Αγαπητέ Πρόεδρε,
Φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι,
Είναι ιδιαίτερη η χαρά μου να βρίσκομαι απόψε, για άλλη μία φορά μαζί σας, για δεύτερη συνεχόμενη φορά ανάμεσά σας. Η σημερινή παρουσία, όμως, είναι ξεχωριστή για εμένα, λόγω του γεγονότος, ότι είστε ο πρώτος κοινωνικός εταίρος πια, μετά την συμφωνία για το χρέος και το οριστικό τέλος των μνημονίων, ο πρώτος λοιπόν κοινωνικός εταίρος, γενική συνέλευση μάλιστα κοινωνικού εταίρου, κατά την οποία μου δίνεται η δυνατότητα να μιλήσω για την επόμενη μέρα και για το σχέδιό μας, γι’ αυτό που ονομάζουμε «παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας» και επιστροφή στην ανάπτυξη.
Και θα’ θελα με την ευκαιρία, αγαπητέ κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ φίλε, να πω ότι διαπίστωσα μια διαφορά στη χροιά της ομιλίας σας, ίσως εκ του γεγονότος ότι είστε πια κοινωνικός εταίρος και αντιλαμβάνεστε την ευθύνη, αλλά θα ήθελα να σας συμβουλεύσω να μην ακολουθήσετε τα πεπραγμένα άλλων εταίρων, που ακολουθούν μία τακτική εδώ και χρόνια του «δάσκαλε που δίδασκες».
Δεκτή η κριτική, δεκτές οι διαφορετικές απόψεις, αυτός είναι ο ρόλος, άλλωστε, των εταίρων που πρέπει να βρίσκονται σε μία δημιουργική αντιπαράθεση με τις κυβερνήσεις για να μπορούν να συνθέτουν. Αλλά θα πρέπει όλοι μας, όλοι όσοι βρισκόμαστε σε δημόσιες θέσεις και δημόσια αξιώματα, είτε είμαστε πολιτικοί, εκπρόσωποι αιρετοί του ελληνικού λαού, είτε όμως είμαστε και εκπρόσωποι φορέων πόσω δε μάλλον παραγωγικών δυνάμεων της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, να δεχόμαστε, να ασκούμε κριτική αλλά να δεχόμαστε και την κριτική, να λογοδοτούμε.
Σήμερα, λοιπόν, από αυτό εδώ το βήμα, θέλω να επαναλάβω κάτι, το οποίο το τελευταίο διάστημα μονότονα και επίμονα λέω σε κάθε δημόσια παρέμβασή μου απευθυνόμενος στο σύνολο των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου, ζητώντας τους παρά τις διαφορετικές απόψεις και οπτικές που μπορεί να έχουμε, να συστρατευτούν στο σχέδιό μας για την έξοδο από την κρίση. Και μάλιστα τώρα που φαίνεται επιτέλους, ότι αυτό το σχέδιο – διότι θα έλεγα – ότι φαίνεται επιτέλους μετά από οκτώ χρόνια, ότι υπήρξε ένα σχέδιο που βγάζει τη χώρα από τα μνημόνια και αποδίδει καρπούς.
Και που, θα μου επιτρέψετε, τη διαφωνία, η εικόνα της χώρας στην Ευρώπη παρά το γεγονός ότι η ανταγωνιστικότητα και η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλή, αλλά μην ξεχνάμε ότι είχαμε την πιο δύσκολη, θα έλεγε κανείς, αλλά και την πιο εντυπωσιακή δημοσιονομική προσαρμογή όλα τα προηγούμενα χρόνια, καταφέραμε από μία χώρα που ήταν παράδειγμα προς αποφυγή σε όλη την Ευρώπη με ελλείμματα που έφταναν το 15% να έχουμε για τρίτη συνεχόμενη φορά πλεονάσματα. Και κυρίως καταφέραμε κάτι, που πριν από τρία χρόνια κανείς εκ των εταίρων μας δεν μπορούσε να το φανταστεί: Ότι θα υλοποιούσαμε τόσο γρήγορα, τόσο σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές παρεμβάσεις.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις που αφορούν χρόνιες παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, της ελληνικής οικονομίας. Αφορούν από το φορολογικό σύστημα έως τη δικαιοσύνη, τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, διαρθρωτικές παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να προτεραιοποιηθούν από την αρχή αυτής της περιπέτειας της χώρας, αλλά προτεραιοποιήθηκε η σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή και όχι οι θεσμικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Και βεβαίως, η μία παρατήρησή μου είναι αυτή, ότι δεν είναι ακριβές ότι η εικόνα της χώρας πια είναι αρνητική. Θα έλεγα, ότι έχει αλλάξει εντυπωσιακά η εικόνα της χώρας στην Ευρώπη. Δεν έχετε παρά να ανατρέξετε σε όλα τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου το τελευταίο διάστημα, τόσο της Ευρώπης όσο και των Ηνωμένων Πολιτειών σε όλο τον κόσμο, σε αντίθεση ίσως με την επιμονή κάποιων μέσων ενημέρωσης στη χώρα. Και το δεύτερο που θέλω να παρατηρήσω, είναι ότι, εντάξει, δεν είναι και απόλυτα ακριβές, η ανάπτυξη που δεν έρχεται.2,3% το πρώτο τρίμηνο του 2018 το μεγαλύτερο τριμηνιαίο ποσοστό ανάπτυξης από το 2006 όταν η κρίση δεν υπήρχε, ούτε καν, στο μυαλό μας, στη φαντασία μας, στα όνειρά μας, δυστυχώς.
Έρχομαι, όμως, σε αυτό το οποίο ζητώ επίμονα και ζητώ και σήμερα από αυτό εδώ το βήμα. Τώρα, λοιπόν, που φαίνεται ότι ένα σχέδιο – και θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί σας, χρειάζεται αλλαγή μοντέλου, παραγωγικού μοντέλου. Και φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτό το σχέδιο αποδίδει καρπούς και κάναμε τη μεγάλη αυτή προσπάθεια πηγαίνοντας εκεί, επί τόπου, σε κάθε ξεχωριστή περιφέρεια της χώρας, διοργανώνοντας 14 διαφορετικά περιφερειακά συνέδρια, συνομιλώντας με τον καθένα ξεχωριστά και παίρνοντας κάτι από τις απόψεις του καθενός και της κάθε μιας από τις παραγωγικές δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Τώρα που διαμορφώνεται ένα σχέδιο που θέλει, επιθυμεί να αλλάξει την αντίληψη, τη νοοτροπία και την κατεύθυνση, αν θέλετε, του τρόπου παραγωγής και του μοντέλου ανάπτυξης στη χώρα, τώρα λοιπόν πρέπει ο καθένας και η καθεμία να συμβάλλει, να προσφέρει, από το μετερίζι στο οποίο βρίσκεται και παλεύει.
Αλλά νομίζω, ότι πρώτιστη προτεραιότητα σήμερα για όλες τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, είναι να συμβάλλουμε, να ενώσουμε προσπάθειες, ώστε να ξανασταθεί η χώρα στα πόδια της. Αυτό το δεδομένο, ότι η χώρα στέκεται στα πόδια της από τον Σεπτέμβριο και μετά έχοντας διασφαλίσει μία απόφαση καθοριστικής σημασίας στο προηγούμενο Eurogroup και ξαναβγαίνει στις αγορές, είναι κάτι το οποίο δεν αφορά τη σημερινή εκλεγμένη κυβέρνηση. Αφορά τη χώρα συνολικά, αφορά όλες τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας και αφορά από τούδε και στο εξής και κάθε κυβέρνηση που ο ελληνικός λαός θα αποφασίσει να εκλέγει. Γι’ αυτό θεωρώ, ότι είναι μία σημαντική, ιστορική τομή αυτή η απόφαση.
Αναφέρομαι στην 21η Ιουνίου και στην απόφαση του Eurogroup η οποία κλείνει με τον καλύτερο τρόπο το τελευταίο κεφάλαιο της ελληνικής κρίσης και των μνημονίων, μετά από μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο οκτώ ετών. Και πρέπει να σας εξομολογηθώ, ότι γι’ αυτήν την ημέρα και γι’ αυτήν την απόφαση εργαζόμασταν αδιάκοπα τα τρία τελευταία χρόνια, με πίστη και σχέδιο στις δυνάμεις μας και πολλή δουλειά, σε αντίξοες συνθήκες. Και προετοιμάσαμε βήμα – βήμα, την έξοδο της χώρας από τα προγράμματα στήριξης, που ολοκληρώνεται με επιστέγασμα τα μέτρα που αποφασίστηκαν για την λεγόμενη ελάφρυνση, τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Ειδικότερα, με αυτή τη συμφωνία, εξειδικεύονται τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, τα οποία προστίθενται στα βραχυπρόθεσμα μέτρα που αποφασίστηκαν και εφαρμόζονται από το προηγούμενο έτος και ταυτόχρονα δίνονται οι απαραίτητες εγγυήσεις για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του, πάντα στο ολοκληρωμένο πλαίσιο διαχείρισης που συναποφασίζουμε με τους εταίρους μας. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά, ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος καθίσταται βιώσιμο, πράγμα που το αναγνωρίζουν οι διεθνείς αγορές, η τροχιά απομείωσής του καθίσταται ελεγχόμενη και προβλέψιμη, και κυρίως, ότι αυτό θα εξασφαλίζεται, βεβαίως, μέσα από την ανάπτυξη της οικονομίας, πράγμα που σημαίνει, ότι καθιστάμε και τους εταίρους μας, συνεταίρους μας σε αυτή την πορεία και στην προσπάθειά μας να διατηρήσουμε τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Ειδικότερα, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα δημιουργούν έναν, όπως τον λέμε, καθαρό διάδρομο για τα επόμενα 15 έτη, όπου το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού δημόσιου χρέους γίνεται πολύ χαμηλό, και δημιουργεί τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο για αναπτυξιακές παρεμβάσεις που θα συμβάλλουν στην επίτευξη υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης.
Και ειρήσθω εν παρόδω να πω, ότι ήδη προβλέπεται δημοσιονομικός χώρος με μετριοπαθείς εκτιμήσεις, αυτές που ήδη έχουν καταγραφεί στο προηγούμενο μεσοπρόθεσμο που ψηφίστηκε στη Βουλή για το 2019 ύψους 860 εκατομμυρίων ευρώ. Και έχουμε δεσμευθεί, από αυτά να αφήσουμε και ένα περιθώριο γύρω στα 750 εκατομμύρια ευρώ να δώσουμε ελαφρύνσεις εκεί που μας προτείνατε πριν, φοροελαφρύνσεις, στοχευμένες φοροελαφρύνσεις.
Γιατί πράγματι, υπήρξε σε όλη τη διάρκεια των μνημονίων μεγάλη συμπίεση των κοινωνικά αδύναμων, αλλά υπήρξε και μεγάλη συμπίεση αυτού που ονομάζουμε μεσαία τάξη και επιχειρηματικότητα, φορολογική συμπίεση. Και τώρα ο αέρας που έρχεται και το περιθώριο θα πρέπει να δοθεί εκεί. Και, βεβαίως, για το ’20 διπλασιάζεται αυτό το δημοσιονομικό περιθώριο στο 1,5 δις, φτάνει μέχρι τα 3 δις ως το ’22. Προβλεπόμενος από τώρα δημοσιονομικός χώρος, δεν μιλώ για την υπεραπόδοση, πέραν, δηλαδή, του στόχου για 3,5% που έχουμε αποδείξει ότι τον πιάνουμε και τον υπερβαίνουμε κατά αρκετά μεγάλο ποσοστό τα τελευταία τρία χρόνια.
Ταυτόχρονα, λοιπόν, με τον καθαρό διάδρομο που διαμορφώνεται στη χώρα για τα επόμενα 15 έτη σε σχέση με τις αποπληρωμές των δανειακών της αναγκών, ανοίγει ο δρόμος για την ασφαλή επιστροφή στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου, καθώς με αυτή τη συμφωνία, οι διεθνείς επενδυτές αναγνωρίζουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Και, ήδη, οι πρώτες αντιδράσεις από τις ίδιες τις αγορές, είναι εξαιρετικά θετικές. Και το ίδιο υποδεικνύουν και οι πρώτες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας από τους διεθνείς οίκους που έρχονται η μία μετά την άλλη.
Μπορούμε συνεπώς πλέον, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, να περάσουμε σιγά – σιγά στην επόμενη φάση, να αλλάξουμε ατζέντα και να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στο ζήτημα της επίτευξης υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Στο ζήτημα που αφορά στην κοινωνική αναγκαιότητα να έχουμε περαιτέρω μείωση της ανεργίας. Στο ζήτημα που αφορά το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, διότι κάθε επιχείρηση πρέπει να στηρίζεται στους εργαζόμενούς της.
Δεν μπορεί καμία επιχείρηση να πάει μπροστά, αν οι εργαζόμενοι δεν αισθάνονται μέρος αυτής της προσπάθειας και εσείς το ξέρετε, ίσως, καλύτερα από μένα, αυτό. Ίσως κάποιοι άλλοι που συνομιλώ μαζί τους, στην Αθήνα, δεν το καταλαβαίνουν. Εγώ, λοιπόν, θεωρώ ότι εσείς το καταλαβαίνετε και άρα καταλαβαίνετε και την αναγκαιότητα σταδιακά να μιλήσουμε για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και στα μέσα, βεβαίως, που θα χρειαστούν για τους σκοπούς αυτούς.
Όλο το προηγούμενο διάστημα, διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για τη μετάβαση σε μία περίοδο σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης. Εφαρμόσαμε ένα εκτεταμένο πλέγμα μεταρρυθμίσεων και αλλαγών που εκσυγχρόνισαν τη δομή και τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας. Βεβαίως, κανείς δεν θα ισχυριστεί και πρώτος εγώ δεν θα’ μαι αυτός που θα ισχυριστεί, ότι δεν χρειάζονται άλλες μεταρρυθμίσεις. Οι μεταρρυθμίσεις, ξέρετε, είναι σαν το ποδήλατο. Αν σταματήσεις να κάνει πετάλι, πέφτεις. Οι μεταρρυθμίσεις χρειάζονται συνέχεια επιμονή και υπομονή. Όμως, πρέπει να παραδεχθούμε ότι αυτό που έγινε τα τελευταία 2,5 χρόνια, δεν είχε γίνει για δεκαετίες ολόκληρες στη χώρα μας. Εφαρμόσαμε, λοιπόν, εκτεταμένο πλέγμα μεταρρυθμίσεων, στην πλειοψηφία τους αναγκαίες, αυτονόητες σε πολλές περιπτώσεις θα έλεγα, ειδικά μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούσαν εδώ και χρόνια και ειδικά αυτές που μπλόκαραν, παθογένειες που μπλόκαραν την αναπτυξιακή διαδικασία, βλέπουμε εκεί λοιπόν να υπάρχουν σημαντικές αλλαγές.
Σήμερα η χώρα διαθέτει, λοιπόν, για να πω και παραδείγματα, έναν φορολογικό μηχανισμό ο οποίος φυσικά και έχει προβλήματα, αλλά είναι αξιόπιστος. Διαθέτει κανόνες ανταγωνισμού και δίκαιης μεταχείρισης. Φυσικά και μπορεί να χρειάζονται παρεμβάσεις, αλλά διαθέτει αυτούς τους κανόνες πια. Διαθέτει απλοποιημένες διαδικασίες για το άνοιγμα των επιχειρήσεων και για την επιτάχυνση των επενδύσεων. Διαθέτει ένα νέο αδιάβλητο σύστημα προμηθειών και δημοσίων συμβάσεων. Δεν το είχε. Επιτέλους αποκτήσαμε ή αποκτούμε, εν πάση περιπτώσει έχουμε φτάσει σε ένα πολύ υψηλό ρυθμό και μεγάλο ποσοστό – πράγματα που έπρεπε να είχαμε κάνει από τη δεκαετία του ’60 – αποκτούμε κτηματολόγιο και χρήσης γης, επιτέλους, και είναι εδώ και ο συντοπίτης σας, ο αρμόδιος υπουργός, ο Σωκράτης Φάμελλος που έχει εργαστεί πολύ γι’ αυτό. Και βεβαίως, ταυτόχρονα, έχουμε την έγνοια μας και για προγράμματα κοινωνικής πολιτικής με συγκεκριμένη στόχευση.
Καταφέραμε, επίσης, πέραν της επίτευξης των υψηλών πλεονασμάτων, να διαμορφώσουμε τις συνθήκες, ώστε να δημιουργηθεί ένα εξαιρετικά θετικό momentum σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές ελληνικών επιχειρήσεων αλλά και σε ό,τι αφορά την σημαντική αύξηση των ξένων επενδύσεων, άμεσων επενδύσεων στη χώρα. Και αυτό είναι που διαμόρφωσε αυτό το momentum. Οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι θετικοί.
Αναφέρθηκα πριν στο ποσοστό του πρώτου τριμήνου. Η ανεργία μειώνεται με σταθερό ρυθμό, είναι ακόμα υψηλή. Το 20% είναι ένα ποσοστό το οποίο δεν μας κάνει να πανηγυρίζουμε. Αλλά να θυμάστε. Δεν μπορούμε να το ξεχάσουμε αυτό: Ότι πριν από 3,5 χρόνια ήταν στο 27%. Και βεβαίως, έχουμε μία παρόμοια εικόνα σε όλους τους δείκτες οικονομικού κλίματος, που οι οικονομολόγοι και όσοι από εσάς είστε οικονομολόγοι, προφανώς, γνωρίζετε καλύτερα από μένα, αλλά δεν θα αναφερθώ ιδιαίτερα σε αυτούς.
Εγώ αυτό το οποίο θα πω, όμως, είναι ότι μετά τον Αύγουστο η χώρα μας περνά σε μία πραγματικά νέα εποχή και πρέπει να κεφαλαιοποιήσουμε τα θετικά δεδομένα και να προχωρήσουμε σε αυτό που ονομάζουμε «εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο». Ένα σχέδιο με τις δικές μας κοινωνικές και αναπτυξιακές προτεραιότητες, καθώς και με εκείνα τα προοδευτικά μεταρρυθμιστικά προτάγματα που απαιτούνται για να πετύχουμε αυτό που εμείς ονομάζουμε δίκαιη ανάπτυξη.
Για πρώτη φορά και με συνεκτικό τρόπο αξιοποιούμε συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας, στους τομείς του τουρισμού και του πολιτισμού, της ναυτιλίας και των μεταφορών, στην αγροδιατροφική παραγωγή, στην μεταποίηση και φυσικά στην παραδοσιακά ισχυρή και εδραιωμένη στον ευρύτερο χώρο των Βαλκανίων, βιομηχανία μας.
Να πω δύο λόγια για τη βιομηχανία. Η ελληνική βιομηχανία επιδιώκουμε να πρωταγωνιστήσει στον εξαγωγικό αναπροσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας και πιστεύω, ότι μπορεί να το κάνει. Έχουμε εξαντλήσει συζητήσεις με το προεδρείο του συνδέσμου σας σε σχέση με αυτή τη δυνατότητα. Στόχος μας είναι η συμμετοχή της ελληνικής βιομηχανίας στο ποσοστό του ΑΕΠ να ανέλθει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα στο 12%.
Και θέλω, αγαπητέ κύριε Πρόεδρε, σχετικά με την πρόταση που καταθέσατε, για τη δημιουργία διακριτού Υπουργείου για τη βιομηχανία, να σας πω ότι την εξετάζουμε με προσοχή, καθώς και δική μας επιδίωξη, είναι η προώθηση στοχευμένων πολιτικών και η άμεση επίλυση των γραφειοκρατικών κωλυμάτων, που θα συμβάλλουν στον μέγιστο βαθμό στην περαιτέρω ανάπτυξη του βιομηχανικού κλάδου. Δεν είμαστε απ’ αυτούς, δηλαδή, που πείστηκαν από την καραμέλα μίας εποχής, ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να έχει βιομηχανία και παραγωγή. Δεν είμαστε απ’ αυτούς και το γνωρίζετε πάρα πολύ καλά.
Γιατί, αν εξετάσουμε με διεισδυτικό τρόπο τα πραγματικά αίτια της οικονομικής κατάρρευσης, πίσω από τους οικονομικούς δείκτες, θα δούμε ότι μια βασική αιτία είναι η κρίση του παραγωγικού μοντέλου και της παραγωγικής ταυτότητας της χώρας, που βέβαια αντιστοιχεί και σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές και ευθύνες. Δεν πιστεύουμε, λοιπόν, εμείς ότι το μοντέλο, το παραγωγικό της χώρας είναι η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, χωρίς να υποτιμούμε καθόλου τη μεγάλη δυναμική που αυτός ο κλάδος δίνει στην ελληνική οικονομία.
Ας αφήσουμε όμως όλα αυτά που αφορούν το παρελθόν πίσω και ας κοιτάξουμε μπροστά. Και μπροστά σημαίνει σχέδιο για την ανάπτυξη, αλλά σχέδιο όχι αποσπασματικό, συνολικό, γι αυτό το ονομάσαμε Ολιστικό αυτό που καταθέσαμε μετά από τα δεκατέσσερα συνέδρια την πρόταση μας προς τους θεσμούς και βεβαίως σχέδιο για την ανάπτυξη και ανάπτυξη, ας μην κοροϊδευόμαστε, σημαίνει χρηματοδότηση και ισχυρό τραπεζικό σύστημα.
Για το σκοπό αυτό προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε όλα τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, τους κοινοτικούς πόρους, τα επενδυτικά προγράμματα. Για τρίτη συνεχή χρονιά η χώρα μας είναι πρώτη στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ και στην αξιοποίηση των πόρων του λεγόμενου σχεδίου Γιούνκερ. Μας έδωσε εύσημα και συγχαρητήρια ο πρόεδρος της Επιτροπής στη Βουλή των Ελλήνων. Για πολλά χρόνια ήταν στις τελευταίες θέσεις.
Προωθούμε τη συνεργασία με διεθνείς αναπτυξιακές τράπεζες και ενισχύουμε την από κοινού ανάληψη έργων με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης. Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος δίνει πλήθος από θεσμικά και χρηματοδοτικά κίνητρα στους επενδυτές.
Ταυτόχρονα όμως προχωράμε στη δημιουργία, το επόμενο διάστημα, της Εθνικής Αναπτυξιακής τράπεζας για την χρηματοδότηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας κάθε κλίμακας. Ενώ δουλεύουμε συστηματικά και για μια δυναμική επιστροφή, ας το πω έτσι, των ελληνικών τραπεζών που πέρασαν, παρά τις δυσκολίες τους, με επιτυχία τα στρες τεστ και εξυγιαίνουν βήμα – βήμα τα χαρτοφυλάκια τους, χάρη στο νέο σύστημα διαχείρισης και απομείωσης των κόκκινων δανείων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις σιγά – σιγά να είναι σε θέση και πάλι να αυξήσουν τη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας και να παίξουν το ρόλο που πραγματικά πρέπει να παίζουν σε μια οικονομία κι όχι να δίνουν δάνεια μόνο σε όσους έχουν την ικανότητα να αποδείξουν ότι δεν χρειάζονται λεφτά γιατί τα έχουν. Πρέπει να μπορούν να παίρνουν το σχετικό ρίσκο και να χρηματοδοτούν τις πραγματικά έξυπνες και φιλόδοξες προσπάθειες της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Να πω επίσης, σε ότι αφορά τη βιομηχανία, έχουμε υλοποιήσει πολλές παρεμβάσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους. Όπως για παράδειγμα το μέτρο της διακοψιμότητας, την κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο φυσικό αέριο για την ηλεκτροπαραγωγή, το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, τα κονδύλια για την αναβάθμιση των ενεργοβόρων βιομηχανιών και βεβαίως το υπό σύσταση Χρηματιστήριο Ενέργειας που θα ξεκινήσει το επόμενο έτος και θα συμβάλει σημαντικά στη μείωση του κόστους της ενέργειας.
Τώρα για το φλέγον ζήτημα της φορολογίας που καταλαβαίνω πόσο σας απασχολεί, άλλωστε αναφέρθηκε και ο πρόεδρος σας, μπορώ σήμερα με σιγουριά να σας πω ότι υπάρχει, χάρη στην σημερινή αξιοπιστία των δημόσιων οικονομικών, ο οδικός χάρτης για στοχευμένες φοροελαφρύνσεις που θα ξεκινούν από τον προϋπολογισμό του 2019. Αλλά νομίζω ότι δεν πρέπει να πω περισσότερα εδώ γιατί δεν είχε νόημα η επόμενη παρουσία μου στη Θεσσαλονίκη τον ερχόμενο Σεπτέμβρη στη Δ.Ε.Θ.
Θα πω όμως κάτι το οποίο έχει μια σημασία να ακουστεί. Όσο θα σταθεροποιείται η οικονομία σε υψηλούς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, τόσο περισσότερο θα δίνεται η δυνατότητα να προχωράμε σε στοχευμένες φοροελαφρύνσεις.
Και θέλω σε αυτό το σημείο να πω ότι ακούω με μεγάλη προσοχή τις θέσεις, τις προτάσεις αλλά και τις ανησυχίες που διατυπώνει ο επιχειρηματικός κόσμος της Βόρειας Ελλάδας και ο Σύνδεσμος σας. Διότι γνωρίζω ότι όλοι εσείς, είστε άνθρωποι που έχετε καθημερινή τριβή με την αγορά και έχετε ιδία γνώση για το τι πρέπει να αλλάξει και τι όχι. Και έχετε αποδείξει ότι πίσω από τις δημόσιες τοποθετήσεις σας, ακόμα κι αν πολλές φορές δεν μας αρέσουν εμάς στους πολιτικούς και είναι σκληρές δεν κρύβονται άλλα κίνητρα.
Να κάνω εδώ μια παρένθεση, γιατί μου αρέσει κάθε φορά που βρίσκομαι ενώπιων σας να μιλάω έξω από τα δόντια. Δεν μπορώ να πω το ίδιο, δεν μπορώ να πω ότι το ίδιο ισχύει πάντοτε για να είμαι έτσι πιο ακριβής και να μην γενικεύω σε ότι αφορά την ηγεσία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών του Σ.Ε.Β., η οποία ενώ είναι εξαιρετικά αμφίβολο ποιες ακριβώς παραγωγικές δυνάμεις εκπροσωπεί, εκπροσωπεί πολλές, είναι βέβαιο ότι τα κίνητρα της, πάρα πολλές φορές είναι αμιγώς πολιτικά και δεν έχουν καμία σχέση με τις ειλικρινείς αγωνίες τόσο του επιχειρηματικού κόσμου, όσο όμως και της ελληνικής κοινωνίας.
Διότι ένας κοινωνικός εταίρος πρέπει να λαμβάνει υπόψη του, βεβαίως τα συμφέροντα του κλάδου αλλά και της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό αποδείχθηκε και από την πρόσφατη έκθεση του, στην οποία ουσιαστικά επιχειρεί να παρέμβει στη δημόσια συζήτηση για τα περιβόητα μέτρα του ‘19 και του ‘20 δίνοντας μάλιστα σήμα αναγκαιότητας εφαρμογής τους, ανεξάρτητα από το αν πιάνουμε ή όχι τους στόχους που έχουμε συμφωνήσει με τους εταίρους μας.
Και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός, ότι ο Σ.Ε.Β. έρχεται σχεδόν πάντα να υπερθεματίσει για κάθε αντικοινωνικό και θα έλεγα εγώ αντιαναπτυξιακό μέτρο, εν προκειμένω για μία ακόμα περικοπή συντάξεων. Σπεύδοντας μάλιστα τούτη τη φορά να υπερασπιστεί και τη θέση που δημόσια διατύπωσε η αξιωματική αντιπολίτευση, επιπλήττοντας μάλιστα στη Γερουσία της Βουλής και τον Επίτροπο, τον Ευρωπαίο Επίτροπο Οικονομικών, τον Πιερ Μοσκοβισί που μίλησε για μη ανελαστικές υποχρεώσεις που μπορούμε να επανεξετάσουμε όταν έρθει η ώρα.
Και επειδή είναι μια πρακτική που δεν συμβαίνει για πρώτη φορά, το έκανε θυμίζω και την περίοδο της διαπραγμάτευσης για τα εργασιακά, θα συμβούλευα την ηγεσία του Σ.Ε.Β. να μην εκτίθεται και να πάρει παράδειγμα από τη δική σας στάση που δεν εκτίθεστε, προς ώρας τουλάχιστον, εκτός αν αποκτήσετε κι εσείς την κακή συνήθεια των κοινωνικών εταίρων. Σας εύχομαι να μην το επιχειρήσετε ποτέ.
Και βεβαίως το λέω αυτό διότι εδώ χρειαζόμαστε όλοι στάση ευθύνης να κρατάμε απέναντι στην κοινωνία. Μόνο έτσι μπορούμε να έχουμε ουσιαστική συμβολή στον κοινό στόχο που δεν είναι άλλος από τη ανάκαμψη της οικονομίας, την ανάκαμψη της χώρας που περνάει μόνο μέσα από την δυνατότητα να υπάρχει κοινωνική συνοχή. Και βεβαίως δεν περνάει μέσα από λογικές, αν θέλετε, μιας μικροκομματικής στόχευσης σε πολύ μεγάλα κοινωνικά ζητήματα.
Κυρίες και κύριοι, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, έλεγα ότι από εδώ και στο εξής προτεραιότητα της χώρας πρέπει να είναι αυτό που ονομάζουμε αναπτυξιακή ατζέντα. Η επέκταση της λιτότητας θα ήταν μια καταστροφική επιλογή και είναι μια επιλογή που πια, ούτε οι εταίροι μας, ούτε οι θεσμοί, ακόμα και αυτοί που στο παρελθόν επέβαλαν με εμμονές, απόψεις καταστροφικές για την οικονομία, ούτε αυτοί δεν επιμένουν πια στην επέκταση της λιτότητας.
Τώρα, πρέπει βασική μας προτεραιότητα να είναι η επιστροφή στην σταθερή και διατηρήσιμη ανάπτυξη. Και αυτό σημαίνει ότι εθνική προτεραιότητα, αποτελεί η ανάκαμψη των επενδύσεων. Άμεσων, ξένων, αλλά και εγχώριων. Για αυτό και θα έλεγα ότι πρέπει να δώσουμε μαζί τη μάχη, να αίρουμε διαρκώς εμπόδια και να δημιουργούμε το κατάλληλο φιλικό περιβάλλον για την προσέλκυση αυτών των επενδύσεων.
Όμως επενδύσεις πάνω απ’ όλα σημαίνει θετική προσδοκία για το μέλλον και μπορούμε με τη δική μας κινητοποίηση, από εμάς εξαρτάται, να προκαλέσουμε τη θετική αυτή τη φορά – αυτοεκπληρούμενη προφητεία που θα φέρει επενδυτική ζήτηση τόσο από το εξωτερικό, όσο όμως και στο εσωτερικό.
Η τάση είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι επενδύσεις ανακάμπτουν γρήγορα, αλλά χρειαζόμαστε μια επενδυτική έκρηξη οριζόντια, σε όλους τους τομείς της οικονομίας, για να καλύψουμε γρήγορα το χαμένο έδαφος της πρωτοφανούς αποεπένδυσης που είχαμε στα χρόνια της μεγάλης ύφεσης.
Η επανεκκίνηση για παράδειγμα των μεγάλων οδικών έργων, αλλά και οι μεγάλες επενδύσεις στις ενεργειακές υποδομές στη βόρεια Ελλάδα που βρίσκονται σε εξέλιξη, καθώς και η αναβάθμιση της Θεσσαλονίκης ως εμπορικού διαμετακομιστικού κέντρου, όχι πια μόνο για τα Βαλκάνια αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη, πιστεύω ότι θα προκαλέσει τη σημαντική τόνωση της ζήτησης για τις βιομηχανίες της Βόρειας Ελλάδας.
Πριν από λίγες μέρες σε αυτό εδώ τον χώρο είχα τους συναδέλφους μου ηγέτες των Βαλκανίων. Δύο χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Σερβία, μια χώρα που ελπίζουμε σύντομα να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία και Ελλάδα.
Αυτά που αποφασίσαμε να προχωρήσουμε με γοργά βήματα στη δημιουργία ενός δακτυλίου μεταφορικών συνδέσεων, διασυνδεσιμότητας που θα περιλαμβάνει όλη τη Βόρεια Ελλάδα στο κάτω μέρος του δακτυλίου και θα παρακάμπτει τα Δαρδανέλια για να ανεβαίνει πάνω στα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας και θα προχωράει, θα διασχίζει όλο το βορρά, μέσω του Δούναβη και θα ξανακατεβαίνει κάτω από τα δυτικά Βαλκάνια, σχέδια τα οποία, ήδη, επικροτούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ήδη, το μνημόνιο συνεργασίας με τη Βουλγαρία για το σχέδιο της διασύνδεσης με σιδηρόδρομο, ηλεκτροκίνητο γρήγορης ταχείας κυκλοφορίας έχει υπογραφεί, έχει τη σφραγίδα του προέδρου Γιούνκερ που συνδέει τα λιμάνια της βόρειας Ελλάδας με αυτά της Μαύρης Θάλασσας και του Δούναβη.
Αλλά και μια σειρά από άλλα πρότζεκτς μπορούν, μπορούν πραγματικά να καταστήσουν τη Θεσσαλονίκη, αλλά κα τη βόρεια Ελλάδα στο σύνολό της, ένα κέντρο πάρα πολύ σημαντικό για τα Βαλκάνια. Αλλά θα έλεγα εγώ συνολικά γι αυτό το πολύ σημαντικά, γεωπολιτικά σημαντικό μέρος του χάρτη που είναι η νοτιοανατολική Μεσόγειος. Είμαι σίγουρος, λοιπόν, ότι είστε σε θέση να εκμεταλλευτείτε αυτές τις μεγάλες ευκαιρίες που σας παρουσιάζονται.
Υπό το ίδιο πρίσμα μπορούμε να δούμε και τις ευκαιρίες που διανοίγονται για τη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας από την προώθηση της κοινά αποδεκτής λύσης με τους γείτονες μας στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Και θέλω να σας συγχαρώ για την υπεύθυνη στάση που δημόσια κρατήσατε και ο πρόεδρος σας ιδιαίτερα, αναφορικά με τη συμφωνία αυτή και τις προοπτικές που διανοίγει. Και θέλω να αναφερθώ ειδικά στις προοπτικές που ανοίγονται στον τομέα των επενδύσεων στη γειτονική χώρα. Εκεί όπου οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν και πρέπει να παίξουν ακόμα μεγαλύτερο ακόμα πιο ουσιαστικό πρωταγωνιστικό ρόλο και να αποδείξουν στην πράξη ότι η Ελλάδα είναι ο ισχυρός παίχτης στην περιοχή των Βαλκανίων.
Γιατί για μένα αυτό σημαίνει αληθινός πατριωτισμός. Να ανοίγουμε το δρόμο μπροστά για την οικονομία, για τη χώρα, για την Ελλάδα. Αναγνωρίζω βεβαίως και σέβομαι τις ευαισθησίες των πολιτών, ιδιαίτερα εδώ στη Βόρεια Ελλάδα σε σχέση με το ζήτημα αυτό.
Αλλά δεν μπορώ και να επιτρέψω πάνω σε αυτές τις ευαισθησίες να γίνονται σκόπιμες παραποιήσεις και θα έλεγα και μια άθλια πολιτική προπαγάνδα μικροκομματικής σκοπιμότητας που σε τελική ανάλυση υπονομεύει το εθνικό συμφέρον.
Γιατί με τη συμφωνία αυτή και χωρίς να παρεκκλίνουμε από αυτό που ονομάστηκε εθνική γραμμή, έτσι όπως αυτή έχει διαμορφωθεί εδώ και παραπάνω από δυο δεκαετίες, αδράξαμε μια ιστορική ευκαιρία να επιλύσουμε ένα ζήτημα που δυσχέραινε τις σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών σε πολλά επίπεδα.
Και η ιστορική αυτή ευκαιρία, εδράζεται στο ότι στη γειτονική χώρα δεν βρίσκονται πια οι υπερεθνικιστές δυνάμεις και παραχαράκτες της ιστορίας όπως τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά βρίσκεται μια ειλικρινής ηγεσία, έντιμη θα έλεγα, που επιδιώκει να συνάψει ισχυρούς δεσμούς φιλίας και συνεργασίας με την Ελλάδα.
Που την αντιλαμβάνεται την Ελλάδα ως την ηγέτιδα δύναμη των Βαλκανίων,
Και στηρίζεται σε αυτή για την οικονομική της ανόρθωση και την ευρωπαϊκή της προοπτική.
Καταφέραμε, λοιπόν, μέσα από μια δύσκολη διαπραγμάτευση, να υπερασπιστούμε στο ακέραιο τα εθνικά μας συμφέροντα. Και φυσικά το κυριότερο να βάλουμε τέλος σε αυτή την άθλια παραχάραξη της ιστορίας μας.
Πετύχαμε να αποσυρθεί κάθε αναφορά και συσχέτιση της γείτονος χώρας από την αρχαιοελληνική ιστορία της Μακεδονίας μας.
Ένα γεγονός που όλα τα προηγούμενα χρόνια πρόσβαλε την ιστορική μας συνείδηση, πρόσβαλε την ιστορική αλήθεια και πλήγωνε όλους τους έλληνες πολίτες και ιδιαίτερα αυτούς της Βόρειας Ελλάδας.
Πετύχαμε επίσης να αφαιρεθεί κάθε αλυτρωτική αναφορά από το Σύνταγμα της πΓΔΜ, και κάθε αναφορά σε ύπαρξη δήθεν μειονότητας στην Ελλάδα και λυπάμαι αν κάποιοι πολιτικοί μόνοι τους σε διεθνή μέσα ενημέρωσης ανοίγουν τέτοια ζητήματα. Έλληνες πολιτικοί. Και βεβαίως καταλήξαμε σε μια σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για κάθε χρήση και έναντι όλων.
Η εναλλακτική, αν επιλέγαμε να αφήσουμε να πάει χαμένη αυτή η ιστορική ευκαιρία για επίλυση τώρα, όχι στη λογική ότι διαφωνούμε με αυτό το πακέτο που είχαμε μπροστά μας, δεν το είπε αυτό ποτέ ούτε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά είπε «άστο ρε παιδί μου για αργότερα, κάποια άλλη στιγμή που θα είναι πιο ώριμες οι συνθήκες».
Αν λοιπόν το επιλέγαμε αυτό ποια θα ήταν η εξέλιξη;
Εμείς θα συνεχίζαμε βεβαίως να τους αποκαλούμε Πρώην Γιουγκοσλαβική μεν Δημοκρατία της Μακεδονίας όμως δε, γιατί αυτό ήταν το πΓΔΜ ή το FYROM, αυτό ήταν, ενώ όλος ο υπόλοιπος κόσμος θα τους αναγνώριζε ως Μακεδονία σκέτο, χωρίς το πολιτικά ορθό αλλά μακρόσυρτο «πρώην Γιουγκοσλαβική».
Και αυτό ξέρετε δεν είναι υπόθεση, ήταν η πραγματικότητα και είναι η πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα για σχεδόν 25 ολόκληρα χρόνια, με 140 χώρες σε όλο τον πλανήτη τις πιο ισχυρές, Κίνα, Ηνωμένες Πολιτείες, Ρωσία να την αναγνωρίζουν με την συνταγματική της ονομασία.
Και ξέρετε, επειδή σε αυτή τη διαπραγμάτευση λάβαμε το σύνολο των ζητημάτων υπ’ όψιν,
θέλω από αυτό εδώ το βήμα να σας πω ότι ένα από αυτά που είχαμε στις προτεραιότητες μας, από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε τη διαπραγμάτευση, ήταν το θέμα που έθεσε ο πρόεδρός σας, το θέμα των εμπορικών χρήσεων και των σημάτων.
Και ο λόγος ήταν ότι, σε μια περίοδο που οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, υπήρχε ο κίνδυνος να χαθούν σημαντικές ευκαιρίες, σημαντικές ευκαιρίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις και τα προϊόντα που φέρουν στον τίτλο τους, τη λέξη Μακεδονία και παράγωγα αυτής.
Διότι μέχρι πριν τη συμφωνία, αυτή την ονομασία διεθνώς, και αυτή είναι η πραγματικότητα, τη μονοπωλούσε η γειτονική βόρεια χώρα. Δεν έχετε παρά να ανατρέξετε ακόμα και σήμερα στο λήμμα Μακεδονία διεθνώς είτε στο διαδίκτυο είτε στις εμπορικές του χρήσεις και αν σηκώσετε ή κάνετε κλικ να δείτε τι θα βρεθεί από κάτω. Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν μπορεί να κρυβόμαστε πίσω από αυτή τη πραγματικότητα. Τουλάχιστον εσείς. Οι πολιτικοί μπορούν το έχουν αποδείξει να έχουν μια πιο υποκριτική συμπεριφορά. Όπως για παράδειγμα ο περιφερειάρχης σας εδώ που ως τότε επικεφαλής του τμήματος εξωτερικών υποθέσεων της ΝΔ ακολουθούσε τη γραμμή Κώστα Καραμανλή για το Βουκουρέστι, δηλαδή σύνθετη ονομασία και σήμερα δίνει αγώνα όχι απέναντι σ’ αυτή τη συμφωνία αλλά απέναντι στη σύνθετη ονομασία. Οι πολιτικοί λοιπόν έχουν συνηθίσει του πολίτες να είναι υποκριτές. Οι εκπρόσωποι των παραγωγικών δυνάμεων όμως ελπίζω πως όχι, και εσείς το αποδεικνύετε.
Δυστυχώς, αυτός ήταν ο μεγάλος κίνδυνος για τα παράγωγα και για το όνομα Μακεδονία στα εμπορικά σήματα που απετράπη γιατί στη συμφωνία προβλέπετε η δημιουργία επιτροπής υπό τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών που θα λύσει οριστικά τα ζητήματα αυτά προστατεύοντας την παραγωγή και τα προϊόντα της Μακεδονίας μας. Και είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που ακούω ότι αναλαμβάνετε πρωτοβουλία να συμβάλετε σε κάθε επιχείρηση είτε στη Μακεδονία είτε σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα είτε και στο σύνολο της χώρας που θέλει να προχωρήσει αξιοποιώντας το νομικό οπλοστάσιο για να διεκδικήσει αυτό το οποίο δικαιούται. Την προστασία του ονόματος ονομασία Μακεδονία στα εμπορικά σήματα και τα παράγωγα αυτού.
Όσοι λοιπόν, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, κατανοούν το ότι η Θεσσαλονίκη δε μπορεί ποτέ να γίνει πρωτεύουσα των Βαλκανίων χωρίς λύση στο ονοματολογικό και εσείς πιστεύω πρώτοι το κατανοείτε.
Όσοι γνωρίζουν από κοντά τις θέσεις και των δυο πλευρών στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης τα τελευταία 25 χρόνια, και εσείς τις γνωρίζετε από κοντά.
Όλοι λοιπόν αυτοί γνωρίζουν, και εσείς είστε μεταξύ αυτών που γνωρίζετε, ότι η συμφωνία είναι σε θετική κατεύθυνση, και θα έλεγα ότι είναι ότι καλύτερο έχει βρεθεί στα χέρια ελληνικής κυβέρνησης τα τελευταία 25 χρόνια.
Και νομίζω κατά βάθος ότι αυτό το γνωρίζουν και όσοι επιχειρούν να ψαρέψουν στα θολά νερά του λαϊκισμού και της πατριδοκαπηλίας, μεταβάλλοντας απόψεις που είχαν εκφράσει στο πρόσφατο παρελθόν.
Θέλω όμως να πω ότι δεν έχει νόημα να ποντάρουν στη δημιουργία σύγχυσης πάνω σε αυτονόητα πράγματα. Άκουσα να μιλούν για παράδειγμα για αναγνώριση Μακεδονικού Έθνους. Πουθενά δεν αναγνωρίζεται Μακεδονικό Έθνος. Πουθενά. Ο όρος nationality είναι διεθνής όρος που σημαίνει ιθαγένεια, ethnicity, σημαίνει εθνότητα. Δεν υπάρχει πουθενά στη συμφωνία ο όρος ethnicity.
Και φυσικά εμείς αναγνωρίζουμε το πρώτο, με βάση το διεθνές δίκαιο της ιθαγένειας που έχει κάθε κυρίαρχο κράτος. Ομοίως και στο ζήτημα της γλώσσας τα πράγματα είναι ξεκάθαρα.
Πρόκειται για σλαβική γλώσσα κυριλλικής καταγωγής και έτσι περιγράφεται και στη διάσκεψη του ΟΗΕ ήδη από το 1977.
Όμως, θα σας καλούσα πέρα από την τρέχουσα συζήτηση να δούμε και τι γίνεται στην άλλη πλευρά. Στην άλλη πλευρά, που πρώτον ο συνάδελφός μου ο Ζάεφ βρίσκεται κατηγορούμενος για εσχάτη προδοσία, άρα αν αυτός έχει διαπράξει εσχάτη προδοσία πως έχω διαπράξει και εγώ ταυτόχρονα; Μάλλον κάτι δεν πάει καλά.
Και δεύτερον να ακούσετε τις δηλώσεις και του ιδίου και του υπουργού Εξωτερικών που λένε ξεκάθαρα ότι δεν έχουν καμία σχέση με την ιστορία της Μακεδονίας τα ελληνιστικά χρόνια με τον Μέγα Αλέξανδρο και την παράδοσή του, με τα σύμβολα της Βεργίνας και ότι οι ίδιοι είναι Σλάβοι. Το λένε ξεκάθαρα και νομίζω ότι αυτό είναι ότι σημαντικότερο έχουμε ακούσει τα τελευταία χρόνια. Επανέρχομαι λοιπόν.
Πιστεύω ότι μπορούμε να αναδείξουμε τη Θεσσαλονίκη σε πραγματική πρωτεύουσα των Βαλκανίων. Και πιστεύω ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ότι η Βόρεια Ελλάδα, η Μακεδονία μας , το σύνολο της Βόρειας Ελλάδας να είναι μια περιοχή όπου θα επιστρέψει η ανάπτυξη, η εξωστρέφεια και που θα αποτελέσει ένα σημαντικό πόλο επιρροής, σταθερότητας και ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή. Και πιστεύω πραγματικά, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, ότι σ’ αυτή τη προσπάθεια μπορεί να παίξει ένα καθοριστικό ρόλο η επιχειρηματικότητα της Βόρειας Ελλάδας. Δηλαδή εσείς.
Θέλω όμως σ’ αυτό το σημείο να πω δυο λόγια σε σχέση με σχεδιασμούς άλλων δυνάμεων στη περιοχή. Διότι ξέρετε δεν είμαστε μόνοι στον παγκόσμιο χάρτη. Δεν είμαστε εμείς και οι βόρειοι γείτονές μας μόνοι. Υπάρχουν και άλλες δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή και κάποιες, συνορεύουμε με αυτές, που συνιστούν πραγματικά απειλή.
Και βεβαίως αναφέρομαι σε σχεδιασμούς που στρέφονται ευθέως ενάντια σ’ αυτό που ονομάζουμε εθνικό συμφέρον. Και θέλω να είμαι σαφής η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρά και διαχρονικά προβλήματα στα Ανατολικά σύνορα της.
Με μια Τουρκία η οποία απομακρύνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από μια πολιτική που δεν σέβεται δυστυχώς τα τελευταία χρόνια καθόλου, τους κανόνες καλής γειτονίας.
Και έχει επανειλημμένα δείξει αυτές τις προθέσεις, να διευρύνει τη σφαίρα επιρροής της στη περιοχή των Βαλκανίων και να αμφισβητήσει διεθνείς συνθήκες. Ή μήπως δε το βλέπουμε και δε το ξέρουμε αυτό;
Η Ελλάδα, λοιπόν, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να συνεχίσει να εργάζεται για να υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας με τη γειτονική χώρα, αυτός ήταν και θα είναι ο στόχος μας και εγώ πρώτος έκανα προσπάθειες γι’ αυτό. Τρείς φορές πήγα στη γειτονική χώρα, στην ανατολική γειτονική χώρα, έπαιξα σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της συμφωνίας που αφορά το προσφυγικό. Η Ελλάδα λοιπόν θα πρέπει να συνεχίσει να εργάζεται για να υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας και συνεργασίας με την Τουρκία, αλλά δεν πρόκειται να ανεχτεί προκλήσεις και παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.
Και δράττομαι της ευκαιρίας να πω, ότι σε μια περίοδο που η Τουρκία κρατά φυλακισμένους, δυο έλληνες αξιωματικούς και μάλιστα χωρίς καμία αιτία και καμία κατηγορία τέσσερις μήνες τώρα, είναι απαράδεκτο, ηγετικά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης να παρίστανται σήμερα στην ορκωμοσία του Τούρκου Προέδρου, και μάλιστα χωρίς καμία συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση.
Η επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία δεν χρειάζεται κανέναν αυτόκλητο καλοθελητή. Ούτε συμβάλλει σε τίποτα, στο τέλος της ημέρας, η παρουσία Ελλήνων πολιτικών σε φιέστες στην Άγκυρα.
Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η χώρα έχει εθνική ηγεσία για να αντιμετωπίσει την τουρκική προκλητικότητα, με όρους ισότιμου συνομιλητή και όχι με όρους επαίτη. Με στόχο φυσικά όχι την ένταση, αλλά την εξομάλυνση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες.
Για το λόγο αυτό, άλλωστε, η Ελλάδα, δεν μένει αδρανής στη γεωπολιτική σκηνή. Και επιδιώκει διαρκώς να προσθέσει νέους φίλους και συμμάχους, να συνάψει ισχυρούς δεσμούς συνεργασίας και συνανάπτυξης με όλες τις χώρες των Βαλκανίων. Και να βάλει ένα τέλος σε σενάρια απομόνωσης και υποβάθμισης της γεωπολιτικής της δυναμικής.
Η συμφωνία, λοιπόν, με τη βόρεια γείτονα, πέραν της χρόνιας εκκρεμότητας που επιλύει, είναι και ένα μήνυμα προς όσους θεώρησαν ότι η Ελλάδα που βρέθηκε σε δυσμενή θέση λόγω της οικονομικής κρίσης, θα χάσει οριστικά το γεωπολιτικό της κεφάλαιο στην περιοχή.
Και το μήνυμα αυτό είναι σαφές: Είναι ότι η Ελλάδα είναι πάλι εδώ. Είναι ότι πατάει ξανά στα πόδια της γερά. Είναι ότι είναι πάλι ισχυρή και αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα. Έτοιμη να διευρύνει τις συμμαχίες της και να εγγυηθεί τη συνανάπτυξη και τη συνεργασία των χωρών της περιοχής.
Κάποιοι στη διεθνή σκηνή, ενδεχομένως, μπορεί να δυσαρεστούνται με αυτό και να πολεμούν αυτή την προοπτική, είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο. Όμως, σας διαβεβαιώνω, θα βρουν απέναντι τους μια κυβέρνηση αποφασισμένη, αλλά, σε τελική ανάλυση, και έναν λαό, που δεν πρόκειται να επιτρέψει το να επιστρέψει η Ελλάδα στον ρόλο του κομπάρσου και του παρατηρητή των εξελίξεων στην περιοχή μας.
Εμείς, θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε στενά με τις χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου, ώστε να επιτύχουμε επωφελείς συμφωνίες για όλες τις πλευρές.
Και, παράλληλα, θέλω, κλείνοντας, να πω και μια καλή κουβέντα –το αξίζει- στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Διότι είχαμε τα προηγούμενα χρόνια το αφιέρωμα στη Ρωσία, στη Κίνα, φέτος έχουμε στις ΗΠΑ, του χρόνου στην Ινδία. Δυνάμεις με τις οποίες θέλουμε να προωθήσουμε τη διάνοιξη σημαντικών επιχειρηματικών συνεργασιών.
Αλλά, να πω και μια κουβέντα γιατί βλέπω μπροστά μου τον Τέρενς Κουίκ, ο οποίος έχει λοιδορηθεί για την προσπάθειά του να γυρίσει όλες τις χώρες της Αφρικής και την ομογένεια εκεί. Πιστεύω ότι και οι χώρες, ιδίως της Βόρειας Αφρικής, μπορεί να είναι ένα πεδίο για τη σύναψη σημαντικών εμπορικών σχέσεων και συνεργασιών, που μπορεί να ωφελήσουν σημαντικά την ελληνική βιομηχανία.
Κυρίες και κύριοι,
Ολοκληρώνω, λέγοντάς σας ότι το επόμενο διάστημα πρέπει να παραμείνουμε –και εμείς αυτό θα κάνουμε- προσανατολισμένοι στον δρόμο της υπευθυνότητας.
Αναλάβαμε την ιστορική ευθύνη να βγάλουμε τη χώρα από τα πολύ δύσκολα. Δείξαμε ότι κάτι καταφέραμε. Τώρα ανοίγεται μια νέα μέρα. Θέλουμε να είναι μια μέρα δίκαιης ανάπτυξης για τον κόσμο της εργασίας και της παραγωγής, για τις δημιουργικές δυνάμεις. Έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας. Χρειάζεται ο ουσιαστικός διάλογος, η αντιπαράθεση, βεβαίως, η σύνθεση των απόψεων. Χρειάζεται η συνεργασία και χρειάζεται και η πολιτική σταθερότητα.
Η εμπειρία των μνημονίων, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, ας γίνει το μάθημα για το μέλλον, μιας και η Ιστορία δεν ξεγράφεται. Είναι, όμως, στο χέρι μας αν αυτή η εμπειρία θα λειτουργήσει αφυπνιστικά ή καθηλωτικά. Εγώ πιστεύω ότι μπορεί να λειτουργήσει αφυπνιστικά.
Κλείνοντας, λοιπόν, θα ήθελα για άλλη μια φορά να σας ευχαριστήσω και να σας καλέσω να βγείτε μπροστά, όπως το επιτάσσει άλλωστε ο ειδικός σας ρόλος πια, ως επίσημος κοινωνικός εταίρος.
Και μαζί όλες οι παραγωγικές δυνάμεις του τόπου να επιδιώξουμε να ξαναπάρουμε τις τύχες της χώρας στα χέρια μας. Και να πραγματώσουμε τις δυνατότητες που διαθέτουμε και παραμένουν ανεκμετάλλευτες.
Αυτό, επαναλαμβάνω, δεν είναι κάτι που θα πιστωθεί οποιαδήποτε κυβέρνηση. Είναι κάτι το οποίο θα αφορά τη χώρα, το μέλλον της χώρας, το κοινό μας μέλλον.