Πέρασαν κιόλας 15 χρόνια από εκείνο το θλιβερό απόγευμα της πρωταπριλιάς του 2004.
Ήμουν από το πρωί, ως συνήθως, στο γραφείο μου, τότε στην εφημερίδα Sportime. Ξέρετε, συσκέψεις με το διαφημιστικό τμήμα, με τους αρχισυντάκτες, καταβολή μισθοδοσίας και ημερήσια λάντζα. Ούτε είχα καταλάβει ότι είχε φτάσει απόγευμα. Κτύπησε η πόρτα του γραφείου μου. Ήταν ο Στέφανος Κούμπης. Εξαιρετικός φίλος, αρχισυντάκτης της εφημερίδας.
- Πέθανε ο Κυράστας!
- Άσε ρε τις μαλακίες! Άσχημο θέμα βρήκες για πρωταπριλιάτικο…
Δεν ήταν ψέμα. Κι ας ήταν πρωταπριλιά.
Ο Γιάννης Κυράστας, παιδικός μου φίλος, αδελφικός μου φίλος, δεν ήταν πια εδώ. Ο άσεβος χάρος τον είχε νικήσει…
Δεν θυμάμαι την αντίδρασή μου. Αν έκλαψα, αν κτύπησα με οργή και πόνο το γραφείο… Δεν θυμάμαι το παραμικρό… Μόνο ότι συστηματικά περνούν πια από το μυαλό μου, σαν κινηματογραφική ταινία, όσα κοινά είχαμε ζήσει με τον Γιάννη. Όταν τον φωνάζαμε «μπογιατζή», επειδή τα πρωινά δούλευε ως ελαιοχρωματιστής… Την πορεία του στον Ολυμπιακό… Την εθνική ομάδα… Τη μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό… Τις μεγάλες του πορείες του στην Ευρώπη… Τους προβληματισμούς του όταν ο Γιάτσεκ Γκμοχ επέμενε να τον καθιερώσει ως λίμπερο, από δεξί μπακ… Την αγάπη για τις κόρες του Εβελίνα και Βέρα, για τη Ρούλα, τη σύντροφό του… Τις συζητήσεις ώρες ατέλειωτες για ποδόσφαιρο και πολιτική… Τους καυγάδες… Τα γέλια… Τα γραφικά ταβερνάκια στον Πειραιά, στο Χαλάνδρι, στην Αγία Παρασκευή, στην Πεντέλη… Τις εκπομπές μας στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση… Την αγάπη του για το ψάρεμα… Τα πρώτα του προπονητικά βήματα… Στον Εθνικό Ελληνορώσων… Στο Μεσολόγγι… Στην Προοδευτική… Αργότερα στον Εθνικό… Στον Πανηλειακό… Στον Πανιώνιο… Στον Ηρακλή… Και στην κορύφωση: Τον Παναθηναϊκό… Όπου, μετά τη «φυγή» του κατέκτησε πρωτάθλημα και κύπελλο. Το 2004. Που δεν τα έζησε. Εξ ου και οι φίλοι του Παναθηναϊκού του τα αφιέρωσαν τραγουδώντας: «Αυτές οι κούπες θα πάνε στ’ άστρα, για τον Γιάννη τον Κυράστα»!
Ο Γιάννης έφυγε, εκείνη την πρωταπριλιά! Λίγο πριν είχε σχεδόν συμφωνήσει με την ΕΠΟ ν’ αναλάβει την εθνική ομάδα, αντικαθιστώντας τον Ρεχάγκελ. Κάτι που δεν έγινε με τη νίκη της εθνικής στην Ισπανία που άλλαξε όλη την πορεία της και οδήγησε στον θρίαμβο της Πορτογαλίας. Ούτε αυτόν τον πρόλαβε. Νοσηλευόταν σχεδόν ένα μήνα προσβεβλημένος από μια σπάνια όσο και βαριά μορφής γάγγραινα. Τη νόσο Φουρνιέ.
Ο Γιάννης έφυγε, εκείνη την πρωταπριλιά! Παλεύοντας! Όπως έκανε πάντα. Σ’ όλη του τη ζωή.
Ο Γιάννης, βαθιά φιλοσοφημένος, έλεγε ότι σ’ αυτόν τον κόσμο είμαστε περαστικοί, ενοικιαστές, για λίγο διάστημα, του αέρα, της γης και της θάλασσας που λάτρευε.
Έλεγε ότι είμαστε σαν την πρωινή δροσιά που όταν την συναντήσει ο ήλιος εξατμίζεται!
Ντόμπρος! Αληθινός! Ατόφιος! Ποτέ δεν κρύφτηκε πίσω από δικαιολογίες, μισόλογα ή λόγια του αέρα. Πειθαρχημένος! Αυτοδημιούργητος! Δουλευταράς! Σκληρός σαν πέτρα και συνάμα ευαίσθητος σαν ανεμοδαρμένη μαργαρίτα… Γεννημένος ηγέτης σαν εκείνους που βλέπουν οι πιτσιρικάδες και λένε «θέλω να γίνω σαν αυτόν».
Ξέρετε; Πολλές φορές οι μνήμες κι η συγκίνηση δεν επιτρέπουν στα δάκτυλα να κτυπούν λέξεις στο πληκτρολόγιο…
Συμπαθάτε με που σήμερα άφησα στην άκρη την πολιτική, τις αναλύσεις και τα σχόλια. Βλέπετε, ξύπνησαν για τα καλά οι μνήμες για τον φίλο απ’ τα παλιά.
Που έφυγε εκείνη την πρωταπριλιά του 2004. Χωρίς να είναι ψέμα…
Θέλησα να τις μοιραστούμε μαζί…