ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ως το σημαντικότερο εγκληματικό δίκτυο στο χώρο των ληστειών, κλοπών και διαρρήξεων, που δρούσε με χαρακτηριστικά οικογενειακής μαφίας, με καθαρά εγκληματικό τρόπο, ίσως και από την δεκαετία του ’90, χαρακτηρίζονται από την ΕΛ.ΑΣ οι δύο μεγάλες οργανώσεις, με τις βίλες, τις «Φεράρι» και την ζωή μεγιστάνων, που εξαρθρώθηκαν στο πλαίσιο της μεγαλύτερης αστυνομικής επιχείρησης που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα στον συγκεκριμένο τομέα.
Όπως δήλωσε ο διευθυντής της Ασφάλειας Αττικής υποστράτηγος Χρήστος Παπαζαφείρης, κατά την διάρκεια παρουσίασης των αποτελεσμάτων της επιχείρησης, που έγινε σήμερα στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, οι ειδικοί της Αστυνομίας εκτιμούν ότι μετά το ξήλωμα του εγκληματικού δικτύου, η εγκληματικότητα σε κλοπές και διαρρήξεις θα πέσει κατά 30% για ένα χρόνο.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις που έγιναν από την εκπρόσωπο της ΕΛ.ΑΣ, Ιωάννα Ροτζιώκου, μέχρι στιγμής έχουν συλληφθεί 41 άτομα, ηλικίας 19 έως 66 ετών (38 ελληνικής υποκοότητας, Ρομά στην πλειονότητά τους, ένας υπήκοος Συρίας, μία υπήκοος Αλβανίας και ένας ομογενής από το Καζακστάν), ενώ έχουν ταυτοποιηθεί άλλα 48 άτομα που δεν έχουν συλληφθεί, μεταξύ των οποίων και τρεις αστυνομικοί. Ανάμεσα στους αστυνομικούς είναι και ανώτερος αξιωματικός σε νευραλγικό πόστο της Ασφάλειας, ο οποίος φέρεται ότι τηλεφώνησε σε ηγετικό στέλεχος του κυκλώματος, λίγο πριν ξεκινήσει η αστυνομική επιχείρηση για να τον ενημερώσει.
Επίσης, με βάση ενδείξεις που προέκυψαν από την αστυνομική έρευνα, η οποία έχει αρχίσει πριν από περίπου έναν χρόνο, φέρονται ότι εμπλέκονται άλλοι επτά αστυνομικοί. Ωστόσο, όπως είπε ο κ. Παπαζαφείρης, δεν συνελήφθη κανείς από τους τρεις αστυνομικούς που προέκυψαν στοιχεία ότι συνεργάζονταν με την μαφία, καθώς ο εισαγγελέας που ενημερώθηκε, δήλωσε ότι τα αδικήματα δεν εμπίπτουν στην αυτόφωρη διαδικασία. Για τον λόγο αυτό και προκειμένου να διερευνηθεί πόσοι ένστολοι εμπλέκονται τελικά, η δικογραφία για αυτούς διαχωρίστηκε και γίνονται έρευνες από την Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων.
Μεταξύ των συλληφθέντων είναι και γνωστός «μπον βιβέρ» των Αθηνών, με σχέσεις στο χώρο του life style, ο οποίος είχε απασχολήσει τις αρχές το 2013 γιατί είχε πυροβολήσει γυναίκα μοντέλο. Σύμφωνα με την Ασφάλεια, ο συγκεκριμένος ήταν ο βασικός αποδέκτης πανάκριβων ρολογιών και κοσμημάτων, που δεν μπορούσαν να διαθέσουν τα μέλη των ομάδων Ρομά που διέπρατταν τις κλοπές. Ο «μπον βιβέρ» προωθούσε στην αγορά τα κλοπιμαία με την συνεργασία ιδιοκτήτη καταστήματος με μεταχειρισμένα κοσμήματα στο Κολωνάκι.
Όπως ανέφερε ο κ. Παπαζαφείρης, οι δύο εγκληματικές οργανώσεις, συντόνιζαν όλο το κύκλωμα των υποομάδων Ρομά, οι οποίοι είχαν πληροφοριοδότες σχετικά με την επιλογή των στόχων, προκειμένου να «χτυπούν» εκεί που ήξεραν ότι θα εύρισκαν πλούσια λεία.
Υπάρχουν πληροφορίες για κλοπές σε εταιρείες, η λεία των οποίων μπορεί να φτάνει και το ποσό των 1,5 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Το κύκλωμα λειτουργούσε με συγκεκριμένη δομή και υπήρχε «διευθυντήριο» το οποίο φρόντιζε για την διάθεση των κλοπιμαίων, αλλά και την κάλυψη των Ρομά που έπεφταν στα χέρια των αρχών, εξασφαλίζοντας και πληρώνοντας ψευδομάρτυρες, δικηγόρους και ότι άλλο χρειαζόταν. Για τον λόγο αυτό τα ηγετικά στελέχη της μαφίας ζούσαν μέσα στην χλιδή, σε βίλες σε όλη την Ελλάδα, με πανάκριβα αυτοκίνητα, («φεράρι», «πόρσε», κ.λ.π.), ενώ την ίδια στιγμή δήλωναν άνεργοι.
Όπως είπε ο κ. Παπαζαφείρης, το ξέπλυμα χρήματος και το πόθεν έσχες σε ανάλογες περιπτώσεις, πρέπει να απασχολήσει σοβαρά την Πολιτεία. Σημειώνεται ότι οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους έχουν συλληφθεί πολλές φορές στο παρελθόν για παρόμοια αδικήματα, αλλά επρόκειτο για μεμονωμένες ομάδες, για τις οποίες δεν υπήρχαν στοιχεία διασύνδεσης μεταξύ τους. Αυτή την φορά όμως οι έρευνες οδήγησαν στην αποδόμιση του δικτύου σε όλα τα επίπεδα. Τα μέλη των δύο εγκληματικών οργανώσεων δρούσαν με εξειδικευμένο τρόπο, παρακολουθούσαν με ασυρμάτους τις συνομιλίες των αστυνομικών υπηρεσιών, γνωρίζοντας τους κωδικούς από τους αστυνομικούς συνεργάτες τους, χρησιμοποιούσαν προσεκτικά επιλεγμένα αυτοκίνητα, αλλά και «πακιστανικά» τηλέφωνα για να μην παρακολουθούνται οι συνομιλίες τους, παραλάμβαναν γάντια, διαρρηκτικά εργαλεία, κ.λ.π., από συγκεκριμένες κρυψώνες λίγο πριν από τις διαρρήξεις, ενώ δεν δίσταζαν να επιτεθούν σε αστυνομικούς σε περίπτωση εντοπισμού τους για να ξεφύγουν.
Σε μία περίπτωση εμβόλισαν περιπολικό στην Άνοιξη, ενώ σε μια άλλη έριξαν αφρό με πυροσβεστήρες πάνω σε αστυνομικούς της ομάδας ΔΙΑΣ. Μέχρι στιγμής έχουν προκύψει ότι τα μέλη της μαφίας εμπλέκονται σε πάνω από 300 περιπτώσεις διαρρήξεων, αλλά υπολογίζεται ότι είναι παρά πολύ περισσότερες και η συνολική λεία ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Κατά την επιχείρηση της Ασφάλειας Αττικής, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 1.000 αστυνομικοί από όλες τις υπηρεσίες σε όλη την Ελλάδα, καθώς και 37 εισαγγελείς και έγιναν έρευνες σε 60 σπίτια και άλλους χώρους σε όλη την επικράτεια, κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων, πάνω από 600.000 ευρώ σε μετρητά, 120 κιλά ασημιού σε ράβδους, φύλλα χρυσού, χρυσές λίρες, πλήθος χρυσαφικών – κοσμημάτων μεγάλης αξίας, βιβλιάρια καταθέσεων με πολύ μεγάλα ποσά και περισσότερα από 60 πολυτελή οχήματα.
Η προώθηση των κλοπιμαίων γινόταν μέσω 12 συνολικά κλεπταποδόχων, εκ των οποίων οι πιο σημαντικοί ήταν τέσσερις, που ασχολούνται κυρίως με εμπόριο χρυσού. Πολλά από τα κλοπιμαία που βρέθηκαν, όταν ολοκληρωθεί η καταγραφή τους, θα εκτεθούν από την Ασφάλεια σε ειδικό χώρο, όπου θα μπορούν να τα δουν τα θύματα της μαφίας. Σημειώνεται ότι μεταξύ των θυμάτων είναι και η τραγουδίστρια Άννα Βίσση, αλλά και επιχειρηματίες, εφοπλιστές και πολλές εταιρείες, απ’ όπου οι δράστες έκλεβαν ακόμα και ολόκληρα χρηματοκιβώτια.
Πρέπει να επισημανθεί ότι η υπόθεση αυτή έχει ιδιαίτερη αξία, πέρα από το καθοριστικό χτύπημα που δόθηκε στην μαφία της Δυτικής Αττικής, γιατί την χειρίστηκε μια υπηρεσία όχι σε κεντρικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε από το Τμήμα Ασφάλειας Αμαρουσίου, ο διοικητής του οποίου, Φώτης Τζελέπης, ήταν επικεφαλής ειδικής ομάδας που συστάθηκε με βάση τις πληροφορίες που είχε, πριν από ένα χρόνο με την στήριξη του διευθυντή Ασφάλειας Βορειοανατολικής Αττικής, Γιάννη Λασπά.
Όπως είπε ο υποστράτηγος Χρήστος Παπαζαφείρης, ο οποίος συνεχάρη τους υφισταμένους τους για τους άψογους χειρισμούς, ήταν ζήτημα στρατηγικής να αφεθεί η υπόθεση στα χαμηλότερα κλιμάκια, ενώ στην κατάλληλη στιγμή μπήκαν στο παιχνίδι και οι άλλες υπηρεσίες, κάτι που αποδείχτηκε αποτελεσματικό.
Στο σημείο αυτό αναφέρθηκε και ο Αναπληρωτής Υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας, ο οποίος κάλεσε τους πρωταγωνιστές στο γραφείο του για να τους συγχαρεί προσωπικά.
Ο κ. Τόσκας τόνισε ότι είναι πολύ σημαντικό να αφήνονται πρωτοβουλίες στους νεότερους αξιωματικούς που χειρίζονται υποθέσεις, κάτι που αποδείχτηκε περίτρανα στην συγκεκριμένη υπόθεση.
Συγχαρητήρια στους πρωτεργάτες της επιτυχίας έδωσαν με την σειρά τους ο υπαρχηγός της ΕΛ.ΑΣ Γιάννης Διαμαντόπουλος και ο Αττικάρχης Χρήστος Δραγατάκης, ο οποίος επεσήμανε την προτεραιότητα που έχει δοθεί στην Δυτική Αττική, υπογραμμίζοντας ότι ήδη ετοιμάζονται από την ΓΑΔΑ 25 Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας, (ΟΠΚΕ), η πλειψηφία των οποίων θα διατεθεί στην παραπάνω περιοχή.
Οι 41 συλληφθεντες, μετά την κακουργηματικού χαρακτήρα δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν χτες στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές. Βαρύνονται – κατά περίπτωση – για τα αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, της ληστείας και των διακεκριμένων κλοπών, κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση, της αποδοχής και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος κατ’ εξακολούθηση, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, της πλαστογραφίας και της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά.