Σημεία Συνέντευξης του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικού Εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη στον ραδιοσταθμό Παραπολιτικά 90,1 FM με τους δημοσιογράφους Θανάση Φουσκίδη και Στέλλα Γκαντώνα
Για την πολιτική σημασία των επικείμενων Ευρωεκλογών
Δύο είναι οι διαστάσεις, εξίσου σημαντικές και οι δύο, των ευρωεκλογών. Η μια είναι η ευρωπαϊκή διάσταση: Στην Ευρώπη κρίνονται πολλά και για τη χώρα μας και για την κάθε χώρα. Από τη μια πλευρά υπάρχει μια συγκεκριμένη πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία μέσα από τις κατακτήσεις των τελευταίων ετών οδηγεί σε οφέλη για τη χώρα, χρηματοδοτήσεις όπως από το Ταμείο Ανάκαμψης, παρεμβάσεις σημαντικές όπως στην πανδημία με τα 43 δις που δόθηκαν για να κρατηθούν όρθιες οι επιχειρήσεις και να μείνουν οι εργαζόμενοι στις δουλειές τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, διεκδικήσεις για τη χώρα, μια συγκεκριμένη μεταναστευτική πολιτική με αίτημα για χρηματοδότηση και συνέχιση της χρηματοδότησης του φράχτη στον Έβρο.
Η δεύτερη διάσταση είναι η εσωτερική και επίσης πολύ σημαντική διάσταση, το διακύβευμα σταθερότητας, που η Αντιπολίτευση, έχει ως αντιπρόταση, ως πρόγραμμα, να «πέσει η Κυβέρνηση, να πέσει ο Μητσοτάκης» –αυτό είναι το πρόγραμμα της Αντιπολίτευσης.
Για τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιεί η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη
Τη δεύτερη τετραετία, η Κυβέρνηση έχει κληθεί, έχει ξεκινήσει -το κάνει και σκοπεύει να συνεχίσει μέχρι το 2027 που θα έχουμε βουλευτικές εκλογές- να κάνει τομές, να προωθήσει μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Ήδη έχει κάνει αρκετές από αυτές, όπως είναι τα μη κρατικά πανεπιστήμια, ο δικαστικός χάρτης, η επιστολική ψήφος, το νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, τα απογευματινά χειρουργεία. Μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, σε πάρα πολλές πτυχές. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις γίνονται γιατί αυτή η Κυβέρνηση, κατάφερε σε δύσκολα χρόνια εισαγόμενων κρίσεων, να πάρει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από ότι στην πρώτη της τετραετία. Οφείλει αυτό το πολιτικό κεφάλαιο να το δαπανήσει, να το μεταβολίσει σε τομές ή σε πρωτοβουλίες, όπως η εκκένωση καταλήψεων σε πανεπιστήμια, που είδαμε χθες στη Νομική, που για πολλές δεκαετίες φοβόμασταν καν να τις ψελλίσουμε.
Για την κρισιμότητα της εκλογικής αναμέτρησης
Γιατί είναι κρίσιμες οι εκλογές. Μέχρι τώρα, χωρίς κάποιο αποτέλεσμα ευρωεκλογών ή μιας εκλογικής διαδικασίας έχουμε μια Αντιπολίτευση -που για μένα αυτό είναι αλαζονικό και όχι το 41%, το 41% δεν είναι λευκή επιταγή, είναι η λαϊκή βούληση- η οποία είναι απέναντι σε όλα. Λέει όχι σε όλα και κατηγορεί μια Κυβέρνηση που έχει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη των πολιτών ότι προχωράει σε ενέργειες που δεν έχει πάρει εντολή, δεν πρέπει να κάνει. Σκεφτείτε πόσο θα αλλάξει όλο αυτό, αν θα υπάρξει μια Αντιπολίτευση, η οποία θα πάει να πατήσει σε ένα μέτριο -θα πω εγώ- εκλογικό αποτέλεσμα, τη στιγμή που η εντολή του Ιουνίου του 2023, είναι να γίνουν μεγάλες τομές και μεγάλες αλλαγές, που κατά κανόνα δεν στηρίζει η Αντιπολίτευση. Όμως, η χώρα χρειάζεται ακόμα περισσότερες τέτοιες μεταρρυθμίσεις, όπως οι πολλές που έχουν γίνει μέσα σε έναν χρόνο. Η χώρα χρειάζεται ένα αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές που θα επαναβεβαιώσει τη σταθερότητα και την ανάγκη για τολμηρές μεταρρυθμίσεις, όπως συνέβη τον Ιούνιο του 2023. Είναι ένα σταυροδρόμι αυτές οι ευρωεκλογές, είναι μια εθνική κάλπη. Εθνικές εκλογές θα έχουμε το 2027, για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις.
Για τη σταθερότητα της Κυβέρνησης
Εκλογές θα έχουμε το 2027. Αυτό είναι ξεκάθαρο, όπως το λέγαμε και την προηγούμενη τετραετία, για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις. Ένα άλλο πολύ σημαντικό: -το λέμε και συμφωνούμε όλοι σε αυτό, καθένας με τον δικό του τρόπο- κάποτε συζητούσαμε για το μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας, ότι ο κόσμος δεν βρίσκει δουλειά. Τώρα συζητάμε, έχοντας δημιουργήσει 400.000 θέσεις εργασίας, ότι πλέον οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν εργαζόμενους. Πρόβλημα και αυτό, αλλά άλλης τάξεως. Και παράλληλα, αυτές οι θέσεις είναι και με καλύτερους μισθούς, ένας τρόπος να αντιμετωπίζεται και η ακρίβεια. Αυτές οι θέσεις εργασίας απορρέουν από μια ανάπτυξη, προκύπτουν από μια ανάπτυξη, από ένα ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων, από επιχειρήσεις οι οποίες έρχονται και επενδύουν τα χρήματά τους στην Ελλάδα. Μία από τις προϋποθέσεις που συντρέχει αυτή τη στιγμή στη χώρα μας, πέραν της μείωσης της φορολογίας, του ψηφιακού κράτους, είναι και η σταθερότητα. Δεν πρέπει να τη διακινδυνεύσουμε αυτή τη σταθερότητα, θέλοντας να στείλουμε ένα μήνυμα. Προφανώς, πρέπει να κάνουμε και άλλα. Προφανώς, υπάρχουν παράπονα. Πρέπει να βελτιώσουμε και αυτά που ενοχλούν τους πολίτες. Αλλά, ας μην γκρεμίσουμε αυτά που έχουμε χτίσει. Αυτό λέμε.
Για τη Συμφωνία των Πρεσπών και την εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης
Κατ΄ αρχάς, οι τελευταίες εξελίξεις δικαιώνουν την εξωτερική πολιτική που έχει ασκηθεί και στα της Βόρειας Μακεδονίας από την Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Να θυμίσω για δύο λόγους. Να θυμίσω, κατ΄ αρχάς, ότι ο Πρωθυπουργός, ως τότε Πρόεδρος της Αντιπολίτευσης, είχε εναντιωθεί -και συνολικά η Ν.Δ.- με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Την είχαμε καταψηφίσει. Έχοντας πρώτα ασκήσει και το δικαίωμά μας για πρόταση δυσπιστίας στην τότε Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είχαμε, επισημάνει ότι σε περίπτωση που ψηφιστεί και κυρωθεί, οφείλουμε να την εφαρμόσουμε, γιατί υπάρχει και συνέχεια στο κράτος και θα έχει πολύ μεγάλη ισχύ, μεγαλύτερη και από νόμο. Είναι τα λόγια του νυν Πρωθυπουργού. Αυτό, λοιπόν, είναι κάτι που πρέπει να καταγραφεί και η εναντίωσή μας, αλλά και η δέσμευσή μας, ως ένα κόμμα που αντιλαμβάνεται την υποχρέωση στο πλαίσιο της εναλλαγής των κυβερνήσεων, να τηρείται η συνέχεια του κράτους. Και προφανώς αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αλλάξαμε την άποψή μας για το αν ήταν καλή η Συμφωνία των Πρεσπών, για να μην υπάρχουν και παρανοήσεις. Όμως, ως προς τη στρατηγική που ακολουθήθηκε από το 2019 και μετά, κάποιοι μας κουνούσαν το δάχτυλο, μας κατηγορούσαν, καλοπροαίρετα ή και όχι καλοπροαίρετα, γιατί δεν κυρώνουμε τα μνημόνια. Σκεφτείτε να φτάναμε στο σημείο η άλλη πλευρά, η άλλη χώρα, η Βόρεια Μακεδονία να μην έχει κάνει ούτε τα βασικά, ούτε δηλαδή να έχει διανύσει τα πρώτα μέτρα μιας διαδρομής, που είναι να λένε τη χώρα τους όπως προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών και εμείς να είχαμε τελειώσει, να είχαμε διανύσει όλα τα χιλιόμετρα, έχοντας κυρώσει και τα μνημόνια. Θα ήταν σε καλύτερη θέση η χώρα μας; Θα είχε λιγότερα διαπραγματευτικά όπλα σε αυτή τη συζήτηση; Προφανώς και όχι. Άρα, οι βιαστικοί -να το πω έτσι ευγενικά-, οι επισπεύδοντες δεν δικαιώνονται. Άρα, δικαιώνεται η στρατηγική Μητσοτάκη στο συγκεκριμένο θέμα.
Όταν προς το παρόν δεν αποδέχονται, σε επίπεδο Προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, την ονομασία της χώρας τους, του κράτους, για ποιο λόγο εμείς να βιαστούμε; Υπάρχει κάποιος λόγος να βιαστούμε; Εμείς περιμένουμε να δούμε εάν η Βόρεια Μακεδονία θα τηρήσει τα συμφωνηθέντα και τα ψηφισθέντα και τα διεθνώς κυρωθέντα μιας Συμφωνίας.
Εμείς ποτέ δεν έχουμε προσπαθήσει ούτε καν να εξαπατήσουμε τους πολίτες. Είχαμε προεκλογικά μια -θα πω εγώ- αντιδημοφιλή θέση για πολύ μεγάλο μέρος των ανθρώπων που είναι κοντά στη Ν.Δ., ότι αν ψηφιστεί η Συμφωνία των Πρεσπών θα την εφαρμόσει. Εμείς αυτό δεν το αλλάζουμε. Εμείς έχουμε μάθει να σεβόμαστε όσα έχει κυρώσει η χώρα μας και έχει ψηφίσει, έστω και από μια προηγούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και σε καμία περίπτωση δεν θα κάνουμε αυτό για το οποίο δικαίως ο διεθνής παράγοντας, δηλαδή και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Σάρλ Μισέλ κατηγορούν -προς το παρόν- την Πρόεδρο της Βόρειας Μακεδονίας. Περιμένουμε, λοιπόν, να δούμε τη στάση της νέας Κυβέρνησης της Βόρειας Μακεδονίας. Υπάρχουν υποχρεώσεις που πρέπει να τηρηθούν και προφανώς η Ελλάδα, ως ένα σοβαρό, αξιόπιστο κράτος που τηρεί τις δεσμεύσεις της, θα κινηθεί αναλόγως. Αλλά δεν θα βιαστούμε. Δεν θα είμαστε εμείς οι επισπεύδοντες. Δεν θα είμαστε εμείς αυτοί που θα κάνουμε παραπάνω βήματα από αυτά τα οποία κάνει η άλλη πλευρά.
Η στρατηγική που ακολουθήθηκε από την Κυβέρνηση και από τον Πρωθυπουργό, τον Κυριάκο Μητσοτάκη, από το 2019 και μετά, δικαιώνεται από τις τελευταίες εξελίξεις. Γιατί θεωρώ ότι η χώρα μας είναι σε πολύ καλύτερη θέση διαπραγματευτικά, τη στιγμή που έχουμε αυτές τις τελευταίες εξελίξεις και είμαστε σε αναμονή και δεν έχει ψηφίσει, δεν έχει κυρώσει στη Βουλή τα μνημόνια αυτά. Το ξαναλέω. Η χώρα μας έχει κάποιες συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Η άλλη πλευρά έχει πολύ πιο σαφείς και περισσότερες υποχρεώσεις, ξεκινώντας από την παραδοχή των βασικών αυτής της Συμφωνίας και πολλών άλλων. Ας δούμε, λοιπόν, πώς θα κινηθεί η νέα Κυβέρνηση και εμείς εδώ είμαστε να σχολιάσουμε, κατ΄ αρχάς, τις κινήσεις αυτές και να δούμε τις επόμενες ενέργειές μας.
Για τη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις
Ο διάλογος δεν συνεπάγεται και συμφωνία. Είναι δεδομένες οι διαφωνίες. Είναι μια η διαφορά μας, που θέλουμε να επιλυθεί επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου, ο καθορισμός Α.Ο.Ζ. και υφαλοκρηπίδας. Υπάρχουν και πολλές διαφωνίες σε πολλά ζητήματα και διμερή, αλλά και ζητήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, όπως, για παράδειγμα, στη Μέση Ανατολή, που συμφωνούμε όλοι για την ανάγκη να προστατευτούν οι άμαχοι και να υπάρχει μια προστασία τους για να μην υπάρχει αυτό το οποίο βλέπουμε να συμβαίνει, μια κρίση ανθρωπιστική με τόσες απώλειες ανθρώπινων ζωών. Αλλά διαφωνούμε στο τι είναι η Χαμάς, για παράδειγμα. Και εκφράστηκε αυτό σε ανώτατο επίπεδο από τον Έλληνα Πρωθυπουργό.
Αλλά οι διαφωνίες δεν σημαίνει ότι πρέπει να οδηγούν σε κρίσεις, να παράγουν κρίσεις και σε μια κατάσταση εκτός ελέγχου. Η μεγαλύτερη επιτυχία, λοιπόν, είναι η διατήρηση του διαλόγου. Και γιατί είναι επιτυχία;
Πρώτον, γιατί εκφράζονται με καθαρό τρόπο οι ελληνικές θέσεις και σε δύσκολα θέματα.
Δεύτερον, γιατί έχει οφέλη η χώρα μας, όπως είναι ο εκμηδενισμός των παραβιάσεων. Είναι η συνδρομή του κλίματος διαλόγου στην καλύτερη διαχείριση, από οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό κράτος, του μεταναστευτικού. Θυμίζω ότι έχουμε εκμηδενισμό των ροών στον Έβρο και στο Ανατολικό Αιγαίο. Αυτό οφείλεται στην πολιτική που ασκούμε, αλλά βοηθάει το κλίμα συνεννόησης με την Τουρκία. Και βέβαια, στα νησιά μας, αντί για παράνομους μετανάστες, υποδεχόμαστε νόμιμους τουρίστες. Αυτά είναι απτά.
Για τη Μονή της Χώρας
Εμείς το θέσαμε σε ανώτατο επίπεδο, το έθεσε ο Έλληνας Πρωθυπουργός το ζήτημα αυτό. Αυτό το οποίο θα μας ικανοποιήσει είναι να προστατευτεί πλήρως το συγκεκριμένο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς Μνημείο, όπως ακριβώς το έχουμε διατυπώσει. Τότε θα θεωρηθεί ότι θα ικανοποιηθούμε. Σίγουρα είναι σημαντικό ότι τέθηκε, όπως είχαμε υποσχεθεί, όπως είχε υποσχεθεί ο Πρωθυπουργός και όπως κάνει πάντα, τηρεί τον λόγο του. Από εκεί και πέρα, δεν θα μείνουμε σε διατυπώσεις. Εμείς θέλουμε να μείνουμε και να αξιολογήσουμε πράξεις. Και είναι κάτι, μάλιστα, που δεν έχει διατυπωθεί μόνο από την ελληνική Κυβέρνηση. Είναι κάτι που νομίζω ότι συμφωνούν όσοι διατυπώνουν δημόσιο λόγο. Ουσιαστικά πρέπει να είμαστε σε αυτό όλοι στην ίδια σελίδα. Περιμένουμε να δούμε και εδώ είμαστε να το σχολιάσουμε.