαίνονταν προτιμότερη η συμβατική φρασεολογία του τηλεγραφήματος (Είμαι καλά. Σε σκέφτομαι. Αγάπη)»!
Μήπως τελικά πάθαμε Καμύ; Μήπως λειτουργεί το ένστικτο αυτοσυντήρησης του καθενός μας και προσαρμοζόμαστε σε καταστάσεις που άλλοτε θα μας συγκλόνιζαν; Μήπως για να αποβάλλουμε τους φόβους συμβιβαζόμαστε και κάνουμε τους νεκρούς μια καθημερινή μας συνήθεια; Μήπως η μεγαλύτερη ανθρωπιστική τραγωδία από τον καιρό του παγκοσμίου πολέμου μας δημιουργεί αντισώματα ψυχικού, πνευματικού και νοητικού εμβολίου και πάμε παρακάτω; Μήπως τα 2,5 εκ. άνθρωποι που υπολογίζεται ότι θα έχουν φύγει στο τέλος της πανδημίας, θα είναι τελικά μια απλή σκέψη από το παρελθόν, επειδή εμείς θα κοιτάμε μπροστά τη ζωή και θα πίνουμε φιλιά, ποτά και θα παράγουμε πάλι πλούτο;
Όπως και νάναι, ότι και νάναι, μπορεί η ζωή να τρέχει, μπορεί να μαθαίνουμε να ζούμε με τους καθημερινούς νεκρούς, μα έχω στο μυαλό μου τα λόγια της Κουμιώτη αφού προσωπικά «πονάω»!