Για τη συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ
Η Ελλάδα περιμένει από τη συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να αποδειχθεί ότι είμαστε ένας σταθερός και αξιόπιστος εταίρος για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην περιοχή.
Θέλει, επίσης, να δείξει πως βγαίνει, ύστερα από 10 χρόνια, από μία κρίση, πιο δυνατή και έτοιμη να προσελκύσει επενδύσεις, ώστε να γυρίσει οριστικά σελίδα, να αφήσει πίσω της τη μιζέρια και να κοιτάξει με αυτοπεποίθηση το μέλλον.
Το προηγούμενο διάστημα έχουμε απομονώσει διπλωματικά την τουρκική προκλητικότητα. Και η αμερικανική πλευρά κάνει κάτι διαφορετικό τους τελευταίους μήνες, από αυτό που έκανε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Έχει αφήσει τις ασκήσεις ισορροπίας ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία και αντιμετωπίζει την τουρκική προκλητικότητα με αποφασιστικότητα. Καταδίκασε το άκυρο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, χαρακτηρίζοντάς αυτή την ενέργεια προκλητική. Ερχόμαστε, λοιπόν, τώρα -ύστερα από μια σειρά δηλώσεων αξιωματούχων του Στέητ Ντιπάρτμεντ και του Λευκού Οίκου- να συναντηθούμε με τον Αμερικανό Πρόεδρο, για να επιβεβαιωθεί αυτή η στάση.
Όπως ξέρετε, πριν από λίγο πέρασε από την Ελληνική Βουλή ο νόμος για την αναβάθμιση των F-16 μαζί με τα ΜΙΡΑΖ και τα υποβρύχια. Αυτό είναι ένα σημαντικό όπλο στη φαρέτρα του Πρωθυπουργού. Και πράγματι, ενδιαφερόμαστε και για τα F-35, όπως έχει αναδείξει ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, κ. Παναγιωτόπουλος, ο οποίος θα συμμετάσχει στη συνάντηση. Θέλουμε να συμμετάσχουμε στο πρόγραμμα των F-35, αρκεί να είναι με όρους τους οποίους μπορούμε να ικανοποιήσουμε δημοσιονομικά, κάτι το οποίο θα συζητήσουμε.
Δεν θα ήθελα να μιλήσω για εκνευρισμό χωρών, οι οποίες λειτουργούν προκλητικά. Εμείς, θέλουμε πάντα να έχουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας. Θέλουμε πάντα να εφαρμόζονται οι κανόνες καλής γειτονίας, πάντα με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και στο Κοινοτικό Δίκαιο. Επομένως, εφόσον η Τουρκία το επιθυμεί, πάντα υπάρχει το περιθώριο να έχουμε μια ομαλή σχέση και να μην επιδιώκουμε ένα ράλι εξοπλισμών. Αλλά, από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε να αφήσουμε την Ελλάδα χωρίς να έχει την αποτρεπτική δύναμη που χρειάζεται για να μπορεί πάντα να κάνει ό,τι χρειαστεί για να προασπίσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Πρώτον δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πρόσκληση στον Πρωθυπουργό ήρθε από την Ουάσιγκτον. και δεύτερον, δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο μοντέλο, το οποίο να εφαρμόζεται συνεχώς η κοινή δήλωση ή η κοινή Συνέντευξη Τύπου ή μεμονωμένες δηλώσεις των δύο ηγετών. Έχουν στο παρελθόν ακολουθηθεί διάφορα μοντέλα. Αυτή τη στιγμή, δεν απασχόλησε τη συζήτηση μια κοινή Συνέντευξη Τύπου, ιδίως μάλιστα σε μία περίοδο που έχουμε εξελίξεις, οι οποίες αφορούν το Ιράν, το Ιράκ ή τη διαδικασία, η οποία έχει να κάνει με την «καθαίρεση» -όπως ονομάζεται εδώ στις Η.Π.Α.- του Προέδρου των Η.Π.Α., στοιχεία, δηλαδή, που ενδεχομένως θα μονοπωλούσαν μια κοινή Συνέντευξη Τύπου Θέλουμε μια εποικοδομητική συζήτηση, που θα καταλήγει επ’ ωφελεία των εθνικών συμφερόντων και μετά θα υπάρξουν οι απαραίτητες δηλώσεις από τον Πρωθυπουργό, που θα συνοψίζουν τα αποτελέσματα.
Για μια επίσκεψη στον Λευκό Οίκο, το ακροατήριο δεν είναι μόνο η Ελληνική Κυβέρνηση ή μόνο η ελληνική κοινή γνώμη. Είναι όλοι όσοι μας ακούν στην παγκόσμια σφαίρα. Η συνάντηση και η επιβεβαίωση ότι η Ελλάδα και οι Η.Π.Α. περνούν μία από τις καλύτερες, αν όχι την καλύτερη φάση των διμερών τους σχέσεων, είναι καταλυτικός παράγοντας, ώστε όλοι να το λαμβάνουν υπόψη στους σχεδιασμούς τους.
Για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς
Απόφαση του Πρωθυπουργού είναι η κατάθεση και ψήφιση του εκλογικού νόμου τέλος Ιανουαρίου, αρχές Φεβρουαρίου και, αμέσως μετά, να ανακοινώσει το όνομα, το οποίο θα προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Είναι θέμα του Πρωθυπουργού και θα το ανακοινώσει, μετά την ψήφιση του εκλογικού νόμου.
Οι συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς θα γίνουν και μάλιστα άμεσα. Είναι πιθανόν να γίνουν ακόμη και την Παρασκευή. Όταν οι πολιτικοί αρχηγοί συνομιλούν, μπορεί να θέσουν όλα τα θέματα. Είναι φυσικό, κάποιος αρχηγός να θέλει να θέσει κάποιο ζήτημα και κανείς δεν μπορεί να του το απαγορέψει. Ο Πρωθυπουργός, όμως, προσέρχεται σε αυτές τις συζητήσεις με ατζέντα τα εθνικά θέματα και την ενημέρωση για τα αποτελέσματα των επισκέψεών του, εδώ, στην Αμερική.