Οι κουμπαριές, τα ζεϊμπέκικα κι ο Τούρκος – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

Τα λέγαμε και χθες. Ένα γείτονα πειρατή ΜΟΝΟ αν είσαι ισχυρός μπορείς να τον κοιτάζεις στα μάτια. Κι αν αναλογιστούμε ότι υστερούμε στα πάντα που αφορούν τους αριθμούς (πληθυσμοί, ΑΕΠ, προοπτικές κλπ) ισχυροί θα είμαστε ΜΟΝΟ αν έχουμε οικοδομήσει σχέσεις και συμφέροντα έναντι της Τουρκίας.

Σακελλαρόπουλος Γ. Νίκος
Γράφει ο συνεργάτης του Έμβολος δημοσιογράφος Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

Επιπλέον, βαυκαλιζόμαστε ότι οι Τούρκοι είναι απομονωμένοι, ότι όλοι τους κλείνουν την πόρτα κι ότι όπου νάναι θα γίνει της… κόκκινης μηλιάς! Όποιος κάνει έναν απλό περίπατο στο διαδίκτυο θα βρει άπειρους Κολοκοτρώνηδες και Καραϊσκάκηδες του πληκτρολογίου.

Προσέξτε: Την ίδια ώρα που οι περισσότερες ελληνικές αναλύσεις αναφέρουν ότι η Τουρκία είναι απομονωμένη, η Ρωσία και η Μεγάλη Βρετανία ανέφεραν για το ζήτημα της Αγιά Σοφιάς ότι είναι εσωτερικό θέμα της Τουρκίας και μπορεί να κάνει ότι θέλει. Οι Γερμανοί είπαν ότι το θέμα είναι πολιτισμικό! Η δε Ευρώπη παρακολουθεί διαμαρτυρόμενη για τους τύπους. Το δε συνεταιριλίκι Ερντογάν – Τραμπ  κάνει τον δεύτερο να μη βγάζει τσιμουδιά. Άρα για ποια απομόνωση των Τούρκων μιλάνε κάποιοι;

Ναι, μπορεί ο Μακρόν να φωνάζει, ο Σαλβίνι το ίδιο, μπορεί οι Ισραηλινοί  κι οι Αιγύπτιοι να διακατέχονται από εμφανή εκνευρισμό για τους Τούρκους, αλλά εμείς ουσιαστικά είμαστε μόνοι μας. Κι επιπλέον, έχουμε κάνει εδώ και κάποιες δεκαετίες σοβαρά λάθη στην εξωτερική μας πολιτική εγκαταλείποντας τον εθνοκεντρισμό προς χάρη του διεθνισμού.

Ναι, σήμερα πρέπει να μη καταστήσουμε το ζήτημα ελληνοτουρκική διαφορά αλλά να το διεθνοποιήσουμε αλλά εν τω μεταξύ έχουν γίνει πολλά λάθη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 κι ύστερα.

Δεν θυμάμαι, επί παραδείγματι, μια σαφή εθνική στρατηγική στα εξωτερικά και στα ελληνοτουρκικά. Πριν από πενήντα χρόνια ο Καραμανλής τοποθέτησε τη χώρα στη Δύση («ανήκουμε στη Δύση») αλλά λίγο μετά ακούσαμε ότι ουσιαστικά δεν είμαστε τίποτα πέραν ενός έθνους ανάδελφου. Κι ακόμη πιο μετά βάλαμε ασπίδα στους Τούρκους «την ισχυρή Ελλάδα της ΟΝΕ», τις κουμπαριές με τον Ερντογάν αλλά και τα ζεϊμπέκικα!

Όμως, ήταν κι είναι σαφές ότι η τουρκική πειρατεία δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί έτσι. Ή έστω δεν μπορούσε ν’ αντιμετωπιστεί χωρίς μεγάλες διεθνείς συμμαχίες.

Είναι και κάτι ακόμη: Είμαστε μια κοινωνία τελείως διαφορετική από τους γείτονες. Όχι μόνο στους αριθμούς των πληθυσμών και των στρατών αλλά και στην κοινωνική κουλτούρα.

Αν αύριο η κυβέρνηση πει για αύξηση του χρόνου της στρατιωτικής θητείας και ταυτόχρονη στράτευση γυναικών, φοβάμαι ότι το Σύνταγμα θα ζήσει μεγάλες στιγμές από τις κραυγές των οργισμένων νιάτων και των υποκινητών τους.

Αν αύριο η κυβέρνηση επιβάλλει ένα φόρο υπέρ της αγοράς, επί παραδείγματι, 10 αεροπλάνων και πέντε φρεγατών, φοβάμαι ότι η Πανεπιστημίου θα θυμίζει πεδίο μάχης από τους καπνούς των μολότοφ…

Πρέπει να πούμε κι άλλα. Κάναμε επί χρόνια εξωτερική πολιτική του ποδαριού. Ακόμη και με το βλέμμα στο εσωτερικό. Τις περισσότερες φορές δεν είμαστε καν κοντά στους συμμάχους μας όταν μας ζητούν συνδρομή, βοήθεια. Μας ζήτησαν οι Γάλλοι να τους βοηθήσουμε με στρατό μας στο Τσαντ, για να αποτραπεί στους Ισλαμιστές να το καταλάβουν και ν’ απειλούν την Ευρώπη. Κι εμείς είπαμε…. όχι! Κάναμε στρατηγικές και γεωπολιτικές συμμαχίες με το Ισραήλ και την ίδια ώρα που ο Τσίπρας αγκαλιαζόταν μαζί τους,  κορυφαία στελέχη του έβαζαν παλαιστινιακές μαντήλες κι έβγαζαν φωτογραφίες!!! Ακόμη κι ευρωβουλευτές του!

Δεν μας αρέσουν οι αποφάσεις των εταίρων κι αντί ν’ ασκήσουμε πολιτική κριτική και συζητήσεις, βγαίνουμε και τους απειλούμε ότι θα γεμίσουμε την Ευρώπη τζιχαντιστές!

Θέλω, δηλαδή, να πω ότι ενώ ζητάμε συνεχώς να μας συνδράμουν, αρνούμαστε να ταυτιστούμε μαζί τους. Τις δε ελληνοτουρκικές διαφορές μόλις εσχάτως επιχειρούμε να τις καταστήσουμε ευρωτουρκικές. Πολύ περισσότερο αφού απέναντι στον πειρατή πρέπει να ταχθεί όλη η πολιτισμένη Ευρώπη.

Ναι ξέρω, ξέρουμε όλοι ότι η Γερμανία έχει τεράστια οικονομικά συμφέροντα στην Τουρκία. Αλλά εμείς ΔΕΝ πρέπει να επιτρέψουμε στη Μέρκελ να στρουθοκαμηλίζει.  Πρέπει να την πείσουμε ότι δεν απειλείται μόνο η Ελλάδα από την αναθεωρητική Τουρκία αλλά η Ευρώπη με άλωση των συνόρων της. Κι αν αυτό συμβεί πρέπει να καταλάβουν οι Γερμανοί ότι η άνοδος της Ακροδεξιάς δεν θα είναι μια απλή άνοδος μερικών ποσοστιαίων μονάδων…

Κάτι ακόμη: Ο πολιτικός ρεαλισμός «λέει» ότι δεν μπορεί η χώρα μας να ακολουθεί συνεχώς. Δεν μπορεί να είμαστε εσαεί πίσω από τα γεγονότα και να ψαχνόμαστε πώς θα τα αντιμετωπίσουμε. Η εξωτερική πολιτική δεν είναι πολιτική σαν του υπουργείου Αθλητισμού ή του υπουργείου Μακεδονίας –Θράκης…

Αναλογιστείτε κι αυτό: Κάηκε η Παναγία των Παρισίων και έκλαψε/ξεσηκώθηκε –σωστά-  όλος ο πολιτισμένος κόσμος. Τώρα με την Αγιά Σοφιά έχουμε κάτι ψελλίσματα… Αντίδραση ούτε καν από τους Ορθόδοξους Ρώσους…

Πρέπει να πούμε κι αυτό: Στην Τουρκία είναι εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες. Αν το ξεχνάμε εμείς δεν το ξεχνούν στην Ευρώπη…

Άρα, εμείς, πρέπει να ζωγραφίσουμε επί χάρτου το μέλλον του τόπου που σε μερικές δεκάδες χρόνια θα έχει πληθυσμό 6 εκ. ανθρώπους, τη στιγμή που απέναντι θα αγγίζουν ή θα υπερβαίνουν τους 100…Αυτό δεν γίνεται με ζεϊμπέκικα και κουμπαριές!

Μπορούμε όμως να ζωγραφίσουμε το μέλλον μας ή μας νοιάζει μόνο να μην υπηρετήσει το παιδί στα σύνορα αλλά δίπλα στο σπίτι του; Ας το σκεφτούμε…

Προηγούμενο άρθροΠρωτοσέλιδοι βασικοί τίτλοι εφημερίδων της Τετάρτης 15 Ιουλίου 2020
Επόμενο άρθροΤσεχία: Δεκάδες τραυματίες σε σύγκρουση τρένων
*Ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας («Hellas Special Άφιλτρο», «Ο Γέρος του Βοριά» που αποτελεί τη λαϊκή βιογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, «Οι Μύθοι και το Παραμύθι»). Θεωρείται εκ των πρωτεργατών της «ελεύθερης ραδιοφωνίας» και επί χρόνια ασχολήθηκε με την πολιτική αρθρογραφία και ανάλυση σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνα και τηλεοπτικούς σταθμούς. Για πολλά χρόνια συνδύασε την εργασία με τα χόμπι του (αθλητισμός) , με την ιδιότητά του ως Γενικός Διευθυντής της εφημερίδας «Sportime» και της «Αθλητικής Ηχούς», ενώ έχει γράψει στίχους σε τραγούδια σημαντικών Ελλήνων δημιουργών και τραγουδιστών.