Είναι κοινός τόπος ότι οι πιο γιορτινές και χαρούμενες ημέρες και νύχτες του χρόνου είναι αυτές πέριξ της πρωτοχρονιάς. Λένε ότι εκείνες τις ημέρες γινόμαστε όλοι παιδιά. Τα χρώματα των στολισμών , ο Άγιος Βασίλης, τα ψώνια, οι παρέες, το φαγητό φτιάχνουν μια διάθεση σαν εκείνη του Τσίπρα στο κότερο της εφοπλιστίνας.
Τα παλιότερα χρόνια που ο κοσμάκης έπαιρνε διπλάσιο μισθό –δώρο γαρ- το ακουμπούσε στο άψε σβήσε στις επιθυμίες που είχε όλον το χρόνο που πέρασε, ίσως και τους πιο παλιούς. Οι …Ηλεκτρονικές κι οι Κωτσόβολοι χάριζαν τα πάντα. Δώσε κι εμένα μπάρμπα, πανζουρλισμός γινόταν… Στο άψε σβήσε κατέθετε κάποιος μισθό- δώρο και οικονομίες για να πάρει άτοκα και σε 200 δόσεις μια τηλεόραση 16 ιντσών μάρκας «Andreas magas» του γνωστού οίκου «Pidihtaras». Σου έδιναν δώρο και μια αποτριχωτική μηχανή για να περιποιείται το αίσθημα το μπικίνι!
Όποιος έμπαινε στα Hondos Center ή στα Sephora Μαρινόπουλος, χρειαζόταν δυο μισθούς και τρία δώρα για να πάρει δυο κρέμες νυκτός για το αίσθημα που αποκαλούσε με διάφορα ονόματα, όπως «my small tsoulaki». Μαζί με τις κρέμες έδιναν δώρο 12 κραγιόν, 3 eyeliner και πέντε πακέτα σερβιέτες με φτερά, προσφορά της Ολυμπιακής Αεροπορίας!
Στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 που άνοιξαν τα Jumbo, χρειαζόταν μια διμοιρία αστυνομικών και τροχονόμων για να επιβάλλουν τάξη στις ουρές και να ρυθμίζουν την κυκλοφορία. Πάντα υπήρχε ο νεοέλληνας της συνομοταξίας «eimai malakas kai to dihno» που ήθελε να προσπεράσει την ουρά και να μπει πρώτος. Ενίοτε έκανε αναφορά στη φιλία του με τον Κίμωνα Κουλούρη ή και τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο και ρωτούσε τους αστυφύλακες με την φυσική διακριτικότητα των πρασινοφρουρών: «ξέρεις τι ωραία περνάνε οι συνάδελφοί σου στον Έβρο;»….
Εκεί στα Jumbo γίνονταν συχνά τόσες οδομαχίες που τύφλα νάχαν οι αντίστοιχες στην πλατεία Τιεναμέν του Πεκίνου, που οι κομμουνιστές «καθάριζαν» σαν αυγά τους φοιτητές που ζητούσαν ελευθερία. Ουρές ολόκληρες λοιπόν, μπροστά στον τελευταίο Άγιο Βασίλη που …γελούσε και στοίχιζε μόνο ένα χιλιάρικο! Άλλες ουρές και κλοτσοπατινάδα για τα τελευταία φωτάκια που είχαν καλώδιο 100 μέτρα και κόστιζαν μόνο πεντακόσιες δραχμές. Ξύλο και των γονέων κυριολεκτικά, που έδιναν το καλό παράδειγμα και δίδασκαν τι σημαίνει ευπρέπεια και καλοί τρόποι.
Υπήρχαν τότε και κάποιοι/ες που πήγαιναν στο Κολωνάκι και αναζητούσαν δέντρα Dior, Saint Laurent, έστω και Ασλάνη! Ήταν σαφές ότι είχαν έντονες παιδικές μνήμες από τα χωριά τους. Οι πωλητές απαντούσαν ότι θα φέρουν την άλλη εβδομάδα ένα νέο προϊόν του οίκου «karavlahara» κι εκείνοι χαρούμενοι κι εκστασιασμένοι έλεγαν… ωωωωω θα περιμένω!
Μετά ξεκινούσε η μεγάλη μάχης της γαλοπούλας και του γουρουνιού.
Οι καθώς πρέπει κάστες που σύχναζαν στα «πράσινα» καφενεία, προτιμούσαν αγριογούρουνα, μαθημένοι προφανώς από την υψηλή καταγωγή τους. Άλλοι αναζητούσαν ζαρκάδι ή κι ελάφι!
Ο μακαρίτης ο Τσιρώνης, έκανε μεγάλα πάρτι. Αργότερα που ιδρύθηκαν και λειτούργησαν τα ιδιωτικά κανάλια, έγινε ο μέγας αστέρας των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και του Πάσχα.
Η γαλοπούλα ή ότι άλλο έφτανε τελικά σπίτι, έπρεπε να μαγειρευτεί. Τότε άρχιζε η
μάχη της κουζίνας ή αλλιώς ποιος θα τη μαγειρέψει. Η γυναίκα του σπιτιού ή η πεθερά; Κι αν τη μαγειρέψει η πεθερά, ποια απ’ τις δυο; Κι αν τη μαγειρέψει η δική μας μαμά, πάει κι έρχεται. Θα την κάνει όπως μας αρέσει. Αν τη μαγειρέψει η πεθερά και βάλει μέσα πορτοκάλια, δαμάσκηνα, αποξηραμένα σύκα, λουκάνικα και πικραμύγδαλα, τι γίνεται;
Τι να γίνει; Κρυφομπινελίκια για να πάει καλά ο χρόνος…
Κι ύστερα οι καλεσμένοι. Σε ποιους θα πούμε να έρθουν;
Κι αν καλέσουμε τον δείνα τι θα κάνουμε με την τάδε που είναι της συνομοταξίας των «vlammenon», αλλά είναι γυναίκα του; Θα του πούμε να μη τη φέρει και να της παραγγείλει delivery που έχει αρχίσει να γίνεται της μόδας;
Κι αν πούμε στους τάδε τι θα γίνει που νυστάζουν από τις 23.00; Θα τους κοιμίσουμε κιόλας χρονιάρα μέρα; Κι η κουμπάρα; Δεν πρέπει να της πούμε να έρθει, για να μη μείνει μόνη της τέτοια μέρα; Κι αν πούμε σ’ αυτή, δεν λέμε και στο παλικάρι –πως το λένε μωρέ;- τον φίλο του εξαδέλφου της κυρίας Παγώνας, του β’ ορόφου, να κάνουν to know as better, μη τυχόν και τα βρούνε κι αλληλολιπανθούν;
Και τι θα γίνει με τα τρία παιδιά της εξαδέλφης που είναι ασύδοτα και κάνουν το σπίτι «bourdelo»; Πέρυσι έσπασαν τρία cd κι ένα κατούρησε στη γλάστρα με το Αλεξανδρινό!
Και τι θα γίνει με τη μάνα σου που κάθεται και συνεχώς γέρνει και πρέπει νάχω το νου μου, μη τσακιστεί; Άσε το έντερό της…
Ουφ! Πόλεμος! Χωρίς θύματα.
Τα πολλά θύματα ήταν στα πνευματικά ιδρύματα. Περιουσίες ολόκληρες έφευγαν για ένα τραπέζι στον Λευτέρη της … «ταραχής», την Άντζελα του μέγιστου άσματος της διανόησης που ρωτούσε «εσύ τι λες, θα γίνουμε επιτέλους εραστές:» ή του Φλωρινιώτη με τα φτερά, τα πούπουλα και τα λαμέ, να άδει το διαχρονικό αριστούργημα … «ν’ απατάς τον άντρα σου είναι συνηθισμένο μα ν’ απαντάς τον εραστή πού το ΄δες πια γραμμένο;»!
Ουφ!
Πρωτοχρονιά!
Καλή χρονιά να έχουμε.
Του χρόνου να ξαναγράψουμε θύμισες και να έχουν γίνει πράξη όνειρα και προσδοκίες μας.
Κι ας μη ξεχνάμε ότι η καλοσύνη είναι δωρεάν…