Ο Γιάννης Καφάτος σχολιάζει την επικαιρότητα που μερικές φορές είναι από μόνη της επιθεωρησιακό νούμερο. (και όταν δεν είναι αι την κάνει!).
Ο Ζωγράφος (Πικάσο), ο μπογιατζής και οι κομπογιαννίτες
( τη δεκαετία του 70, τέλη ή στις αρχές του 80 είχα πάει με τα Λυκόπουλα να δούμε μια έκθεση του Πικάσο στην Εθνική Πινακοθήκη. Ήταν η πρώτη από τις πολλές φορές που την επισκέφτηκα έκτοτε)
Όσες φορές κι αν είχα επισκεφτεί την Εθνική Πινακοθήκη το «Κεφάλι Γυναίκας», ακόμη κι αν το είχε πάρει το μάτι μου, την ιστορία του δεν την ήξερα μέχρι την κλοπή του έργου πριν από 9 χρόνια.
Το έργο που είχε σαν μοντέλο την τότε γυναίκα και μούσα του, Ντόρα Μάαρ, ο Πικάσο το χάρισε το 1949 στους Έλληνες με την ιδιόχειρη αφιέρωση στο πίσω μέρος που λέει: Για τον ελληνικό λαό, φόρος τιμής από τον Πικάσο). Είχε ήδη αφιερώσει την περίφημη Γκερνίκα για το ολοκαύτωμα που έζησε η Ισπανική πόλη από τους Ναζί και χάρισε αυτό το έργο ως φόρο τιμής στην γενναιότητα και την αντίσταση των Ελλήνων κατά των Γερμανών.
Τις τελευταίες μέρες το διαδικτυακό χωριό γελάει με τον τρόπο που οι επίσημες αρχές συμπεριφέρθηκαν σε ένα τόσο ξεχωριστό έργο τέχνης, που βρέθηκε τελικά αφού συνέλαβαν τον δράστη της κλοπής του.
Έχουμε λοιπόν έναν ζωγράφο, έναν σπουδαίο Ζωγράφο, έναν μπογιατζή διαρρήκτη και ένα τσούρμο που ο χαρακτηρισμός κομπογιαννίτες είναι το ελάχιστο που μπορεί να αποδώσει την ακαματοσύνη τους.
Ένα ιδιότυπο τρίγωνο, με μόνη αξία την πλευρά του Ζωγράφου.
Ο μπογιατζής λοιπόν έδωσε μια κατάθεση που όταν τη διάβασα έμεινα ενεός. Ο τύπος, λέει, είχε σχεδόν κατασκηνώσει μέσα κι έξω από την πινακοθήκη γιατί ήθελε να κλέψει ένα έργο. Του άρεσε ο Πικάσο, τον είχαν στο χολάκι μπαίνοντας, σου λέει αυτόν θα πάρω που τον θαυμάζω κιόλας. Πήρε κι άλλα δύο έργα τελικά γιατί φαίνεται ήταν καλός στη δουλειά του και όπως λέει στην κατάθεσή του ήξερε να ξεχωρίζει τα ντουβάρια από τις γυψοσανίδες.
Είναι να σε πιάνει τρέλα, αν ο τύπος λέει την αλήθεια – που πολύ αμφιβάλλω. Αλλά και μόνος να μην έδρασε ζήσαμε τη ντροπή να κλέβουν την Εθνική Πινακοθήκη και να μην ανοίγει μύτη.
Βεβαίως ότι επί 9 χρόνια κάποιοι έψαχναν είναι μια παρηγοριά, και ακόμη μεγαλύτερη ότι τον βρήκαν και βρήκαν τα δύο από τα τρία έργα που είχε κλέψει.
Ο μπογιατζής από την Κερατέα.
Και τα λαγωνικά της Αστυνομίας τον έπιασαν και τους οδήγησε στους πίνακες και μετά η ηγεσία έκανε μια φιέστα για να παρουσιάσει τους δημοσιογράφους τα έργα.
Κι εκεί έγιναν όλοι κομπογιαννιτισμοί του αιώνα για τους οποίους γελάει κάθε πολιτισμένος άνθρωπος στη γη. Βλέπεις το βίντεο με τον Πικάσο που γλιστράει και πέφτει και τον γραπώνει με γυμνά χέρια κάποιος και τον ξαναστήνει λοξά μεταξύ τοίχου και τραπεζιού (γλιστράει η ρουφιάνα η φορμάικα, γλιστράει…) έκανε τον γύρο του κόσμου ως viral.
Βεβαίως οι ευθύνες της κυρίας Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα που είναι από τότε, επί κλοπής, Διευθύντρια αυτού του ιδρύματος πάνε περίπατο. Δεν έχω κάτι μαζί της, ίσα-ίσα που μου αρέσει να ακούω τις ομιλίες που κάνει για καλλιτέχνες κλπ στο πλαίσιο των εκθέσεων που διοργάνωσε η Πινακοθήκη. Είναι όμως άλλο να είσαι καλός επιστήμονας και εντελώς διαφορετικό να είσαι και μάνατζερ. Και τέλος πάντων κάποιος φταίει που ο μπογιατζής κατάφερε να μπει, να κλέψει, να φύγει και να διαφύγει. Και εντός της Πινακοθήκης έπρεπε να πέσουν κεφάλια και στην Αστυνομία, αν αποδειχτεί αυτό που λέει στην κατάθεσή του ότι κρυβόταν σε ένα σπιτάκι στο απέναντι πάρκο, αγκαλιά με τα τρία έργα τέχνης που μόλις είχε κλέψει, πέρασαν οι αστυνομικοί αλλά δεν το έλεγξαν.
Είναι πάντως δείγμα πολιτισμού, που φαίνεται ότι το καταναλώσαμε ως «δείγμα δωρεάν» ότι δεν ξέρουμε τι θησαυρούς έχουμε στην πατρίδα μας. Είναι όμως και κατάντια να μην ξέρουν πώς να συμπεριφερθούν σε ένα έργο τέχνης οι «σωτήρες» του.
Γιάννης Καφάτος