Πριν απειλήσει την βιοποικιλότητα, τους ωκεανούς και την παγκόσμια τροφική αλυσίδα, το πλαστικό έσωσε ζωές μέσω της εκρηκτικής ανάπτυξης που συνδέεται στενά με την εκτίναξη της μαζικής κατανάλωσης στην μεταπολεμική περίοδο.
Ανθεκτικό, ελαφρύ και οικονομικό, κατά την δεκαετία του 1950 και στις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν, το πλαστικό είχε θετική εικόνα σε όλους τους τομείς της ζωής, σημειώνει ο Ατλας του Πλαστικού της Fondation Heinroch Böll Stiftung.
Στον τομέα της υγείας, καθετήρες, σάκοι παροχέτευσης, σύριγγες και άλλα πλαστικά ιατρικά υλικά μίας χρήσης βελτίωσαν τους όρους υγιεινής, την υγεία και συμμετείχαν στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Μέσω των συσκευασιών, τα πλαστικά υλικά συνέβαλαν στην συντήρηση των προϊόντων, στον περιορισμό της σπατάλης των τροφίμων και ντε φάκτο στην αντιμετώπιση της πείνας, σύμφωνα με τους υποστηρικτές τους.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η επιδημία του AIDS χτυπά σκληρά την νεολαία. «Το πλαστικό, είναι εξαιρετικό» τραγουδά το γαλλικό ροκ συγκρότημα Elmer Food Beat για να ενθαρρύνει την χρήση του προφυλακτικού ως μέσου προστασίας από την ασθένεια: το λάτεξ και κατά προέκταση το πλαστικό θεωρείται ότι σώζει ζωές.
Αλλά 20 χρόνια μετά, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, οι κοινωνικές αξίες που περιβάλλουν το πλαστικό ανατρέπονται. Το ίδιο ροκ συγκρότημα διασκευάζει το κομμάτι που γίνεται πια «Το πλαστικό, είναι τραγικό» για να σημάνει συναγερμό για την ρύπανση των ωκεανών από τα πλαστικά.
Στον 21ο αιώνα, «το πλαστικό γίνεται έξυπνο, ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ανθρώπων», λέει ο Mickaël Pruvost, ερευνητικός μηχανικός του χημικού ομίλου Arkema.
Ο κατασκευαστής πιεζοηλεκτρικών πολυμερών γεμάτων με ηλεκτρόνια ή αισθητήρες ποντάρει στα πλαστικά που καταγράφουν κινήσεις, δονήσεις ή καρδιακό ρυθμό και στέλνουν, για παράδειγμα, σήματα σε περίπτωση πτώσης ηλικιωμένων ή μωρών.
Δύο αιώνες πριν, τα πρώτα πλαστικά παράγονταν με βάση φυσικές και ανανεώσιμες πρώτες ύλες όπως το καουτσούκ του Charles Goodyear.
Το 1862, παρουσιάστηκε στην Μεγάλη Έκθεση του Λονδίνου η «parkesine», που πήρε το όνομα του εφευρέτη της, του Alexander Parkers. Ηταν κατασκευασμένη από φυτική κυτταρίνη και ήταν εύπλαστη όταν θερμαινόταν, ενώ διατηρούσε το σχήμα που της είχε δοθεί όταν κρύωνε.
Το 1869, εφευρίσκεται στις ΗΠΑ ο κελλουλοΐτης: η parkesine θερμαίνεται και αναμειγνύεται με καμφορά και αλκοόλη. Στις πρώτες βιομηχανικές εφαρμογές του το υλικό αντικαθιστά το ελεφαντόδοντο στις μπάλες του μπιλιάρδου, το καύκαλο χελώνας στις χτένες. Κατασκευάζονται τα πρώτα κινηματογραφικά φιλμ.
Το 1884, ο γάλλος χημικός Hilaire de Chardonnet κατοχυρώνει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας μία συνθετική ίνα, το πρώτο συνθετικό μετάξι, γνωστό ως «μετάξι Chardonnet» που θα εξελιχθεί αργότερα στο νάιλον και το τεργκάλ.
Το πρώτο πλήρως συνθετικό πλαστικό, χωρίς ίχνος μορίου που απαντάται στην φύση, εφευρίσκεται το 1907 στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον βέλγο χημικό Léo Baekeland: ο βακελίτης, προϊόν αντίδρασης ανάμεσα στην φαινόλη και την φορμαλδεΐδη. Χρησιμεύει στην κατασκευή τηλεφωνικών συσκευών, ηλεκτρικών διακοπτών και σταχτοδοχείων.
Το 1912, ο πρωτοπόρος των πολυμερών, ο γερμανός χημικός Friz Klatte κατοχυρώνει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το πολυβινυλικό χλωρίδιο, πιο γνωστό με την ονομασία PVC. Η παρασκευή του απογειώνεται την δεκαετία του 1950 όταν ανακαλύπτεται ότι μπορεί να κατασκευαστεί με βάση ένα υποπροϊόν της χημικής βιομηχανίας: το πάμφθηνο χλώριο.
Η βιομηχανική παραγωγή του πλαστικού αναπτύσσεται επίσης στην δεκαετία του 1950 με βάση την κλασματική απόσταξη του πετρελαίου γύρω από τρία προϊόντα: το πολυαμίδιο, υλικό που δοκιμάστηκε με επιτυχία στα αμερικανικά αλεξίπτωτα κατά την Απόβαση του Ιουνίου 1944 στις ακτές της Νορμανδίας, το τεφλόν, πολεμικό υλικό που χρησιμοποιείται για την αντοχή του πριν καλύψει τα τηγάνια ολόκληρου του κόσμου και η σιλικόνη.
Το πλαστικό είναι πλέον παρόν σε κάθε τομέα της καθημερινής ζωής. Η παγκόσμια παραγωγή εκτοξεύεται: πολλαπλασιάσθηκε επί 230 ανάμεσα στο 1950 και σήμερα, ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός πολλαπλασιαζόταν επί 3 στα 8,2 δισεκατομμύρια, σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
Σήμερα, το 60% του παραγόμενου πλαστικού προορίζεται για την συσκευασία, τον κατασκευαστικό τομέα και τις μεταφορές, το 10% για την υφαντουργία, το 4% για τον ηλεκτρονικό τομέα, το 10% για καταναλωτικά προϊόντα, το 2% για τα λάστιχα των αυτοκινήτων και το 15% για άλλες χρήσεις. Το 9% ανακυκλώνεται, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ και 22 εκατομμύρια τόνοι καταλήγουν κάθε χρόνο στο περιβάλλον.
Από το 2019, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας γνωστοποιεί αξιολογήσεις σχετικά με τις συνέπειες στην υγεία του ανθρώπου (ανοσοποιητικό και αναπνευστικό σύστημα, ενδοκρινολογικές διαταραχές, μείωση της γονιμότητας) των μικροπλαστικών που παράγονται από την αλλοίωση των μακροπλαστικών, των πλαστικών απορριμμάτων που απορρίπτονται στο περιβάλλον.
ΑΠΕ-ΜΠΕ