Όσα προτείνει για την Οικονομία η επιτροπή του νομπελίστα Πισσαρίδη, είναι σοβαρές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες κι όχι αναμάσημα παλαιοτέρων προτάσεων.
Όμως, το ερώτημα που προκύπτει είναι ένα και μόνο: Θα υλοποιηθούν ή θα τις πνίξει το μαύρο σκοτάδι; Θα μπορέσουν οι υπουργοί της κυβέρνησης να ξεφύγουν από τα σύνδρομα του πολιτικού κόστους και τις αντιδράσεις της οπισθοδρομικής Αριστεράς και των ακροδεξιών συνοδοιπόρων της; Ή θα έχουμε πάλι τα φαινόμενα της χαμένης ευκαιρίας του 2001, με τον νόμο Γιαννίτση, που αν είχε εφαρμοστεί μάλλον δεν θα είχαμε χρεοκοπήσει το 2010;
Επιπλέον, είναι ασαφές τι θα γίνει με τις κυβερνητικές πολιτικές σε μια σειρά ζητημάτων, όπως η Δικαιοσύνη, ο Τουρισμός, το Ασφαλιστικό ή άλλα και δη εν καιρώ πανδημίας. Μπορούν οι υπουργοί της κυβέρνησης να στηρίξουν μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την Ελλάδα να «πετάει» σε λίγα χρόνια, αλλά σήμερα θ’ αντιμετωπιστούν ως … μεταρρυθμιστικοί ιοί;
Να πούμε κάποια παραδείγματα; Ακούστε:
Α. Ο νομπελίστας Πισσαρίδης κι η επιτροπή «σοφών» προτείνουν την ριζική αναδιάρθρωση του ΟΑΕΔ. Αυτό προκειμένου να σταματήσει να θεωρείται ο άνεργος ένας άνθρωπος που βρίσκεται στο περιθώριο της εργασίας.
Β. Προτείνουν να σταματήσουν τα κοινωνικά επιδόματα να λειτουργούν ως αντικίνητρο για να εργαστεί κάποιος.
Γ. Προτείνουν ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης προκειμένου να ενταχθούν στην κοινωνία οι μετανάστες που λαμβάνουν άσυλο.
Δ. Προτείνουν για το ασφαλιστικό πολιτικές τελείως διαφορετικές από αυτές που ισχύουν σήμερα κι ακολουθεί κι αυτή η κυβέρνηση. Εισηγούνται, δηλαδή, να ενισχυθεί η αναλογικότητα του δημόσιου διανεμητικού πρώτου πυλώνα κοινωνικής ασφάλισης. Με ταυτόχρονη Ανάπτυξη ενός δεύτερου και τρίτου πυλώνα με κίνητρα για ιδιωτικές αποταμιευτικές αποφάσεις. Ουσιαστικά προτείνουν τη λογική και οικονομικά ορθή και δίκαιη μετάβαση από το διανεμητικό στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα επικουρικής σύνταξης, με άμεση εφαρμογή για όσους εισέρχονται στην αγορά εργασίας.
Ε. Στο φορολογικό πεδίο, ζητούν να σταματήσει η κρατική οικονομική πολιτική να επιδοτεί την κατανάλωση. Να ξεφύγουμε δηλαδή από την τρέχουσα αντίληψη ότι οφείλει να μειωθεί ο ΦΠΑ για να τονωθεί η κατανάλωση. Να στραφεί στην μείωση των βαρών στη μισθωτή εργασία, στην μείωση των ασφαλιστικών εισφορών μέσω ενός flat tax στην υγεία για όλους τους εργαζόμενους. Να τελειώνουμε με την εισφορά αλληλεγγύης, να μειωθεί το ανώτατο όριο του ασφαλιστέου εισοδήματος.
Αυτά και πολλά ακόμη, αυτονόητα και αναγκαία είναι σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Που μπορούν ν’ αλλάξουν την Ελλάδα. Σε συνδυασμό με την καθολική εφαρμογή της αξιολόγησης, όσο κι αν αντιδρούν οι συνδικαλιστές κι η Αριστερά. Ή με την σαρωτική αλλαγή δεδομένων στη Δικαιοσύνη αλλά και την άμεση σύνδεση των πιο πρωτοπόρων τμημάτων ΑΕΙ με την αγορά εργασίας .
Μπορούν να τα στηρίξουν αυτά οι κυβερνητικοί; Αν ναι, τότε τα 72 δις που θα εισρεύσουν από την ΕΕ θα πιάσουν τόπο. Αλλιώς θα έχουμε άλλη μια χαμένη ευκαιρία όπως εκείνη του Γιαννίτση ή κι ακόμη πιο παλιά της επιτροπής Σπράου.
Κάτι ακόμη: Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση απολαμβάνει εξαιρετική δημοφιλία και υψηλότατα ποσοστά αποδοχής. Αν τώρα δεν λάβει τις κρίσιμες αποφάσεις για να προχωρήσει σε ουσιαστικές και βαθιές μεταρρυθμίσεις, πότε θα το κάνει;
Κάτι τελευταίο: Η λέξη κι η έννοια «μεταρρύθμιση» έχει πλήρως κακοποιηθεί από την φοβική κι οπισθοδρομική Αριστερά. Κάθε μεταρρύθμιση που στόχευε σε διορθωτικές κινήσεις που θα έκαναν πιο ευέλικτο, λογικό κι αποτελεσματικό το τέρας του ελληνικού δημοσίου, πολεμήθηκε βαθύτατα. Επειδή ξεβόλευε τους λίγους.
Όμως η έννοια της μεταρρύθμισης δεν αφορά τους λίγους βολεμένους αλλά όλη την κοινωνία. Δεν πρέπει να υπάρξει ουσιαστική παρέμβαση στο ασφαλιστικό και λόγω υπογεννητικότητας; Δεν πρέπει να υπάρξει παρέμβαση στη Δικαιοσύνη για να διευκολυνθεί η Οικονομία κι οι επενδύσεις; Δεν πρέπει να μειωθεί/παταχθεί η γραφειοκρατία; Άρα χρειάζονται βαθιές τομές. Μεταρρυθμίσεις! Με τόλμη και γνώση από την ιστορία Γιαννίτση.
Οι συνθήκες τώρα οι πλέον κατάλληλες…