Η βία πέρασε χθες Πέμπτη σε άλλο επίπεδο στο Σουδάν, με καταστροφές και λεηλασίες στο Νταρφούρ και εντατικούς βομβαρδισμούς στο Χαρτούμ, τη δέκατη τρίτη ημέρα του πολέμου ανάμεσα στον στρατό και τους παραστρατιωτικούς, που έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες –αν όχι χιλιάδες– ανθρώπους.
Μερικές ώρες προτού εκπνεύσει τα μεσάνυχτα (σ.σ. στη 01:00 ώρα Ελλάδας) η συμφωνία τριήμερης κατάπαυσης του πυρός, η οποία δεν τηρήθηκε παρά εν μέρει, ο στρατός και οι Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ) ανακοίνωναν πως ενέκριναν την παράτασή της για άλλες 72 ώρες, κατόπιν «πρωτοβουλίας της Σαουδικής Αραβίας και των ΗΠΑ».
Σε κοινή ανακοίνωσή τους που δόθηκε στη δημοσιότητα στην Ουάσιγκτον, τα μέλη της «Τετραμερούς» για το Σουδάν (Σαουδική Αραβία, ΗΑΕ, Βρετανία και ΗΠΑ), καθώς και η Αφρικανική Ένωση και ο ΟΗΕ, τόνισαν πως «καλωσορίζουν» την παράταση της κατάπαυσης του πυρός, απευθύνοντας έκκληση για την «πλήρη εφαρμογή» της και «την εξασφάλιση ανεμπόδιστης ανθρωπιστικής πρόσβασης».
Η «κατάπαυση του πυρός» αυτή, που τέθηκε σε εφαρμογή την Τρίτη, επέτρεψε την εσπευσμένη φυγή χιλιάδων ξένων και Σουδανών· αλλά δεν εμπόδισε το συνεχές σφυροκόπημα του Χαρτούμ από στρατιωτικά αεροσκάφη και κανόνια.
Προηγούμενες πρωτοβουλίες για να κηρυχθεί κατάπαυση ανάμεσα στα δυο μέρη, που ενεπλάκησαν σε πόλεμο την 15η Απριλίου, απέτυχαν.
«Ακούω εντατικούς βομβαρδισμούς έξω από το σπίτι μου», έλεγε χθες κάτοικος του Χαρτούμ.
Οι μάχες στις οποίες αναμετρώνται από τα μέσα του μήνα ο στρατός του στρατηγού Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν και οι επίφοβες ΔΤΥ του στρατηγού Μοχάμεντ Χαμντάν Ντάγκλο, ή «Χαμέτι», έχουν στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 500 ανθρώπους κι έχουν τραυματίσει χιλιάδες άλλους, σύμφωνα με τους –πιθανότατα υποτιμημένους– αριθμούς του σουδανικού υπουργείου Υγείας.
Σβήνοντας τις ελπίδες για τη μετάβαση της χώρας στη δημοκρατία, οι δυο στρατηγοί έδιωξαν μαζί τους πολίτες από την μεταβατική κυβέρνηση προχωρώντας στο πραξικόπημα το 2021, προτού εμπλακούν σε πόλεμο αυτόν τον μήνα, αφού δεν συμφώνησαν στους όρους της ενσωμάτωσης των παραστρατιωτικών στον τακτικό στρατό.
Στο Νταρφούρ, απομονωμένη περιοχή όπου η πρόσβαση είναι σήμερα αδύνατη, η βία κλιμακώθηκε, ειδικά στη Τζενέινα, την πρωτεύουσα του Δυτικού Νταρφούρ.
«Νοσοκομεία, δομές υγείας και δημόσια κτίρια υπέστησαν μεγάλες ζημιές και γίνονται λεηλασίες σε κάθε γωνιά δρόμου», είπε κάτοικος στην Τζενέινα.
«Αποκλεισμένοι»
«Είμαστε αποκλεισμένοι μέσα στα σπίτια μας, φοβόμαστε πολύ να βγούμε καθώς δεν γνωρίζουμε το εύρος της καταστροφής», πρόσθεσε.
Ελάχιστες πληροφορίες βγαίνουν από τη συγκεκριμένη περιοχή, που γειτονεύει με το Τσαντ και τα χρόνια του 2000 ήταν θέατρο πολυαίμακτου πολέμου. Όμως γιατροί του δημοκρατικού κινήματος ανακοίνωσαν πως ήδη τουλάχιστον ένας συνάδελφός τους σκοτώθηκε.
Ο ΟΗΕ καταδίκασε προ ημερών τις «επιθέσεις εναντίον αμάχων» τις «λεηλασίες και τις πυρπολήσεις σπιτιών» και το ότι «διανέμονται όπλα» σε πολίτες.
Οι συγκρούσεις κάνουν ακόμη πιο επισφαλή τη ζωή των κατοίκων της πολιτείας, μιας από τις φτωχότερες της χώρας, όπου 50.000 παιδιά που «υφίστανται οξύ υποσιτισμό» στερούνται την επισιτιστική βοήθεια αφού ο ΟΗΕ ανέστειλε τη δραστηριότητά του μετά τους φόνους πέντε εργαζομένων.
«Η βία, η διακοπή της λειτουργίας πολυάριθμων νοσοκομείων και ιατρικών κέντρων, η περιορισμένη πρόσβαση σε πόσιμο νερό, οι ελλείψεις τροφίμων και οι εξαναγκαστικοί εκτοπισμοί πληθυσμών» αποτελούν «τους μεγαλύτερους κινδύνους για την υγεία στο Σουδάν», προειδοποιεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).
Οι εχθροπραξίες προκαλούν μαζική έξοδο στη χώρα των 45 εκατομμυρίων κατοίκων, μια από τις φτωχότερες στον πλανήτη.
Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έφθασαν σε γειτονικές χώρες: στο Τσαντ στα δυτικά, στην Αιθιοπία στα ανατολικά, στο Νότιο Σουδάν και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στα νότια και στην Αίγυπτο στα βόρεια.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής της Αφρικανικής Ένωσης, ο Μουσά Φακί Μααμάτ, απηύθυνε έκκληση στις γειτονικές χώρες και στη διεθνή κοινότητα να βοηθήσουν τους ανθρώπους που έφυγαν για να σωθούν από τις μάχες και στους αντιμαχόμενους να «συμφωνήσουν αμέσως σε κατάπαυση του πυρός για να διευκολυνθεί η διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας στους Σουδανούς που την έχουν ανάγκη».
«Εξαιρετικά ανήσυχος»
Τις τελευταίες μέρες πολλές κυβερνήσεις οργάνωσαν την εσπευσμένη απομάκρυνση πολιτών τους από το Σουδάν με πλοία κι αεροπλάνα. Πάνω από 200 Ιρακινοί έφθασαν αεροπορικώς χθες στη Βαγδάτη με δυο αεροσκάφη που έστειλε η κυβέρνηση.
Κι άλλο σαουδαραβικό πλοίο έφθασε το βράδυ στο λιμάνι στην Τζέντα (δυτικά), αυξάνοντας στους 2.744 τον αριθμό των ανθρώπων που απομάκρυνε το βασίλειο. Ενώ ο Καναδάς ανακοίνωσε πως προχώρησε στην απομάκρυνση 118 πολιτών του και υπηκόων άλλων κρατών.
Όσοι παραμένουν σε εμπόλεμες ζώνες βρίσκονται αντιμέτωποι με ελλείψεις τροφίμων, νερού, ηλεκτρισμού, διακοπές της πρόσβασης σε δίκτυα τηλεφωνίας και στο διαδίκτυο.
Ο μεταβατικός συντονιστής του ΟΗΕ για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις στο Σουδάν, ο Αμπού Ντιένγκ, δήλωσε «εξαιρετικά ανήσυχος όσον αφορά τον εφοδιασμό με τρόφιμα» και κάλεσε να υπάρξει «συλλογική δράση».
Δεκατέσσερα νοσοκομεία έχουν βομβαρδιστεί, σύμφωνα με συνδικαλιστική ένωση γιατρών, ενώ άλλα 19 χρειάστηκε να εκκενωθούν εξαιτίας πυρών, έλλειψης υλικού ή προσωπικού, ή επειδή οι αντιμαχόμενοι τα κατέλαβαν.
ΑΠΕ-ΜΠΕ