Ο ρόλος των γενετικών αλλαγών στη θεραπεία του COVID-19. Φαρμακογενετική και Ιατρική Ακριβείας στην εποχή του κορονοϊού
Η πανδημία του COVID-19 δεν πέτυχε μόνο τη συσπείρωση της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, αλλά και την ευαισθητοποίηση και εξοικείωση του ευρύτερου κοινού με τις τελευταίες εξελίξεις, τις προκλήσεις και τις προοπτικές της Βιοϊατρικής Έρευνας του 2020, δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δέσποινα Σανούδου, Αν. Καθηγήτρια Φαρμακογονιδιωματικής, ΕΚΠΑ, Δ’ Παθολογική Κλινική νοσοκομείου «Αττικόν» και Συνεργαζόμενο μέλος Δ.Ε.Π. του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ).
Υπογραμμίζει ότι «όλοι μαζί θα νικήσουμε αυτή τη μάχη και θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για την όποια επόμενη». Περίοδοι κρίσεων, όπως η παρούσα πανδημία του COVID-19, συνεχίζει «μας υπενθυμίζουν τον καθοριστικό ρόλο της έρευνας στον χώρο της Υγείας, και της ταχείας “μετάφρασης” των βιοεπιστημονικών ανακαλύψεων στην κλινική πράξη. Σήμερα η διεθνής επιστημονική κοινότητα, συσπειρωμένη περισσότερο ίσως από ποτέ, δίνει έναν πρωτοφανή αγώνα που απαιτεί μέγιστη ταχύτητα, εφευρετικότητα, αλλά και ιδιαίτερη προσοχή στην διεξαγωγή, ερμηνεία και αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων». Ερωτήματα και προκλήσεις για τους επιστήμονες «Ανάμεσα στις προκλήσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι το γεγονός ότι για λόγους που δεν είναι απόλυτα σαφείς ακόμα, ο συγκεκριμένος κορονοϊός φαίνεται να επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο διαφορετικά άτομα.
Κάποιοι θα μολυνθούν και θα νοσήσουν ενώ άλλοι όχι. Κάποιοι θα εμφανίσουν ήπια συμπτώματα για μικρό χρονικό διάστημα, ενώ άλλοι θα χρειαστούν μακροχρόνια νοσηλεία ή και θα χάσουν τη ζωή τους. Η ηλικία και η παρουσία υποκείμενης νόσου είναι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν την έκβαση της λοίμωξης με COVID-19, αλλά δεν αρκούν για να εξηγήσουν πλήρως την ετερογένεια που παρατηρείται». Διαφοροποιήσεις και στην ανταπόκριση των ασθενών στα φάρμακα Σημαντικές διαφοροποιήσεις έχουν καταγραφεί και στην ανταπόκριση των ασθενών στα φάρμακα που χρησιμοποιούνται σήμερα για την αντιμετώπιση του COVID-19, τόσο όσον αφορά την αποτελεσματικότητα όσο και την εμφάνιση παρενεργειών,αναφέρει η κ. Σανούδου. «Αυτά τα δεδομένα μας αναγκάζουν να αναζητήσουμε όχι μόνο τρόπους στοχευμένης καταπολέμησης του ιού, αλλά έγκαιρης πρόβλεψης και εξασφάλισης της βέλτιστης εξατομικευμένης φροντίδας για τον κάθε ασθενή». Ανάπτυξη εξατομικευμένων και στοχευμένων θεραπειών Η ανάπτυξη εξατομικευμένων και στοχευμένων θεραπειών είναι θεμελιώδης σκοπός του ταχέως εξελισσόμενου πεδίου της Ιατρικής Ακριβείας.
Η Ιατρική Ακριβείας αξιοποιεί κατάλληλα επιλεγμένους βιοδείκτες, που επιτρέπουν την επιλογή εξατομικευμένων θεραπευτικών προσεγγίσεων, επιτυγχάνοντας τελικά τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και την ελαχιστοποίηση των ανεπιθύμητων ενεργειών της θεραπείας, εξηγεί η κ. Σανούδου. «Στην προσπάθεια εξατομίκευσης των διαθέσιμων θεραπειών, σήμερα πρωτοστατεί ο χώρος της Φαρμακογενετικής με την ανάπτυξη κατάλληλων φαρμακογενετικών εξετάσεων. Οι εξετάσεις αυτές δεν είναι άλλο από την ανάλυση συγκεκριμένων σημείων του DNA του ασθενούς προκειμένου να προβλεφθεί η καταλληλότερη θεραπεία και η καταλληλότερη δόση που πρέπει να του χορηγηθεί. Για παράδειγμα, για πολλά φάρμακα έχουν ανακαλυφθεί συσχετισμοί του DNA με την ανταπόκριση ή μη ανταπόκριση του ατόμου, την ανάγκη διαφορετικής δοσολογίας, ή τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών. Για κάποια από αυτά τα φάρμακα υπάρχουν ήδη επίσημες κατευθυντήριες οδηγίες που διευκρινίζουν πότε και ποιες εξετάσεις DNA είναι υποχρεωτικές/ επιθυμητές/ προαιρετικές, καθώς και πώς τα αποτελέσματα των εξετάσεων αυτών πρέπει να καθοδηγούν την επιλογή της καταλληλότερης, εξατομικευμένης πλέον, θεραπείας για τον ασθενή».
Ο ρόλος των γενετικών αλλαγών στη θεραπεία του COVID-19 Σύμφωνα με την κ. Σανούδου, «ανάμεσα στις θεραπείες που χρησιμοποιούνται σήμερα για την αντιμετώπιση του COVID-19, ιδιαίτερη προσοχή συνιστάται κατά τη χρήση της χλωροκίνης και της υδροξυχλωροκίνης, καθώς άτομα που έχουν έλλειψη του ενζύμου αφυδρογονάση της 6-φωσφορικής γλυκόζης (G6PD), μια γενετική νόσο με αυξημένη συχνότητα σε άτομα Μεσογειακής καταγωγής, κινδυνεύουν να εμφανίσουν οξεία αιμόλυση. Μια σειρά από άλλες γενετικές αλλαγές έχουν αρχίσει να συσχετίζονται με την αποτελεσματικότητα των συνιστώμενων δόσεων χλωροκίνης, υδροξυχλωροκίνης, κολχικίνης, αζιθρομυκίνης, τοσιλιζουμάμπη, ανακίνρα κ.α. αλλά οι παρατηρήσεις αυτές βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο. Εφόσον επιβεβαιωθούν σε μεγαλύτερο δείγμα πληθυσμού, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη κατάλληλων φαρμακογενετικών εξετάσεων για την ταχύτερη επιλογή της αποτελεσματικότερης και ασφαλέστερη φαρμακευτικής αγωγής των ασθενών με COVID-19». Δυνατότητα πρόβλεψης των ατόμων που θα εμφανίσουν σοβαρά συμπτώματα Εξίσου σημαντική, προσθέτει η κ. Σανούδου, είναι και η δυνατότητα πρόβλεψης των ατόμων που θα εμφανίσουν σοβαρά συμπτώματα μετά από λοίμωξη από COVID-19 και θα χρειαστούν φαρμακευτική αγωγή.
Προκαταρκτικές μελέτες υποδηλώνουν ότι μέρος της ετερογένειας στα συμπτώματα που παρατηρούνται σε ασθενείς με COVID-19 μπορεί να οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες. Ήδη διεξάγονται γενετικές μελέτες διεθνώς για την ανακάλυψη τέτοιων γενετικών βιοδεικτών που θα επιτρέψουν την έγκαιρη και στοχευμένη θεραπευτική υποστήριξη των ασθενών υψηλού κινδύνου. Αξιοποίηση της Ιατρικής Ακριβείας σε όλες τις κατηγορίες νοσημάτων Για την εξέλιξη του πεδίου της Ιατρικής Ακριβείας και την αξιοποίηση του σε όλες τις κατηγορίες νοσημάτων, είναι αναγκαία η συμβολή και συνεργασία ειδικών από διαφορετικούς χώρους και διαφορετικές χώρες. Η ερευνητική ομάδα της κ. Σανούδου, με κύρια μέλη της την Ελισάβετ Βαφειαδάκη, τον Δημήτρη Αρβανίτη και την Έφη Βαλαντή, και σε στενή συνεργασία με την ομάδα της καθηγήτριας και αντεπιστέλλοντος μέλους της Ακαδημίας Αθηνών Ευαγγελίας Κρανιά, εστιάζεται στην ανάπτυξη εξατομικευμένων και στοχευμένων προσεγγίσεων για την αντιμετώπιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.
«Σήμερα έχουμε την τιμή να συμμετέχουμε στο διεθνές ερευνητικό δίκτυο CURE-PLaN του Leducq Foundation, όπου σε συνεργασία με επιφανείς ομάδες του πεδίου της Μοριακής Καρδιολογίας και Ιατρικής Ακριβείας (Πανεπιστήμιο του Stanford, Ιατρική Σχολή του Mount Sinai, Πανεπιστήμιο του Cincinnati, Πανεπιστήμιο του Gottingen, και Heart Institute της Ολλανδίας) αξιοποιούμε βιοεπιστημονικές προσεγγίσεις αιχμής (π.χ. βλαστοκύτταρα, γονιδιακή θεραπεία, αναλύσεις δεκάδων χιλιάδων γονιδίων και πρωτεϊνών, αξιολόγηση εκατοντάδων χιλιάδων χημικών μορίων) για την θεραπεία ασθενών με μυοκαρδιοπάθεια και καρδιακή ανεπάρκεια συγκεκριμένης γενετικής αιτιολογίας – μια ομάδα του πληθυσμού με ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο απέναντι στον νέο κορονοϊό».
Παράλληλα, καταλήγει η κ. Σανούδου, μεριμνώντας για την μεταλαμπάδευση της ερευνητικής μας εμπειρίας, καθώς και των σημαντικών επιστημονικών ανακαλύψεων και εξελίξεων του πεδίου της Ιατρικής Ακριβείας στις επόμενες γενιές, στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας έχουμε ήδη εντάξει στο πρόγραμμα προπτυχιακών σπουδών το νέο μάθημα «Ιατρική Ακριβείας».
ΑΠΕ-ΜΠΕ