Ομιλία του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κυριάκου Μητσοτάκη
στην εκδήλωση «Δημοσιογραφία και Δημοκρατία»
Με πολύ μεγάλη χαρά, με συγκίνηση, βρίσκομαι και πάλι στην όμορφη πόλη σας. Είναι σήμερα μια ξεχωριστή ευκαιρία να συναντηθούμε και να τιμήσουμε μαζί έναν σπουδαίο άνθρωπο, τον Χρήστο Χριστόπουλο. Έναν ξεχωριστό Έλληνα της Πελοποννήσου, έναν αθεράπευτα Πατρινό, αλλά και έναν πραγματικό φίλο της δικής μου οικογένειας. Έναν προσωπικό φίλο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του οποίου πάντα τη γνώμη αναζητούσε. Και όποτε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήθελε να ενημερωθεί για τα ζητήματα της Πάτρας, της Αχαϊας, της Δυτικής Ελλάδας, ήξερε ποιο τηλέφωνο έπρεπε να σηκώσει. Έπαιρνε τηλέφωνο τον καλό του φίλο, τον Χρήστο Χριστόπουλο.
Ο Χρήστος Χριστόπουλος ήταν ένας πραγματικός εφημεριδάς, ήταν ένας παραδοσιακος εκδότης, ένας άνθρωπος που είχε το θάρρος να εκδώσει μια εφημερίδα το 1972, μέσα στην επταετία. Κι είχε το σθένος το 1974, στις 20 Μαΐου, να τυπώσει το πρωτοσέλιδο για το οποίο έγινε διάσημος σε όλη την Ευρώπη, προαναγγέλλοντας επί της ουσίας την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Υπήρξε ένας άνθρωπος φιλελεύθερος όπως είπε ο Δήμαρχος και ο Περιφερειάρχης. Τιμούσε τους φίλους του και σεβόταν τους πολιτικούς του αντιπάλους. Δεν έκρυψε την κομματική του ταυτότητα και υπήρξε σταθερός φίλος της Παράταξης μας. Αντιμετώπιζε, όμως, τον πολιτικό αντίπαλο πάντα με σεβασμό. Αναζητούσε την αντίθετη άποψη. Δεν κιτρίνιζε, διασταύρωνε τις ειδήσεις πριν τις τυπώσει. Ήξερε ότι στη δημοσιογραφία υπάρχουν πράγματα τα οποία μερικές φορές δεν πρέπει να τυπώνονται. Αυτό ήταν κάτι το οποίο τον ξεχώριζε και το οποίο τον διαφοροποιούσε και από την σημερινή γενιά των δημοσιογράφων-εκδοτών. Σήμερα, ένα χρόνο από τότε που έφυγε ο Χρήστος Χριστόπουλος, το δημιούργημά του -το συγκρότημα της ΓΝΩΜΗΣ- συνεχίζει την πορεία που και εκείνος θα ήθελε. Τώρα η ευθύνη βρίσκεται στα χέρια του γιου του Γιάννη. Του εύχομαι κάθε επιτυχία γιατί το έργο του είναι ωραίο, αλλά είναι και δύσκολο.
Κυρίες και κύριοι,
Μου ζητήθηκε σήμερα να μιλήσω για ένα θέμα το οποίο θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά επίκαιρο: «Δημοκρατία και δημοσιογραφία». Μπορεί οι πρώτες εφημερίδες να τυπώθηκαν στα τέλη του 17ου αιώνα, στη μορφή, ωστόσο, που όλοι γνωρίζουμε, καθιερώθηκαν με την Γαλλική Επανάσταση. Με άλλα λόγια, η ενημέρωση αποτελεί τέκνο του Διαφωτισμού και αναπόσπαστο στοιχείο της Δημοκρατίας, του Κράτους Δικαίου και της διάκρισης των εξουσιών. Αυτό, άλλωστε, υποδηλώνει και ο χαρακτηρισμός της ως Τέταρτης Εξουσίας. Είναι το αισθητήριο των πολιτών που παρακολουθεί και αποτυπώνει την εξέλιξη της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, αλλά, ταυτόχρονα, ελέγχει και την τήρηση των κανόνων της. Ακριβώς γι’ αυτό, οφείλει μεν να σέβεται, χωρίς όμως να επηρεάζεται από κυβερνήσεις, από βουλευτές, από δικαστές, από επιχειρηματικά συμφέροντα. Χωρίς ελεύθερη ενημέρωση δεν υπάρχει Δημοκρατία.
Δεν είναι τυχαίο ότι το Σύνταγμά μας είναι από τα πλέον γενναιόδωρα στα ζητήματα της ελευθερίας του Τύπου. Όπως δεν είναι, επίσης, τυχαίο και που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου χαρακτηρίζει τον Τύπο ως τον φύλακα της δημοκρατικής λειτουργίας. Τα Μ.Μ.Ε. είναι το αυτί και το μάτι της κοινωνίας στη δημόσια ζωή, εκφράζοντας το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των πολιτών για πληροφόρηση. Τα Μ.Μ.Ε. πρέπει, επίσης, να αποτελούν ένα ελεύθερο πεδίο όπου να αναπτύσσεται κριτική σε πάσης φύσεως εξουσία. Μάλιστα, η κριτική αυτή επιβάλλεται να γίνεται αποδεκτή και είναι κάτι που συνιστά αναγκαία συνθήκη μιας ώριμης Δημοκρατίας.
Όμως, το κλασικό αυτό πρότυπο λειτουργίας της ενημέρωσης, αυτό το πρότυπο με το οποίο ανδρώθηκε δημοσιογραφικά ο Χρήστος Χριστόπουλος δοκιμάζεται πια στις μέρες μας. Οι λόγοι είναι δύο: Από τη μια μεριά το διαδίκτυο, οι νέες τεχνολογίες, η πληροφορική και από την άλλη ορισμένες -όχι και τόσο νέες- παθολογίες της πολιτικής εξουσίας. Παθολογίες που έχουν αναζωπυρωθεί στο νέο περιβάλλον της ενημέρωσης. Το διαδίκτυο είναι ανοιχτό σε όλους. Αυτό, όμως, σημαίνει -εμείς που είμαστε εκτεθειμένοι στον δημόσιο διάλογο και τη δημόσια κριτική το γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό- ότι ο καθένας μπορεί ανεξέλεγκτα, συχνά ανώνυμα, να αναρτήσει οτιδήποτε ως πληροφορία. Ο μηχανισμός της επαλήθευσης που ήταν συναρτημένος με την κλασική λειτουργία των Μ.Μ.Ε. δεν υφίσταται πλέον, τουλάχιστον σε έναν επώνυμο δημοσιογραφικό οργανισμό. Εάν κάποιος πήγαινε στον Χρήστο Χριστόπουλο ένα άρθρο, αυτός έκρινε εάν έπρεπε ή εάν δεν έπρεπε να δημοσιευθεί και αναλαμβάνε την ευθύνη αυτής της απόφασης. Μια σπουδαία εφημερίδα, οι «New York Times» έχουν στον υπέρτιτλο τους τη φράση στα αγγλικά «All the news that’s fit to print», «όλες οι ειδήσεις που αξίζουν να τυπωθούν». Κάποιος αποφασίζει, όμως, αν μια είδηση αξίζει να τυπωθεί και αυτός είναι ο εκδότης. Αυτός είναι υπόλογος και αυτός είναι το φίλτρο το οποίο τελικά κρίνει την αξιοπιστία της είδησης. Αυτή ήταν η πραγματικότητα πριν το διαδίκτυο.
Στην εποχή, όμως, των τρολς οι συνθήκες αυτές έχουν ακυρωθεί. Έτσι εξηγείται και η εμφάνιση των λεγόμενων «fake news», που διαρκώς πολλαπλασιάζονται. Το πού οδηγούν όλα αυτά μπορεί να το αντιληφθεί κανείς αν δει πώς διεξάγονται εκλογικές διαδικασίες ή δημοψηφίσματα, ακόμη και σε χώρες που έχουν πολύ σημαντική παράδοση σε δημοκρατικούς θεσμούς, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ένας τεράστιος -τρομακτικός- όγκος διακινούμενων πληροφοριών, αμφισβητούμενης ακρίβειας, επιδρά δυστυχώς σήμερα καθοριστικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και κατ’ επέκταση και της ψήφου. Αυτό συνιστά μια νέα πρόκληση για τη Δημοκρατία μας.
Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, το δημοκρατικό έλλειμμα συνίστατο στην έλλειψη πληροφόρησης των πολιτών για κρίσιμα δημόσια ζητήματα. Πλέον, η κατάσταση αυτή έχει αντιστραφεί με την υπερβάλλουσα πληροφόρηση να δημιουργεί συχνά σύγχυση και αμηχανία στους πολίτες. Το δεδομένο αυτό έχει επαναφέρει μια από τις σκοτεινές ροπές της εξουσίας που είναι η οργανωμένη παραπληροφόρηση. Το νέο περιβάλλον της ενημέρωσης έχει ανοίξει σκοτεινά παράθυρα στις χειρότερες μορφές προπαγάνδας. Η υπεράσπιση, λοιπόν, της σωστής ενημέρωσης γίνεται προϋπόθεση για τη σωστή λειτουργία της ίδιας της Δημοκρατίας. Διαφορετικά, εκλείπουν η αλήθεια και ο ορθολογισμός, άρα η βάση κάθε ουσιαστικού διαλόγου. Και όταν όλα οικοδομούνται στα σαθρά θεμέλια του ψεύδους είναι καταδικασμένα να καταρρεύσουν.
Σε παλαιότερες εποχές, στην εποχή των πατεράδων μας, οι δημοκρατίες καταλύονταν με τανκς και η ενημέρωση με τον απόλυτο έλεγχο από τα καθεστώτα. Τώρα το Πολίτευμα κινδυνεύει από κάτι διαφορετικό. Κινδυνεύει από την εσωτερική υπονόμευση των θεσμών, ώστε να καταστεί αυτό που κάποιοι αποκαλούν «Ανελεύθερη Δημοκρατία». Προσέξτε όμως το οξύμωρο, χρησιμοποιείται ο όρος αυτός «Ανελεύθερη Δημοκρατία». Μπορεί μεν ο Τύπος -σήμερα- να μην απειλείται από το λουκέτο μιας δικτατορίας, αλλά βρίσκεται στη μέγγενη πολιτικών και οικονομικών πιέσεων, ώστε συχνά να αναγκάζεται να συμβαδίζει με τις επιλογές της εξουσίας.
Πριν από 3 ημέρες έγινε μια πολύ όμορφη εκδήλωση από την ΕΣΗΕΑ στη μνήμη του Παύλου Μπακογιάννη. Φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από την άνανδρη δολοφονία του. Και αναζητώντας κάποια από τα προφητικά του κείμενα βρήκα κάτι το οποίο ο Παύλος Μπακογιάννης -ίδια γενιά με τον Χρήστο Χριστόπουλο, ουσιαστικά είχαν γεννηθεί, αν δεν κάνω λάθος, σχεδόν την ίδια χρονιά- έγραφε στο περιοδικό «Πολιτικά και Οικονομικά Θέματα», το 1978: «Η ελευθερία του Τύπου σημαίνει σήμερα στον τόπο μας ελευθερία για 15 πλούσιους ανθρώπους να διαδίδουν την γνώμη τους». Σήμερα, η ανησυχία αυτή αποδεικνύεται ακόμα πιο βάσιμη.
Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι,
Η τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία έχει επιφέρει, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, και σοβαρά πλήγματα στον χώρο της ενημέρωσης. Είναι ένας από τους τρεις βασικούς πυλώνες της Δημοκρατίας που έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο στόχαστρο της κυβέρνησης. Οι άλλοι δύο είναι ο Κοινοβουλευτισμός και η Δικαιοσύνη. Επιτρέψτε μου να μιλήσω λίγο γι’ αυτό. Είναι άλλωστε και το θέμα εξαιρετικά επίκαιρο εξάλλου. Δεν θα μου συγχωρούσε ποτέ ο Χρήστος Χριστόπουλος αν έκανα μια ομιλία στη μνήμη του και δεν αναφερόμουν και λίγο στην επικαιρότητα. Η λειτουργία του Κοινοβουλίου, δυστυχώς, έχει υποβαθμιστεί. Το γνωρίζουμε όλοι οι συνάδελφοι βουλευτές. Ερωτήσεις δεν απαντώνται, προτάσεις νόμου που κατατίθενται από την αντιπολίτευση δεν συζητούνται. Υπουργοί σνομπάρουν τους βουλευτές και δεν εμφανίζονται.
Και σε αυτά τα φαινόμενα λειτουργικής υποβάθμισης, προστέθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες και αυτά ενός πρωτοφανούς πολιτικού ευτελισμού. Με βουλευτές που πατάνε σε δύο βάρκες και αλλάζουν Κόμματα και απόψεις για μια καρέκλα. Η πλειοψηφία της γκαζόζας δεν είναι απλά ένα ανέκδοτο, ένα έξυπνο χάσταγκ στο twitter, είναι μια κατάντια για μια χώρα με μακρά κοινοβουλευτική παράδοση. Η Ελλάδα ήταν πάντα, ως προς τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς τουλάχιστον, μια ευρωπαϊκή χώρα στα Βαλκάνια. Ο κ. Τσίπρας, ο κ. Καμμένος και η παρέα τους μας κατάντησαν μια βαλκανική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σήμερα, η χώρα κυβερνάται από μια κυβέρνηση μειοψηφίας που αναζητά ευκαιριακές πλειοψηφίες στη Βουλή για να νομοθετήσει. Άλλοι ψήφισαν τις Πρέσπες και άλλοι της έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης. Βουλευτές ανταλλάσσουν την ψήφο τους με υπουργικές καρέκλες. Και τώρα δρομολογούνται πρωτοφανείς μεθοδεύσεις για να διατηρήσει ο κ. Καμμένος τα προνόμια του επικεφαλής Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
Όλοι, όμως, έχουν καταλάβει τι συμβαίνει. Ο κ. Καμμένος εκβιάζει τον κ. Τσίπρα ότι αν του διαλύσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα, η κυβέρνηση δεν θα κάνει παρέλαση την 25η Μαρτίου. Και ο κ. Τσίπρας σπεύδει να ενδώσει στον εκβιασμό. Και το ερώτημα που δεν απαντά ο κ. Τσίπρας είναι τι ακριβώς φοβάται; Τι είναι αυτό που ξέρει ο κ. Καμμένος και ο κ. Τσίπρας τρέμει μήπως αποκαλυφθεί; Τι είναι αυτό που έχει κάνει τον Πρωθυπουργό να σκέφτεται, το πρωτοφανές, την αλλαγή του Κανονισμού της Βουλής -η οποία δρομολογείται για την επόμενη εβδομάδα- για να εξαγοράσει τη σιωπή του πρώην συνεταίρου του;
Κοιτάξτε, εγώ δεν ξέρω τι υπάρχει καταγεγραμμένο στα τεφτέρια αυτού του συνεταιρισμού. Ξέρω, όμως, ότι ο εκβιαστής δεν σταματά ποτέ όταν τον ικανοποιείς. Ζητάει και άλλα. Γι’ αυτό και θέλω από εδώ, από την Πάτρα, να στείλω ένα μήνυμα στον κ. Τσίπρα: Ένας εκβιαζόμενος Πρωθυπουργός είναι εξαιρετικά επικίνδυνος για την χώρα. Όπως εξαιρετικά επικίνδυνη για τη λειτουργία των θεσμών, αλλά και βαθιά προσβλητική για τη χώρα, είναι όλη αυτή η δυσώδης, η παρακμιακή κατάσταση. Εύχομαι ειλικρινά, ο Πρόεδρος της Βουλής, να συναισθανθεί τη σημασία του ρόλου του και να μην συναινέσει σε αυτές τις πρωτοφανείς μεθοδεύσεις. Αλλιώς θα έχει γίνει και αυτός ένα πιόνι στην άθλια συναλλαγή Τσίπρα-Καμμένου. Για να το πω ακόμη πιο απλά: Δεν μπορεί η πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα να εξαρτάται από τον κάθε κ. Παπαχριστόπουλο που τη μια μέρα λέει ότι θα παραιτηθεί και την άλλη τον βάζουν να περιμένει λίγο ακόμη για να ψηφίσει και το Πρωτόκολλο ένταξης στο ΝΑΤΟ. Όπως και δεν μπορεί σε αυτά τα παιχνίδια να πρωταγωνιστεί ο Πρόεδρος της Βουλής. Είναι ντροπή για τη χώρα, δεν της αξίζει τέτοια κατάντια.
Κυρίες και κύριοι,
Εκτός όμως από τα πρωτοφανή παιχνίδια με τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς, η κυβέρνηση επιχειρεί να αλώσει και τη Δικαιοσύνη. Βλέπουμε υπουργούς να ασκούν προσβλητική κριτική κατά της Δικαιοσύνης, να εκθέτουν επώνυμα συγκεκριμένους δικαστές. Βλέπουμε τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, από το βήμα της Βουλής, να προεξοφλεί δικαστικές αποφάσεις. Βλέπουμε στοιχεία μυστικών δικογραφιών να κοινοποιούνται αδιακρίτως. Βλέπουμε κυβερνητικά στελέχη να επισκέπτονται ανώτατα δικαστήρια για να ενημερωθούν για την εξέλιξη εκκρεμών υποθέσεων. Βλέπουμε υποθέσεις να σέρνονται, πολιτικά πρόσωπα να στοχοποιούνται, προστατευόμενοι μάρτυρες να καταγγέλλουν ότι δέχονται πιέσεις και εισαγγελείς να αποπέμπονται ο ένας μετά τον άλλον. Βλέπουμε την προστατευόμενη του Πρωθυπουργικού Γραφείου, κ. Θάνου, τη μια μέρα να προεδρεύει στον Άρειο Πάγο και να στέλνει πολιτικές επιστολές σε ομολόγους της σε ευρωπαϊκά ανώτατα δικαστήρια. Την επόμενη να διαπραγματεύεται στο Μέγαρο Μαξίμου συνδικαλιστικά θέματα του κλάδου, ενόσω εκκρεμούν μεγάλες δικαστικές υποθέσεις, τη μεθεπόμενη να αναλαμβάνει πολιτικά καθήκοντα ως σύμβουλος δίπλα στον πρωθυπουργό και, τελικά, λίγο πριν την κατάρρευση της κυβέρνησης, να διορίζεται στη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Γιατί άραγε; Για να αποτελέσει το μακρύ χέρι του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να ελεγχθεί η αγορά;
Η κυβέρνηση πετυχαίνει καθημερινά όλο και πιο θλιβερές επιδόσεις στις παρεμβάσεις της με στόχο ευκαιριακά πολιτικά οφέλη. Τούτο δε χωρίς καθόλου να την ενδιαφέρει η μεγάλη ζημιά που προκαλεί στο Κράτος Δικαίου και τη διάκριση των εξουσιών. Ακόμη και ενώσεις δικαστικών λειτουργών -όχι μια φορά, πολλές φορές- αναγκάστηκαν να προβούν σε πρωτοφανείς δημόσιες ανακοινώσεις για να προστατεύσουν την τιμή και την υπόληψη των δικαστών. Και βέβαια -για να επανέλθουμε στο θέμα της σημερινής εκδήλωσης «Δημοκρατία και Δημοσιογραφία»- μαζική και οργανωμένη ήταν και είναι και η επίθεση της κυβέρνησης κατά της ελευθερίας της ενημέρωσης. Είδαμε την κυνική επιχείρηση ελέγχου του πεδίου των τηλεοπτικών αδειών, με την απόπειρα του περιορισμού του αριθμού των αδειών, αλλά και την απόπειρα άλωσης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Από την άλλη πλευρά, παρακολουθούμε καθημερινά τον κατήφορο της δημόσιας τηλεόρασης και του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων. Που, λόγω του δημόσιου χαρακτήρα τους, θα έπρεπε να είναι τα πιο αντικειμενικά, τα πιο ακριβοδίκαια μέσα ενημέρωσης, αντί να μετατρέπονται σε κυβερνητικά φερέφωνα, ακυρώνοντας κάθε έννοια πλουραλισμού. Καθυβρίζουν την αντιπολίτευση με χυδαίους χαρακτηρισμούς και βάλλουν έναντι όλων όσοι συμμερίζονται μια άλλη άποψη από τη δική τους. Ταυτόχρονα, παρέχουν διαρκές και βολικό βήμα στα κυβερνητικά στελέχη για να προπαγανδίζουν ανέξοδα τις πολιτικές τους. Θυμήθηκα τους ατελείωτους μονολόγους του κ. Κοτζιά στη δημόσια τηλεόραση. Τον οδήγησαν τον ίδιο μεν στην έξοδο από την κυβέρνηση, αλλά δυστυχώς οδήγησαν τη χώρα στην κύρωση μιας κακής για τα εθνικά συμφέροντα συμφωνίας. Τέλος, χθεσινοί εχθροί του ΣΥΡΙΖΑ μεταμορφώθηκαν σε φίλους μέσα σε μια νύχτα. Και μεταβλήθηκαν σε εκδότες καινούριων εντύπων, ξεχνώντας τα χρέη που είχαν από τα προηγούμενα. Νέα και παλαιά τζάκια παράγουν τώρα τον ίδιο μαύρο καπνό και η οσμή της νέας διαπλοκής είναι ακόμη πιο αποκρουστική.
Αυτές οι πρακτικές θα τελειώσουν. Και θέλω πάλι εδώ, από την Πάτρα, να στείλω ένα ακόμη ξεκάθαρο μήνυμα. Όσοι πιστεύουν ότι μπορεί να χρησιμοποιήσουν τα μέσα τους για να ασκήσουν πίεση στην επόμενη κυβέρνηση ώστε να προωθήσουν τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα να το ξεχάσουν. Η θεμιτή κριτική είναι όχι απλά καλοδεχούμενη αλλά επιβεβλημένη. Ο έλεγχος της εξουσίας από τον Τύπο είναι συστατικό στοιχείο κάθε υγιούς Δημοκρατίας. Εκβιασμοί, όμως, και συναλλαγές δεν θα βρουν ανταπόκριση. Και επειδή κάποιοι έχουν καλοσυνηθίσει με τη σημερινή κυβέρνηση, τους συνιστώ να αλλάξουν πρακτικές.
Κυρίες και κύριοι,
Δυστυχώς, ένα πνεύμα ολοκληρωτισμού πάει να δηλητηριάσει τη δημόσια ζωή. Επωάζεται στα ίδια τα λόγια του Πρωθυπουργού που όποιος δεν συμφωνεί μαζί του είναι μη σκεπτόμενος, όποιος διαφωνεί με την κακή Συμφωνία των Πρεσπών είναι μη σκεπτόμενος και όποιος διαδηλώνει για την άποψή του είναι φασίστας. Δεν έχει ξαναζήσει η χώρα τέτοια κατάντια: ο εν ενεργεία Πρωθυπουργός να αποκαλεί περίπου ηλίθιους όσους πολίτες διαφωνούν με την πολιτική του. Είναι μεγάλη προσβολή στη Δημοκρατία και δείχνει το βαθμό έπαρσης και αλαζονεία του κ. Τσίπρα και της παρέας του. Και η φράση αυτή και το στίγμα που τη συνοδεύει θα τον ακολουθούν για πολύ καιρό.
Ολοκληρωτισμός, όμως, δεν είναι μόνο το κλείσιμο των εφημερίδων και η φίμωση των δημοσιογράφων, όπως συμβαίνει στην «υποδειγματική» -κατά τον ΣΥΡΙΖΑ- «Δημοκρατία» της Βενεζουέλας. Ολοκληρωτισμός είναι, επίσης, η απομόνωση και η στοχοποίηση της αντίθετης γνώμης, κάτι το οποίο δεν θα έκανε ποτέ ο Χρήστος Χριστόπουλος. Ποτέ δεν θα στοχοποιούσε την αντίθετη γνώμη. Θα τη φιλοξενούσε στην εφημερίδα του. Θα απαντούσε ο ίδιος τεκμηριωμένα. Θα προωθούσε το διάλογο. Και αναζητούσε ο Χρήστος Χριστόπουλος την αντίθετη γνώμη γιατί ήξερε ότι δεν υπάρχει καλύτερη τροφή για δημιουργικό διάλογο από τη συγκροτημένη γνώμη, η οποία εκφράζεται με επιχειρήματα. Γι’ αυτό εξάλλου και «Γνώμη» το όνομα της εφημερίδας. Όμως, κάντε μια αντιδιαστολή αυτού του μοντέλου δημοσιογραφίας με τις κραυγές του πιο κοντινού συνομιλητή του Πρωθυπουργού, του κ. Πολάκη για «βοθροκάναλα», για δημοσιογράφους που «έπρεπε να είναι τρία μέτρα κάτω από τη γη», Μ.Μ.Ε. που χαρακτηρίζονται ως «συμμορίες εκτελεστών της διαπλοκής». Τον κ. Πολάκη, που σε καθεστώς δημοκρατικής ομαλότητας, δήλωσε ότι «έχουμε πόλεμο με τα Μ.Μ.Ε.».
Όλες αυτά είναι κινήσεις που δένουν και με τα θλιβερά παζάρια που συμβαίνουν στη Βουλή. Είναι, δυστυχώς, πλευρές μιας ενιαίας πολιτικής, που πριονίζουν τους θεσμούς. Δηλαδή, τα στηρίγματα της ίδιας της Δημοκρατίας. Με τέτοιες επιθέσεις στους δημοκρατικούς θεσμούς, δεν είναι κανείς να απορεί που στη λίστα της Διεθνούς Διαφάνειας η Ελλάδα κατρακύλησε 8 θέσεις μέσα σε έναν χρόνο. Και με αυτόν τον ρυθμό -θλίβομαι ως πολίτης αυτής της χώρας να το πω- δεν είμαστε μακριά από φαινόμενα, όπως αυτά της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων στις χώρες αυτές οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση να εκκινήσει διαδικασίες παραβίασης των αρχών του Κράτους Δικαίου για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και την ελευθερία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Υπονόμευση της ενημέρωσης, σημαίνει υπονόμευση της Δημοκρατίας. Σημαίνει υπονόμευση της κοινωνικής συνοχής, αλλά και υπονόμευση του αληθινού εθνικού φρονήματος. Δημιουργεί, τελικά, πολίτες χωρίς κριτική ικανότητα. Πολίτες που γίνονται εύκολα έρμαιο του κάθε δημαγωγού. Πολίτες που είναι επιρρεπείς στα fake news. Αυτοί που δεν μπορούν να κρίνουν. Είναι ψηφοφόροι επιρρεπείς στη χειραγώγηση από απλοϊκά, συχνά αντικοινοβουλευτικά συνθήματα. Και κοινωνίες σε σύγχυση είναι αυτές που εύκολα διολισθαίνουν από τον συνειδητό και ώριμο πατριωτισμό στον αδιέξοδο εθνικισμό. Γιατί, ας μην έχουμε αυταπάτες: Καλός πολίτης είναι ο καλά ενημερωμένος πολίτης. Και καλός δημοκράτης, όπως ήταν ο Χρήστος Χριστόπουλος, είναι ο ανοιχτόμυαλος και κριτικός δημοκράτης. Ο ψηφοφόρος που γνωρίζει γιατί είναι σωστά πληροφορημένος και απαιτεί. Όχι αυτός που αγνοεί, όντας αδαής και επαιτεί.
Η αληθινή δημοσιογραφία καλείται σήμερα, φίλες και φίλοι, να επιτελέσει ένα σημαντικό ρόλο: Να αποκαθιστά την αλήθεια και να φωτίζει το ψέμα από όπου κι αν αυτό προέρχεται. Ιδίως όταν το διαδίκτυο λειτουργεί ως ένα αντηχείο της ανώνυμης προπαγάνδας σκοτεινών πολιτικών δυνάμεων. Να προσφέρει, επίσης, ελεύθερο πεδίο για επώνυμο διάλογο και ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων με στοιχεία και επιχειρήματα. Και σε αυτό, αγαπητέ Γιάννη, καθοριστική είναι η συμμετοχή των τοπικών και των περιφερειακών Μ.Μ.Ε. Όχι μόνο γιατί γνωρίζουν σπιθαμή προς σπιθαμή τα ξεχωριστά προβλήματα κάθε περιφέρειας, κάθε πόλης, αλλά γιατί, ως γνήσιοι φορείς αυτής της νοοτροπίας μπορούν να γίνουν και οι κατάλληλες γέφυρες προς τη λεγόμενη «κεντρική σκηνή» των εξελίξεων. Έχουν μεγάλη προστιθέμενη αξία σήμερα τα περιφερειακά μέσα ενημέρωσης και γι’ αυτό και αξίζουν κάθε αναγνώριση, συμπαράσταση και στήριξη.
Σε ό,τι αφορά το Κόμμα μας, θα αποφύγω τα μεγάλα λόγια. Περιορίζομαι να πω ότι έχουμε διδαχθεί, όχι μόνο από τα λάθη των άλλων, αλλά και από τα δικά μας. Και ο χώρος της ενημέρωσης έχει τραυματιστεί πολύ για να αναζητήσουμε λύσεις με παλιές θεραπείες. Απαιτείται μια συνολική επανεκκίνηση και ένα εντελώς νέο και ριζοσπαστικό πνεύμα. Και αυτό σημαίνει -και δεσμεύομαι γι’ αυτό και πιστεύω ότι πολύ σύντομα, εφόσον ο ελληνικός λαός μας εμπιστευθεί, θα δείτε τα πρώτα δείγματα γραφής- αποκομματικοποίηση και αξιοκρατία στα δημόσια Μέσα Ενημέρωσης. Η Ε.Ρ.Τ. την οποία ξέρετε σήμερα δεν έχει θέση στο τοπίο της ενημέρωσης. Δεν αξίζει τα χρήματα που εσείς την πληρώνετε κάθε χρόνο μέσα από το ετήσιο τέλος. Ο προσανατολισμός των δημόσιων Μέσων Ενημέρωσης οφείλει να είναι η αντικειμενική ενημέρωση, αλλά και η πολιτιστική προσφορά, η παραγωγή περιεχομένου, που ενδεχομένως τα ιδιωτικά κανάλια να μην βρίσκουν ελκυστικά, να μην τα βρίσκουν εμπορικά προς όφελος των πολιτών, χάριν των οποίων λειτουργούν. Και οι προϋπολογισμοί τους πρέπει να είναι ισοσκελισμένοι και το έργο τους υπόδειγμα διαφάνειας.
Τα ιδιωτικά Μ.Μ.Ε. -έντυπα και ραδιοτηλεόραση- πρέπει να ξεχάσουν κάθε προνομιακή σχέση με το κράτος. Είναι και αυτά επιχειρήσεις και δρουν στο πλαίσιο οικονομικών και εργασιακών κανόνων. Αλλά και ως οργανισμοί ενημέρωσης πρέπει να τηρούν αυστηρά τη δεοντολογία. Οι Ανεξάρτητες Αρχές στο πεδίο των Μ.Μ.Ε. και της ελευθερίας πληροφόρησης, σε συνέργειες με τις δημοσιογραφικές ενώσεις, τους ίδιους τους δημοσιογράφους, συγκροτούν ένα εποπτικό πλαίσιο που λειτουργεί συμπληρωματικά. Όχι μόνο γνωμοδοτώντας, αλλά και παρεμβαίνοντας ουσιαστικά για την κατοχύρωση του πλουραλισμού στην ενημέρωση. Διασφαλίζεται μέσα από την πρότασή μας για την αναθεώρηση του Συντάγματος -έχουμε καταθέσεις προτάσεις στη διαδικασία- και η εγγύηση της πολυφωνίας στα Μ.Μ.Ε. Ταυτόχρονα, τίθεται και η υποχρέωση για την κατά το δυνατόν εξάντληση της διαθέσιμης χωρητικότητας του ραδιοτηλεοπτικού φάσματος και αποκλείονται κυβερνητικές παρεμβάσεις στην αδειοδοτική διαδικασία. Και, βέβαια, ως πρώτη κυβερνητική κίνηση, μία ειδική επιτροπή στο Υπουργείο Επικρατείας θα κληθεί, μέσα στο πρώτο τρίμηνο, να εισηγηθεί λύσεις στο πλέγμα των πολλών και διαφορετικών προβλημάτων του Τύπου, ειδικά του περιφερειακού Τύπου.
Κυρίες και κύριοι,
Κλείνω από εκεί που ξεκίνησα. Το θέμα της αποψινής μας συνάντησης είναι «Δημοκρατία και Δημοσιογραφία». Και τιμούμε σήμερα τη μνήμη ενός ανθρώπου που απέδειξε έμπρακτα ότι οι δύο αυτές έννοιες είναι απόλυτα αλληλένδετες. Ενός ανθρώπου που μέσα από τη δική του ξεχωριστή προσωπική διαδρομή δίδαξε δημοσιογραφική ευπρέπεια και δημοσιογραφικό ήθος. Μεταλαμπαδεύει σίγουρος αυτές τις αξίες στην επόμενη γενιά, στο φυσικό του διάδοχο Γιάννη, αλλά και σε όλες και σε όλους τους εργαζόμενους στον δημοσιογραφικό όμιλο της «Γνώμης». Και είμαι σίγουρος ότι αυτή τη φλόγα μιας αντικειμενικής δημοσιογραφίας, η οποία γνωρίζει ότι μπορούν να συνυπάρχει η βαθιά ιδεολογική και πολιτική άποψη με την αντικειμενικότητα της ενημέρωσης. Είμαι σίγουρος ότι αυτή την παρακαταθήκη -που τόσο την χρειάζεται ο Τόπος μας και η Πάτρα, η Αχαΐα, η Δυτική Ελλάδα, θα την κρατήσετε ζωντανή, θα την ενισχύσετε και με αυτόν τον τρόπο θα τιμήσετε -με τον πιο όμορφο και δημιουργικό τρόπο- την μνήμη του Χρήστου Χριστόπουλου. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.