Κάθε φορά που ξημερώνει η 26η Σεπτεμβρίου ένας κόμπος σφίγγει το στομάχι μου, αφού είναι η αποφράδα ημέρα που δολοφονήθηκε αυτός ο υπέροχος άνθρωπος, ο Παύλος Μπακογιάννης. Αέναος θρήνος. Μαύρη ημέρα που οικογένειά του, η φιλελεύθερη παράταξη κι ο τόπος υπέστησαν ανεπανόρθωτο πλήγμα. Σαν σήμερα, Δολοφονήθηκε ο άνθρωπος σύμβολο της ενότητας του έθνους και της εθνικής συμφιλίωσης. Ο άνθρωπος που αντιτάχθηκε στον φασισμό της χούντας κι η φωνή του από την «Ντόιτσε Βέλλε» έφτανε στα πέρατα της Ευρώπης.
«Μπορούμε να διαφωνούμε, γιατί μπορούμε να συνυπάρχουμε» ήταν το μότο της ζωής του. Δεν άρεσε αυτό στον Κουφοντίνα και την τρομοκρατία. Κι αναρωτιέται κάποιος πόσο χρήσιμες θα ήταν σήμερα η παρουσία κι οι ιδέες του, στην κορύφωση της πολιτικής τοξικότητας.
Ήταν μόλις 54 ετών όταν κτυπήθηκε άνανδρα –πισώπλατα εκείνο το πρωί της 26ης Σεπτεμβρίου κι έχει παραμείνει στη μνήμη μου το σοκ στο άκουσμα της θλιβερής είδησης. Καθώς και τα λόγια του συντετριμμένου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη από το βουλευτικό του έδρανο.
Κρατώ ως τεράστια πολιτική παρακαταθήκη του τη «φιλελεύθερη άνοιξη» που ονειρευόταν, μέσα από λεωφόρους μετριοπάθειας και υπερβάσεων του διχασμού.
Τον αποκάλεσαν φιλελεύθερο διανοητή και ουμανιστή. Όντως ήταν, σε υπερθετικό βαθμό. Πίστευε ότι οποιαδήποτε πολιτική βιώνεται στο επίπεδο του ανθρώπου κι αυτό δημιουργεί την έννοια της προόδου και της συντήρησης.
Ναι, ήταν προοδευτικότητα κι εκείνο το σύνθημα με τα βαθιά νοήματα της ΝΔ: «Ελευθερία, δημιουργία, κοινωνική προστασία». Έμπνευση Μπακογιάννη.
Κι η έννοια της δημοκρατίας, που δεν ήταν για τον Παύλο Μπακογιάννη μια απλή αφηρημένη πρόταση. Ήταν μια σχέση με αρχές και κανόνες που στόχευε στη δημιουργία υπεύθυνων πολιτών.
Οι αρχές της αστικής φιλελεύθερης δημοκρατίας αποτελούσαν για εκείνον, το
εργαλείο για τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Κι αυτό δεν άρεσε στον τρομοκρατικό
ολοκληρωτισμό.
Οι παρακαταθήκες του είναι παρούσες. Θα είναι παρούσες εσαεί…