Ομιλία Λεωνίδα Γρηγοράκου εισηγητή στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων κατά τη συζήτηση του Σ/Ν του Υπ. Παιδείας

Ομιλία Λεωνίδα Γρηγοράκου, Εισηγητή  κατά τη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων με θέμα την επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων «Συνέργειες Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με τα Τ.Ε.Ι. Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, Παλλημνιακό Ταμείο και άλλες διατάξεις»

        Κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

            Χρόνια πολλά, καλή χρονιά γεμάτη υγεία και τύχη σε όλους σας.

            Θα ήθελα να συμφωνήσω με την κυρία Αναγνωστοπούλου ως προς τον επίλογο της ομιλίας της. Δηλαδή, για το ρόλο της τεχνολογικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Τα ΤΕΙ είναι δημιούργημα της πάλαι ποτέ δυτικής Γερμανίας, που είχε αναπτυγμένη βιομηχανία και ήθελε το κατάλληλο προσωπικό, τότε. Γρήγορα, ο θεσμός επεκτάθηκε και σε άλλες χώρες, είτε είχαν βιομηχανία, είτε όχι. Επειδή δε στο παρελθόν, προ της καθιέρωσης της παγκοσμιοποίησης, κατεβλήθη η ανάγκη της δημιουργίας μιας αξιοπρεπούς βιομηχανίας στη χώρα μας, βελτιώθηκαν διαδοχικά οι διάφορες υπάρχουσες επαγγελματικές σχολές, όπως Υπομηχανικών, ΚΑΤΕΕ και όποιες άλλες σχολές υπήρχαν γύρω από αυτό και το 1983 δημιουργήθηκαν τα ΤΕΙ, που τις απορρόφησαν όλες.

            Το ζητούμενο σήμερα, κύριε Πρόεδρε, δεν είναι να δούμε σε ποιες άλλες χώρες τα Ιδρύματα αυτά ανεξαρτητοποιηθήκαν ή όχι, αλλά να εξετάσουμε κατά πόσο θα μπορούσε να ενισχυθεί η χωλαίνουσα οικονομία της πατρίδας μας. Αν απλά θα έπρεπε να βελτιωθεί η επιστημονική δομή των ΤΕΙ για να αποδίδουν καλύτερα, εμείς δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση. Γιατί υπάρχουν πολλοί τρόποι αναβάθμισης, τόσο του διδακτικού προσωπικού,  όσο και των σπουδαστών τους.

             Αυτονόητο βέβαια είναι ότι μια γενική αναβάθμιση των εν λόγω Τεχνολογικών Ιδρυμάτων θα συνδεόταν με την ανάλογη μισθολογική βελτίωση του προσωπικού. Το Υπουργείο Παιδείας όμως, ως μέρος της κυβέρνησης, έθεσε άλλο στόχο. Δηλαδή, προκειμένου να συνδράμει τα μέγιστα στον επηρεασμό των Ελλήνων ψηφοφόρων, δημιουργεί συμφέροντα στους πάσης φύσεως πολίτες, που έχουν σχέση με τα ΤΕΙ,  ώστε να ψηφίσουν το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Είναι πικρή η αλήθεια.

Για μεν τους διδάσκοντες στα Τ.Ε.Ι. ανοίγει ο δρόμος να γίνουν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, με μεγαλύτερες απολαβές, για δε τους ήδη πτυχιούχους και υπό εκκόλαψη φοιτητές των Τ.Ε.Ι., να πάρουν πανεπιστημιακό πτυχίο, άσχετα αν αυτές οι διαδικασίες μπορούν να ενισχύσουν εμπράκτως την ελληνική οικονομία και κατ’ επέκταση τον ελληνικό λαό ή όχι. Για κάθε άτομο που εμπίπτει σε αυτές τις δύο κατηγορίες, το αναφερθέν γεγονός είναι κάτι σημαντικό, ώστε να υποστηρίξουν με ζήλο το κόμμα της παρούσας κυβέρνησης, για να φέρει σε πέρας την ήδη αρξάμενη διαδικασία, που τους ωφελεί όλους.

Με άλλα λόγια, έχουμε να κάνουμε με μια ισχυρή πελατειακή πολιτική, όχι του εικοστού αιώνα, αλλά του δέκατου ένατου αιώνα. Το νομοσχέδιο ασχολείται με την ένταξη των εν λόγω Τ.Ε.Ι. στα αναφερθέντα πανεπιστήμια. Η Εισηγητική Έκθεση γράφει ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας μας οφείλει να ακολουθήσει τις εξελίξεις των άλλων ευρωπαϊκών χωρών  και γι’ αυτό η αναβάθμιση των Τ.Ε.Ι. είναι πλέον επιβεβλημένη. Στην πράξη όμως, το Υπουργείο Παιδείας, αγνοεί ή κάνει πως δεν ξέρει την πραγματική επικρατούσα κατάσταση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Τα ιδρύματα της ανώτατης εκπαίδευσης έχουν βασικά, σε όλο τον κόσμο, τις εξής αποστολές. Πρώτον, να προάγουν την δημιουργία επιστημόνων κάθε κατεύθυνσης, που θα εξυπηρετούν τις ανάγκες της συγκεκριμένης χώρας. Δεύτερον, να συμβάλλουν στην παραγωγή νέας επιστημονικής γνώσης, που θα εξυπηρετεί τις εν γένει ανάγκες του λαού στην οικονομία, την υγεία, τον πολιτισμό και τη δομή της χώρας.

Στην Ελλάδα, αυτή η παράμετρος, η δεύτερη που ανέφερα, αγνοείται παντελώς. Γιατί, η παραγόμενη επιστημονική γνώση από τα μέλη ΔΕΠ των Ιδρυμάτων φεύγει και αξιοποιείται στο εξωτερικό και όχι στην Ελλάδα, διότι δεν έχει ληφθεί καμία μέριμνα από κανέναν μας, μέχρι σήμερα. Το ελληνικό κράτος, αν και έχει ήδη ιστορία περίπου 200 ετών, δεν κατόρθωσε ακόμα να δημιουργήσει μια ανθούσα ανεπτυγμένη βιομηχανική οικονομία, για να μπορεί να “θρέψει” τα μέλη της. Έμεινε μια μεταπρατική και αδύναμη κοινωνία.

Αυτός μάλιστα είναι ο κύριος λόγος και όχι ο μόνος που η Ελλάδα χρεοκόπησε στην ιστορία της 4 φορές. Ακόμη, η Κυβέρνηση, ενώ υπάρχουν άνεργοι πέραν του 1εκατ., εκμεταλλεύεται τις επιθυμίες των νέων  για σπουδές και θέλει να τους εισάγει μαζικά στις ανθρωπιστικές επιστήμες, όταν ξέρει πως δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας στο εσωτερικό της χώρας, λόγω αδυναμίας διορισμού στο χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος, καθώς και ότι δεν μπορούν με αυτές τις γνώσεις να εργαστούν στο εξωτερικό. Έτσι, χιλιάδες πτυχιούχοι αυτών των κλάδων κάνουν άλλες δουλειές. Αυτό για μας είναι έγκλημα, επειδή έτσι οι νέοι μας καταδικάζονται να “καταναλώνουν” τα ωραιότερα χρόνια της ζωής τους σε κλάδους που δεν θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν επαγγελματικά.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Οφείλω να ομολογήσω ότι για άλλη μια φορά πρωτοτυπήσατε με κάθε τρόπο. Η τελευταία προσπάθεια έγινε με την κατάθεση του νομοσχεδίου στις 28 Δεκεμβρίου 2018. Κύριε υπουργέ, δείχνετε πολλή βιασύνη. Είναι επιτυχημένο το μοντέλο του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής,  της συγχώνευσης των Τ.Ε.Ι Ηπείρου με το Πανεπιστήμιο  Ιωαννίνων, που βιάζεστε να το εφαρμόσετε και αλλού; Έχουμε δηλαδή χειροπιαστά αποτελέσματα γι’ αυτά; Προφανώς δεν σας ενδιαφέρει ότι τα νέα τμήματα και τα νέα επιστημονικά πεδία που προκύπτουν με το παρόν νομοσχέδιο θα αλλάξουν το φετινό μηχανογραφικό για χιλιάδες μαθητές του λυκείου.

Η εκπαιδευτική σας πολιτική αποπνέει παρελθόν, έχει έντονη οσμή λαϊκισμού, είναι ανερμάτιστη, είναι απαίδευτη, και γι’ αυτό απορρίπτεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του λαϊκισμού είναι η προσπάθειά σας να εντάξετε τα υπάρχοντα Τ.Ε.Ι στα Πανεπιστήμια, προκειμένου οι απόφοιτοι τους να παίρνουν όχι δίπλωμα ανώτερης σχολής αλλά πανεπιστημιακό πτυχίο, ενώ οι διδάσκοντες των τεχνολογικών ιδρυμάτων να αναγορεύονται, με γρήγορες διαδικασίες, καθηγητές πανεπιστημίου, έστω και με περιορισμένα επιστημονικά προσόντα.  Είστε καθηγητής,  είστε έμπειρος και αυτά όλα τα γνωρίζετε από πρώτο χέρι.

 Κύριε Υπουργέ, κάθε φορά που φέρνετε ένα νομοσχέδιο για τη συγχώνευση των Τ.Ε.Ι με Α.Ε.Ι, θα σας υπενθυμίζω ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. πρώτο στήριξε  και ανέδειξε τη σημασία της τεχνολογικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Κατ’ αρχήν με τη δημιουργία των Τ.Ε.Ι. με την ψήφιση του νόμου1404/83 και με τη συνεχή στήριξη της λειτουργίας και της ποιοτικής αναβάθμισής τους. Και αυτό διότι με τα νομοσχέδια σας, αυτό που κάνετε είναι να οδηγήσετε την τριτοβάθμια εκπαίδευση στην “Τειοποίηση” και όχι στην ουσιαστική αναβάθμιση της. Το μόνο που θέλετε είναι να κατεδαφίσετε την τεχνολογική εκπαίδευση και δεν σας ενδιαφέρει ότι πολλοί παραγόμενοι θεωρητικοί επιστήμονες θα στραφούν σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους, που τα τελευταία χρόνια περνούν μεγάλη κρίση και έτσι θα οδηγηθούν στο εξωτερικό, προκειμένου να βρουν μια θέση εργασίας.

Μέλημά σας δεν είναι η αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών των ιδρυμάτων του εκπαιδευτικού χώρου, αλλά η χρησιμοποίηση των υπαρκτών προβλημάτων για την εξυπηρέτηση κοντόφθαλμων πολιτικών επιδιώξεων και χωρίς να συνδέετε τις προωθούμενες αλλαγές με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας, της οικονομίας και της κοινωνίας, καταφεύγετε σε παιχνίδια στρατηγικής, με μοναδικό σκοπό τη  δημιουργία εντυπώσεων και ψευδαισθήσεων.

 Μάλιστα εσείς κύριε Υπουργέ, αντιφάσκετε όταν επιχειρείτε να εξηγήσετε τα σχέδιά σας. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, εσείς το λέτε, “παραμένει σήμερα ανοιχτό το ζήτημα της πραγματικής αναβάθμισης των Τ.Ε.Ι., παρά τα μεγάλα βήματα που έκαναν χάρη στο προσωπικό τους. Η λύση στα προβλήματα των Τ.Ε.Ι. και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δεν έγκειται στην απλή μετατροπή των πρώτων σε πανεπιστήμια”. Άρα πώς νοείται η πανεπιστημιοποίηση των Τ.Ε.Ι.; Μάλιστα τα αντικείμενα των νέων συνδυαζόμενων τμημάτων είναι μια παραλλαγή των παλιών και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού είναι δεδομένο το διδακτικό προσωπικό.

Κυρίες και κύριοι της Συμπολίτευσης,

Ας πάμε στην ουσία των προτεινόμενων διατάξεων του νομοσχεδίου. Θέλω να θίξω το ζήτημα της δημιουργίας των νέων σχολών των ιδρυμάτων. Με ποιες μελέτες σκοπιμότητας ιδρύονται οι σχολές και τα τμήματα που ιδρύονται στο εν λόγω Πανεπιστήμιο; Το Τ.Ε.Ι. της Στερεάς Ελλάδας εντάσσεται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο συνολικής ανακατάταξης των ιδρυμάτων και χωρίς αξιολόγηση των τμημάτων και του προσωπικού. Σε ποια χώρα του κόσμου έχει συντελεστεί αυτού του είδους η συγχώνευση; Η ελληνική αυτή παγκόσμια πρωτοτυπία δεν ανταποκρίνεται σε κανένα ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό σχεδιασμό. Ακόμα και η Ανεξάρτητη Αρχή για Διασφάλιση και Πιστοποίηση της Ποιότητας θεωρεί ακατάλληλο τον τρόπο με τον οποίο αποφασίζεται η ένταξη υφιστάμενων προγραμμάτων σπουδών των ιδρυμάτων τεχνολογικού τομέα σε ιδρύματα του πανεπιστημιακού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης.

 Την ώρα που γίνονται συγχωνεύσεις, προφανώς για λόγους οικονομίας,  συγχρόνως ιδρύονται πολυάριθμα νέα τμήματα σε μεγάλα Πανεπιστήμια με νέα μέλη  ΔΕΠ. Και να ληφθεί υπόψη ότι, σε κάθε μεγάλο πανεπιστήμιο από αυτά, υπάρχει έλλειψη διδακτικού προσωπικό και τα μαθήματα διδάσκονται από επιστημονικούς συνεργάτες.

Το έχω ξαναπεί και στα προηγούμενα νομοσχέδια που αφορούσαν τις  συγχωνεύσεις ΤΕΙ με ΑΕΙ, με τόσες και τόσες σχολές που υπάρχουν στα άλλα  λειτουργούντα πανεπιστήμια της χώρας, θα έπρεπε να προηγηθεί η έρευνα, για το πώς ανταποκρίνεται ο αριθμός των παρεχόμενων πτυχίων τους στις θέσεις εργασίας στην ελληνική κοινωνία. Γιατί τα Πανεπιστήμια δεν  είναι για να παράγουν στρατιές ανέργων. Το έχετε σκεφτεί αυτό;  Μόνο δηλαδή  ψήφοθυρικά σας ενδιαφέρει το τι γίνεται στην Παιδεία σήμερα; Δεν σας ενδιαφέρει το μέλλον της χώρας; Έχετε δει τι έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στο χώρο των πανεπιστημίων;

Επιπλέον, κοντά στις τόσες νέες σχολές των πανεπιστημίων και στους πολλαπλάσιους νέους πανεπιστημιακούς διδάσκοντες τώρα πρόκειται να ιδρυθούν και νέα ερευνητικά κέντρα με στόχο να δημιουργηθούν πρόσθετες θέσεις εργασίας, όπου θα προσκληθούν – δεν θα ήθελα να το πω, ούτε να κατηγορήσω κανέναν – “ημέτεροι”, προκειμένου να δούμε τι θα γίνει. Δεν το κατηγορώ, είπα.  Δεν νομίζω, ότι είναι ο σκοπός σας αυτός. Πείτε μας όμως ποιο ακριβώς θα είναι το αντικείμενο εργασίας αυτών των ερευνητών και πώς θα αξιοποιούνται τα αποτελέσματα των εργασιών τους.

Η ανώτατη εκπαίδευση είναι συνυφασμένη με τις επαγγελματικές προοπτικές που δημιουργεί. Πώς εννοείτε, λοιπόν, την αναβάθμιση της τεχνολογικής εκπαίδευσης, όταν δεν υπάρχει καμία συνεκτική και εμπεριστατωμένη πρόβλεψη για τα επαγγελματικά δικαιώματα; Αυτό το ζήτημα γιατί δεν βιάζεστε να το λύσετε; Σας το είχαμε θέσει ως ζήτημα και στα προηγούμενα νομοσχέδια που είχατε φέρει. Υπάρχει μεγάλη αγωνία για τα επαγγελματικά δικαιώματα στα παιδιά που αποφοιτούν από σχολές, οι οποίες δεν έχουν αναγνωρισμένα επαγγελματικά δικαιώματα. Ολόκληρες οικογένειες κρέμονται τώρα “από τα χείλη σας”. Έστω και την τελευταία στιγμή, να μας κάνετε την πρότασή σας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Με το παρόν νομοσχέδιο ο Υπουργός Παιδείας δεν εμμένει στο εγχείρημα να διακατέχεται από ακαδημαϊκά κριτήρια και μόνο. Η κατάργηση του Τμήματος Ιατρικών Εργαστηρίων αποτελεί καλή απόδειξη μεροληπτικής προσέγγισης από την πλευρά του Υπουργείου Παιδείας.

Επί της ουσίας σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2β, η ένταξη αναπληρωτών και επίκουρων καθηγητών είναι αυτόματη, τόσο πολύ που δεν προβλέπεται καν δυνατότητα άρνησης Συγκλήτου, η οποία όμως, προβλέπεται για τους τακτικούς καθηγητές.

Στο ίδιο άρθρο στην παράγραφο 2στ, προβλέπεται ότι η Επιτροπή κρίσης της αίτησης μετακίνησης στα νέα τμήματα έχει μόνο το δικαίωμα να κρίνει τη συνάφεια, όχι το έργο ενός υποψηφίου. Επιμένω. Είσθε έμπειρος τόσα χρόνια στα Πανεπιστήμια. Πώς θα γίνει αυτό;

Επιπλέον, στο άρθρο 6, παράγραφος 2, προβλέπεται ότι οι φοιτητές των προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών των ΤΕΙ, θα πάρουν πτυχίο προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μπήκες στο ΤΕΙ, βγαίνεις από το Πανεπιστήμιο. Ωραίο σλόγκαν.

Με το άρθρο 14, δημιουργείται σχολή  με το τίτλο Σχολή Αγροτικής Ανάπτυξης, Διατροφής και  Αειφορίας, μια σχολή που εμφανώς θα έπρεπε να ενταχθεί, αν βέβαια υπάρχει ουσιαστική αναγκαιότητα ίδρυσης της, στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, λόγω αντικειμένου. Αναρωτιέμαι αν αντιλαμβάνεται η ηγεσία του Υπουργείου ότι με αυτές τις  πρωτοβουλίες θα αναπτυχθεί ένας άνευ λόγου ανταγωνισμός μεταξύ των ελληνικών πανεπιστημίων, ενώ ο στόχος θα έπρεπε να είναι η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών πανεπιστημίων με αυτά του υπόλοιπου κόσμου.

Με το άρθρο 17, δημιουργείται στο ΕΚΠΑ ένα πανεπιστημιακό ερευνητικό κέντρο με πάνω από 20 ινστιτούτα, που θα οδηγήσει σε περαιτέρω πολυδιάσπαση. Ο αριθμός των ινστιτούτων είναι μια επιπλέον απόδειξη, ότι πρόκειται για αντι-μεταρρύθμιση, με μόνο στόχο την εξυπηρέτηση μικροσυμφερόντων. Όλα “στο πόδι”, ενώ μπορούσαμε να πάμε πιο οργανωμένα, να συμφωνήσουμε, να τα συζητήσουμε και να πάμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό για την Παιδεία.

Υπάρχει μελέτη βιωσιμότητας των ινστιτούτων αυτών που προτείνετε; Υπάρχει καμιά επιστημονική αξιολόγηση; Δεν υπάρχει τίποτε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανοργανωσιάς και έλλειψης σχεδιασμού είναι το γεγονός στο πανεπιστημιακό ερευνητικό κέντρο δημιουργείται ένα ινστιτούτο με τίτλο “Διαχείριση Περιβάλλοντος” και ένα επιπλέον με τίτλο “Ωκεανογραφίας και Διαχείρισης Θαλάσσιου Περιβάλλοντος. Αυτό δεν πιστεύω, να σας έχει διαφύγει. Άρα, σε τι εξυπηρετεί; Δεν υπάρχουν χρήματα για να χρηματοδοτηθούν όλα αυτά.

Στο άρθρο 22, πέρα από τα τμήματα που ιδρύονται με την σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου, ιδρύονται και άλλα δύο, το Τμήμα Αγωγής Φροντίδας στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία, με έδρα την Καρδίτσα και το Τμήμα Λογοθεραπείας, με έδρα τη Λαμία, που και η ίδια η Λαμία δεν το ζήτησε. Μου θυμίζει, βέβαια, κάτι αυτό. Ευτυχώς, αυτά τα τμήματα θα ξεκινήσουν το 2022 και αν συμφωνεί τότε η Σύγκλητος, δηλαδή, ποτέ. Και να μην ρωτήσω, με τι λογική και από πού θα βρεθούν όλα αυτά τα χρήματα για τους διορισμούς, για να γίνουν όλα τα παραπάνω.

Για τα Τμήματα Φυσικής και Μαθηματικών στη Λαμία, τι να πω, κύριε Υπουργέ; Σηκώνω ψηλά τα χέρια. Ειλικρινά σηκώνω ψηλά τα χέρια, γιατί εδώ υπάρχουν τεράστιες ουρές ανέργων μαθηματικών και φυσικών στη χώρα μας. Γιατί να γίνει αυτό το πράγμα; Έχει τόσο μεγάλη ανάγκη η ελληνική αγορά από αυτές τις ειδικότητες; Δεν μπορώ να καταλάβω.

Στο ίδιο άρθρο 22 παράγραφος 3, δίνεται το δικαίωμα εκπόνησης Πρόγραμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στα γενικά τμήματα, που ενδεχομένως δεν θα υπάρχουν σε δύο χρόνια και το χειρότερο, μπορούν να δώσουν και διδακτορικά. Ποιας επιστήμης διδακτορικά; Αυτό είναι έξω από κάθε λογική και γι’ αυτό και θα πρέπει να το ξαναδούμε. Πώς θα γίνει αυτό; Πιστεύω ότι θα μας απαντήσετε.

Τέλος, με την παράγραφο 5 του άρθρου 32, αλλάζουν οι προϋποθέσεις υποβολής υποψηφιότητας και επιλογής σε θέση πρύτανη. Τώρα, είμαστε γνωστοί μεταξύ μας. Είναι ανάγκη να γίνει αυτό, κύριε Υπουργέ; Λυπάμαι που το λέω αυτό. Πρόκειται για μια αντισυνταγματική διάταξη, που ορίζει ότι πανεπιστημιακός πλησίον σύνταξης μπορεί να θέσει υποψηφιότητα για πρύτανης. Τόσο αναγκαίος θα είναι; Αυτό είναι το πρόβλημά μας; Τώρα, γιατί προβλέψατε αυτή τη διάταξη, εσείς μόνο ξέρετε.

Κυρίες και κύριοι της Συμπολίτευσης,

Αν κάτι προέχει για εσάς είναι η ικανότητα να διαπραγματεύεται κανείς και να ανταλλάσσει εξυπηρετήσεις με εκείνους που ελέγχουν τον κρατικό μηχανισμό. Πρέπει να το πάρετε πίσω αυτό. Τα πανεπιστήμια δεν έχουν ανάγκη να “σωθούν” από ανθρώπους που σε δύο χρόνια βγαίνουν στη σύνταξη.

Όλα αυτά τα φαινόμενα αντανακλούν την βαθιά σας πεποίθηση και το όνειρο που προσπαθείτε να πραγματώσετε μέσα από τέτοιου είδους νομοθετήματα. Αυτό, όμως, δίνει την ευκαιρία σε εμάς να μιλάμε έτσι, ενώ δεν θα το θέλαμε.

Δεν υπάρχει αμφιβολία για το περιεχόμενο όλων όσων επιδιώκει το Υπουργείο Παιδείας και η Κυβέρνηση στο σύνολό της, όταν κατεβάζει τέτοιες ιδέες και καταθέτει τέτοια άρθρα.

Οι προσπάθειες νομοθέτησης του Υπουργείου θα μπορούσαν να διατυπώνονται με τρόπο που να ενθαρρύνουν την απόκτηση συμβολικού, πολιτισμικού και όχι γραφειοκρατικού, πολιτικού κεφαλαίου. Το σημερινό αδιέξοδο μπορεί να ξεπεραστεί μόνον αν αφήσετε το θέμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης έξω από οποιοδήποτε κομματικό παιχνίδι.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Τελειώνοντας, θα ήθελα να πω ότι όσες αλλαγές και αν επιχειρηθούν στο χώρο της Παιδείας, δεν θα επιτευχθεί ποτέ ουσιαστική αναβάθμισή της εάν δεν ξεπεραστούν μονομέρειες και ιδεοληψίες από όλους μας. Η Παιδεία είναι εθνικό θέμα. Εσείς όμως, δεν κάνατε την προσπάθεια να την καταστήστε εθνικό θέμα. Δεν ρωτήσατε την Αντιπολίτευση και δεν μας καλέσατε να μιλήσουμε για όλα αυτά. Τότε θα μπορούσατε να μας κατηγορήσετε ότι δεν ήρθαμε σε έναν διάλογο. Όπως δεν μπορείτε να μας κατηγορήσετε για τις θέσεις που παίρνουμε για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής. Θέλατε μόνοι σας να προχωρήσετε σε κάποια θέματα, τα οποία όφειλαν να είναι εθνικά και όχι προσωπικά κυβερνητικά.

Η Ελλάδα δεν είχε ανάγκη από τέτοιες μεθοδεύσεις, η Ελλάδα έχει ανάγκη από συναίνεση.

Η κοινωνία μας χρειάζεται μια Παιδεία ουσίας, που μπορεί να λειτουργήσει ως πηγή διαφωτισμού και ως μόνιμη ασφαλιστική δικλίδα για την αποφυγή μελλοντικών κρίσεων. Μια τέτοια Παιδεία όμως, φαίνεται ότι δεν την θέλετε. Μια τέτοια Παιδεία δεν μπορείτε να την προσφέρετε, γιατί ειλικρινά σας δόθηκε η ευκαιρία πριν τέσσερα χρόνια να κάνετε θαύματα, αλλά δεν θέλατε.

Ήρθε, λοιπόν, η ώρα τώρα της κρίσης για όλους μας και πιστεύω ότι αυτή η κρίση δεν θα σας ευχαριστήσει.

Η Δημοκρατική Συμπαράταξη είναι η μόνη παράταξη που από την αρχή της αντι-μεταρρύθμισής σας έχει σταθερή και ξεκάθαρη στάση για τις συγχωνεύσεις Τ.Ε.Ι. με τα Α.Ε.Ι..

“Όχι” είπαμε στο πρώτο νομοσχέδιο, “όχι” είπαμε στο δεύτερο νομοσχέδιο, συνεπώς και στο παρόν νομοσχέδιο ψηφίζουμε επί της αρχής, “όχι”.

Σας ευχαριστώ.

Προηγούμενο άρθροΈρχεται το νέο κύμα κακοκαιρίας «Υπατία» από την Τετάρτη, φέρνοντας θυελλώδεις νοτιάδες και βροχές
Επόμενο άρθροΒραδιά STAND UP COMEDY SHOW| ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ»