Σε τρία διαφορετικά σημεία βρέθηκαν οι Πρόσκοποι της Βέροιας ανήμερα της 25ης Μαρτίου με τρεις δραστηριότητες για να τιμήσουν τον αγώνα και την έναρξη της επανάστασης του 1821, φροντίζοντας να λάβουν όλα τα απαραίτητα υγειονομικά μέτρα που ισχύουν για την ανάσχεση της μετάδοσης του κορωνοϊού.
Εκπρόσωποι των Προσκοπικών Συστημάτων και της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων της πόλης μας συναντήθηκαν στην ιερά μονή της Παναγίας Δοβρά και άναψαν κερί ευγνωμοσύνης στην μνήμη του εμβληματικού Μακεδόνα αγωνιστή του 21 Τάσου Καρατάσου.
Αργότερα στο άγαλμα του Τάσου Καρατάσου (απέναντι από την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων), μετά από ολιγόλεπτη ομιλία για την ζωή και την προσφορά του ήρωα στην Πατρίδα, κατέθεσαν στεφάνι δόξας, απέδωσαν τιμές και έψαλαν τον εθνικό μας ύμνο. Συμμετείχαν επίσης στην δοξολογία και κατέθεσαν στεφάνι στην τελετή που οργάνωσε η περιφερειακή ενότητα Ημαθίας στην πλατεία ωρολογίου, με δύο στελέχη και την σημαία τους.
Ο Τάσος Καρατάσος, κλέφτης από 18 ετών στα βουνά, ήταν μέλος της φιλικής εταιρείας, αρχηγός στην επανάσταση της «Ηρωικής πόλης» της Νάουσας το 1822 και έδωσε τα πάντα για τον αγώνα. Έχασε πέντε αγόρια, δύο κόρες, την γυναίκα του Μαρία και όλη του την περιουσία, πολύτιμα ανταλλάγματα στη λευτεριά της Πατρίδας και την αξίωση στην αθανασία.
Η δράση του δεν περιορίζεται στην περιοχή μας, αφού μετά την καταστροφή της Νάουσας δεν τα παράτησε, πολέμησε σε πολλά σημεία της Πελοποννήσου της Στερεάς και της νησιωτικής Ελλάδας. Ο Δήμος της Πύλου γιορτάζει κάθε χρόνο την νίκη του στο Σχινόλακκα Μεσσηνίας, απέναντι σε στρατεύματα του Ιμπραήμ που είχε τότε τον ισχυρότερο στρατό της ανατολής.
Οι Πρόσκοποι της Βέροιας έχουν ιδιαίτερο δεσμό με τον ήρωα γιατί στις 12 Μαρτίου του 1968 το διοικητικό συμβούλιο του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων με την απόφαση 48 όρισε την μορφή του, ως θυρεό της Περιφερειακής Εφορείας Προσκόπων Ημαθίας. Έτσι για περισσότερα από 40 χρόνια η εικόνα του Τάσου Καρατάσου κοσμούσε το σήμα της και την στολή των Προσκόπων του νομού μας.
Ο Τάσος Καρατάσος γεννήθηκε το 1764 στο χωριό Δοβρά κοντά στη σημερινή ιερά μονή και μεγάλωσε στο Διχαλεύρι, οικισμό νοτιοδυτικά του Στενήμαχου της Νάουσας. Σήμερα κανένα από τα δύο χωριά δεν υπάρχει. Καταστράφηκαν από τους Τούρκους και δεν ξανακατοικήθηκαν ποτέ. Πέθανε το 1830 στην Ναύπακτο ως χιλίαρχος της 7ης χιλιαρχίας του Ελληνικού στρατού διορισμένος από τον Καποδίστρια. Στο Διχαλεύρι έχει στηθεί προτομή του από τον Δήμο Νάουσας, πομπός μηνυμάτων ομοψυχίας και συνεχούς αγώνα για τα ιδανικά της ελευθερίας.