Ομιλία του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, κατά την κοινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ζήτησα να κάνω μία σύντομη παρέμβαση, διότι πιστεύω ότι έχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό το γεγονός ότι επιλέχθηκε η σημερινή ημέρα η 8η του Μάρτη, που είναι η ημέρα που γιορτάζουμε όχι την ημέρα της γυναίκας γενικά, αλλά τους αγώνες, τις διεκδικήσεις στην Ελλάδα, στην Ευρώπη σε όλο τον κόσμο, προκειμένου να φέρουμε πιο κοντά το όραμα της ισότητας των δύο φύλων.
Θεωρώ, λοιπόν, ιδιαίτερα συμβολικό το γεγονός ότι επιλέχθηκε αυτή η ημέρα για την κύρωση της Σύμβασης που αφορά την αντιμετώπιση της βίας και επιτρέψτε μου να πω δύο λόγια για τη σημερινή ημέρα.
Η 8η του Μάρτη καθιερώθηκε διεθνώς ως «Ημέρα της Γυναίκας» με απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών πριν από 43 χρόνια.
Η συγκεκριμένη ημερομηνία επιλέχθηκε όχι τυχαία, αλλά για να τιμήσει τους αγώνες των εργατριών της κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, που το 1857 κατέβηκαν σε μαζική απεργία ζητώντας ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς.
Στα οικονομικά αιτήματα των εργαζόμενων γυναικών θα έρχονταν πολύ σύντομα να προστεθούν και τα πολιτικά αιτήματα με πρώτο και κύριο το αίτημα για το δικαίωμα ψήφου για τις γυναίκες.
Από τότε η υπόθεση της γυναικείας χειραφέτησης κερδίζει διαρκώς έδαφος και η 8η Μαρτίου είναι μια μέρα που πρέπει να μας θυμίζει τα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά επιτεύγματα που κατακτήθηκαν για λογαριασμό του γυναικών όλου του κόσμου μέσα από σκληρούς και επίμονους αγώνες.
Όμως, οι σύγχρονες κοινωνίες, ακόμη και οι πιο προοδευτικές, απέχουν πάρα πολύ απ’ αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πλήρης ισότητα των δύο φύλων και οι τεράστιες ανισότητες που χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο κόσμο αφορούν, βεβαίως, και την θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία.
Μπορεί, λοιπόν, τα προβλήματα που σχετίζονται με το γυναικείο ζήτημα να μην είναι τα ίδια σε κάθε μήκος και πλάτος του πλανήτη, να μην είναι τα ίδια σε Βορρά και Νότο, σε μητροπόλεις και την περιφέρεια, στις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες περιοχές του πλανήτη, ωστόσο, ο γενικός κανόνας υπάρχει και ισχύει παντού. Η εδραιωμένη διάκριση σε βάρος των γυναικών τις κάνει να βιώνουν με διπλό τρόπο τα κοινωνικά προβλήματα, είτε τα προβλήματα αυτά αφορούν την πείνα, τη φτώχεια, την έλλειψη πρόσβασης σε βασικά αγαθά, είτε είναι ο πόλεμος και η βία, ο αναλφαβητισμός και οι κάθε είδους προκαταλήψεις, είτε είναι η ανεργία και η κοινωνική επισφάλεια.
Ακόμη και στις κοινωνίες που βρίσκονται πιο μπροστά στον τομέα αυτό, η απουσία ίσων ευκαιριών, οι μισθολογικές ανισότητες, οι διακρίσεις στο χώρο της εργασίας και την κοινωνική ζωή, η σεξουαλική παρενόχληση, η αναπαραγωγή στερεοτύπων και ο σεξισμός, η λεκτική και η σωματική βία ακόμη και στο οικογενειακό περιβάλλον, είναι εδώ για να μας θυμίζουν ότι έχουμε ακόμη αρκετό δρόμο να διανύσουμε στο ζήτημα αυτό και ότι η σημερινή ημέρα δεν είναι καθόλου κατάλληλη για εμπορευματοποιημένους εορτασμούς με απουσία πολιτικού περιεχομένου, με απουσία κοινωνικού περιεχομένου.
Στη χώρα μας, την Ελλάδα, υπήρξε μια μακρά πορεία αγώνων, προκειμένου να κατοχυρωθούν δικαιώματα που σήμερα θεωρούνται αυτονόητα. Χρειάστηκε να περάσει μισός αιώνας από τότε που η Καλλιρόη Παρρέν εκτοπίστηκε στην Ύδρα και η έκδοση της φεμινιστικής εφημερίδας που εξέδιδε απαγορεύτηκε μέχρι το 1952, οπότε και παραχωρήθηκε, επιτέλους, το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες.
Θα πρέπει, όμως, να θυμίσουμε εδώ ότι πριν το 1952, το 1944 στις περιοχές της ελεύθερης Ελλάδας, στις απελευθερωμένες περιοχές της κατεχόμενης Ελλάδας, είχε προηγηθεί η ψήφος των γυναικών για την ανάδειξη της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, της γνωστής σε όλους μας ως Κυβέρνηση του Βουνού.
Η χώρα μας, αναμφίβολα, έχει κάνει έκτοτε πολύ σημαντικά βήματα, προοδευτικά βήματα στον τομέα της ισότητας, τόσο σε θεσμικό όσο και σε πολιτισμικό και κοινωνικό επίπεδο. Το Σύνταγμά μας αναφέρει ρητά ότι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, καθώς και ότι το κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών.
Οι αποστάσεις από τις πιο προωθημένες, στα ζητήματα αυτά, ευρωπαϊκές χώρες μειώνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, πρέπει όλοι να παραδεχθούμε ότι η κρίση που χτύπησε τη χώρα το 2010 και οι πολιτικές, καταστροφικές κατά την εκτίμησή μας, που υιοθετήθηκαν τα αμέσως επόμενα χρόνια χτύπησαν περισσότερο τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, κατά συνέπεια χτύπησαν περισσότερο τις γυναίκες και διεύρυναν τις υπαρκτές ανισότητες.
Γι’ αυτό τον λόγο, εμείς, σήμερα, συνδέουμε άμεσα την προοπτική εξόδου της χώρας από την επιτροπεία, από τα μνημόνια και την επιστροφή στην κανονικότητα και στην ανάπτυξη με συγκεκριμένες θεσμικές πρωτοβουλίες για τη διεύρυνση και την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών και για τον περιορισμό των υπαρκτών έμφυλων διακρίσεων, την εξάλειψη των υπαρκτών έμφυλων διακρίσεων, γνωρίζοντας, βεβαίως, ότι πρωταρχικής σημασίας ζήτημα προς την κατεύθυνση αυτή είναι το δικαίωμα σε μια σταθερή, μόνιμη και αξιοπρεπή εργασία.
Στο πλαίσιο της πολιτικής κατά των έμφυλων διακρίσεων, λοιπόν, κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου για την κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. Η Σύμβαση αυτή αποτελεί ένα πολύ σημαντικό βήμα στην προσπάθεια του Συμβουλίου της Ευρώπης να εξασφαλίσει τον σεβασμό των δικαιωμάτων των γυναικών.
Επιτρέψτε μου να παραθέσω ορισμένα στοιχεία, τα οποία θα ξαφνιάσουν πολλούς από όσους βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα και από όσους μας ακούν, διότι έχουμε την αίσθηση ότι η προοδευτική Ευρώπη, η φιλελεύθερη Ευρώπη, η Ευρώπη που έχει προχωρήσει μπροστά, που έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα, έχει καλύψει πολλά κενά, έχει καλύψει την απόσταση και θεωρούμε ότι έχει προχωρήσει και έχει επιλύσει ζητήματα που αφορούν στις ανισότητες. Ωστόσο, τα στοιχεία, τα οποία διάβασα σε μια πρόσφατη έρευνα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, δείχνουν πως ακόμα και στην Ε.Ε. η κατάσταση σχετικά με τη βία κατά των γυναικών είναι πιο σκληρή απ’ ό,τι ίσως θα υποθέταμε ότι είναι.
Το ποσοστό των γυναικών που έχει πέσει θύμα σωματικής ή και σεξουαλικής βίας στην Ευρώπη, από την ηλικία των 15 ετών και άνω, είναι μια στις τρεις γυναίκες, 33%. Πρόκειται για 62 εκατομμύρια γυναίκες στην Ε.Ε.. Στην ίδια έρευνα, υπολογίζεται ότι 13 εκατομμύρια γυναίκες, σε διάστημα δώδεκα μηνών, είχαν βιώσει κάποιας μορφής ψυχολογική βία από έναν τέως ή νυν σύντροφο, όπως δημόσιο εξευτελισμό ή απαγόρευση εξόδου από το σπίτι. Τέλος, υπολογίζεται στην έρευνα ότι κάθε χρόνο πεθαίνουν 3.500 γυναίκες λόγω ενδοοικογενειακής βίας στις 28 χώρες – μέλη της Ε.Ε..
Η κύρωση της Σύμβασης αυτής, λοιπόν, δεν έχει μόνο έναν συμβολικό ρόλο και μια συμβολική αξία, αλλά ένα πολύ ουσιαστικό περιεχόμενο. Στοχεύει στη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την αντιμετώπιση και την εξάλειψη της βίας σε βάρος των γυναικών και ιδιαίτερα της ενδοοικογενειακής στην Ευρώπη. Φανταστείτε, σε άλλα μέρη και μήκη και πλάτη του πλανήτη, τι ακριβώς συμβαίνει.
Να έρθω, όμως, σε αυτά που αφορούν στη χώρα μας.
Το Υπουργείο Εσωτερικών έθεσε, πριν από λίγες ημέρες, σε δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου για την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων και την καταπολέμηση της έμφυλης βίας. Πρόκειται για μια σημαντική τομή για τη διεύρυνση των δικαιωμάτων των γυναικών και την καταπολέμηση, βεβαίως, των ανισοτήτων και της έμφυλης βίας.
Στο σχέδιο νόμου, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται ρυθμίσεις που αφορούν στην ενίσχυση της εκπροσώπησης των γυναικών στη Βουλή και στα όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στην κατεύθυνση αυτή, προτείνεται η ποσόστωση των γυναικών στα ψηφοδέλτια των βουλευτικών και αυτοδιοικητικών εκλογών να αυξηθεί από το 1/3 που είναι σήμερα στο 40% επί του συνόλου των υποψηφίων.
Ακόμη, εισάγεται η έννοια της διάστασης του φύλου σε κάθε πεδίο της ασκούμενης πολιτικής, έτσι ώστε να υπάρχει συνεχής βελτίωση του σχεδιασμού και αξιολόγηση της προώθησης των θεμάτων ισότητας.
Η διάσταση του φύλου εισάγεται, επίσης, στους δημόσιους προϋπολογισμούς, στην ανάλυση, δηλαδή, κατά φύλο του προϋπολογισμού, στην υποχρέωση λογοδοσίας των δημόσιων αρχών για τις δεσμεύσεις τους σε ό,τι αφορά την ισότητα των δύο φύλων και βεβαίως, τα δημόσια έγγραφα.
Το πιο σημαντικό, όμως, αφορά την πρόληψη και την αντιπροσώπευση του φαινομένου της ασκούμενη βίας κατά των γυναικών, όπου προβλέπεται η λειτουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου δομών και υπηρεσιών, με αντικείμενο την προσφορά ψυχοκοινωνικής στήριξης, νομικής, συμβουλευτικής, αλλά και ασφαλούς διαμονής στις γυναίκες που πέφτουν θύματα της λεγόμενης έμφυλης βίας.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου να σημειώσω ότι το ζήτημα της ισότητας των δύο φύλων δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο σε θεσμικές πρωτοβουλίες, όσο σοβαρές και όσο ουσιαστικές κι αν είναι αυτές.
Κατάργηση των διακρίσεων και των προκαταλήψεων σε βάρος γυναικών, θα έλεγα, ότι είναι, πρώτα απ’ όλα, υπόθεση της κοινωνίας.
Ένα θέμα που αφορά στον τρόπο που σκεφτόμαστε, στον τρόπο που δρούμε, στον τρόπο που αντιδρούμε ο καθένας και η κάθε μια ξεχωριστά. Είναι ζήτημα, πρωτίστως, συνείδησης και συλλογικής στάσης όλων μας, ανδρών και γυναικών. Αφορά, θα έλεγα, έναν τρόπο σκέψης απαλλαγμένο από συντηρητικές προκαταλήψεις και προβληματικά στερεότυπα, που πρέπει να κυριαρχήσει παντού, στο σχολείο, στη σφαίρα της εργασίας, στον δημόσιο λόγο και στην πολιτική, στη δημοσιογραφία και στον πολιτισμό, στην επικοινωνία και στη διαφήμιση, σε κάθε μορφή, σε κάθε έκφανση της δημόσιας σφαίρας.
Ας μη ξεχνάμε ότι η αντίληψη που επικρατεί σε μια κοινωνία για τη θέση της γυναίκας είναι ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς δείκτες προόδου για την κοινωνία αυτή.
Η 8η Μαρτίου, λοιπόν, θεσπίστηκε για να μας υπενθυμίζει ότι η σύγχρονη κοινωνία καλείται να αντιμετωπίσει ακόμα ένα τεράστιο κοινωνικό ζήτημα, όπως η απαλλαγή της κάθε γυναίκας από κάθε είδους διακρίσεις σε βάρος της και, βεβαίως, να αντιμετωπίσει το ζήτημα της διεύρυνσης και της κατοχύρωσης της ισότητας των δύο φύλων.
Η αξιοπιστία και η συνέπειά μας, συνεπώς, απέναντι στο μήνυμα της σημερινής μέρας, της 8ης Μαρτίου, δεν κρίνεται κάθε 8 του Μάρτη, κρίνεται καθημερινά και σε κάθε θεσμικό ή κοινωνικό πεδίο.
Ας κάνουμε, λοιπόν, αυτό που πρέπει.
Η σημερινή, ουσιαστική και συμβολική, κίνηση για την κύρωση, 8 του Μάρτη, αυτής της Σύμβασης είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για να αναδείξουμε τα ζητήματα αυτά. Είναι μια σημαντική ευκαιρία, ταυτόχρονα, να αποτίσουμε φόρο τιμής στις πρωτοπόρες γυναίκες που συνέδεσαν τους πρωτοπόρους αγώνες τους με τη σημερινή ημέρα. Και ας τιμήσουμε το παράδειγμά τους καθημερινά και όχι μόνο κάθε 8 του Μάρτη.
Σας ευχαριστώ.