Η χρονιά που έφυγε μας άφησε κληρονομιά και θύμισες από τη δοκιμασία όλων μας με τα Τέμπη, τις φωτιές και τις πλημμύρες. Γεγονότα που οδήγησαν στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς το κράτος.
Μας άφησε και τις εκλογικές νίκες του Μητσοτάκη με την ταυτόχρονη συντριβή της Αριστεράς, γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε (;;) ότι η κοινωνία μας απαλλάσσεται σιγά σιγά από την αφέλεια και σπρώχνει στο περιθώριο τους τοξικούς –λαϊκιστές- τυχοδιώκτες πολιτικούς. Μα αυτό έχουμε καιρό ακόμη για να το επιβεβαιώσουμε.
Από την άλλη πλευρά, παρήγορο στοιχείο είναι η επιτάχυνση διάφορων μεταρρυθμίσεων από τον Μητσοτάκη και κάποιους συγκεκριμένους υπουργούς του που μπορούν να τον ακολουθήσουν. Οι αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η επιχείρηση αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, οι τομές στην εργατική νομοθεσία, με τις οποίες δίνεται η δυνατότητα εργασίας στους συνταξιούχους χωρίς να θίγεται ο κόπος και το εισόδημά τους, είναι αλλαγές σημαντικές. Η αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα αλλά και η νομιμοποίηση απασχόλησης (υπό προϋποθέσεις) σε αλλοδαπούς, φέρνει την Ελλάδα πιο κοντά στα διεθνή δεδομένα. Η δε ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και ταυτοχρόνως η ανάδειξη της Ελλάδας από τον διεθνή Economist, ως χώρας της χρονιάς, με βάση κριτήρια αξιολόγησης και σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις, αποτελούν τον νέο ήλιο της Ελλάδας και δημιουργούν αισιοδοξία.
Το σημαντικό όλων αυτών είναι ότι τόσο στις κάλπες, όσο και δημοσκοπικά, ο Μητσοτάκης απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της κοινωνίας. Όχι μόνο επειδή πείθει ότι τα κάνει καλύτερα, αλλά κι επειδή όλοι οι άλλοι μαζί βρίσκονται βυθισμένοι στην ανικανότητά τους να εμπνεύσουν την κοινωνία, μένοντας προσηλωμένοι σε στερεότυπα και ιδεοληψίες που δεν χωράνε στη σύγχρονη κοινωνία.
Το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα μπαίνει στο 2024 σοφότερη και πιο δυνατή από τις κρίσεις που ξεπέρασε. Ναι η ακρίβεια πλήττει τα ασθενέστερα νοικοκυριά, μα η μεγάλη εικόνα της Οικονομίας μόνο αισιοδοξία μπορεί να προκαλεί.
Καλή χρονιά να έχουμε.