Γράφαμε και χθες (άρθρο με τίτλο «Φουγάρα ανάπτυξης») ότι η ανάπτυξη στη χώρα μας αντιμετωπίζει τεράστια δομικά ζητήματα κι ότι η κυβέρνηση βρίσκεται και πάλι στον δικό της κόσμο, αφού βλέπει έκρηξη αυτής και ανάκαμψη ακόμη και των πιο προβληματικών τομέων της οικονομίας.
Αυτό το κυβερνητικό success story , επαναλήφθηκε χθες με Δελτίο Τύπου του υπουργείου Οικονομίας.
Όπου, αναφέρεται ότι το 2017 ήταν έτος ορόσημο για την οικονομία, οι επενδύσεις βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας εξαετίας, η ανταγωνιστικότητα εμφανίζεται βελτιωμένη έναντι του 2014 κλπ κλπ.
Μα πριν αλέκτωρ λαλείσαι, ήρθαν οι δηλώσεις του προέδρου Βιομηχανικών υποθέσεων της Business Europe, του Γκέρχαρντ Κοχ, ο οποίος ανέφερε ξεκάθαρα ότι «δύσκολα θα πάει μια ξένη εταιρεία να επενδύσει στην Ελλάδα»!
Και πρόσθεσε ότι η Ελλάδα δεν προσφέρεται για επενδύσεις, αφού είναι αποτρεπτικά στοιχεία το κόστος δανεισμού, το ενεργειακό κόστος και τα φορολογικά κι ασφαλιστικά δεδομένα. Κι έφερε ως παράδειγμα –για να αποδείξει ότι η χώρα μας δεν είναι ελκυστικός επενδυτικός προορισμός- ότι τα επιτόκια δανεισμού είναι 7%, όταν σε όλη την Ευρώπη είναι πέριξ του 2% και το ενεργειακό κόστος είναι 30% ακριβότερο από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Αναφέρθηκε δε και τους υψηλότατους φόρους.
Ουσιαστικά, δηλαδή, ανέφερε όσα επισημαίνουν οι οικονομικοί και πολιτικοί αναλυτές.
Ότι η ελληνική οικονομία έχει τόσες στρεβλώσεις που δεν της επιτρέπουν να εκμεταλλευθεί την τωρινή θετική οικονομική συγκυρία διεθνώς.
Να λέμε, λοιπόν, τα πράγματα με το όνομα τους.
Πράγματι έχουν πέσει τα spread και μάλιστα στα επίπεδα που ήταν προ της κρίσης.
Πράγματι, το νέο επταετές ομόλογο που ετοιμάζει η κυβέρνηση, θα βρει πολλούς αγοραστές.
Αυτό όμως δεν θα γίνει επειδή η ελληνική οικονομία δήθεν απογειώνεται, αλλά επειδή θα έχει υψηλό τόκο σε σχέση με τα άλλα ευρωπαϊκά. Όταν το γερμανικό ομόλογο έχει απόδοση 0,68% και το γαλλικό έχει 0,96% κι όλα τ’ άλλα κυμαίνονται κάτω του 2%, τότε το δικό μας που θα βγει 3-3,5% θα είναι ανάρπαστο.
Από την άλλη πλευρά, ότι κινείται δεν κινείται στον τομέα της αναπτυξιακής παραγωγής αλλά των αποκρατικοποιήσεων.
Και πάλι, όμως, είμαστε η πιο αναιμική οικονομία της Ευρώπης. Παρ’ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξαθλίωσε παντελώς τον εργασιακό τομέα. Παρ’ ότι υπάρχουν πια μισθοί των 400 ευρώ και σχεδόν επικρατεί το καθεστώς της ημιαπασχόλησης.
Ουδεμία μεγάλη εταιρεία επενδύει στην Ελλάδα και δη στον αναγκαίο βιομηχανικό χώρο.
Επιστρέφοντας, λοιπόν, σε όσα είπε ο κορυφαίος Αυστριακός επιχειρηματίας, δεν έχει κανένα λόγο να επενδύσει στην Ελλάδα. Ούτε αυτός, ούτε άλλοι. Δεν μπορούν να εκτεθούν σε μια χώρα που φορολογεί υπερβολικά την παραγωγή, που δεν έχει αποδοτική κι αποτελεσματική δημόσια διοίκηση και Δικαιοσύνη.
Συνεπώς, παρά τα όσα θέλει να παρουσιάσει ως γοητευτικό αφήγημα η κυβέρνηση, δεν είναι τίποτα περισσότερο από φούμαρα με μεταξωτές κορδέλες.
Δεν προκύπτει από πουθενά ότι οι επενδυτές κάνουν ουρά, ούτε ότι θ’ ανοίξουν θέσεις εργασίας και παραγωγής.
Ούτε ότι θα καπνίσουν τα φουγάρα.
Το παραμύθι καλά κρατεί…