Η Ελλάδα δυσκολεύεται να βρει εργαζόμενους στον τομέα του τουρισμού λόγω κινδύνου περισσότερων lockdown, αναφέρουν οι Financial Times σε σημερινό τους δημοσίευμα. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που είναι βέβαιο πως πολλοί συμπατριώτες μας επιχειρηματίες στον κλάδο της εστίασης και του τουρισμού, αντιμετώπισαν στην έναρξη της σεζόν, αλλά ακόμη και σήμερα. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες, όπως αναφέρουν γερμανικά μέσα ενημέρωσης.
Το άρθρο των FT, ξεκινά με την περίπτωση του σεφ Νικόλα Τσιμιδάκη, ο οποίος μετά από μια δεκαετία εργασίας στο εξωτερικό επέστρεψε στην Ελλάδα ελπίζοντας ότι με την ανάκαμψη της οικονομίας θα βρει δουλειά. Ωστόσο, όπως πολλοί άλλοι, απογοητεύτηκε. Καθώς νέα lockdown καθυστέρησαν το άνοιγμα και την έναρξη της τουριστικής σεζόν, ο Τσιμιδάκης δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά που θα του έδινε ασφάλεια και αξιοπρεπή μισθό και τελικά έφυγε ξανά για το Ντουμπάι.
Αποφάσεις τέτοιου είδους εξηγούν γιατί η Ελλάδα υποφέρει από ελλείψεις προσωπικού στον τουρισμό. «Είναι η πρώτη φορά που βιώνουμε τέτοιες ελλείψεις στην τουριστική βιομηχανία», λέει ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων. H HSBC έχει προβλέψει ότι η ανάκαμψη του τουρισμού θα δώσει ώθηση στην ελληνική ανάπτυξη κατά 2% φέτος, ενώ και ο ΥΠΟΙΚ Χρήστος Σταϊκούρας αναμένει ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα φτάσουν τα 8 δισ. ευρώ το 2021. Αλλά οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι οι ελλείψεις σε εργαζομένους μπορεί να λειτουργήσουν ανασχετικά ως προς την ανάπτυξη και να μην επιβεβαιώσουν τις προβλέψεις. «Οι βασικοί τομείς δημιουργίας θέσεων εργασίας …όπως ο τουρισμός, το λιανεμπόριο και η ψυχαγωγία πλήττονται από την αβεβαιότητα», δήλωσε ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ. «Δεν είναι ξεκάθαρο πόσο γρήγορα θα επιστρέψουν στα επίπεδα προ κορωνοϊού».
Το πρόβλημα επιδεινώνεται από μια υπερπροσφορά μέτριων καφέ, μπαρ και εστιατορίων που δεν προσφέρουν ελκυστικές προοπτικές απασχόλησης. Μετά την οικονομική κρίση ο τομέας της φιλοξενίας λειτούργησε ως «μαξιλάρι ασφαλείας» για άνεργους ή ανειδίκευτους. Σχεδόν το 92% όλων των νέων επιχειρήσεων που άνοιξαν μεταξύ 2010 και 2020 ήταν στον τομέα του φαγητού και ποτού, υπολογίζει ο Καββαθάς. «Η υπερπροσφορά πλήττει τους πάντες καθώς η ποιότητα πέφτει και περιορισμένα κέρδη μοιράζονται σε περισσότερους. Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι η κορυφή του παγόβουνου.»
Κάποιοι εστιάτορες λένε ότι οι κυβερνητικές πολιτικές για τον περιορισμό του οικονομικού αντίκτυπου του κορωνοϊού έχουν επιδεινώσει το πρόβλημα. Οι επιδοτήσεις προς εργαζόμενους σε κλειστά εστιατόρια και μπαρ εξακολουθούν να δίνονται, καθώς δεν έχει ξεκινήσει και πάλι η εστίαση σε κλειστούς χώρους. Πολλοί εργαζόμενοι προτιμούν να ζουν με το κρατικό επίδομα των 534 ευρώ τον μήνα παρά να εργαστούν, λένε εστιάτορες. Άλλοι βλέπουν την έλλειψη προσωπικού ως σύμπτωμα ευρύτερων προβλημάτων στην ελληνική αγορά εργασίας. Η δεκαετής οικονομική κρίση οδήγησε σε μείωση μισθών που δεν έχουν ακόμα ανακάμψει, η ανεργία των νέων είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη και πολλοί καταρτισμένοι εργαζόμενοι μετανάστευσαν. Οι ελλείψεις προσωπικού είναι «ένδειξη δυσλειτουργίας της αγοράς εργασίας», είπε ο Βέττας και υποστήριξε ότι «οι υπερβολικές ρυθμίσεις» κάνουν την απασχόληση στην Ελλάδα «μη ευέλικτη»
Και στη Γερμανία
Σύμφωνα με την Ένωση Γαστρομόνων και Ξενοδόχων Γερμανίας (Dehoga) ιδιαίτερα έντονες είναι οι ελλείψεις σε άτομα που θα απασχολούνταν ως σερβιτόροι. Βάσει στοιχείων της Dehoga το 40% των εργαζομένων στους κλάδους αυτούς αλλάζουν επάγγελμα. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας πολλές επιχειρήσεις προσπάθησαν «με όλη τη δύναμή τους», όπως αναφέρει η Dehoga, να κρατήσουν το προσωπικό που απασχολούσαν και προ πανδημίας. Δυστυχώς γύρω στο 23% έπρεπε να καταφύγει σε απολύσεις.
Aυτά αναφέρει η DW, προσθέτοντας ότι δεν πρόκειται μόνο για δυσκολία στην εύρεση εποχικού προσωπικού, αλλά και στην προσέλκυση μόνιμων εργαζομένων στη γαστρονομία και τα ξενοδοχειακά. Πρόκειται περισσότερο για ένα παλιό, διαρθρωτικό πρόβλημα, το οποίο ο κορωνοϊός απλά επιδείνωσε.
Ήδη το πρώτο καμπανάκι χτύπησε το περσινό καλοκαίρι, όταν οι επιχειρήσεις του χώρου είχαν και τότε ανοίξει λόγω μειωμένων κρουσμάτων. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2020 οι εργαζόμενοι στον τομέα εμφανίζονταν κατά 2,4 εκατομμύρια λιγότεροι σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η κατάσταση φέτος αναμένεται χειρότερη. Σύμφωνα με έρευνα που εκπόνησε το Γερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο για το πρώτο διάστημα του φετινού καλοκαιριού, το 48% των ερωτηθέντων από τον χώρο της γαστρονομίας θεωρεί την έλλειψη προσωπικού σοβαρό κίνδυνο για τις επιχειρήσεις τους, η οποία φαίνεται τριπλάσια σε σχέση με πέρυσι (17%). Αντίστοιχα, κακή είναι η κατάσταση και στον τομέα των ξενοδοχείων, με τις ελλείψεις να προσδιορίζονται μεταξύ 11 έως 46%.
Το ζήτημα των αμοιβών των εργαζομένων, όπως είναι εύλογο, ξαναμπαίνει στο τραπέζι της συζήτησης, καθώς είναι πανθομολογούμενο, ότι απαιτείται μια νέα πολιτική κινήτρων για την προσέλκυση εργαζομένων στον ευρύτερο κλάδο της φιλοξενίας και της εστίασης, μέ ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει για το κόστος των υπηρεσιών.