Πολιτική ευθύνη, παραίτηση από ευθιξία και άλλες άγνωστες λέξεις…- Από τη Θεσσαλονίκη γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μία χώρα στην οποία θεωρούνταν κάπως σημαντικό να κατέχεις θέση ευθύνης και στην πολιτική έννοιες όπως «ηθική τάξη» ή «ευθιξία» είχαν ένα κάποιο νόημα.

Για παράδειγμα, υπήρχε ένας υπουργός σε αυτή τη χώρα που παραιτήθηκε, επειδή εισαγγελέας διενεργούσε έρευνα για πράξεις συνεργάτη του. Όχι του ίδιου, τονίζουμε· συνεργάτη του.

Την ίδια χρονιά, ένας άλλος υπουργός, στην ίδια χώρα, παραιτήθηκε για λόγους ηθικής τάξης, επειδή είχε ένα αυθαίρετο.

Μετά από ένα χρόνο, ένας τρίτος υπουργός υπέβαλε την παραίτησή του, η οποία έγινε δεκτή, επειδή είχε τα χρήματά του σε υπεράκτια εταιρεία.

Πέρασε ένας μήνας κι ένας συνάδελφός του έκανε το ίδιο, γιατί το όνομά του ενεπλάκη σε ένα μεγάλο σκάνδαλο. Μετά, το δικαστήριο τον δικαίωσε.

Μία χρονιά αργότερα, στο γραφείο ενός υφυπουργού, βρήκαν ένα σημείωμα για ρουσφέτια και ο ίδιος δεν μπορούσε παρά να παραιτηθεί, χωρίς να γνωρίζει κανείς με σιγουριά αν σκόπευε να τα πραγματοποιήσει.

Άλλη μία χρονιά μετά, μία υφυπουργός υπέβαλε παραίτηση για λόγους ευθιξίας, επειδή ο σύζυγός της χρωστούσε στην εφορία. Έγινε δεκτή βεβαίως.

Τα επόμενα δύο χρόνια, παραιτήθηκαν τρεις υπουργοί, απλά επειδή διαφωνούσαν με την κυβέρνηση και τα κόμματά τους.

Και, δύο χρόνια μετά, ένας υπουργός παραιτήθηκε επειδή διαφωνούσε με μία νομοθετική ρύθμιση που είχε σχέση με το γάλα.

Οποιαδήποτε ομοιότητα των παραπάνω με πρόσωπα και καταστάσεις δεν είναι καθόλου συμπτωματική και έχει άμεση σχέση με την πραγματικότητα.

Οι προαναφερόμενες παραιτήσεις Ελλήνων υπουργών σημειώνονται με χρονολογική σειρά, αρχής γενομένης από το 2007. Μία δεκαετία πριν δεν είναι ακριβώς αυτό που λέμε «πολύ παλιά».

Αυτό σημαίνει ότι από τότε μέχρι το 2014 είχαμε δέκα αποχωρήσεις (χωρίς να περιλαμβάνουμε εκείνους που αποχώρησαν ακολουθώντας την κομματική γραμμή- βλ. ΛαΟΣ 2012)- περίπου μία ανά εννέα μήνες κατά μέσο όρο- που αφορούσαν είτε σε λόγους ηθικής είτε σε πολιτική διαφωνία· σε καιρούς που δεν έκαιγαν τρόλεϊ ούτε έσπαγαν βιτρίνες μαγαζιών μέρα παρά μέρα. Οι μισές, δε, συνέβησαν χωρίς να έχουμε καν κρίση και την πίεση που αυτή συνεπάγεται.

Βέβαια, όλοι όσοι ζούσαμε τότε, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν τέλεια- το αντίθετο συνέβαινε. Μιλώντας για ανάληψη πολιτικών ευθυνών και παραιτήσεις, μάλλον έπρεπε να υπήρχαν περισσότερες. Ωστόσο, βρέθηκαν έστω κάποιοι που παραιτήθηκαν.

Μετά το 2014, όταν και ξεμπερδέψαμε με τον επάρατο δικομματισμό, είχαμε κατ’ αρχάς το αντάρτικο της δραχμής, το τέλος του οποίου σηματοδότησε και το τέλος οποιασδήποτε έννοιας πολιτικής ηθικής για τον κυβερνητικό συνασπισμό, και από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του ’15 έως τώρα, είχαμε μία «περίπου» παραίτηση  μετά από θητεία μόλις 12 ωρών- επειδή πρώτα ορίσαμε τον υπουργό και μετά διαβάσαμε τον λογαριασμό του στο Τουίτερ- και μία κανονική, επειδή ένας υπουργός είπε κάτι που δεν έπρεπε («Αν δεν τάξεις δεν σε ψηφίζει κανείς»).

Στις υπόλοιπες ανακολουθίες και τις πραγματικές αβελτηρίες που προέκυψαν από πλευράς κυβέρνησης τα τελευταία δύο χρόνια, η πολιτική ευθύνη χάνεται ανάμεσα στον ανάλγητο καπιταλισμό, την αντιπολίτευση και την αναισθησία του «Δεν τρέχει και τίποτα σπουδαίο…».

Α, ναι… είχαμε πρόσφατα και μία μήνυση «κατά παντός υπευθύνου». Αν σκεφτούμε ότι, στην προκειμένη, μηνυτής και υπεύθυνος ταυτίζονται, είναι να αναρωτιέται κανείς αν τελικά είναι προτιμότερη η αναισθησία. Από τη μία έχουμε θρασεία υποτίμηση της νοημοσύνης μας και από την άλλη, συστάσεις του τύπου «Ποια πετρελαιοκηλίδα; Κολυμπήστε ελεύθερα…»! Πολύ δύσκολη επιλογή…

Σε κάθε περίπτωση, όλα θα τα ακούσουμε προκειμένου να αποφευχθεί μία παραίτηση.

Με αυτά τα μέτρα και σταθμά, λοιπόν, ή όλα πηγαίνουν πολύ καλύτερα μετά το ‘14 ή, τουλάχιστον σε επίπεδο ηθικής τάξης (άρα παντού!), όλα πηγαίνουν πολύ χειρότερα.

Μια φορά, συγκρίνοντας καταστάσεις, αποκλείεται να έμειναν ίδια:

Όχι πολύ πριν το ‘14, εκείνοι οι τρεις υπουργοί έφυγαν γιατί έκριναν ότι δεν τους άφηναν να κάνουν τη δουλειά τους (έστω όπως εκείνοι νόμιζαν), αντί να κάθονται και να προσποιούνται ότι παλεύουν την ίδια τους την κυβέρνηση με μοιραίο αποτέλεσμα το απόλυτο τίποτα.

Εκείνος με το ραβασάκι για ρουσφέτια στο γραφείο του έφυγε, αντί να τα πραγματοποιήσει και να βάλει μετά τους διορισμένους να γράψουν μία επιστολή για τους κομματικούς αγώνες των παππούδων τους.

Ο άλλος υπουργός, που αποχώρησε επειδή έβγαλε τα χρήματά του έξω και κατηγορήθηκε για φοροαποφυγή, τουλάχιστον ήταν υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και όχι Οικονομικών. Αν και φαίνεται ότι στους Οικονομικών δεν μας νοιάζει και τόσο… Ή στους αριστερούς… Ή στους αριστερούς υπουργούς Οικονομικών… Είναι κάπως νεφελώδες το ζήτημα.

Ο εμπλεκόμενος σε σκάνδαλο πρώτα παραιτήθηκε και μετά τον δικαίωσε το δικαστήριο, ενώ λίγα χρόνια αργότερα θα συνέβαινε το εντελώς ανάποδο: Ενεργοί- και μάλιστα κορυφαίοι- υπουργοί με καταδίκες στην πλάτη.

Η πιο χαρακτηριστική αντίθεση όμως είναι, από τη μία, οι υπουργοί που παραιτήθηκαν γιατί ελέγχονταν οι συνεργάτες ή οι συγγενείς τους και, από την άλλη, ο ένας μιλάει απευθείας με ισοβίτη, παίζει στο καζίνο και λέει αποδεδειγμένα ψέματα μέσα στο Κοινοβούλιο και ο άλλος βρίσκεται στο τρίτο τη τάξη πολιτειακό αξίωμα της χώρας ενώ ο γιος του υποδέχεται με αγκαλιές καταδικασμένο τρομοκράτη.

Και, για κάποιο λόγο, το ερώτημα ακόμα πλανάται…

«Γιατί, οι προηγούμενοι καλύτεροι ήταν;»…

 

Προηγούμενο άρθροΗ λιτότητα δεν συμβαδίζει με την ανάπτυξη – Γράφει ο Δημήτρης Χριστούλιας
Επόμενο άρθροΗ Ελληνίδα φυσικός Ασημίνα Αρβανιτάκη αναλαμβάνει την διοίκηση του Κέντρου για το Σύμπαν